Μπορεί η έννοια του «Ριζώματος» να διαπερνά όλες τις ταινίες του Διεθνούς Διαγωνιστικού προγράμματος του 58ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, στα «Κοράκια» είναι ωστόσο που βρίσκει ίσως την πιο καίρια έκφρασή της, ρίχνοντας μια βαριά σκιά σε ήρωες που δεν επέλεξαν τον ρόλο τους και που αναγκάζονται να λάβουν σκληρές αποφάσεις όσο παρατηρούν τις εναλλακτικές επιλογές τους να εξανεμίζονται μία μία.
Στο κινηματογραφικό ντεμπούτο του πρώτην φωτογράφου Γιενς Ασούρ, ένας επίμονος αγρότης στην Σουηδία της δεκαετίας του 1970 βλέπει τις συνθήκες στον κλάδο του να μεταβάλλονται, παρατηρεί τον γιο του να παραμένει απρόθυμος στις υποχρεώσεις που σταδιακά θα πρέπει να τον επιφορτίζουν, νιώθει πως όλες οι ευθύνες και τα βάρη συσσωρεύονται πάνω του, σαν κάποιο είδος κοσμικής ή ηθικής τιμωρίας.
«Oλα πηγαίνουν εναντίον μου. Σαράντα χρόνια. Τι παραπάνω πρέπει να αποδείξω;» λέει σε κάποια στιγμή αδυναμίας, προσπαθώντας με κάποιον τρόπο να διοχετεύσει την ένταση που κρύβει μέσα του και η οποία απειλεί όλο και περισσότερο να αναταράξει την απατηλά ομαλή επιφάνεια. Αυτή η υποβόσκουσα ένταση είναι και η κινητήριος δύναμη πίσω από τα «Κοράκια», μία παράμετρος που ωθεί την αφήγηση σε απρόσμενα ξεσπάσματα (και μάλιστα με απρόβλεπτο πολλές φορές τρόπο) χωρίς φωνές, υστερίες και στερεοτυπικές αντιδράσεις, δίνοντας μια υφή αυθεντικότητας στην ιστορία που επιλέγει να παραμείνει μέχρι το τέλος αρκετά προσωπική και εσωτερική, χωρίς όμως να ξεχνά τον θεατή της.
Αν και ο ρυθμός θα μπορούσε να ενισχυθεί κατά στιγμές οδηγώντας σε μια πιο σφιχτοδεμένη αφήγηση, τα «Κοράκια» διατηρούν μέχρι το τέλος μια λιτότητα που τα προστατεύει από το «δήθεν» και μια αμεσότητα που ξεπερνά τα καθηλωτικά κάδρα, λογική συνέχεια της φωτογραφικής καριέρας του σκηνοθέτη. Η Σουηδική φύση στον φακό του Ασούρ είναι ένα ψυχρό, αφιλόξενο αλλά και γεμάτο ζεστές γωνίες τοπίο, το οποίο αποδεικνύεται εχθρός αλλά και σύμμαχος των κατοίκων του ανάλογα με την περίσταση, αρκεί ο καθένας να προσαρμόσει το βλέμμα και την οπτική του γωνία. Στην πραγματικότητα που αποτυπώνει η ταινία, υπάρχει τόσο η τιμωρία όσο η ανταμοιβή, αντικρουόμενες δυνάμεις μιας εποχής που έτσι κι αλλιώς αλλάζει με το αναπόφευκτο κόστος.
Ταυτόχρονα, πίσω από την ιστορία ενηλικίωσης που συμπληρώνει τις θεματικές της ταινίας, αποτυπώνεται μια πολύ ενδιαφέρουσα προσέγγιση του κύκλου της ζωής αλλά και μια ψυχρή εξέταση του τι σημαίνει όνειρο, τι πραγματικότητα και σε ποιο βαθμό κάποιος μπορεί να τα ορίσει. Οι ήρωες του Ασούρ αποτελούν εκδοχές του ίδιου ανθρώπου και όποια διαφοροποίηση είναι δυνατόν να επέλθει, θα οριστεί μόνο από τους ίδιους και από καμία εξωτερική, ανώτερη δύναμη.
Μόνο που τα «Κοράκια» δεν έχουν στόχο τελικά ούτε να κατακρίνουν τους ήρωες ούτε να προσφέρουν ένα απατηλά γλυκερό κλείσιμο στην ιστορία τους. Επιθυμούν απλά να δημιουργήσουν ένα ανθρώπινο πορτρέτο διαμέσου των γενεών, που αναγνωρίζει τις εσωτερικές ορμές αλλά επιχειρεί να τις τοποθετήσει σε ένα αυστηρό κοινωνικό πλαίσιο που καθορίζεται από τις απαιτήσεις της πραγματικότητας.
Οι σιωπηλές ερμηνείες των ηρώων της ταινίας, και αυτές προεκτάσεις ενός ευαίσθητου φωτογραφικού πορτρέτου, είναι όμως ουσιαστικά η επιφάνεια όπου βρίσκουν χώρο όλες οι αντίρροπες πιέσεις και εκείνο το στοιχείο που συμμετέχει πιο καθοριστικά στη δημιουργία του συνολικού ύφους της ταινίας.
Γιατί στο τέλος, δεν έχει σημασία το γεγονός ότι τα «Κοράκια» εξερευνούν γνώριμες κινηματογραφικές θεματικές (καθώς οι αφηγήσεις – έστω και καθυστερημένης χρονικά – ενηλικίωσης δεν είναι κάτι το σπάνιο) αλλά το ότι το κάνουν μέσα από ένα άμεσο ανθρώπινο πρίσμα που αναδεικνύει γνήσια τον ψυχισμό των ηρώων τους. Στην ταινία, οι πιο δυνατές κραυγές κρύβονται στη σιωπή, κανείς όμως δεν μπορεί να αγνοήσει την ισχύ τους.
Η ταινία προβάλλεται ξανά την Πέμπτη 9 Νοεμβρίου στις 18:15 στην αίθουσα Φρίντα Λιάππα.
Περισσότερες κριτικές από το 58ο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης:
- «The Ox» του Γιώργου Νικόπουλου
- «Downsizing» του Αλεξάντερ Πέιν
- «O Γιος της Σοφίας» της Ελίνας Ψύκου
- «To Τετράγωνο» του Ρούμπεν Εστλουντ
- «Have a Nice Day» του Λιου Τζιαν
- «No Date, No Signature» του Βαΐντ Τζαλιλβάντ
- «To Εργοστάσιο του Τίποτα» του Πέντρο Πίνιο
- «H Επιφάνεια των Πραγμάτων» της Νάνσυς Μπινιαδάκη
- «Σπόρος»του Σεμίχ Καπλάνογλου
- «Cargo» του Ζιλ Κουλίερ
- «Ζωή και Τίποτε Αλλο» του Αντόνιο Μέντεζ Εσπάρζα
- «Για την Οικογένεια» του Καντεμίρ Μπαλαγκόφ
- «Menashe» του Τζόσουα Ζ. Γουάινστιν
- «Western» της Βαλέσκα Γκρίζεμπαχ
- «Do it Yourself» του Δημήτρη Τσιλιφώνη
- «Life Guidance» της Ρουθ Μάντερ
- «Colombus» του Κογκονάντα
- «Α Ciambra» του Τζόνας Καρπινιάνο
- «Ασε τα Πτώματα να Μαυρίζουν στον Ηλιο» των Ελέν Κατέ και Μπρουνό Φορζανί
- «Dolphin Man» του Λευτέρη Χαρίτου
- «Η Αμυνα του Δράκου» της Nατάλια Σάντα
- «Love me Not» του Αλέξανδρου Αβρανά
- «I Am not a Witch» της Ρουνγκάνο Νιόνι
- «God’s Own Country» του Φράνσις Λι
- «Κύκνος» της Aουσα Χέλγκα Χιόρλεϊφσον
- «Αννα, Αγάπη μου» του Κάλιν Πέτερ Νέτζερ
- «Η Ψυχή και το Σώμα» της Ιλντικο Ενιέντι