Ενας διάσημος Κορεάτης καθηγητής αρχιτεκτονικής πρόκειται να δώσει μία διάλεξη στη βιβλιοθήκη του Κολόμπους της Ιντιάνα. Μία μέρα πριν καταρρέει και μεταφέρεται στην εντατική. Ο 30χρονος αποξενωμένος γιος του Τζιν έρχεται από τη Σεούλ για να τον φροντίσει. Διστακτικά. Ο πατέρας του δεν είχε παρατήσει ούτε μία μέρα από την καριέρα και τη ζωή του για εκείνον. Οταν συναντά την Κέισι, μία απόφοιτη Λυκείου που δουλεύει στην τοπική βιβλιοθήκη, αναγνωρίζει άλλη μία κόρη που κηδεμονεί εκείνη το γονιό της: παρόλη την αγάπη της για την αρχιτεκτονική, η 19χρονη κοπέλα δεν εγκαταλείπει το Κολόμπους για να κυνηγήσει τις σπουδές της. Μένει πίσω για να προσέχει την πρώην εθισμένη στην μεθαμφεταμίνη μητέρα της. Οι δυο τους γίνονται φίλοι. Εκείνος τη βοηθά να πάρει την απόφαση και να ανοίξει τα φτερά της. Εκείνη τον ξεναγεί κάθε μέρα και σε ένα αγαπημένο κτίριο του Κολόμπους με μια βαθιά και αθώα αγάπη για τις ρίζες της, βοηθώντας τον να αποδεχθεί και να συμφιλιωθεί με τα θεμέλια και της δικής του ζωής.
Το Κολόμπους της Ιντιάνα είναι μία μικρή πόλη στην κεντροανατολική Αμερική. Κι όμως, οι γειτονιές του κρύβουν αριστουργήματα του αρχιτεκτονικού μοντερνισμού από τη δεκαετία του 1920 (εμβληματικά κτίρια του φινλανδού Εερο Σααρίνεν και του ρασιοναλιστή Ρίτσαρντ Μάιερ). Αρκεί να ξέρεις πώς να κοιτάς τα πράγματα. Κάποιος μπορεί να βλέπει έναν όγκο τσιμέντου που χαράζει σύνορα, κι άλλος μία γέφυρα που ενώνει τις διαφορετικότητες. Κάποιος θεωρεί αφελή την κατασκευή μίας τράπεζας από τζάμι, χωρίς φράχτες, στο ύψος του πεζοδρομίου, κι άλλος να καταλαβαίνει ότι αυτό στέκεται ως σύμβολο διαύγειας κι εκδημοκράτισης του πλούτου. Αλλος βλέπει το τόξο της σκεπής μία βιβλιοθήκης να αφήνει ένα κενό στο κέντρο του, και άλλος δύο ημικύκλια που ενώνονται από κάτι που δεν φαίνεται. Τη γνώση. Οπως το χάσμα γενεών, που βασανίζει τα ενήλικα παιδιά που κάθονται στα σκαλιά και μοιράζονται μαζί μας τις ιστορίες τους, ενώνεται κι αυτό με κάτι αόρατο, ριζώνει σε κάτι αδιαμφισβήτητο και συμπαγές. Την αγάπη.
Ο νεαρός κορεάτης σκηνοθέτης Κογκονάντα, γνωστός από τα video essays του πάνω στον Γιασουτζίρο Οζου (μάλιστα το όνομά του είναι στην ουσία το οναματεπώνυμο του συνσεναριογράφου του Οζου, Κόγκο Νόντα), τον Μπρεσόν και τον Αντερσον, κάνει το σκηνοθετικό του ντεμπούτο ακολουθώντας την αρχιτεκτονική, αλλά και τη φιλοσοφία του κινηματογράφου του Ιάπωνα μάστερ. Κάθε σεκάνς ορίζεται πρωτίστως από το περιβάλλον της - η γεωμετρία των δωματίων, ο όγκος των κτιρίων, η γραμμή ενός φράχτη, το ύψος ενός πύργου, οι κήποι και τα πάρκα, το φως που λούζει το εσωτερικό των χώρων, ο νυχτερινός ορίζοντας της πόλης από ψηλά είναι κάτι παραπάνω από το κάδρο των πλάνων. Αφηγούνται τη δική τους ιστορία, θεμελιώνοντας κι αυτές των ηρώων.
Ο Κογκονάντα παρατηρεί πώς το περιβάλλον μας μάς καθορίζει, μάς δίνει απαραίτητες ρίζες, ταυτότητα, θεμέλια. Ταυτόχρονα (όπως και τον Οζου) τον ενδιαφέρει πώς οι ανθρώπινες κατασκευές παραβιάζουν το χώρο μας, κλέβουν από τον ορίζοντά μας, μάς μπλοκάρουν. Ο Τζιν χωρίς την υποστήριξη της πατρικής φιγούρας έμεινε μετέωρος να μετακινείται συνεχώς ανάμεσα σε Κορέα κι Αμερική, παντού να νιώθει ξένος. Η Κέισι αγαπά τον τόπο και τη μητέρα της με μία βαθιά αθωότητα και πίστη, που την έχουν όμως τσιμεντώσει σε μία άδικη κι άτολμη ακινησία.
Μέσα σε αυτό το κινηματογραφικό οικοδόμημα όμως στεγάζεται και η μεγάλη καρδιά του αμερικανικού ανεξάρτητου σινεμά που αγαπήσαμε μέσα στα χρόνια και σπάνια το βλέπουμε πια. Οσο οι δύο ήρωες χαζεύουν τα κτίρια, τόσο αναδύεται η σοφή απλότητα, η ανθρώπινη ατέλεια και τα τρυφερά «τίποτα» σε ένα σενάριο που θυμίζει Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ, Σοφία Κόπολα, Tζέισον Ρέιτμαν.
Κι εκεί είναι που ο Κογκονάντα κάνει την ευχάριστη έκπληξη: δεν είναι μόνο στυλίστας. Δεν προσφέρει μόνο υπέροχη εικονογραφία, στιβαρό, λιττό ρυθμό, δομημένη αφήγηση. Η ταινία κατοικείται, δεν είναι μόνο για φωτογράφηση. Οι δύο πρωταγωνιστές του δίνουν εξαιρετικές ερμηνείες - στο σωστό τόνο και την ακριβή θερμοκρασία συγκίνησης κι όχι μελοδραματισμού.
Το αποτέλεσμα είναι μία απόδειξη συμμετρίας ουσίας και φόρμας, μία κινηματογραφική γέφυρα που ενώνει το κλασικό με το σύγχρονο σινεμά, μία μικρή ταινία που αν ξέρεις που να κοιτάξεις κρύβει θησαυρούς. Οπως και το Κολόμπους της Ιντιάνα.
Η ταινία προβάλλεται ξανά τη Δευτέρα 6 Νοεμβρίου στις 23.00 στην αίθουσα Φρίντα Λιάππα.
Περισσότερες κριτικές από το 58ο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης: