Ιδέα να μην έχει κανείς ότι αυτό εδώ είναι διασκευή πετυχημένου videogame, θα βυθιστεί εύκολα, μινιμαλιστικά, γραμμικά (κι αντίστροφα) σ' ένα αγωνιώδες εγκεφαλικό θρίλερ με, ναι, μια κάποια υπαρξιακή αντήχηση.

Ενας νέος άντρας, στην πορεία θα τον λέμε The Lost Man, βρίσκεται στο βαγόνι του μετρό στο υπερπληθές Τόκιο. Κοντά του μια γυναίκα κρατά ένα μωρό που κλαίει κι ένας επιβάτης την τραμπουκίζει ουρλιάζοντας. Ο άντρας δεν κάνει τίποτα. Λίγο αργότερα η κοπέλα του τού τηλεφωνεί. Είναι έγκυος, είναι στο νοσοκομείο και δεν ξέρει τι απόφαση να πάρει. Ο άντρας δεν κάνει τίποτα. Θα βγει από το μετρό και θ' αποφασίσει για όλα, και για τον εαυτό του. Αρκεί να μπορέσει να βγει. Η έξοδος 8 τού βάζει δύσκολα: ξεκινώντας από το 0, πρέπει ν' ακολουθήσει την υποδεικνυόμενη διαδρομή. Εάν όλα είναι όμοια, προχωρά. Εάν δει μια παραφωνία, μια ανωμαλία, γυρίζει πίσω, ανεβαίνοντας έτσι μία-μία τις πίστες. Εάν κάνει λάθος, επιστρέφει στο μηδέν. Είναι σχεδόν μόνος. Θα συναντήσει τον Walking Man, ένα επίσης χαμένο παιδί, ένα μάτσο γυμνοπόντικες που το έχουν σκάσει από ιατρικά πειράματα, τη συνείδησή του. Ωσπου η οπτική ν' αλλάξει.

Το συναρπαστικότερο και πιο λειτουργικό στοιχείο της ταινίας είναι το σκηνικό της. Ενας κόσμος αποτελούμενος από γυαλιστερό λευκό πλακάκι 20Χ20 με μαύρο αρμό, μια κίτρινη γραμμή-οδηγό και μια σειρά από ταμπέλες. Τι άλλαξε, τι μένει ίδιο; Οι θεατές μπαίνουν αυτόματα στο παιχνίδι της παρατήρησης, της αγωνίας του ήρωα, σ' ένα σύμπαν που αποτελεί ένα ίχνος μόνο από ταινίες σαν το «π» του Ντάρεν Αρονόφσκι. Η επανάληψη κρύβει εκπλήξεις ώστε να μη γίνεται στιγμή βαρετή κι ένα ίχνος φιλοσοφικής αναζήτησης (πόσες πίστες πρέπει ν' ανέβει κανείς για να ωριμάσει, για ν' αποκτήσει αυτογνωσία ή να συμπάσχει με όσους αγαπά, για να πάρει τις σοβαρές αποφάσεις της ζωής;), μαζί με τη γνώριμη εγγύτητα, στην ιαπωνική κουλτούρα, της ζωής με τον θάνατο, των διαφορετικών επιπέδων της ύπαρξης, χαρίζουν μια επίφαση βάρους. Που γρήγορα, βέβαια, ξεχνιέται, για να μείνει στη μνήμη το βασανιστικότερο ερώτημα, τι διάολο θα κρύβει σ' αυτή τη γύρα το γυαλιστερό λευκό πλακάκι;