TV & STREAMING

To «Boots» δίνει μια δυνατή κλοτσιά στο «don’t ask, don’t tell» του αμερικανικού στρατού των 90s

στα 10

Η σειρά του Netflix, βασισμένη στο βιβλίο «The Pink Marine» του Γκρεγκ Κόουπ Ουάιτ, φωτίζει μια σκοτεινή σελίδα του αμερικανικού στρατού, μέσα από μια ομόρφη, αλλά και χωρίς εκπλήξεις, coming of age ιστορία.

To «Boots» δίνει μια δυνατή κλοτσιά στο «don’t ask, don’t tell» του αμερικανικού στρατού των 90s

«Don’t ask, don’t tell».

Μια φράση που συμπυκνώνει ολόκληρη μια εποχή φόβου, σιωπής και εσωτερικής καταπίεσης στον αμερικάνικο στρατό. Στις αρχές της δεκαετίας του ’90, όταν ένας νέος άνδρας δήλωνε γκέι και τολμούσε να φορέσει τη στολή του αμερικανικού στρατού, το έκανε γνωρίζοντας πως κάθε του κίνηση μπορούσε να τον εκθέσει, να τον στιγματίσει ή ακόμη και να τον καταστρέψει. Πριν και μετά την επίσημη εφαρμογή της ομώνυμης πολιτικής, η σεξουαλική ταυτότητα θεωρούνταν κάτι επικίνδυνο, σχεδόν απαγορευμένο, ένα μυστικό που έπρεπε να μείνει θαμμένο για να επιβιώσεις μέσα σε ένα σύστημα που απαιτούσε απόλυτη συμμόρφωση. Μέσα σε αυτή τη δύσκολη συνθήκη, η σειρά του Netflix «Boots» ανασύρει μια εποχή και φωτίζει τις αντιφάσεις ενός κόσμου που απαιτούσε πειθαρχία, ενώ ταυτόχρονα κατέστρεφε την αυθεντικότητα όσων δεν ταίριαζαν στο καλούπι του.

boots

Το «Boots» βασίζεται στα πραγματικά βιώματα του Γκρεγκ Κόουπ Ουάιτ, τα οποία έγραψε στο βιβλίο του «The Pink Marine», και στηρίζεται στη δύναμη του σεναρίου του, το οποίο καταφέρνει να συνδυάσει τη σκληρότητα της στρατιωτικής ζωής με την ανθρώπινη ανάγκη για αποδοχή και αγάπη. Η ιστορία του Κάμερον, ενός νεαρού που αποφασίζει να καταταγεί στο σώμα των Πεζοναυτών, είναι γεμάτη αντιφάσεις. Από τη μια βλέπουμε έναν άνθρωπο που θέλει να αποδείξει στον εαυτό του πως μπορεί να αντέξει, να σταθεί όρθιος μέσα σε έναν κόσμο που δεν τον αποδέχεται. Από την άλλη, κάθε του βήμα είναι και μια μικρή πράξη αυτοκαταπίεσης, ένας διαρκής αγώνας να μην προδοθεί από τον ίδιο του τον εαυτό. Και μέσα σε αυτή την coming of age ιστορία, υπάρχει ένα σενάριο το οποίο ναι μεν είναι δομημένο με ρυθμό και συναίσθημα και δεν προσπαθεί να γίνει διδακτικό, με το να σε αφήνει να βιώσεις κι εσύ (μαζί με τους ήρωές του) την πίεση, την αγωνία, τον φόβο της αποκάλυψης, αλλά υπάρχουν κάποιες στιγμές που μοιάζουν πιο προβλέψιμες ή ελαφρώς επιφανειακές, όμως συνολικά η ιστορία κρατάει ζωντανό ενδιαφέρον και ισορροπεί όμορφα ανάμεσα στο δράμα και το χιούμορ. Ομως, ταυτόχρονα, μιλά και για τη σημασία του «Semper Fi» (πάντα πιστός), όχι μόνο στην αδερφότητα, στην ομάδα σου ή στην οικογένεια που επιλέγεις εσύ, αλλά και στα ιδανικά και στις αξίες σου, που προσπαθείς να μη χάσεις όταν τα πάντα γύρω σου καταρρέουν.

Και η σειρά θέλει να δείξει όλα αυτά, όσο πιστά μπορεί. Οι σκηνές εκπαίδευσης αποπνέουν μια ένταση σχεδόν σωματική και σε κάνουν να νιώσεις την κούραση και την πίεση των χαρακτήρων. Η ατμόσφαιρα των ’90s αποδίδεται με αυθεντικότητα, πλαισιωμένη με ένα εξαιρετικό soundtrack, χωρίς υπερβολή ή με νοσταλγία (όπως ίσως κάνουν σειρές σαν το «Stranger Things»). Υπάρχει προσοχή στη λεπτομέρεια, από τις στολές μέχρι τον τρόπο που κινείται η κάμερα μέσα στο στρατόπεδο. Η σκηνοθεσία δεν επιδιώκει να εντυπωσιάσει αλλά να μεταφέρει την αίσθηση πως με κάθε βλέμμα, κάθε σιωπή, κάθε στιγμή αμφιβολίας αποτυπώνει τη σύγκρουση ανάμεσα στο καθήκον και στην ανάγκη να είσαι ο εαυτός σου.

boots

Οι ερμηνείες αποτελούν τον πυρήνα της σειράς. Ο Μάιλς Χάιζερ στον ρόλο του Κάμερον αποδίδει με αληθινή ευαισθησία τη διαδρομή ενός ανθρώπου που θέλει να επιβιώσει χωρίς να προδώσει αυτό που είναι. Η εσωτερική του πάλη, η συνεχής αναμέτρηση με τον φόβο και την ενοχή, δίνουν στη σειρά συναισθηματικό βάθος. Ωστόσο, η πιο αξιομνημόνευτη παρουσία ανήκει στον Μαξ Πάρκερ, ο οποίος ενσαρκώνει τον λοχία Σάλιβαν. Πρόκειται για έναν χαρακτήρα γεμάτο αντιφάσεις, έναν άνδρα που έχει χτίσει γύρω του ένα τείχος αυστηρότητας για να κρύψει τις δικές του πληγές. Ο Πάρκερ δίνει μια πολυδιάστατη ερμηνεία, αποκαλύπτοντας σταδιακά την τρυφερότητα και τη θλίψη ενός ανθρώπου που ξέρει καλά τι σημαίνει να καταπιέζεις τον εαυτό σου. Στην αλληλεπίδρασή του με τον Κάμερον δημιουργείται μια ηλεκτρική ένταση που ξεπερνά τα όρια της σχέσης εκπαιδευτή και εκπαιδευόμενου, μετατρέποντας τη σειρά σε ένα ψυχολογικό πορτρέτο δύο αντρών που καθρεφτίζονται ο ένας στον άλλον.

Πέρα από τον Κάμερον και τον Σάλιβαν, το «Boots» αντλεί τη δύναμή του και από τους υπόλοιπους χαρακτήρες που δίνουν το ίδιο βάθος και συμπληρώνουν με συναισθηματικό βάρος στην ιστορία. Η μητέρα του Κάμερον, όπως την ερμηνεύει η Βέρα Φαρμίγκα, δεν παρουσιάζεται ως μια παραδοσιακή στοργική φιγούρα αλλά ως μια γυναίκα κουρασμένη, ασταθής και χαμένη μέσα στις δικές της επιλογές. Δεν είναι πάντα παρούσα, ούτε δείχνει να ξέρει πώς να στηρίξει τον γιο της, η οποία έχει μια ένταση που προκύπτει από τα χρόνια συναισθηματικής απόστασης. Κάθε τους σκηνή κουβαλά μια αίσθηση ανολοκλήρωτης αγάπης, σαν να υπάρχει πάντα κάτι που δεν ειπώθηκε ποτέ. Οι υπόλοιποι στρατιώτες που πλαισιώνουν τον Κάμερον λειτουργούν σαν καθρέφτες διαφορετικών εκδοχών του ίδιου φόβου. Οπως τον Οτσόα, έναν επίσης υπέροχο Τζόναθαν Νίβς, ο πιο χαρούμενος και αφοσιωμένος της ομάδας, καταρρέει όταν ανακαλύπτει πως η γυναίκα του τον απατά. Η προδοσία αυτή, σε συνδυασμό με την αφόρητη πίεση της εκπαίδευσης, τον οδηγεί σε μια τραγική κατάρρευση που σοκάρει τους πάντες και αποκαλύπτει πόσο εύθραυστη μπορεί να γίνει η ψυχή μέσα σε ένα περιβάλλον που δεν επιτρέπει αδυναμίες.

boots

Καθώς η πρώτη σεζόν πλησιάζει στο τέλος της, η αφήγηση προετοιμάζει το έδαφος για τη συνέχεια, με τον Πόλεμο στον Κόλπο να προβάλλει ως επόμενη πράξη της ιστορίας. Η τελευταία σκηνή, με την ανακοίνωση της έναρξης του πολέμου, μοιάζει σαν προειδοποίηση πως όσα είδαμε ως εσωτερικούς αγώνες θα μετατραπούν σύντομα σε εξωτερικές συγκρούσεις. Η σειρά δεν τελειώνει απλώς ανοίγει μια νέα εποχή για τους ήρωές της, μια περίοδο που θα δοκιμάσει όχι μόνο τη σωματική τους αντοχή αλλά και τα όρια της ταυτότητάς τους. Είναι μια σειρά που δεν ζητά απαντήσεις, ζητά μόνο να την ακούσεις, ακόμη κι όταν ο κόσμος γύρω της επιλέγει να μη ρωτά και να μη λέει τίποτα.

Ολόκληρη η πρώτη σεζόν του «Boots» είναι διαθέσιμη στο Netflix.