Μ' ένα πρόγραμμα 34 ταινιών, με σκηνοθέτες από πρωτοεμφανιζόμενους μέχρι «βετεράνους», οι ελληνικές μικρού μήκους ταινίες της χρονιάς παρουσιάζονται με την ορμή με την οποία γεννήθηκαν, έτοιμες ν’ αποκαλύψουν το ταλέντο των δημιουργών τους.
Διαβάστε ακόμη: Ολα όσα πρέπει να γνωρίζετε για το 43o Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους της Δράμας
Το Flix παρακολουθεί online φέτος από την επίσημη πλατφόρμα του Φεστιβάλ Δράμας όλες τις προβολές του Εθνικού Διαγωνιστικού Προγράμματος (και τις ελληνικές συμμετοχές σε Διεθνές Σπουδαστικό Διαγωνιστικό Τμήμα και Διεθνές Διαγωνιστικό Τμήμα) και, μέρα με τη μέρα, αποτιμά τις ταινίες, σημειώνοντας τις ενδιαφέρουσες τοποθεσίες στον κινηματογραφικό χάρτη. Τα σχόλια και οι αποτιμήσεις μας είναι πολύ μικρά, όχι επειδή οι ταινίες είναι μικρού μήκους, μια και αυτό καθόλου δεν επηρεάζει την αξία τους, αλλά επειδή ο σκοπός αυτών των καθημερινών σχολίων είναι ν’ αποδώσουν μια αίσθηση και μια πρώτη γεύση των ταινιών.
Εάν δεν βρίσκεστε στη Δράμα, μπορείτε να δείτε όλες τις ταινίες, όλων των προγραμμάτων και να ψηφίσετε και για το βραβείο Κοινού στην online πλατφόρμα του Φεστιβάλ.
Τι είδαμε την Πέμπτη, 24 Σεπτεμβρίου στο Εθνικό Διαγωνιστικό Τμήμα + οι τρεις ελληνικές ταινίες του Διεθνούς Σπουδαστικού Διαγωνιστικού Τμήματος:
«Mare Nostrum» του Δημήτρη Αναγνώστου
Σε μια παραλία στα μέσα του 19ου αιώνα, μια ομάδα περιηγητών βρίσκεται σε αναζήτηση της… Αρκαδίας και των αρχαίων ερειπίων ως σύμβολα μιας αναδυόμενης ελληνικής και ευρωπαϊκής «ταυτότητας». Εναν αιώνα και κάτι μετά, στην ίδια αχανή και έρημη ακτή, το σώμα ενός νεκρού ανθρώπου κείτεται καταγής και κανείς δεν το αναγνωρίζει… Με μια απόπειρα απαράμιλλης αισθητικής που ακόμη και με ελάχιστα μέσα πετυχαίνει το μέγιστο αποτέλεσμα στην εικονογράφηση και τη λεπτομέρεια (τα εύσημα στο όραμα του σκηνοθέτη αλλά και στην ομάδα που το υλοποίησε με επικεφαλής το διευθυντή φωτογραφίας Γιάννης Καραμπάτσο), ο Δημήτρης Αναγνώστου επιχειρεί να μιλήσει για το τέλος μιας ολόκληρης εποχής, καθώς η ανωνυμία, η έλλειψη θυτών και η αδιαφορία για την ανθρώπινη ζωή διακόπτουν την ευθεία γραμμή από την προαιώνια αναζήτησή της ταυτότητας και το ανθρωποκεντρικό ευρωπαϊκό ιδεώδες. Η υφή είναι περισσότερο λιτή απ’ όσο οι ιδέες που κυκλοφορούν στον αέρα, η αφήγηση είναι περισσότερο λογοτεχνική απ’ όσο ποιητική και το στιλιζάρισμα απομακρύνει το βλέμμα διαρκώς από το κέντρο βάρους ενός πικρού σχολίου για τις κοινωνίες του σήμερα - σε μία, σε κάθε περίπτωση, ιδιαίτερη ταινία που σε προκαλεί συνεχώς να αποκρυπτογραφήσεις, ακόμη κι αν τελικά μένεις μόνο να θαυμάζεις. Μανώλης Κρανάκης Διαβάστε εδώ περισσότερα για το «Mare Nostrum» του Δημήτρη Αναγνώστου
«Bella» της Θέλγιας Πετράκη
Η Ανθη, από το Χρυσάνθη, γράφει στον Χρήστο. Είναι 1986, σχεδόν '87, εκείνη βρίσκεται στην Αθήνα των διαδηλώσεων και του «ψυχραιμία, άνεση και πολιτισμός», είναι δημόσιος υπάλληλος, μεγαλώνει τον έφηβο γιο τους και τη μικρή Ειρήνη, κόρη φίλης. Εκείνος βρίσκεται στη Μόσχα, για ένα χρόνο, για σπουδή και καθοδήγηση. Είναι η χρονιά του Τσερνόμπιλ, είναι το τέλος του ψυχρού πολέμου, το τέλος του υπαρκτού σοσιαλισμού, η νέα αρχή της αμφισβήτησης των πάντων, από το σοβιετικό όνειρο μέχρι το «Σ' όποιον αρέσουμε», όπως το τραγούδησε ο Λάκης Λαζόπουλος με υπερμεγέθεις βάτες. Η Ανθη γράφει στον Χρήστο κι η Θέλγια Πετράκη, τα γράμματα αυτά, τα αληθινά, τα μεταμορφώνει σε ταινία. Το voice over της Ελενας Τοπαλίδου εικονοποιείται με τρόπο συναρπαστικό. Οσο ο Χρήστος καλοπερνά στη Μόσχα (κλεφτές ματιές σ' έναν Νίκο Κουρή, πανέμορφο ως μπερμπάντη Κούρο), η Ανθη διοχετεύει στα γράμματά της όλη τη ρουτίνα της καθημερινότητας, χρωματισμένη με πολιτικές αναζητήσεις, αδιόρατες συζυγικές ζηλίτσες, αγώνα με τα οικονομικά και με το μητρικό της ρόλο. Ο,τι πιο πεζό κι ό,τι πιο φιλοσοφικό σμίγουν σε κάθε πρόταση, μια απλή και μπερδεμένη αποτύπωση ενός τόπου κι ενός κόσμου που αλλάζει και μιας οικογένειας που ετοιμάζεται να κάνει το ίδιο. Ταυτόχρονα, καθώς τα πλάνα της μπλέκονται με απολαυστικά ντοκουμέντα της εποχής, το σύμπαν του τέλους του '80 αναπαράγεται με μαγική ακρίβεια, από την ποιότητα της «βιντεο-εικόνας», ως το παλιό μπουκάλι Ava στον νεροχύτη, με ρεαλισμό, σεβασμό και χιούμορ. Μια γυναίκα εξομολογείται, για όσα αγαπά κι όσα την πρόδωσαν, πιο δυνατή απ' όσο νομίζει, σε μια ταινία που τιμά όχι μόνο τους συντελεστές της, αλλά και την οικουμενική ανάμνηση όσων χάθηκαν κι όσων έμειναν κι όσων αισθάνθηκαν ότι δεν έχουν «το νεύρο που χρειάζεται η εποχή». Ενα εικονογραφημένο ημερολόγιο που μπορείς να βλέπεις ξανά και ξανά, για ψυχική υγεία. Λήδα Γαλανού Διαβάστε εδώ περισσότερα για το «Bella» της Θέλγιας Πετράκη.
«Ηρώ / he.roː /» τoυ Αλέξη Κουκιά-Παντελή
Η Ηρώ παίζει με το gameboy της, ένα σημερινό κοριτσάκι μ' ένα χτεσινό παιχνίδι: της το έχει χαρίσει ο μπαμπάς της. Η Ηρώ έχει μπροστά της μια δύσκολη μέρα, μια «αποστολή», μαζί με τη μαμά και τη γιαγιά της. Θ' αντλήσει βοήθεια και χαμόγελο από τον προσωπικό της υπερήρωα, που μπορεί να μπεκροπίνει τακτικά, αλλά είναι πάντα πρόθυμος και αποτελεσματικός. Ο Αλέξης Κουκιάς-Παντελής γράφει και σκηνοθετεί μια ζεστή, τρυφερή, διασκεδαστική ιστορία ενηλικίωσης, σε στενή επαφή με την παιδική ψυχοσύνθεση κι αντλώντας μια θαυμάσια ερμηνεία από την πρωταγωνίστριά του. Η επιθυμία του να «χρωματίσει» την ταινία με σκηνές βγαλμένες από την παιδική φαντασία, με το σουρεαλισμό που αυτή εμπεριέχει, προδίδεται από μια προφανή έλλειψη budget που κατεβάζει αρκετά σκαλοπάτια την αισθητική του, παρότι όλα ξεχνιούνται με το συγκινητικό φινάλε. Λήδα Γαλανού Διαβάστε εδώ περισσότερα για το «Ηρώ / he.roː /» τoυ Αλέξη Κουκιά-Παντελή.
«Madonna f64.0» του Σταύρου Μαρκουλάκη
Μετά από την επέμβαση διόρθωσης φύλου, η Μαρία επιστρέφει στο οικογενειακό της σπίτι για να αναρρώσει, ζώντας με τη μητέρα της, την αδερφή της και ένα νεογέννητο μωρό. Ενώ το σώμα της Μαρίας αρχίζει να θεραπεύεται, μια βαθιά κρυμμένη επιθυμία της αρχίζει να βγαίνει στην επιφάνεια. Η Μαρία θέλει να έρθει κοντά στο μωρό, και αυτό δημιουργεί σοβαρή απειλή για την «ασφάλεια» του οικογενειακού σπιτιού. Στην πρώτη του ταινία ο Σταύρος Μαρκουλάκης είναι ατρόμητος. Οχι επειδή επιλέγει ένα εκ των πραγμάτων δύσκολο θέμα και τολμά να το φτάσει στα άκρα, αλλά γιατί, ακόμη και μέσα στην απειρία του και την όχι πάντα πετυχημένη ολοκλήρωση των προς τιμήν του όμως δύσκολων δραματουργικά σκηνών του, φτιάχνει μια ταινία με δυναμικές ερμηνείες (υπέροχες ως αδελφές η πρωτοεμφανιζόμενη Κωνσταντίνα Λία και η έμπειρη Πηνελόπη Τσιλίκα), γνήσια μελαγχολία, θράσος στο μήνυμά του, μια υπέροχη (και υπέροχα φωτογραφημένη από τη Χριστίνα Μουμούρη) σκηνή με το τραγούδι της Melentini και τελικά πηγαίνει το συχνά ειπωμένο θέμα της αποδοχής της ταυτότητας ένα μικρό αλλά στιβαρό βήμα παραπέρα. Μανώλης Κρανάκης Διαβάστε εδώ περισσότερα για το «Madonna f64.0 του Σταύρου Μαρκουλάκη»
«Αγρια Δύση» της Δέσποινας Κούρτη
Ο Αργύρης μοιάζει παγιδευμένος, σαν τα ευάλωττα ζώα που προσέχει. Είναι δραστήριος, πείσμων, αλλά δυσκολεύεται να αποδεχτεί την άνοια που έχει αρχίσει να δίνει τα πρώτα της δείγματα. Είναι ο «strong, silent type» του παλιού γουέστερν της καρδιάς μας, ένας αξιοπρεπής, φτωχός και μόνος καουμπόης. Οχι μόνος, μια και η κόρη του, η Σόφη, σωστή καουμπόησα κι αυτή, φροντίζει για τα πάντα, τρυφερά, χωρίς να το κάνει θέμα. Θα μπορέσει να πάρει και την τελική απόφαση για τον μπαμπά της; Η Δέσποινα Κούρτη χτίζει μια ευαίσθητη ιστορία με αφαιρετικότητα, ένα λεπτό χιούμορ πάνω στο δράμα κι αυτό που παλιά λέγαμε «γόνιμες σιωπές». Σε μια τόσο συναισθηματική, αλλά και χαμηλών τόνων ταινία, είναι κέρδος οι δεξιοτεχνικές ερμηνείες των δυο πρωταγωνιστών της, του Γιώργου Κέντρου και της Γιούλας Μπούνταλη, που τα λένε όλα χωρίς να λένε τίποτα, ακριβώς όπως οι ήρωές τους. Λήδα Γαλανού Διαβάστε εδώ περισσότερα για την «Αγρια Δύση» της Δέσποινας Κούρτη.
Φυσαρμόνικα Μαν του Αλέξανδρου Σκούρα
Κάτοχος του Χρυσού Διόνυσου το 2016 με τον «Κύβο», ο Αλέξανδρος Σκούρας επιστρέφει για να επιβεβαιώσει το ταλέντο του στο να μετατρέπει μικρές απλές ιστορίες σε εκρήξεις συναισθηματικής πληρότητας, έχοντας πάντα στο κέντρο των ταινιών του διαπροσωπικές σχέσεις - εδώ με την ιστορία ενός πατέρα που καταλαβαίνουμε πως έχει απαγάγει την κόρη του και εν μέσω ενός αυτοσχέδιου road trip προσπαθεί να φύγει μαζί της πέρα από τα σύνορα της χώρας. Οι πληροφορίες που μαθαίνουμε είναι ελάχιστες για το ποιος, πού και γιατί, αλλά δεν έχει καμία σημασία καθώς ο Σκούρας επικεντρώνεται στη σχέση μπαμπά - κόρης, αφήνοντας χώρο για μικρές, ανώδυνες φαινομενικά, στιγμές που γιγαντώνονται όμως συναισθηματικά καθώς η μία διαδέχεται την άλλη, χώρο στον Μάκη Παπαδημητρίου να αποδείξει για ακόμη μια φορά το πόσο σπουδαίος ηθοποιός είναι και κυρίως χώρο στο θεατή να γίνει συμμέτοχος μιας παιδικής σκανδαλιάς που θα κρατήσει λίγο και θα τελειώσει άδοξα, αλλά πριν θα έχει προλάβει να κλείσει μέσα της όλη τη διαδρομή από τον τρόμο της ενηλικίωσης ενός... ενήλικα μέχρι την επώδυνη παραδοχή της προσωπικής αποτυχίας, ορμώμενη εδώ από την τρομακτική ευθύνη της πατρότητας αλλά που σαν μπαμπούλας απλώνεται απειλητικά πάνω από κάθε μας μικρή ή μεγάλη προσωπική επιλογή. Μανώλης Κρανάκης Διαβάστε εδώ περισσότερα για το «Φυσαρμόνικα Μαν» του Αλέξανδρου Σκούρα
Η γνώμη του Flix για τις τρεις ελληνικές ταινίες που συμμετέχουν στο Διεθνές Σπουδαστικό Διαγωνιστικό Τμήμα
Violetta του Φοίβου Ημελλου (New York College)
Μετά τον ξαφνικό θάνατο της μητέρας της Βιολέττας, ο πατέρας της αναζητά τρόπο για να ανανεώσουν τη σχέση τους. Θα βρεθεί όμως αντιμέτωπος με τον αντιδραστικό χαρακτήρα της κόρης του, αλλά και με λάθη του παρελθόντος. O Φοίβος Ημελλος στην πρώτη του αυτή απόπειρα μυθοπλασίας βουτάει στα βαθιά μιας προβληματικής σχέσης μιας έφηβης κοπέλας και του πατέρα της που προσπαθεί να γίνει ο κηδεμόνας της, τώρα που η μητερα της πια δεν ζει. Σε δύο χρόνους, αφηγείται μια σχέση που το νιώθεις ότι προετοιμάζεται για τη μεγάλη της έκρηξη και η οποία όταν έρθει θα προδώσει την απειρία του νεαρού σκηνοθέτη στη διεύθυνση ηθοποιών και το ρυθμό της «δράσης» σε συνδυασμό με τη φτωχή αισθητική των τεχνικών μέσων - πράγμα που δεν αφαιρεί ωστόσο τη θαρραλέα του επιλογή να χειριστεί κάτι δύσκολο - τόσο θεματικά όσο και δραματουργικά - αλλά και την αρχικά σωστή επιλογή των δύο πρωταγωνιστών του, του Αργύρη Ξάφη και της Ελσας Λεκάκου. Μανώλης Κρανάκης Διαβάστε εδώ περισσότερα για τη «Violetta» του Φοίβου Ημελλου
Το Βαζο του Κυριάκου Ρόντση (Bournemouth Film School - AUB)
Ενα αγόρι μεγαλώνει στην ελληνική επαρχία. Τον ενδιαφέρει η φωτογραφία. Και η πεταλούδα που έχει παγιδέψει μέσα σε ένα βάζο. Ο πατέρας του όμως είναι ανήσυχος για το «ελεύθερο» πνεύμα του γιου του, του κρύβει τα περιοδικά για τη φωτογραφία και τον τρομάζει επαναλαμβάνοντας πως η κάθε πεταλούδα ζει μόνο για μια εβδομάδα. Με βλέμμα που δείχνει και κινηματογραφική γνώση, αλλά και αφηγηματική δεινότητα, ο Κυριάκος Ρόντσης αφηγείται μια ιστορία ενηλικίωσης στην ελληνική επαρχία χρησιμοποιώντας σωστά όλους τους κώδικες της ναίφ εικονογραφίας με την οποία έχουμε συνηθίσει να ταυτίζουμε τη ζωή έξω από τα αστικά κέντρα, αλλά χωρίς ποτέ να ξεφεύγει από τον ήρωά του και την προσωπική του διαδρομή προς τη σύγκρουση και από εκεί στη συνειδητοποίηση. Αγγίζοντας, χωρίς όμως να βάζει σοφά το δαχτυλό του σε πιο μεγάλα θέματα όπως η έννοια του ανδρισμού ή η ταυτότητα, κλέβει μια υπέροχη ερμηνεία από τον μικρό Απόστολο Μαντιό, αναδεικνύει ως κρυμμένο άσο την πάντα ήρεμη δύναμη που ακούει στο όνομα Μιχάλης Οικονόμου και συγκινεί στο φινάλε με μια τρυφερή «πράξη» συμφιλίωσης. Μανώλης Κρανάκης Διαβάστε εδώ περισσότερα για το «Βάζο» του Κυριάκου Ρόντση
Rosa Kairo του Ζακ Σιμχά (Πολιτιστικός Ομιλος Φοιτητών Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών - Π.Ο.Φ.Π.Α. κινηματογραφικός τομέας)
Σε ένα κοινόβιο στο κέντρο της Αθήνας, μια παρέα αγοριών και κοριτσιών ζουν τη δική τους... καθημερινή επανάσταση. Χορεύουν, κάνουν σεξ, βάφουν τα μαλλιά τους, κοιμούνται, ξυπνούν, «τζοϊνάρουν», γνωρίζουν νέους φίλους και αποχαιρετούν παλιούς. Μοιάζουν χαρούμενοι και μαζί λίγο μελαγχολικοί. Ανετοι με τα σώματά τους, ανοιχτοί σε σεξουαλικής προ(σ)κλήσεις, άφραγκοι. Ελεύθεροι; Κάτι μοιάζει απειλητικό εκεί έξω στην πόλη και όποιος επιχειρήσει να βγει πρέπει να προσέχει πολύ. Αποτυπώνοντας με τον πιο εύγλωττο, queer, απενοχοποιημένο και ποπ τρόπο το σήμερα μιας γενιάς εφήβων που, όπως οφείλουν, νιώθουν ασφάλεια μόνο όταν δεν έρχονται αντιμέτωποι με την κοινωνία «εκεί έξω», ο 20χρονος Ζακ Σιμχά δηλώνει ηχηρό παρών στο κινηματογραφικό γίγνεσθαι της χώρας με μια ταινία που μιλάει μέσα από τα δόντια της - όπως συνήθως οι έφηβοι - αλλά που δεν φοβάται να τα δείξει όταν χρειάζεται: σε μια υπέροχη σκηνή παρτούζας, σε μια fun φωτογράφηση στην ταράτσα, σε ένα στιλίζαρισμα που για το εδώ και τώρα μοιάζει μαζί περιττό και λειτουργικό, επείγον και ελαφρύ, βαρυσήμαντο και περαστικό. Ακριβώς όπως το να είσαι νέος. Μανώλης Κρανάκης Διαβάστε εδώ περισσότερα για το «Rosa Kairo» του Ζακ Σιμχά
Διαβάστε ακόμη:
- Ολα όσα πρέπει να γνωρίζετε για το 43o Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους της Δράμας
- Δράμα 2020 - Τελετή έναρξης, αλλαγή σελίδας
- Φεστιβάλ Δράμας 2020 | Οι ταινίες: Ημέρα 1η
- Φεστιβάλ Δράμας 2020 | Οι ταινίες: Ημέρα 2η
- Φεστιβάλ Δράμας 2020 | Οι ταινίες: Ημέρα 3η
- Φεστιβάλ Δράμας 2020 | Οι ταινίες: Ημέρα 5η
Το Flix, που παρακολουθεί ανελλιπώς το Φεστιβάλ από το 2012 μέχρι και σήμερα, θα παρακολουθήσει το πρόγραμμα του 43ου Φεστιβάλ Δράμας online και θα σας μεταφέρει καθημερινά εντυπώσεις, αλλά και κριτικές για όλες τις ταινίες του εθνικού διαγωνιστικού τμήματος, αλλά και παρουσιάσεις των εκδηλώσεών του.