Γνωρίζαμε ήδη πριν από την έναρξη του 18ου Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης πως το φετινό πρόγραμμα του θα περιλάμβανε ένα αφιέρωμα με τίτλο «Πρόσφυγες: Απόδραση προς την ελευθερία;» και διάσπαρτες ταινίες γύρω από το προσφυγικό, ταινίες από διαφορετικές χώρες, διαφορετικού ύφους, με διαφορετικές οπτικές γωνίες πάνω στην κοινή για όλους τραγωδία που εκτυλίσσεται και γιγαντώνεται καθημερινά δίπλα μας. Αυτό ήταν και αυτό που θα περίμενες από ένα Φεστιβάλ που υπήρξε ανέκαθεν ευθυγραμμισμένο με την άμεση πραγματικότητα και που η γεωγραφική του θέση το φέρνει να απέχει κάτι λιγότερο από μιάμιση ώρα από την Ειδομένη, εκεί όπου γράφεται τις τελευταίες ημέρες το πιο πρόσφατο αποτρόπαιο κεφάλαιο του προσφυγικού.
Σε μια σπάνια συγκυρία (από αυτές που είτε σαν επαγγελματίας είτε σαν θεατής δεν συναντάς συχνά), οι ταινίες μέσα στις αίθουσες του Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ έμοιαζαν να μπλέκονται με την πραγματικότητα σε μια σχεδόν ζωντανή - ανατριχιαστική μετάδοση.
Βγαίνοντας από μια αίθουσα και προσπαθώντας να χωνέψεις την πραγματικότητα, μια τραγική είδηση από τα παράλια της Κω ή μια ακόμη διεθνής απόφαση που λύνει, επιτείνοντας ακόμη περισσότερο το «προσφυγικό πρόβλημα», έρχεται για να σταματήσει απότομα τις σκέψεις σου. Βρίσκομαστε ήδη σε άλλο επίπεδο. Ο,τι έχεις δει πριν από λίγο στη μεγάλη οθόνη έγινε χθες. Κάθε λεπτό που περνάει γράφονται εκατομμύρια νέες ιστορίες που κάποιες από αυτές θα αποτυπωθούν με μια κάμερα ή πιο πιθανόν θα μείνουν ως αρχεία στα απειράριθμα terra του σκληρού δίσκου της Ιστορίας. Η Λαμπεντούζα, ο Πειραιάς, ένα πλοίο στο λιμάνι της Κοπεγχάγης, η Λέσβος, οι φυλακές ανηλίκων στο Βόλο, ο Λίβανος, τα μάτια ενός παιδιού που προσπαθεί να καταλάβει γίνονται οι νέες πρωτεύουσες του κόσμου σε ένα χάρτη υπό συνεχή διαμόρφωση και αναθεώρηση.
«Η Λαμπεντούζα τον Χειμώνα» του Γιάκομπ Μπρόσμαν (Αυστρία-Ιταλία-Ελβετία)
Και ξαφνικά το ερώτημα που πέρασε από το μυαλό όλων (ακόμη και αυτών που ποτέ δεν θα το ομολογήσουν): «Ποιο είναι το νόημα να βλέπω και στο σινεμά κάτι το οποίο βλέπω καθημερινά γύρω μου;».
Η απάντηση είναι απλή και θεωρητικά θα μπορούσε να εξαντληθεί στην ειδοποιό διαφορά που υπάρχει ανάμεσα σε ένα ντοκιμαντέρ και στα ρεπορτάζ των δελτίων ειδήσεων, με την προϋπόθεση πως αυτά τα δύο δεν συναντιούνται, είτε με την κακή έννοια (ενός ντοκιμαντέρ που μοιάζει με ρεπορτάζ) είτε με την καλή (ενός ρεπορτάζ που καταφέρνει να τεκμηριώσει χωρίς να καταφύγει σε ευκολίες πρόκλησης και μελοδραματισμού).
Εξαιρώντας τα ντοκιμαντέρ καταγραφής - που στηρίζονται στο γεγόνος πως οι δημιουργοί της βρέθηκαν τη σωστή στιγμή στο σωστό σημείο και αποτύπωσαν κάτι που αλλιώς δεν θα έβλεπες ποτέ, και προσπαθώντας να ξεδιαλέξεις ανάμεσα στις διαφορετικές διαβαθμίσεις των ντοκιμαντέρ καταγγελίας που συχνά αυτοακυρώνονται από τη «λαϊκίστικη» βάση τους, είναι η φύση του δημιουργικού ντοκιμαντέρ να μην καταγράφει απλά την πραγματικότητα αλλά να την σχολιάζει, να την κρατάει σε απόσταση από τον φτηνό συναισθηματισμό, να την ορίζει από την αρχή μέσα από μια συγκεκριμένη οπτική και να την προσφέρει σαν ένα κομμάτι χρόνου που αντέχει κόντρα στην ταχύτητα με την οποία εναλλάσσονται στα πρωτοσέλιδα ο πνιγμός ενός παιδιού, η επίσκεψη της Αντζελίνα Τζολί, οι εθνικιστικές κορώνες κυβερνώντων και μη και οι λάσπες έξω από τις σκηνές μιας οικογένειας προσφύγων.
«Ονειρεύομαι τη Δανία» του Μίκαελ Γκράβερσεν
Μετά από χρόνια θα είναι πολύ λίγα τα ντοκιμαντέρ για τους πρόσφυγες που θα αποδειχθεί ότι άντεξαν στο χρόνο, όπως αντίστοιχα και όλα όσα γυρίστηκαν και συνεχίζουν να γυρίζονται για την κρίση - ένα ακόμη θέμα που για πολλούς έχει «κουράσει» τόσο στην τεκμηρίωση όσο και στη μυθοπλασία. Η απόσταση, όμως, ανάμεσα στον υπερκορεσμό από «πραγματικότητα» και την άποψη που θέλει τις ταινίες και τα ντοκιμαντέρ που ασχολούνται με το προσφυγικό ή την κρίση «ευκαιριακά» ή «βαρετά» είναι τεράστια. Ισως όχι μεγαλύτερη από αυτή που χρειάζεται να διανύσουν οι πρόσφυγες από τη Συρία πριν εγκλωβιστούν σε κάποια χώρα της Ευρώπης, αλλά σίγουρα αντιδραστική όσο ο αφορισμός «Δεν θέλω να ξαναδώ ταινίες με πρόσφυγες» και σίγουρα το ίδιο επιπόλαια όσο και η επιθυμία των περισσότερων (καλεσμένων, επαγγελματιών και θεατών) που έφτασαν στη Θεσσαλονίκη για το Φεστιβάλ να «ξεναγηθούν» στην Ειδομένη, χωρίς πραγματικό λόγο (να καλύψουν δημοσιογραφικά ή να βοηθήσουν τις οργανώσεις που έχουν εγκατασταθεί εκεί).
Το Φεστιβάλ έχει στο πρόγραμμά του περισσότερες από 150 ταινίες, όχι φυσικά όλες για το προσφυγικό ή την κρίση (ή ακόμη τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο - ένα από τα πιο προσφιλή θέματα της τεκμηρίωσης εδώ και δεκαετίες). Ταινίες για το χρόνο που περνάει, τη δικαιοσύνη, τον έρωτα, τις ανθρώπινες δεξιότητες και τις ανθρώπινες παραδοξότητες, ταινίες για το παρελθόν και το άγνωστο μέλλον, ταινίες που τεκμηριώνουν τις μικρές και τις μεγάλες αλήθειες της ζωής. Και, ναι μερικές από τις καλύτερες ταινίες του προγράμματός του δεν είχαν να κάνουν με πρόσφυγες.
«Ο Πιο Μακρύς Δρόμος» της Μαριάννας Οικονόμου (Ελλάδα)
Κι, όμως, ειδικά φέτος, έμοιαζε σχεδόν αδύνατον να δεις οποιαδήποτε ταινία αυτές τις δέκα μέρες και να μην τη συνδέσεις με έννοιες όπως «ξένος», «τραγωδία», «επιβίωση», «πίστη», «δύναμη», «ανθρωπισμός», «αλληλεγγύη», «μίσος», «αδικία» «πολιτική ανεπάρκεια», «ταξίδι», «όνειρο», «ελπίδα», «θάνατος», «ζωή». Εννοιες που απλώνονται δημοσιογραφικά πάνω στους πρόσφυγες, αλλά δεν αφορούν μόνο αυτούς αλλά την ίδια την ανθρώπινη κατάσταση και τους λόγους για τους οποίους κάποιος αναλογίζεται πάνω στην ανθρώπινη ύπαρξη και τη διαδρομή της μέσα στο χώρο και το χρόνο. Τους λόγους για τους οποίους κάποιος κάνει σινεμά.
Σε μια (εδώ και χρόνια) ανοιχτή συνδιαλλαγή με την πραγματικότητα, το Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης επέλεξε φέτος ταινίες που άλλες λιγότερο και άλλες περισσότερο σχολίασαν το προσφυγικό, με τρόπο που δεν θα διαβάσεις σε καμία εφημερίδα και κανένα site και δεν θα δεις σε καμία τηλεόραση. Κυρίως όμως, άφησε ανοιχτές τις πόρτες του για να εισβάλλει από παντού η πιο σκληρή πραγματικότητα των προσφύγων. Αν κάποιοι ένιωσαν ότι τη βαρέθηκαν ήταν μάλλον γιατί, μέσα από τις ταινίες αυτές, ήταν η πρώτη φορά που ένιωσαν να τη «βλέπουν» στις πραγματικές της διαστάσεις - κι ας μην έφτασαν ποτέ μέχρι την Ειδομένη.
«Εδώ εξορία: Ημερολόγια από Παιδιά Πρόσφυγες» του Μάνι Υ. Μπεντσελάχ
Το 18ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης διεξάγεται από τις 11 ως τις 20 Μαρτίου 2016. Το Flix βρίσκεται εδώ για να σας μεταφέρει καθημερινά όλα όσα συμβαίνουν μέσα κι έξω από τις αίθουσες.
Διαβάστε ακόμη:
- 18ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης: Τα βραβεία και ο (απο)χαιρετισμός του Δημήτρη Εϊπίδη
- 18ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης: Εντατικά μαθήματα τεκμηρίωσης και ζωής
- 18ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης: Είναι η παιδοφιλία το πιο καλά κρυμμένο μυστικό στο Χόλιγουντ;
- 18ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης: «Ευρώπη Αγαπημένη» και πάντα μπερδεμένη
- 18ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης: «Χρυσή Αυγή: Προσωπική Υπόθεση» ΟΛΩΝ
- 18ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης: Larry Gus, θέλω να γίνεις φίλος μου!
- 18ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης: Μια «Δεύτερη Ευκαιρία» στις φυλακές Αυλώνα
- 18ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης: «The Book of Conrad», ένα queer Ευαγγέλιο
- 18ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης: «Τρου Μπλου», κύριε Σταμάτη αϊ λαβ γιου
- 18ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης: «A Family Affair», για όλα τα καταστροφικά οικογενειακά μυστικά
- 18ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης: Ενας «Τερματισμός» ικανός να σε κάνει να ξεκινήσεις από την αρχή
- 18ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης: «Time Simply Passes», ή πώς καταδικάστηκε για 7 φόνους ένας αθώος άνθρωπος
- 18ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης: «I Am Dublin», αυτά είναι τα φαντάσματα της Ευρώπης
- 18ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης: Δύο Λαμπεντούζα, ένας κόσμος στη θάλασσα
- 18ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης: Ολα για το προσφυγικό, όλα Δημήτρης Εϊπίδης
- 18 ταινίες που πρέπει να δεις οπωσδήποτε στο 18ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονικής
- 18ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονικής: 72 ελληνικές ταινίες - καθρέφτης μιας χώρας σε κρίση