Άποψη

Ο Ντέιβιντ Λιντς φεύγει, όσο το Mulholland Drive φλέγεται

στα 10

Δεν θα μπορούσε να είναι πιο συμβολικό, ο αγαπημένος μας σκηνοθέτης φεύγει, ενώ η αγαπημένη του πόλη δεν θα είναι ποτέ όπως πριν.

Ο Ντέιβιντ Λιντς φεύγει, όσο το Mulholland Drive φλέγεται

Την ώρα που το Λος Αντζελες καίγεται ανελέητα, που η πόλη αλλάζει για πάντα μορφή, που ο Ντόναλντ Τραμπ ετοιμάζεται για την ορκομωσία του, που μια εύθραυστη εκεχειρία αποφασίζεται στη Γάζα, που πρέπει να είσαι εξαιρετικά αισιόδοξος για να θεωρήσεις το future τόσο πολύ bright ώστε να χρειαστεί να φορέσεις τα μαύρα γυαλιά σου για να κοιτάξεις προς τα εκεί, αποφάσισε ο Ντέιβιντ Λιντς να μας εγκαταλείψει.

Διαβάστε εδώ: Ο Ντέιβιντ Λιντς έφυγε από τη ζωή στα 78 του χρόνια

Σε καμία περίπτωση τυχαία αποχώρηση (μια και για εκείνον στο σύμπαν τίποτε δεν είναι τυχαίο, αλλά όλα μια συνεχής ροή αντιθέσεων), και σε καμία περίπτωση μια αποχώρηση που μας αφήνει μόνα: οι ταινίες του, όπως μας διαμόρφωσαν, μας άνοιξαν το μυαλό κι έγιναν φίλες μας αυτά τα χρόνια, θα συνεχίσουν να το κάνουν. Για να μη χανόμαστε, ας ξαναζήσουμε για λίγο το μεγαλύτερο χάσιμο, το δικό του «Mulholland Drive» με κάποιες ασύνδετες σκέψεις και εικόνες, για ν' αποφασίσουμε ξανά ότι ήταν μια αινιγματική και προφητική ταινία: άλλωστε, αν κάνεις μια λίστα με τέτοιες, οι περισσότερες θ' ανήκουν στο σινεμά του Ντέιβιντ Λιντς.

mulholland drive

«A love story in the city of dreams» το «Mulholland Drive» – μια ερωτική ιστορία στην πόλη των ονείρων. Αλλά αυτός ο έρωτας προς ποιον απευθύνεται και τα όνειρα είναι ωραία όνειρα ή εφιάλτες;

Το «Mulholland Drive» ήταν, τελικά, η προτελευταία ταινία που έκανε ο Ντέιβιντ Λιντς παρότι, τότε, το 2001, δεν έμοιαζε έτσι. Κέρδισε το βραβείο σκηνοθεσίας στις Κάννες (μαζί με «The Man Who Wasn’t There» του Τζόελ Κόεν), ενώ ο Λιντς ήταν υποψήφιος για Οσκαρ Σκηνοθεσίας (κέρδισε ο Ρον Χάουαρντ για το «A Beautiful Mind»). Εκανε τη Ναόμι Γουοτς σταρ, αλλά ήταν η τελευταία ταινία της Αν Μίλερ.Ο Λιντς ήταν ήδη διάσημος, αρχικά από το «Eraserhead» το 1977, στο underground κύκλωμα, τον «Ανθρωπο Ελέφαντα» που έκανε για την Paramount το 1980, που έμελλε να είναι η πιο mainstream ταινία του, το «Dune» της Universal που αποτέλεσε τον έρωτά του, το μεγαλύτερο budget του αλλά και την παταγώδη αποτυχία του, από την οποία επέστρεψε με το «Μπλε Βελούδο» το 1986 και την «Ατίθαση Καρδιά» το 1990, ταινίες της Samuel Goldwin που φυσικά τον εκτόξευσαν το μύθο του. Ανάμεσα σ’ αυτές τις δυο τρομερές ταινίες, έκανε το «Twin Peaks», το πρώτο μέρος της τηλεοπτικής σειράς του, σε μια εποχή όπου κανείς σκηνοθέτης ή ηθοποιός που σεβόταν τον εαυτό του δεν έκανε τηλεόραση – ο Λιντς είχε κι εδώ το τελευταίο γέλιο. Το 1997 έκανε τη «Χαμένη Λεωφόρο» και το 2001 (περίπου, θα πούμε), το «Mulholland Drive» με το στούντιο της Universal. Ανάμεσα σ’ αυτές τις δυο ταινίες ξέφυγε από το ύφος του (ή βρήκε το ιδανικό αποτύπωμά του) κι έκανε το «Straight Story», την ιστορία ενός άντρα που αποφασίζει να ταξιδέψει με το τρακτέρ του για να συναντήσει τον αποξενωμένο αδελφό του, μια ταινία της Buena Vista Disney κι αυτή ήταν η στενότερη επαφή του με το σύστημα των αμερικανικών στούντιο. Το 2006 έκανε και το «Inland Empire» και, μετά, κινηματογραφική σιγή.

mulholland drive

Το 1999, ο Λιντς οραματίστηκε μια ιστορία ως τηλεοπτική σειρά – θα λεγόταν «Mulholland Drive» και θ’ ακολουθούσε την ιστορία μιας αθώας κοπέλας που θα έφτανε στο Χόλιγουντ με το όνειρο να γίνει σταρ. Με το προηγούμενο του «Twin Peaks», το ABC του έδωσε το πράσινο φως, ο Λιντς έφτιαξε έναν πιλότο αλλά βλέποντάς τον - και ειδικά το σκυλάκι να κάνει κακά στην αυλή της Μις Κόκο - τον έκοψε. Ομως όπως ο Ντέιβιντ Λιντς πάντα έλεγε, όταν έχει κανείς μια ιδέα, ή πολλές ιδέες, αγωνίζεται να τις κάνει πραγματικότητα. Κι έτσι στράφηκε στον Γάλλο παραγωγό Αλέν Σαρντ, βρήκε χρηματοδότηση, ξανακατασκεύασε όλα τα σκηνικά που το ABC είχε προ πολλού καταστρέψει, έγραψε ένα τέλος για τον πιλότο του κι αυτό είναι το «Mulholland Drive» που γνωρίζουμε.

mulholland drive

Γιατί Mulholland Drive; Γιατί είναι (ήταν;) η πιο αληθινή και η πιο φαντασιακή εικόνα του Χόλιγουντ. Ενας δρόμος στενός, φιδωτός, σπαρμένος με βίλες διασήμων (της Μαντόνα, του Τζακ Νίκολσον, του Πολάνσκι όπως «είδαμε» στο φόρο τιμής του Ταραντίνο, του Μπράντο και του ίδιου του Ντέιβιντ Λιντς) απ’ όπου, σε κάθε στροφή, μπορείς να δεις από κάτω σου, ειδικά στο νυχτερινό ουρανό όταν είναι φωτισμένη η πόλη, ολόκληρο το Λος Αντζελες, τις γειτονιές των ονείρων, τη θάλασσα, την Καταλίνα, το downtown, τα Universal Studios, το Hollywood Bowl που ερωτεύτηκε το «La La Land», τα λευκά γράμματα να σχηματίζουν HOLLYWOOD γιατί αυτός είναι ένας branded τόπος. Είναι το μέρος όπου χιλιάδες φιλόδοξοι, αισιόδοξοι, ρομαντικοί, φερέλπιδες κινηματογραφιστές, ηθοποιοί, έχουν καθίσει, με μια μπίρα στο χέρι, μ’ ένα δανεικό αυτοκίνητο κι έχουν ονειρευτεί ότι θα το κατακτήσουν.

Η υπόθεση της ταινίας είναι… μια τρέλα. Πολύ συνοπτικά, είναι η ιστορία ενός κοριτσιού, της Μπέτι, που φτάνει στο LA με το αθώο όνειρο να γίνει ηθοποιός, σταρ. Γνωρίζει ένα άλλο κορίτσι, τη Ρίτα, που έχει πάθει αμνησία και τη βοηθά ν’ ανακαλύψει την ταυτότητά της, ενώ σιγά-σιγά την ερωτεύεται.

mulholland drive Αφιέρωμα στην ταινία από το Entertainment Weekly, 2001

Οταν ο Λιντς έκανε το «Mulholland Drive», κανείς για τους ηθοποιούς του δεν ήταν διάσημος. Για την ακρίβεια, διάσημη ήταν μόνο η Αν Μίλερ (η μαγική Κόκο), μια κλασική ηθοποιός του παλιού Χόλιγουντ, από το ’30, που ξεκίνησε ανήλικη την καριέρα της και πέθανε λίγα χρόνια μετά απ' αυτήν την ταινία. Διάσημος ήταν επίσης ο Ρόμπερτ Φόρστερ, αλλά από την τηλεόραση, πράγμα που αυτομάτως τον καθιστούσε ηθοποιό δεύτερης διαλογής. Ο Τζάστιν Θερού είχε εμφανιστεί σε μικρούς ρόλους (αξέχαστος στο «Sex and the City»), η Λόρα Χάρινγκ, μεξικανικής καταγωγής, ήταν ανακάλυψη του Λιντς, ο Μάικλ Τζέι Αντερσον, ο little person του Twin Peaks γίνεται ο κύριος Ροκ και, φυσικά η Ναόμι Γουοτς, μια άσημη τηλεοπτική ηθοποιός από την Αυστραλία, κολλητή φίλη της Νικόλ Κίντμαν που θέλει, όπως η Μπέτι, να ακολουθήσει το άστρο της.

Το «Mulholland Drive» δεν περιέχει ούτε μία τυχαία στιγμή. Είναι μια ταινία τόσο σύνθετη αλλά και τόσο καλά υπολογισμένη, που δεν εξαντλεί ποτέ τις θεάσεις της, ακόμα κι αν αυτές μετρούν δεκάδες. Τα αγαπημένα στοιχεία στο σινεμά του Ντέιβιντ Λιντς είναι όλα εδώ, τα όνειρα, ο ονειρικός κόσμος, το υποσυνείδητο ως πηγάδι γνώσης, ο μη ρεαλιστικός ήχος, είναι σαν σε όνειρο, πιο σιωπηλός, πιο γόνιμος, πιο δυνατός. Κόκκινες κουρτίνες ή μοναχικές γυναίκες που τραγουδούν ανυπεράσπιστες, ο ηλεκτρισμός και η απουσία του, περισσότερο όμως τα δικά του όνειρα, αυτά που βλέπει ξύπνιος, στα οποία μπορεί να προσκαλέσει κάποιον μόνο μέσω του σινεμά.

Το «Mulholland Drive» είναι μια ταινία τόσο πολύπλοκη στη δομή και την αφήγησή της, που ο Ντέιβιντ Λιντς, σίγουρα χαμογελώντας παιδικά και πονηρά, μάς έδωσε ένα 10λογο από clues για να μας βοηθήσει να την αποκωδικοποιήσουμε:

mulholland drive

Ομωας το «Mulholland Drive» είναι ένα παιχνίδι γρίφων που δεν πρέπει να κυνηγήσεις – γιατί δεν είναι μόνο αυτό, είναι μια απεικόνιση της δικής μας θέσης μέσα στην πραγματικότητα, το όνειρο και το χρόνο. Κι όσο η ταινία προσφέρει στοιχεία, την ίδια ώρα θέλει να κοιτάξουμε αλλού - όχι τα στοιχεία, αλλά τη μεγάλη εικόνα, πιο βαθιά, μέσα μας, τη δική μας αντανάκλαση.

Είναι μία ταινία που την καταλαβαίνεις σε τουλάχιστον δύο επίπεδα. Το πρώτο είναι το θρίλερ, το what the fuck, το τι έγινε βρε παιδιά. Το γιατί επαναλαμβάνεται το This is the girl, το πώς παίζει ταυτόχρονα ανάμεσα στο όνειρο και την πραγματικότητα, αλλά και στο χωροχρόνο, το τώρα της πραγματικότητας και το κάποτε του ονείρου: το τελευταίο μέρος είναι η πραγματικότητα, άρα το όνειρο είναι ένα παράδοξο flash back αλλά στον κόσμο του υποσυνείδητου; Don’t play it for real, until it gets real θα πει ο Μπομπ Μπούκερ, ο σκηνοθέτης του «The Sylvia North Story», γιατί τίποτε στην ταινία δεν είναι πραγματικό, μέχρι να «ενταχθεί» στην πραγματικότητα κι αυτό να του δώσει νόημα. Το «Mulholland Drive» είναι μια χαμένη λεωφόρος: Το χαμένο παιχνίδι της βιομηχανίας του κινηματογράφου, του Χόλιγουντ, γιατί είναι σαθρό. Το χαμένο παιχνίδι των ονείρων γιατί μένουν ανεκπλήρωτα. Το χαμένο παιχνίδι του έρωτα γιατί κάπου υπάρχει ένας προδότης. Κι η τέχνη του Λιντς κρύβεται στο ότι μπορεί, ενώ η υπόθεση βάζει διαρκώς τρικλοποδιές, να σε κρατά παθιασμένα κολλημένη στην οθόνη και στη δράση που εξαρχής υποψιάζεσαι ότι δεν είναι συμβατική.

mulholland drive Φωτιά στο Mulholland Drive

Ολες οι συνηθισμένες δράσεις ενός ανθρώπου, από το να φτιάξεις έναν καφέ, μέχρι να πιάσεις ένα βλέμμα στον καθρέφτη μέχρι να πάρεις τηλέφωνο τη θεία σου, σ’ αυτή την ταινία αποκτούν διαστάσεις μυθικές, γίνονται πολυσήμαντες. Αυτό είναι το μαγικό χάρισμα και η εμμονή του Ντέιβιντ Λιντς, να χτίζει ένα περιβάλλον και ήρωες απόλυτα μπανάλ, κι έτσι ό,τι παράδοξο, ό,τι γκροτέσκ κάνουν, να μεγεθύνεται και να σε ανατριχιάζει. Ειδικα αν συμβαίνει μέσα στο σκοτεινό λαβύρινθο που είναι το Χόλιγουντ.

Ο Λιντς έχει κάνει μια ταινία λατρευτική για το σινεμά, μια άμεση αναφορά στο «Vertigo» του Χίτσκοκ, μια ταινία – αναζήτηση της λύσης ενός γρίφου, όπως ήταν το «Rosebud» στον Πολίτη Κέιν, αλλά και μια ταινία που εξαίρει, απογειώνει την τέχνη και το «ψέμμα» του σινεμά ως τον μόνο τρόπο να φτάσεις στην αλήθεια. Οι ρόλοι που μας επιβάλλονται, οι ρόλοι που ονειρευόμαστε κι αυτοί που πραγματικά παίζουμε στη ζωή είναι το νήμα της ιστορίας του.

Mulholland Drive main

Από την αντίθετη πλευρά, αλλά και ταυτόχρονα, το «Mulholland Drive» είναι η σκληρή κριτική του Λιντς για το Χόλιγουντ, και για το σύστημα των στούντιο στο οποίο δεν μπόρεσε και κυρίως δεν θέλησε να επιβιώσει: Ο αινιγματικός κύριος Ροκ, ο μικροσκοπικός άνθρωπος που με προσθετική έχει γίνει τεράστιος, με υπερμεγέθη πόδια, εμφανίζεται να κινεί τα ηνία της βιομηχανίας του Χόλιγουντ από το αναπηρικό του αμαξίδιο. Ο Σκηνοθέτης Ανταμ Κέσερ υποχρεώνεται, με εκβιασμό, να προσλάβει την ηθοποιό όχι που θέλει εκείνος, αλλά που θέλουν οι μεγαλύτερες δυνάμεις, το στούντιο, οι μαφιόζοι. Είναι ένας στριμωγμένος μαέστρος που μόνο σε παράλληλη πραγματικότητα αποκτά τη δυνατότητα να πει την ιστορία του, διαλέγοντας ο ίδιος το ανθρώπινο δυναμικό και τα δομικά συστατικά.

Γιατί μπορεί. Γιατί όλα είναι μια ψευδαίσθηση – και όχι παραίσθηση – στο σινεμά και δυστυχώς, συχνά, στη ζωή. Κι εκεί όπου νομίζεις ότι όλα κυλούν υπέροχα, μια τραγουδίστρια θα πέσει στη σκηνή αλλά το τραγούδι της θα συνεχίσει ν’ ακούγεται. No hay banda – δεν υπάρχει μπάντα, το λέει κι ο ανιματέρ στο Silencio. Το σινεμά είναι ένα ψέμα – αλλά όχι μόνο, αν δεν υπάρχει «μπάντα», δεν υπάρχει σινεμά, γιατί σ’ αυτή την τέχνη πρέπει ο καθένας να κινεί τη φαντασία και τα γρανάζια του για να υπάρξει. Κι όχι μόνο ο στριμωγμένος σκηνοθέτης, ο σεναριογράφος με τις πολλές ιδέες, αλλά κι οι θεατές, εμείς, που ολοκληρώνουμε την αλυσίδα, μία ταινία γίνεται «πραγματική» μόνο όταν τη δει κοινό, κατά προτίμηση σε μια σκοτεινή αίθουσα, με τις ανάσες και τις αντιδράσεις των άλλων γύρω μας και με μια συζήτηση μετά.

Κι επειδή, ακριβώς, το σινεμά είναι ψευδαίσθηση, είναι τέχνη αλλά και εργαλείο, το αγαπημένο εργαλείο του Ντείβιντ Λιντς μετά την καφετιέρα του, δείτε παρακάτω ένα βίντεο από τα γυρίσματα του «Mulholland Drive», ίσως το πιο συγκινητικό πράγμα που θα δείτε σήμερα, ή ποτέ, ένα παιχνίδι της πραγματικότητας με το όνειρο στην πιο αγνή, ουσιαστική μορφή του.