Πριν μερικές ημέρες, η «Περιπλανώμενη Γη» του Φραντ Γκουό εμφανίστηκε χωρίς προώθηση και με μηδαμινή διαφήμιση στη λίστα ταινιών του Netflix. Εκ πρώτης όψεως, αποτελούσε απλά μία ακόμη Κινέζικη ταινία στα «ράφια» της πλατφόρμας, καθώς το Netflix (αν και δεν στριμάρει στην Κίνα) δεν έχει κρύψει τους τελευταίους κυρίως μήνες το ενδιαφέρον του να εντάξει όλο και περισσότερους Ασιατικούς τίτλους στη λίστα του.
Η αλήθεια όμως είναι σαφώς πιο εντυπωσιακή. Η «Περιπλανώμενη Γη» είναι η πρώτη – στην ιστορία – Κινέζικη mainstream ταινία επιστημονικής φαντασίας και το φιλμ που κατάφερε να αναδειχθεί σε εισπρακτικό φαινόμενο στις αρχές του έτους, φθάνοντας μέχρι την δεύτερη θέση των πιο επιτυχημένων εισπρακτικά ταινιών στην ιστορία της χώρας. Ταυτόχρονα, έχει ήδη κατακτήσει μια από τις πρώτες θέσεις του παγκόσμιου box-office για το 2019 και αποτελεί την δεύτερη πιο επιτυχημένη μη-αγγλόφωνη ταινία όλων των εποχών, πίσω από μια ακόμα Κινέζικη (και άκρως πατριωτική) παραγωγή, το «Wolf Warrior 2».
Διαβάστε ακόμη: «The Wandering Earth»: Αυτή είναι ήδη μια από τις πιο επιτυχημένες ταινίες της χρονιάς
Βασισμένη σε ένα μικρό διήγημα του Λιού Σιξίν, του βραβευμένου με Hugo Κινέζου συγγραφέα που δεν έχει κρύψει ότι οι κύριες επιρροές του είναι ο Τζορτζ Οργουελ και ο Αρθουρ Σ. Κλαρκ, η ταινία παρουσιάζει μια Γη που έχει καταστραφεί από τη μετατροπή του Ηλιου σε ερυθρό γίγαντα. Οι επιμέρους κυβερνήσεις έχουν ανασυνταχθεί σε μια ενιαία παγκόσμια συμμαχία, υπόγειες πόλεις προσπαθούν να διατηρήσουν ζωντανή μια κάποια έστω εκδοχή του γήινου πολιτισμού και τεράστιοι προωθητήρες σε όλον τον κόσμο επιχειρούν να μεταφέρουν τον πλανήτη σε ένα μέρος του Γαλαξία όπου θα μπορεί να ελπίζει για ένα (κάποτε) καλύτερο μέλλον.
Είναι ένα σύμπαν που δε διαφέρει και πολύ από τις αποκαλυπτικές αφηγήσεις που θα λάτρευε το Χόλιγουντ της δεκαετίας του 1990, ούτε μια ιστορία που στερείται έντονων συναισθηματικών στιγμών και δακρύβρεχτων μελοδραματικών κορυφώσεων, όπως θα αποθέωνε κάθε Κινέζος θεατής. Το κινέζικο blockbuster άλλωστε μοιάζει ακόμα κατά κάποιο τρόπο να λειτουργεί με τους όρους μιας παλαιότερης εποχής, αναζητώντας στους ήρωές του το υπέρμετρο θάρρος και τις ανυπέρβλητες ηθικές αξίες και αποζητώντας με τις ιστορίες του να προσφέρει έντονες συγκινήσεις και (φυσικά) πατριωτική περηφάνεια, όχι μόνο από τις πράξεις των ίδιων των χαρακτήρων αλλά και από το ίδιο το γεγονός ότι ταινίες Κινεζικής παραγωγής μπορούν να αναμετρηθούν στα ίσια με τις ταινίες του Χόλιγουντ, τόσο θεματικά όσο και τεχνολογικά.
Και η «Περιπλανώμενη Γη» λειτουργεί (και πετυχαίνει) ακριβώς γιατί παίζει με όρους σύμφωνους τόσο με αυτούς του Χόλιγουντ όσο και με της βιομηχανίας της Κίνας, τοποθετώντας στο επίκεντρο μια καθαρά προσωπική, και μελό φυσικά, ιστορία για την σχέση ανάμεσα σε έναν απόντα πατέρα και τον ικανό αλλά συναισθηματικά πληγωμένο γιο του, όσο τα πάντα γύρω καταστρέφονται όπως θα περίμενε κανείς σε μια κολοσσιαία χολιγουντιανή ταινία καταστροφής, η οποία όμως φαίνεται να αγνοεί εξολοκλήρου σχεδόν την Αμερική, προτιμώντας έναν «Ρώσο ήρωα» για να αντιπροσωπεύσει το υπόλοιπο του παγκόσμιου πληθυσμού.
Για τον δυτικό θεατή, φαινομενικά αυτό αποτελεί μια περίεργη επιλογή. Στην πραγματικότητα όμως, η απόφαση αυτή δεν προκαλεί καμία έκπληξη. Οι σχέσεις ανάμεσα στο Χόλιγουντ και την Κίνα βρίσκονται μόνιμα σε ζύμωση, με τα πολιτικά και τα οικονομικά συμφέροντα να αλλάζουν συνεχώς τις ισορροπίες, είτε προς όφελος του Χόλιγουντ, είτε προς όφελος του Κινεζικού κράτους, δηλαδή του κομμουνιστικού κόμματος. Είναι μια περίεργη ισορροπία που ακόμα προσπαθεί να βρει την κατάλληλη δυναμική αλλά και που ταυτόχρονα δεν σταματά να πιέζει προς ένα κάποιο «κινηματογραφικό θαύμα»: αφενός γίνεται όλο και πιο προφανές ότι η Κινεζική Αγορά μπορεί να φανεί ικανή να λύσει το οικονομικό τέλμα του Χόλιγουντ, αφετέρου οι κάθε είδους κινηματογραφικές πιέσεις της Κίνας μπορούν να συνεισφέρουν καταλυτικά στην θετική παγκόσμια (όχι μόνο οικονομικά) εικόνα της χώρας.
Η «γνωριμία» έγινε το 1994, όταν το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας αποφάσισε να επιτρέπει κάθε χρόνο 10 μη-Κινεζικές ταινίες να συμπεριλαμβάνονται στο ετήσιο πρόγραμμα προβολών. Εδώ αξίζει να τονιστεί ότι ο όρος «μη-Κινεζικές ταινίες» δε σημαίνει αποκλειστικά «αμερικανικά φιλμ». Μέσα στις διαθέσιμες επιλογές δεν συμπεριλαμβάνονται μόνο οι Ευρωπαϊκές ταινίες αλλά και οι υπόλοιπες Ασιατικές παραγωγές, συμπεριλαμβανομένων και των ταινιών του Bollywood, αγορών δηλαδή πολύ πιο προσφιλών στις Κινέζικες κινηματογραφικές συνήθειες.
Ωστόσο ο «Τιτανικός» του 1998 (ή τουλάχιστον, η εκδοχή της ταινίας που προβλήθηκε τελικά στη χώρα) για πολλά χρόνια κρατούσε το εισπρακτικό ρεκόρ της «ξένης ταινίας» με 360 εκατομμύρια δολάρια σε εισπράξεις. Η επιτυχία της ταινίας έδωσε τη δυνατότητα στα αμερικανικά λόμπι να πιέζουν συνεχώς για αύξηση του αριθμού των διαθέσιμων θέσεων στην κινεζική διανομή. Από το 2012, 34 ταινίες εκτός χώρας μπορούν να κερδίσουν τη θέση τους στον προγραμματισμό. Τα πράγματα εξακολουθούν όμως να μην είναι απλά.
Ο Ζανγκ Γιμού με το Χρυσό Αλογο (δηλαδή το «Κινέζικο Οσκαρ») Σκηνοθεσίας που κέρδισε για την ταινία «Σκιά»
Κάθε ταινία πρέπει μεμονωμένα να εγκριθεί από την κρατική επιτροπή λογοκρισίας. Παλαιότερα, η επιτροπή ανήκε στην κυβερνητική δικαιοδοσία, από τις αρχές του 2019 όμως επέστρεψε απευθείας στα χέρια του κομμουνιστικού κόμματος, για αυτό και έπιασε εξ απροόπτου δημιουργούς όμως ο Ζανγκ Γιμού που μέχρι τώρα δεν είχε πρόβλημα μαζί της (για πολλούς, η πρεμιέρα της «Λίμνης με τις Αγριόχηνες» στις Κάννες πραγματοποιήθηκε χωρίς την παρουσία των συντελεστών ακριβώς λόγω πιέσεων από την επιτροπή). Και το θέμα δεν έχει να κάνει μόνο με το αν μια ταινία πρέπει να κόψει σκηνές για να μπορέσει να γίνει αποδεκτή (όπως συνέβη στην περίπτωση του «Bohemian Rhapsody»), η υπόθεση πλέον αφορά ολόκληρη την διαδικασία της παραγωγής, από το αρχικό σενάριο μέχρι την τελική προβολή της ταινίας στους κινεζικούς κινηματογράφους.
Διαβάστε ακόμη: Ο Αϊ Γουέι Γουέι υποστηρίζει ότι το κομμάτι του στο «Berlin, I Love You» κόπηκε για να μην ενοχληθεί η Κίνα
Το Πεκίνο απαιτεί την θετική σκιαγράφηση της Κίνας, με κάθε πιθανό τρόπο. Αυτό σημαίνει όχι αναφορά στο Θιβέτ (όχι, δεν είναι θεωρία συνωμοσίας ότι τα μεγάλα «εξαγωγικά»στούντιο του Χόλιγουντ δε θέλουν να έχουν σχέση με τον Ρίτσαρντ Γκιρ ακριβώς για αυτόν τον λόγο), όχι σχόλια για την Ταϊβάν, καμία μα καμία συσχέτιση με τα τραγικά γεγονότα της Τιανανμέν των αρχών της δεκαετίας του 1990. Σημαίνει κρίσιμες σκηνές να διαδραματίζονται στην Κίνα, Κινέζους ηθοποιούς σε ρόλους κρίσιμους για την πλοκή, σημαίνει θετικές πράξεις και θετικές ιδέες σε ό,τι μπορεί να οδηγεί σε αναφορά της Κίνας. Βασικά, απαιτεί ολόκληρες αλλαγές όχι απλά στο σενάριο αλλά και σε χαρακτήρες, απλά και μόνο για να ικανοποιηθούν τα κινεζικά στάνταρ στον δρόμο για την πολυπόθητη έγκριση.
Για παράδειγμα, στο «Doctor Strange» ο ρόλος της Αρχαίας απομακρύνθηκε από τις Θιβετιανές ρίζες του ώστε να αποφευχθεί το μένος της Κινεζικής επιτροπής λογοκρισίας (και χρηματοδότησης, αλλά θα επιστρέψουμε σε αυτό). Στο «Iron Man 3», ένας από τους λόγους που ο κακός «Mandarin» δεν ήταν τελικά αυτός που θα περίμεναν οι γνώστες των comics ήταν επειδή, σε άλλη περίπτωση, οι πιθανότητες κυκλοφορίας της ταινίας στην Κίνα θα ήταν απλά μηδαμινές. Στο «Captain America: Εμφύλιος Πόλεμος» οι χαρακτήρες χρησιμοποιούν τα κινεζικά κινητά Vivo απλά και μόνο γιατί οι Κινέζοι συμπαραγωγοί απαίτησαν τη διαφήμιση της εταιρείας. Ολες οι παραπάνω περιπτώσεις αποτελούν ενδείξεις μιας αυστηρά ελεγχόμενης κατάστασης αλλά και αποδείξεις ότι οι αμερικανικές εταιρείες παραγωγής θα κάνουν τα πάντα για κερδίσουν την εύνοια του κινεζικού κοινού. Για την Marvel, το στοίχημα ήταν επιτυχές, με τις ταινίες της εταιρείας να αποτελούν μόνιμο πόλο έλξης του κοινού. Για τα νέα «Star Wars» όχι και τόσο αλλά έτσι κι αλλιώς, η Κίνα δεν συμμετείχε ποτέ στο κύμα νοσταλγίας για το αρχικό όραμα του Τζορτζ Λούκας.
Επιπλέον παραδείγματα της παρέμβασης της κινεζικής λογοκρισίας στις διεθνείς ταινίες περιλαμβάνουν την διαγραφή κάθε αναφοράς στον κακό άρχοντα του Κουνγκ Φου στο νέο «Karate Kid», την παράλειψη όλων των σκηνών του Τσόου Γιουν-Φατ στους τρίτους «Πειρατές της Καραϊβικής» (γιατί το Κομμουνιστικό Κόμμα δεν ήθελε να απεικονίζονται Κινέζοι ως πειρατές), την επιβολή γυρισμάτων του «Χ-Men: Ημέρες Ενός Ξεχασμένου Μέλλοντος» στο Χονγκ Κονγκ χωρίς προφανή λόγο αλλά και την αντικατάσταση του μελλοντικού Παρισιού με την Σανγκάη στην εκδοχή του «Looper» που κυκλοφόρησε τελικά στη χώρα.
O φανταστικός Κινέζικος διαστημικός σταθμός πρωταγωνιστεί στο poster που προτιμήθηκε για την κυκλοφορία της ταινίας στην Κίνα.
Ακόμα και το γεγονός ότι η Σάντρα Μπούλοκ στο «Gravity» ανακαλύπτει στην πορεία για την σωτηρία της έναν Κινέζικο διαστημικό σταθμό, αποτελεί σεναριακή επιλογή που στεοχεύει ακριβώς στην ικανοποίηση των Κινέζων χρηματοδοτών. Η επιλογή ήταν επιτυχής. Το «Gravity» ήταν μια απόλυτη εισπρακτική επιτυχία στην Κίνα. Παρόμοια τακτική ακολούθησαν και ο «Παγκόσμιος Πόλεμος Ζ», αλλάζοντας την (λογοτεχνική) προέλευση του ιού από την Κίνα στην… Βόρεια Κορέα αλλά και το «Pixels», που μετέτρεψε την καταστροφή του Σινικού Τείχους σε καταστροφή του Ταζ Μαχάλ ώστε να εξασφαλίσει τα κινεζικά κονδύλια. Η χρηματοδότηση ήρθε, η σαρωτική επιτυχία όχι.
Σύμφωνα με τον νόμο, οι «ξένες ταινίες» δικαιούνται μόνο το 25% των εισπράξεων του box office στην Κίνα. Αν όμως πρόκειται περί Κινέζικων συμπαραγωγών (κατά το ένα τρίτο, όπως απαιτείται), το ποσοστό αυτό ανέρχεται τελικά στο 43%. Αυτός είναι και ο κύριος λόγος που το Χόλιγουντ δείχνει τόσο πρόθυμο να χορέψει γύρω από τις επιταγές της κινεζικής επιτροπής λογοκρισίας. Μερικές σεναριακές ή αφηγηματικές παραχωρήσεις σίγουρα δεν έβλαψαν ποτέ την τσέπη κανενός.
Στο τέλος όμως, η αλήθεια παραμένει πως η αγορά της Κίνας είναι ένα στοίχημα που το Χόλιγουντ δεν είναι διατεθειμένο να χάσει. Το ίδιο ισχύει και για την Κίνα, ο οικονομικός παράγοντας παραμένει ένα στοιχείο που καθορίζει τις αποφάσεις, ακόμα κι όταν αυτό σημαίνει ένα αυστηρότερο (και στα μάτια της χώρας αποδοτικότερο) πλαίσιο κινηματογραφικής παραγωγής.
Αλλωστε, το κινεζικό ετήσιο box office πλέον κινείται στην τάξη των 8,5 με 9 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Το αμερικανικό για σύγκριση κινείται λίγο πάνω από τα 11. Η κινεζική αγορά απαριθμεί πάνω από 330 εκατομμύρια πιθανούς θεατές. Για μια βιομηχανία όπως το Χόλιγουντ όπου τα πάντα είναι αριθμοί, τα νούμερα μιλούν από μόνα τους, ακόμα κι αν η διαδικασία προώθησης γίνεται πολλές φορές δύσκολη, ακριβώς γιατί η έγκριση για προβολή έρχεται λίγες βδομάδες πριν από την ημερομηνία κυκλοφορίας του φιλμ. Η αγορά της Κίνας είναι μονόδρομος όταν τα πράγματα στο Χόλιγουντ φαίνονται στάσιμα.
Από την πλευρά της η Κίνα, δεν έχει μόνο να επιδείξει την συγχρηματοδότηση των Χολιγουντιανών παραγωγών ή την πληθώρα κινεζικών διαφημίσεων σε όσες ταινίες τελικά εγκρίνει. Κινεζικές επιχειρήσεις όπως η Wanda κατακτούν όλο και μεγαλύτερο έδαφος στις Ηνωμένες Πολιτείες, εξαγοράζοντας ποσοστά αμερικανικών εταιρειών στο χώρο της κινηματογραφικής βιομηχανίας. Ηδη από το 2016 η Legandary Pictures βρίσκεται σε κινεζικά χέρια, ενώ η Wanda κατέχει μεγάλο ποσοστό των πολυκινηματογράφων AMC και Carmike αλλά και της εταιρείας παραγωγής Dick Clark Productions, η οποία διαχειρίζεται εντός άλλων και την παραγωγή των Χρυσών Σφαιρών. Και όλα αυτά όσο κινέζικα στούντιο εξακολουθούν να διασκευάζουν επίσημα αγγλόγλωσσες (χολιγουντιανές ή μη) ταινίες αποκλειστικά για εσωτερική κατανάλωση: οι «Επικίνδυνες Σχέσεις» με την Ζανγκ Ζιγί, το «Αυτό που θέλουν οι Γυναίκες» με την Γκονγκ Λι και ο «Γάμος του Καλύτερού μου Φίλου» με την Σου Τσι αποδείχτηκαν όλα μεγάλες εισπρακτικές επιτυχίες.
H Φαν Μπινγκμπίνγκ στο κόκκινο χαλί των Καννών, όπου διετέλεσε και μέλος της κριτικής επιτροπής.
Ωστόσο το 2019 βρίσκει την Κινέζικη βιομηχανία σε αναβρασμό, και όχι μόνο επειδή η επιτροπή λογοκρισίας πέρασε αμιγώς σε κομματικά χέρια. Επειτα από το σκάνδαλο φοροδιαφυγής της Φαν Μπινγκμπίνγκ και την αποκάλυψη των (όπως φάνηκε συνήθων) σχηματικών συμβολαίων, όπου αναφερόταν διαφορετική, χαμηλότερη αμοιβή από την πραγματική, η Κινεζική βιομηχανία μπήκε ξαφνικά σε μια περίοδο απρόβλεπτης ύφεσης, με πρωτοκλασάτους ηθοποιούς στο στόχαστρο επιτροπών και ένα αυστηρότερο πλαίσιο ελέγχου σε κάθε στάδιο ανάπτυξης κινηματογραφικών project. Θα μπορούσε κανείς να πει ότι το κινηματογραφικό κινεζικό τοπίο είναι ένα συνεχές πεδίο συγκρούσεων ανάμεσα στα πολιτικά και τα οικονομικά συμφέροντα και το αποτέλεσμα της κάθε μάχης δεν είναι καν σίγουρο με ποιο τρόπο θα καθορίσει το αποτέλεσμα του ίδιου του πολέμου.
Διαβάστε ακόμη: Η Φαν Μπινγκμπίνγκ βρέθηκε - και δημοσίευσε ένα πολύ παράξενο μήνυμα
Για παράδειγμα, το κινεζικό σκάνδαλο έδωσε την δυνατότητα στο «Aquaman» να κυκλοφορήσει στην Κίνα σε μια περίοδο που παραδοσιακά κρατούνταν για τα εντόπια blockbusters. Το πείραμα πέτυχε, με την ταινία να αποφέρει τελικά πάνω από 300 εκατομμύρια στα κινεζικά ταμεία, πράγμα απόλυτα λογικό τελικά, καθώς η ίδια η αισθητική της αφήγησής του φιλμ βρίσκεται ανάμεσα σε αυτή ενός videogame και ενός αυθεντικού Κινέζικου μπλοκμπάστερ (όπως το «Mermaid» του Στίβεν Τσόου και τα πολλαπλά «Monkey King») με όλα τα καλά και όλα τα κακά που αυτό συνεπάγεται. Από την άλλη, ταινίες όπως το «Crazy Rich Asians» δεν άγγιξαν ποτέ το Κινεζικό κοινό, καθώς η αφήγησή του αποδείχτηκε ειρωνικά πολύ «ξένη» για τους θεατές.
Οπως θα ήταν αναμενόμενο για μια χώρα που ταυτίζει τόσο πολύ κάθε έκφανση της δημιουργίας με την πολιτική, οι τεταμένες σχέσεις του Ντόναλντ Τραμπ με την Κίνα άφησαν το σημάδι τους και στην κινηματογραφική συνεργασία των δύο χωρών. Το τελευταίο έτος, οι εισπράξεις των εισαγωγών του Χόλιγουντ μειώθηκαν κατά 7%, εξακολουθούν να ανέρχονται όμως στα 2,9 δισεκατομμύρια δολάρια. Ως αντιστάθμισμα, οι Αμερικανοί παραγωγοί αναζητούν προωθητικούς συμμάχους στην Ανατολή. Το «Venom» έκανε πάνω από 270 εκατομμύρια εισπράξεις στην Κίνα επειδή προωθήθηκε από μια εξαιρετικά δημοφιλή μουσική πλατφόρμα streaming. Λίγα χρόνια πριν, ο «Καλύτερος Φίλος μου» είχε δώσει το παράδειγμα συνάπτοντας συνεργασία με την Alibaba Pictures, το κινηματογραφικό κομμάτι του κολοσσού του ηλεκτρονικού εμπορίου Alibaba, στον τομέα του marketing της ταινίας.
Αριθμητικά, το 2018 κυκλοφόρησαν 38 διεθνείς ταινίες στην Κίνα, όμως το Χόλιγουντ δεν ήταν ο απόλυτος πρωταγωνιστής. Η βιομηχανία του Bollywood παραμένει ένας πολύ ισχυρός ανταγωνιστής, όπως και ταινίες που, παρά την προέλευσή τους, μπορούν να μιλήσουν μια προφανή συναισθηματική γλώσσα, ικανή να γίνει κατανοητή από το κινεζικό κοινό. Το «Καπερναούμ» της Ναντίν Λαμπάκι είναι μια τέτοια περίπτωση, καθώς η μελοδραματικά χειριστική του φύση κατάφερε να «επικοινωνήσει» 45 εκατομμύρια δολάρια εισπράξεις στην Κίνα. Θα έχει ενδιαφέρον να δούμε πώς θα επηρεάσει όλο αυτό την αγορά των Καννών. Ξαφνικά, οι επιλογές φαίνεται να διευρύνονται απρόβλεπτα.
Στο τέλος όμως, η αλήθεια παραμένει πως η αγορά της Κίνας είναι ένα στοίχημα που το Χόλιγουντ δεν είναι διατεθειμένο να χάσει. Το ίδιο ισχύει και για την Κίνα, ο οικονομικός παράγοντας παραμένει ένα στοιχείο που καθορίζει τις αποφάσεις, ακόμα κι όταν αυτό σημαίνει ένα αυστηρότερο (και στα μάτια της χώρας αποδοτικότερο) πλαίσιο κινηματογραφικής παραγωγής. Η ενοποιημένη ανθρωπότητα της «Περιπλανώμενης Γης» είναι τόσο αληθινή όσο και ψεύτικη ταυτόχρονα. Μια κοινή εισπρακτική επιτυχία είναι ικανή να ενώσει δύο από τις μεγαλύτερες κινηματογραφικές βιομηχανίες στον κόσμο, ακόμα κι αν ο κόσμος μοιάζει γύρω τους να καταρρέει. Και αυτό σίγουρα δεν είναι σενάριο επιστημονικής φαντασίας.
Δείτε εδώ το trailer της «Περιπλανώμενης Γης».