Οι Κινέζικες ταινίες που εξερευνούν την διαφθορά και τις ευρύτερες κοινωνικές συνθήκες που οδηγούν τους ανθρώπους να κλείνουν τα μάτια ή να γίνονται συνένοχοι σε εγκλήματα στην σύγχρονη Κίνα, δεν είναι κάτι καινούριο. Οι Κινέζικες ταινίες όμως που εξερευνούν τα παραπάνω υπό ένα γυναικείο πρίσμα που αποκαλύπτει επιπλέον την περιθωριοποίηση και τον υποβιβασμό των γυναικών μέσα σε ένα τέτοιο περιβάλλον, είναι κάτι που δεν βλέπουμε συχνά στο σινεμά από τους Κινέζους σκηνοθέτες, όσο αιχμηρή κι αν είναι η ματιά τους.
Σε μια μικρή παραθαλάσσια πόλη στη «Χρυσή Ακτή της Κίνας», δύο μαθήτριες γίνονται θύματα σεξουαλικής επίθεσης από έναν μεσήλικα άντρα σε ένα μοτέλ. Η μόνη μάρτυρας του γεγονότος είναι η κοπέλα που δούλευε στη ρεσεψιόν εκείνο το βράδυ, η Μία (η Γουέν Τσι επιμένει να μη μιλά πολύ αλλά να λέει εύγλωττα την ιστορία της με τα μάτια της), η οποία αποκρύπτει το γεγονός από φόβο μη χάσει τη δουλειά της. Ταυτόχρονα, το ένα κορίτσι από τα δύο θύματα, ανακαλύπτει ότι οι συνέπειες εκείνης της βραδιάς πρόκειται να την ταλαιπωρήσουν για αρκετά ακόμα βράδια. Οι δύο κοπέλες, χωρίς να ανταλλάσσουν σχεδόν καμία κουβέντα, ξεκινούν – η κάθε μια μόνη της – τη δική της περιπέτεια επιβίωσης, όχι απλά προσπαθώντας να ξεπεράσουν την περίπλοκη κατάσταση όπου έχουν εγκλωβιστεί αλλά και παλεύοντας να ανακαλύψουν (και να κατακτήσουν) τη θέση τους σε αυτό τον κόσμο, ως διαφορετικές όψεις του ίδιου νομίσματος.
Λίγα χρόνια μετά το έντονο σκηνοθετικό της ντεμπούτο στην Εβδομάδα Κριτικής, «Trap Street», σχετικά με ένα αγόρι που ανακαλύπτει έναν ύποπτο κρυφό δρόμο, μη καταγεγραμμένο σε όλους τους χάρτες, η Βίβιαν Τσου (παραγωγός και του βραβευμένου με την Χρυσή Αρκτο «Black Coal, Thin Ice») αυτή τη επιστρέφει αυτή τη φορά στο επίσημο διαγωνιστικό πρόγραμμα ως η μόνη γυναίκα σκηνοθέτης του line-up, επιμένοντας στις θεματικές εγκλωβισμού μέσα σε μια σύγχρονη Κινέζικη κοινωνία αλλά δίνοντας πλέον έμφαση στους γυναικείους χαρακτήρες και στις διαφορετικές μορφές καταπίεσης που αντιμετωπίζουν καθημερινά. Κάτω από το άγρυπνο βλέμμα μιας ψεύτικης Μέριλιν που κοσμεί την παραλία, οι ηρωίδες της Τσου ακολουθούν τις προσταγές μιας κοινωνίας που τις τοποθετεί στο περιθώριο, που τους στερεί την ταυτότητά τους, που τις τυποποιεί σε ρόλους, που έχει αποφασίσει από πριν ήδη την μοίρα τους.
Είναι ένας σκληρός άκαρδος κόσμος και τα πράγματα θα γίνουν πολύ δύσκολα μέχρι να υπάρξει έστω η ελπίδα ότι κάτι μπορεί να βελτιωθεί, όμως η Τσου ποτέ δεν μετατρέπει την ανέχεια σε μιζέρια ή την θλίψη σε μελοδραματική συμπόνια. Η ματιά της είναι ψύχραιμη, ειλικρινής, γεμάτη κατανόηση και διάθεση ενσυναίσθησης, τονίζοντας την πίστη της στην ύπαρξη ανθρώπων ικανών να βοηθήσουν το σπάσιμο αυτού του φαύλου κύκλου αλλά, κυρίως, στις δυνατότητες των ίδιων των ηρωίδων της να σπάσουν τις αλυσίδες τους. Το «Angels Wear White» είναι κάτι πολύ περισσότερο από μια ιστορία ενηλικίωσης. Είναι στην πραγματικότητα μια ιστορία αφύπνισης και, κατ’ επέκταση, προσωπικής εξέγερσης.
Δείτε ακόμη: Sala Web 2017: Δείτε επιλεγμένες ταινίες από το Φεστιβάλ Βενετίας στο σπίτι σας!
Και όλη αυτή την διαδρομή η Τσου την διηγείται με εντυπωσιακή σαφήνεια, με έναν αργό αλλά σταθερό ρυθμό που εξερευνά βαθιά την ψυχοσύνθεση των ηρωίδων της και τα εμπόδια που οι άλλοι αλλά και οι ίδιες βάζουν στον εαυτό τους. Η κριτική της δεν είναι τόσο πολιτική όσο κοινωνική, αποτυπώνοντας μια κοινωνία που έχει παραδοθεί στη βολή της, εγκαταλείποντας κάθε ηθικό αντίβαρο, κάτι που μετατρέπει την αφήγηση σε ένα χαμηλότονο φιλμ νουάρ όπου δεν υπάρχει femme fatale αλλά κάθε γυναίκα αντιμετωπίζει θανάσιμες συνθήκες διαβίωσης.
Ωστόσο ποτέ η ταινία δεν φλερτάρει με την υπερβολή ή με τα άκρα. Η δύναμή της πηγάζει από την αμεσότητα με την οποία επεξεργάζεται το θέμα της και από την ικανότητά της να κοιτάει στα μάτια τις ηρωίδες της, αντιλαμβανόμενη τις συνθήκες που τις έφεραν εδώ. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι η δικηγόρος που προσπαθεί να πιέσει την Μία να πει την αλήθεια είναι η ίδια η φωνή της σκηνοθέτιδος, η οποία ικετεύει για αλλαγή και για θαρραλέες ενέργειες. Η αλλαγή θα είναι σταδιακή, όμως η εκκίνηση των διαδικασιών έχει ήδη πραγματοποιηθεί.
Χωρίς φωνές ή εντάσεις αλλά με μία μόνιμη αίσθηση αγωνίας στα δρώμενα, το «Angels Wear White» απέχει από οποιοδήποτε υπερβολή μπορεί να υπονοεί ο τίτλος του, στήνοντας στην πορεία μεθοδικά και υπολογισμένα μια αφήγηση που δεν έχει στόχο την επίλυση κάποιου εγκλήματος (εξάλλου, ως θεατές ήδη από την αρχή έχουμε διαθέσιμα όλα τα στοιχεία) αλλά την αποτύπωση όλων εκείνων των παραγόντων που έκαναν αυτό το έγκλημα δυνατό να πραγματοποιηθεί, είτε αυτό είναι η διαφθορά στις αστυνομικές αρχές, είτε η σιωπή που επιβάλλει ο αστικός περίγυρος, είτε η συνενοχή που επιβάλλουν οι ίδιες οι κοινωνικές δομές.
Αυτό οδηγεί σε ένα απελευθερωτικό φινάλε που εντυπωσιάζει με την λυρικότητά του, χωρίς να γίνεται ποτέ γραφικό ή υπερβολικό, διατηρώντας στο επίκεντρο τις ηρωίδες που αποτελούν έτσι κι αλλιώς την καρδιά της ταινίας, καθώς αντιπροσωπεύουν πλείστες αντίστοιχες υποθέσεις που με τον έναν ή τον άλλον τρόπο εξακολουθούν να παρατηρούνται στη σύγχρονη Κίνα. Η Τσου γνωρίζει ότι δε χρειάζεται να καταφύγει στις φωνες για να επιβάλει την αλλαγή αυτής της πραγματικότητας. Το μόνο που χρειάζεται είναι απλά να ρίξει το άγαλμα της Μέριλιν.
Περισσότερες κριτικές από το 74ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βενετίας
- Βενετία 2017: Το «Under the Tree» είναι ακόμη μια ταινία από την Ισλανδία που θες να δεις
- Βενετία 2017: Το «The Rape of Recy Taylor» παραδίδει ένα ανησυχητικά διαχρονικό μάθημα ιστορίας
- Βενετία 2017: Το «The Third Murder» είναι ένα δικαστικό δράμα με τον τρόπο του Χιροκάζου Κόρε Εντα
- Βενετία 2017: Το «The Rape of Recy Taylor» παραδίδει ένα ανησυχητικά διαχρονικό μάθημα ιστορίας
- Βενετία 2017: Η κόλαση είναι οι απρόσκλητοι επισκέπτες στο «Mother!» του Ντάρεν Αρονόφσκι
- Βενετία 2017: Το «Woodshock» των Κέιτ και Λόρα Μάλεβαϊ είναι ένα όνειρο πιο πεζό κι από την πραγματικότητα
- Βενετία 2017: Στο «Marvin» της Αν Φοντέν η από μηχανής Θεά είναι η Ιζαμπέλ Ιπέρ
- Βενετία 2017: Δράμα κι αλλο δράμα στο «Una Famiglia» του Σεμπαστιάνο Ρίζο
- Βενετία 2017: Πάνω σε «Three Billboards Outside Ebbing, Missouri» γράφει μόνο «Αριστούργημα»
- Βενετία 2017: Στο «Ex Libris: New York Public Library», ο Φρέντερικ Γουάιζμαν διαβάζει ανθρώπους
- Βενετία 2017: Στο «The Leisure Seeker», η Ελεν Μίρεν και ο Ντόναλντ Σάδερλαντ δίνουν νόημα εκεί που δεν υπάρχει
- Βενετία 2017: Στο «Victoria and Abdul» του Στίβεν Φρίαρς, η Βασίλισσα είναι γυμνή
- Βενετία 2017: Ο Ρομπέρ Γκεντιγκιάν μας ξεναγεί σε ένα υπερβολικά γνώριμο «House by the Sea»
- Βενετία 2017: Το «Brawl in Cell Block 99» δεν χάνει τον ήρωά του μέσα στη γραφική βία των εικόνων του
- Βενετία 2017: Το «Foxtrot» επιβεβαιώνει πως οι μεγάλες ταινίες ξεκινούν την ώρα που τελειώνουν
- Βενετία 2017: Στο «Suburbicon» του Τζορτζ Κλούνεϊ όλα είναι λαμπερά, όμορφα, επιφανειακά
- Βενετία 2017: «No Date, No Signature» και ηθικά διλήμματα σε μια αστική Τεχεράνη
- Βενετία 2017: Το «Our Souls at Night» ποντάρει μόνο στον Ρόμπερτ Ρέντφορντ και την Τζέιν Φόντα
- Βενετία 2017: Το «Lean on Pete» του Αντριου Χέι έχει μια καρδιά τόσο μεγάλη όσο η ανοιχτή Αμερική
- Βενετία 2017: Το «Human Flow» είναι μια καταγραφή της παγκόσμιας προσφυγικής κρίσης, αλλά όχι απαραίτητα «μια ταινία του Αϊ Γουέιγουεϊ»
- Βενετία 2017: Μόνο υποκλίσεις και δάκρυα στο «The Shape of Water» του Γκιγιέρμο ντελ Τόρο
- Βενετία 2017: Το «The Insult» του Ζιάντ Ντουεϊρί είναι ένα πολιτικό δράμα που δεν ξέρει τι σημαίνει λεπτότητα, ή μέτρο
- Βενετία 2017: Το «First Reformed» του Πολ Σρέιντερ αγαπά και το pulp και το grindhouse και το σινεμά του Μπρεσόν
- Βενετία 2017: Αποκρυπτογραφώντας το αινιγματικό σύμπαν του «Zama» της Λουκρέσια Μαρτέλ
- Βενετία 2017: Το «Downsizing» του Αλεξάντερ Πέιν πιστεύει στον άνθρωπο μέχρι το τέλος του κόσμου
- Βενετία 2017: Στο «Nico, 1988» η Τρίνε Ντίρχολμ δίνει την ερμηνεία της ζωής της