«Οι βιβλιοθήκες δεν έχουν να κάνουν με τα βιβλία. Εχουν να κάνουν με τους ανθρώπους που θέλουν να μάθουν πράγματα και τα βιβλία είναι μόνο ένα από τα διαθέσιμα μέσα» αναφέρεται με πάθος σε μία σκηνή του «Ex Libris», του νέου έπους τεκμηρίωσης του Φρέντρικ Γουάιζμαν, ο οποίος αυτή τη φορά επικεντρώνει το βλέμμα του σε ένα ακόμα ιστορικό κομμάτι της Νέας Υόρκης, την Δημόσια Βιβλιοθήκη της πόλης. Μόνο που, ακολουθώντας τα λόγια τα ομιλήτριάς του, η ταινία του δεν αφορά αυστηρά τις δομές, τις λειτουργίες και της δράσης της Βιβλιοθήκης αλλά όλα όσα εκείνη συνεπάγεται κοινωνικά, πολιτικά, ιστορικά και, το κυριότερο, ανθρωπιστικά. Πάντα το έργο του Γουάιζμαν είχε να κάνει με τις μειονότητες και τον αγώνα της υγιούς αφομοίωσής τους στο ενιαίο κοινωνικό σύνολο, όμως, ειδικά στο «Ex Libris» η ματιά του είναι πιο καίρια από ποτέ, καταφέρνοντας όχι απλά να αναδείξει ένα ιστορικό κτήριο της Νέας Υόρκης αλλά να ξεδιπλώσει και να αποκαλύψει την ίδια την καρδιά της πόλης.
Αν και το ιστορικό κτίριο της Πέμπτης Λεωφόρου έχει φωτογραφηθεί πολλές φορές και έχει χρησιμοποιηθεί ως σήμα κατατεθέν της Νέας Υόρκης σε πολλές ταινίες, στο «Ex Libris» ο Γουάιζμαν επεκτείνει την ματιά του στα λιγότερο φωτογενή παραρτήματα της βιβλιοθήκης, ακολουθώντας τη μόνιμη πρακτική του να μην χρησιμοποιεί ποτέ στημένες συνεντεύξεις. Αντιθέτως, παρακολουθεί τους χώρους των βιβλιοθηκών, τις συνελεύσεις του διοικητικού συμβουλίου, τις συζητήσεις των λεσχών ανάγνωσης, τις φιλανθρωπικές συγκεντρώσεις και τις ομιλίες των καλεσμένων της Βιβλιοθήκης στις εορταστικές της εκδηλώσεις (από τον Γουσέφ Κουμουνιάκα και τον Τα-Νεΐσι Κόουτς μέχρι τον Ελβις Κοστέλο και την Πάτι Σμιθ) αφήνοντας να αναδειχθούν από μόνες τους οι θεματικές, και μαζί ολόκληρη η πολιτισμική διαστρωμάτωση της Νέας Υόρκης.
Γιατί μπορεί το διοικητικό συμβούλιο να ανησυχεί για την χρηματοδότηση, την ψηφιοποίηση του υλικού και όλες εκείνες τις ενέργειες που θα επιτρέψουν στην Βιβλιοθήκη να παραμείνει επίκαιρη και τα επόμενα χρόνια, όμως η ουσία βρίσκεται στα επιμέρους προγράμματα που αναπτύσσουν την προσβασιμότητα, στα μαθήματα ανάγνωσης σε σύστημα Braille, στις μειονότητες που βρίσκουν καταφύγιο και εκπαιδευτικό υλικό σε κάθε είδους μορφή και σε όλους εκείνους τους ανθρώπους που γεμίζουν τις αίθουσες των διαφόρων παραρτημάτων αναδεικνύοντας την πολυπολιτισμικότητα μιας πόλης γεμάτης αντιθέσεις. Μπορεί το διοικητικό συμβούλιο να συζητά για τον τρόπο που πρέπει να συμπεριφέρεται στους άστεγους («Στην Νέα Υόρκη, έξω στον δρόμο, κρατούμε αποστάσεις. Μέσα στη βιβλιοθήκη δεν πρέπει να συμβαίνει αυτό») ή για την αναλογία e-books και φυσικών αντιτύπων που πρέπει να διατηρεί για κάθε τίτλο, η καρδιά του ιδρύματος όμως χτυπά σε κάθε πρόσωπο επισκέπτη που αποτυπώνει ο Γουάιζμαν μέσα στους διαδρόμους και τις αίθουσες, είτε είναι σιωπηλό είτε αντιδρά στα συνεχή ερεθίσματα που προσφέρει η ταινία («Η λογοτεχνία δεν πρέπει να είναι ελιτίστικη»).
Από τα σεξουαλικά υπονοούμενα στα εβραϊκά ντελικατέσεν και την διαφορετική απόδοση του λόγου στην νοηματική ανάλογα με τη διάθεση, μέχρι την ατυχή υποστήριξη της σκλαβιάς από λόγιους των Νότιων Πολιτειών τον 19ο αιώνα και την ανάλυση του «Eρωτα στα Χρόνια της Χολέρας» από μια ενθουσιώδη ετερόκλητη λέσχη ανάλυσης, τα συνεχή επεισόδια προσφέρουν αλλεπάλληλα ερεθίσματα σχετικά με την κοινωνικοπολιτική συμβολή της Βιβλιοθήκης στην ταυτότητα της Νέας Υόρκης αλλά και, αντίστροφα, στον τρόπο που το ανθρώπινο δυναμικό της πόλης, ακόμα και το πιο αμελητέο ή υποτιμημένο κομμάτι του, μετατρέπεται τελικά σε δομικό συστατικό της.
Είναι μια προσέγγιση ζωντανή, δυναμική και με ατέλειωτα αποθέματα κατανόησης, που παίρνει ως αφορμή την Βιβλιοθήκη της Νέας Υόρκης για να μιλήσει στην ουσία για όλες τις βιβλιοθήκες και, τελικά, για τον ίδιο τον άνθρωπο, χωρίς να χάνει ποτέ το χιούμορ, την ελπίδα και την αισιοδοξία της. Ο Γουάιζμαν άλλωστε δε θέλει να παραθέσει απλά ένα εγχειρίδιο λειτουργίας, ούτε μια ξερή εγκυκλοπαιδική καταγραφή, αλλά να αποτυπώσει μέσα από την κάμερά του την φωνή της πόλης του, τον παλμό της, τις πολιτισμικές της δυναμικές. «Η επιστήμη είναι η ποίηση της πραγματικότητας» όμως η κάμερα του Γουάιζμαν είναι η πραγματικότητα της ανθρώπινης ποίησης.
Περισσότερες κριτικές από το 74ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βενετίας
- Βενετία 2017: Στο «The Leisure Seeker», η Ελεν Μίρεν και ο Ντόναλντ Σάδερλαντ δίνουν νόημα εκεί που δεν υπάρχει
- Βενετία 2017: Στο «Victoria and Abdul» του Στίβεν Φρίαρς, η Βασίλισσα είναι γυμνή
- Βενετία 2017: Ο Ρομπέρ Γκεντιγκιάν μας ξεναγεί σε ένα υπερβολικά γνώριμο «House by the Sea»
- Βενετία 2017: Το «Brawl in Cell Block 99» δεν χάνει τον ήρωά του μέσα στη γραφική βία των εικόνων του
- Βενετία 2017: Το «Foxtrot» επιβεβαιώνει πως οι μεγάλες ταινίες ξεκινούν την ώρα που τελειώνουν
- Βενετία 2017: Στο «Suburbicon» του Τζορτζ Κλούνεϊ όλα είναι λαμπερά, όμορφα, επιφανειακά
- Βενετία 2017: «No Date, No Signature» και ηθικά διλήμματα σε μια αστική Τεχεράνη
- Βενετία 2017: Το «Our Souls at Night» ποντάρει μόνο στον Ρόμπερτ Ρέντφορντ και την Τζέιν Φόντα
- Βενετία 2017: Το «Lean on Pete» του Αντριου Χέι έχει μια καρδιά τόσο μεγάλη όσο η ανοιχτή Αμερική
- Βενετία 2017: Το «Human Flow» είναι μια καταγραφή της παγκόσμιας προσφυγικής κρίσης, αλλά όχι απαραίτητα «μια ταινία του Αϊ Γουέιγουεϊ»
- Βενετία 2017: Μόνο υποκλίσεις και δάκρυα στο «The Shape of Water» του Γκιγιέρμο ντελ Τόρο
- Βενετία 2017: Το «The Insult» του Ζιάντ Ντουεϊρί είναι ένα πολιτικό δράμα που δεν ξέρει τι σημαίνει λεπτότητα, ή μέτρο
- Βενετία 2017: Το «First Reformed» του Πολ Σρέιντερ αγαπά και το pulp και το grindhouse και το σινεμά του Μπρεσόν
- Βενετία 2017: Αποκρυπτογραφώντας το αινιγματικό σύμπαν του «Zama» της Λουκρέσια Μαρτέλ
- Βενετία 2017: Το «Downsizing» του Αλεξάντερ Πέιν πιστεύει στον άνθρωπο μέχρι το τέλος του κόσμου
- Βενετία 2017: Στο «Nico, 1988» η Τρίνε Ντίρχολμ δίνει την ερμηνεία της ζωής της