Η Ανχελα περιμένει παιδί με τον Χέκτορ. Η Ανχελα είναι κωφή, κόρη δύο ακουόντων γονέων, το παιδί όμως δεν είναι σίγουρο αν θα είναι ακούον η κωφό. Μεγαλώνοντας, θα σιγουρέψουν πως δεν είναι κωφό. Αλλά η Ανχελα θα νιώθει όλο και περισσότερο αποκλεισμένη ανάμεσα σε ανθρώπους που δεν νιώθουν την ανάγκη να την συμπεριλάβουν στις συζητήσεις τους - όχι μόνο επειδή το να μάθεις τη νοηματική γλώσσα απαιτεί μια παραπάνω προσπάθεια, αλλά γιατί, ακόμη και σε μια κοινωνία κατανόησης, παραμένει ανακουφιστικό ένα παιδί να μην γεννιέται με μια «ανάγκη».
Υπάρχει ταυτόχρονα κάτι τόσο αληθινό και τόσο αναγκαίο στην ταινία της Εύα Λιβερτάδ, που ενώ μοιάζει αδύνατον να μην υπογραμμίσεις την ανάγκη της να γίνει διδακτική, θαυμάζεις ταυτόχρονα την άνεση με την οποία κινηματογραφεί φέτες ζωής ανεπιτήδευτα, με την καθαρότητα που έχει πάντα μια καθημερινότητα που κρύβει μέσα της τα πιο όμορφα και τα πιο πικρά πράγματα - στην ίδια ποσότητα.
Μεγάλη ταινία που προέκυψε από μια μικρή με το ίδιο θέμα, η «Σιωπηλή Αγάπη» με τον πιο εύστοχο πρωτότυπο ισπανικό τίτλο «Κωφή», υπενθυμίζει τη μοναξιά ενός κωφού ανθρώπου που ενώ έχει διεκδικήσει και πετύχει να ζει ανάμεσα σε ακούοντες, ανακαλύπτει πως ο κόσμος του μικραίνει όταν δεν υπάρχει πια λόγος να ασχοληθούν όλοι μαζί του. Η Ανχελα θα το καταλάβει όταν όλοι θα συνεχίσουν να μιλούν και να συνεννοούνται χωρίς να την συμπεριλαμβάνουν στις κουβέντες τους, ενώ η ίδια θα επιμείνει να μάθει η κόρη της τη νοηματική - για το μοναδικό, πιο σοβαρό από όλους, λόγο πως μόνο έτσι θα μπορεί να μιλάει με τη μητέρα της.
Γυρισμένη με το νατουραλισμό ενός (σχεδόν) ντοκιμαντέρ και δομημένη όλο πάνω στην παρουσία/ερμηνεία της Μίριαμ Γκάρλο, αδελφή της σκηνοθέτη Εβα Λιβερτάδ, η «Σιωπηλή Αγάπη» δεν μπορεί να ξεφύγει από την καταγγελτική της υφή, απλώνεται αργά αλλά με επίμονο τρόπο σαν μια πραγματικότητα που σε παρασέρνει, σε ακολουθεί ενώ την ακολουθείς και την ίδια στιγμή που ζητάει απαντήσεις (τι θα έκανες εσύ στην ίδια περίσταση), αφήνει αναπάντητα ερωτήματα, καθώς η ζωή και η πολυπλοκότητα της παραμένουν πιο δυνατά από οποιοδήποτε κοινωνικό ακτιβισμό.
Το φιλμ αφήνει ανεκμετάλλευτο τόσο το γεγονός ότι η Ανχελα πριν από κωφή και μητέρα είναι μια γυναίκα που αναζητά διέξοδο στη δική της κρίση ηλικίας (μόνο μια σκηνή αναδεικνύει το ζητούμενο, αφήνοντας το μετέωρο), αλλά και το παιχνίδι που αγγίζει ακροθιγώς ανάμεσα στη σωιπή, το θόρυβο και την ουσιαστική επικοινωνία. Η επιλογή να παραμείνει στα «λίγα» λειτουργεί προκειμένου να μην προδοθεί η μεγάλη εικόνα (και μαζί η εύθραυστη ερμηνεία της Μίρια Γκάρλο που υπό συνθήκες είναι νηφάλια σαρωτική) αλλά και τελικά να ολοκληρωθεί ως ένα ρεαλιστικό δράμα που θέλει να σε κάνει να σκεφτείς.
Σημαντικότερο θα ήταν να συνομιλήσει κανείς συναισθηματικά με την κεντρική ηρωίδα, όχι σε επίπεδο παρατήρησης αλλά ενδεχομένως και ταύτισης, πράγμα που μια μικρή ταινία αφήνει για άλλους πιο φιλόδοξους και ριψοκίνδυνους δημιουργούς, επιλέγοντας εδώ να προσφέρει μια διαλεκτική φτιαγμένη με ακτιβιστική διάθεση αλλά και με κινηματογραφική συναισθηματική αξία. Πράγματα που όλο και λιγότερο συνδυάζονται στο σύγχρονο σινεμά στις μέρες μας.
[Η ταινία θα προβάλλεται με ειδικούς υπότιτλους για κωφούς.]

