Μ' ένα πρόγραμμα 65 ταινιών, με σκηνοθέτες από πρωτοεμφανιζόμενους μέχρι «βετεράνους», οι ελληνικές μικρού μήκους ταινίες της χρονιάς παρουσιάζονται με την ορμή με την οποία γεννήθηκαν, έτοιμες ν’ αποκαλύψουν το ταλέντο των δημιουργών τους.
Το Flix είναι στη Δράμα (αποστολή: Μανώλης Κρανάκης, Λήδα Γαλανού), παρακολουθεί όλες τις προβολές του Εθνικού Διαγωνιστικού Προγράμματος και, μέρα με τη μέρα, αποτιμά τις ταινίες, σημειώνοντας τις ενδιαφέρουσες τοποθεσίες στον κινηματογραφικό χάρτη. Τα σχόλια και οι αποτιμήσεις μας είναι πολύ μικρά, όχι επειδή οι ταινίες είναι μικρού μήκους, μια και αυτό καθόλου δεν επηρεάζει την αξία τους, αλλά επειδή ο σκοπός αυτών των καθημερινών σχολίων είναι ν’ αποδώσουν μια αίσθηση και μια πρώτη γεύση, ελπίζοντας ότι και οι θεατές θα μπορέσουν να δουν τις ταινίες, τουλάχιστον στα «ταξίδια» του Φεστιβάλ Δράμας στην υπόλοιπη Ελλάδα.
Διαβάστε ακόμη
Τι είδαμε την Τετάρτη, 20 Σεπτεμβρίου:
Με Ανοιχτά Φτερά της Βίβιαν Παπαγεωργίου
Η σκηνοθέτης του «Inner Land» κρατά την κοινωνική ευαισθητοποίηση κι αλλάζει ύφος, μ' ένα ντοκιμαντέρ που φέρνει στο πρώτο πλάνο μια ομάδα χορευτών με αναπηρία. Η δύναμή τους, η επιθυμία (ή αγωνία) τους να γίνονται αποδεκτοί από το σύνολο στην καθημερινότητά τους, η γοητευτική ανακάλυψη των δυνατοτήτων ενός διαφορετικού σώματος, δίνουν ουσία στην ταινία της. Κι εάν η οπτική ματιά είναι επικεντρωμένη αποκλειστικά και έντονα σε μια εξαιρετικά θετική, αισιόδοξη απεικόνιση της ζωής των ηρώων της, ακόμα κι έτσι φέρνει το επιθυμητό της αποτέλεσμα, δηλαδή να συμβάλλει στην εξοικείωση και να προκαλέσει το ενδιαφέρον του θεατή. Η εισαγωγή και το κλείσιμο με μια αφήγηση παιδικού παραμυθιού είναι περιττά και αποδυναμώνουν το σύνολο. Λ.Γ. Διαβάστε εδώ και δείτε περισσότερα για το «Με Ανοιχτά Φτερά».
2x3 Ασύμμετρο του Αγγελου Χαραλάμπους
Ενας νέος άνδρας, μέρα και νύχτα στην πόλη, στο διαμέρισμά του, εμβολίζεται από σωρεία ήχων που διαταράσσουν την ηρεμία του, εκτός από τις μικρές στιγμές που, απομονωμένος και ήσυχος, παίζει πιάνο. Μια τεχνικά ενδιαφέρουσα πειραματική ταινία, χωρίς καινοτομία, αλλά με συνέπεια. Οι άμεσες και έμμεσες αναφορές στο «Eraserhead», η ασπρόμαυρη φωτογραφία με το σκληρό κοντράστ τής φωτοτυπίας, η ακολουθία των μοτίβων, τα subliminal πλάνα που παρεμβάλλονται, δείχνουν μια δημιουργική περιέργεια για το μέσο του σινεμά. Ωστόσο, η διάρκεια των 19 λεπτών μεταφράζει ένα εύρημα σε απλή επανάληψη και το σύνολο διαβάζεται περισσότερο ως μια άσκηση στο sound design. Λ.Γ. Διαβάστε εδώ και δείτε περισσότερα για το «2x3 Ασύμμετρο».
Χορεύοντας το Ονειρο του Γιώργου Μαντά
Θέλει αρετή και τόλμη να αποφασίσεις να κάνεις ένα μιούζικαλ με ελάχιστο μπάτζετ, γνωρίζοντας εκ των προτέρων πως αυτά που θα σε προδώσουν θα είναι πολλά περισσότερα από αυτά που θα πετύχεις. Ο Γιώργος Μαντάς όμως, έχοντας καταναλώσει και χωνέψει όλο το «Glee» και κάθε μιούζικαλ που ασχολείται με το ίδιο το μιούζικαλ, το επιχειρεί με κορώνες απελευθερωτικού queerness, εξώφθαλμη διάθεση για ψηλές νότες θετικής διάθεσης και με ένα δυο τραγούδια που θα μπορούσαν να έχουν και μια viral τύχη ανάμεσα σε φιλόδοξους εφήβους. Το δικό του «La La Land» απέχει από το Οσκαρ όσο και η ταινία του από το να θεωρηθεί κάτι παραπάνω από ένα άγουρο προσχέδιο, αλλά είναι δικό του και αυτό πρέπει να του αναγνωριστεί... σχεδόν τραγουδιστά. Μ.Κ. Διαβάστε εδώ και δείτε περισσότερα για το «Χορεύοντας το Ονειρο»
Η Τομή της Βαγγελιώς Σουμέλη
Μια μετανάστρια με την οποία τη συνδέουν στενοί δεσμοί, ζητάει επίμονα από τη χειρούργο Ελλη να κάνει μια δύσκολη επέμβαση στην κόρη της. Η Ελλη θα βασανιστεί για να αποφασίσει, θα αναμετρηθεί με τα πιστεύω της και θα προσπαθήσει να πάρει τελικά την σωστή απόφαση. Με μια θαρραλέα επιλογή θέματος που ξαφνιάζει, παρόλο που αποδεικνύεται ότι ο γενετήσιος ακρωτηριασμός είναι κάτι που τελικά συμβαίνει και δίπλα μας, και ένα ερμηνευτικό τρίο (Μαρία Ζορμπά, Μαμπέλ Μοσάνα, Δημήτρης Ξανθόπουλος) που ξέρει να διαβλέπει τις λεπτές συναισθηματικές ισορροπίες μιας διαπροσωπικής σύγκρουσης, η ταινία της Βαγγελιώς Σουμέλη είναι προκλητική για το μυαλό και το συναίσθημα, αλλά τελειώνει αδύναμα σε σχέση με την ένταση του μεσαίου της μέρους, παραμένοντας χαμηλότονη ακόμη και εκεί που θα έπρεπε να ανεβάσει τα ντεσιμπέλ του δράματος. Μ.Κ. Διαβάστε και δείτε περισσότερα για την «Τομή» εδώ.
Harvest in New Life του Αντώνη Κιτσίκη
Ενας πατέρας, ένα τσούρμο παιδιά, στήνονται μπροστά στην κάμερα και περιγράφουν τη ζωή τους στη... Νέα Ζωή στα Ανω Λιόσια, στον καταυλισμό των Ρομ. Πώς, καθημερινά, για να βγάζουν τα προς το ζην, ψάχνουν τα σκουπίδια της διπλανής χωματερής και ξεδιαλέγουν μέταλλα. Πώς, δίπλα στα σκουπίδια, ζουν σαν σκουπίδια κι εκείνοι. Ο Αντώνης Κιτσίκης κάνει ένα ντοκιμαντέρ κοινωνικής ευθύνης, παρουσιάζοντας ωστόσο ένα ζήτημα αιχμηρό αλλά ήδη γνωστό, χωρίς να του προσδίδει κάτι νέο, παρά μόνο την αμεσότητά του. Η, ομολογουμένως, εξαιρετική φωτογραφία, αλλά και τα πορτρέτα των ανθρώπων στο τέλος της ταινίας, δίνουν έναν τόνο χειριστικό, ή εγκωμιαστικό, σε μια πραγματικότητα ήδη ικανά δυνατή. Λ.Γ. Διαβάστε και δείτε περισσότερα εδώ για το «Harvest in New Life».
Symbiotic της Στεφανίας Γιαννίκου
Σ' ένα παγκάκι, στην άκρη της πόλης, ο ένας «επισκέπτης» διαδέχεται τον άλλο, καθώς οι διαφορετικοί τύποι Ελληνα αποδεικνύονται ο ένας πιο ρατσιστής από τον προηγούμενο. Επίκαιρη ιδέα, αλλά υλοποιημένη μ' ένα μονοδιάστατο εύρημα που, στην απλότητά του και στα συγκεκριμένα του όρια, καταλήγει λιγότερο πολιτικό και περισσότερο ηθικοπλαστικό. Λ.Γ. Διαβάστε και δείτε περισσότερα εδώ για το «Symbiotic».
Brazuca του Φαίδωνα Γκρέτσικου
Με σιγουριά στο βλέμμα, τα μέσα, το ρυθμό και τις εντάσεις, ο Φαίδωνας Γκρέτσικος φτιάχνει μια ταινία για τη μεγάλη περιπέτεια της καθημερινότητας έτσι όπως αυτή φαντάζει μεγαλύτερη και από τη ζωή στα μάτια του μικρού του ήρωα, κατά τη διάρκεια ενός καλοκαιρινού μουντιάλ και με αφορμή μια μπάλα που χάνεται ακριβώς τη στιγμή που τη χρειάζεται περισσότερο. Θα αρκούσε και μόνο η ζωντανή, ανεπιτήδευτη κινηματογράφηση της άκρης της πόλης, εν μέσω ενός θέρους που γεμίζει με τους ήχους από το ποδόσφαιρο που παίζει σε όλες τις τηλεοράσεις, για να σημειώσει κανείς ήδη τον δημιουργό του «Brazuca» ως μια υπογραφή που οφείλεις να θυμάσαι. Το γεγονός όμως ότι καταφέρνει να αποσπάσει μιας σπάνιας καθαρότητας ερμηνεία από τον 11χρονο Μπόικο Πασκάλεβ, κλείνοντας στο εκφραστικό πρόσωπό του και τα πρώιμα ξεσπάσματα της βίας που τον χαρακτηρίζουν όλες τις αναπόφευκτες ήττες μιας εκβιαστικής ενηλικίωσης, είναι από μόνο του το παραπάνω βήμα που προϊδεάζει για ακόμη περισσότερο ωραίο σινεμά στο μέλλον. Μ.Κ
Δυο Ζωές του Αντώνη Σαμουράκη
Βασανισμένος από μια ερωτική «απώλεια» ταξιτζής περιφέρεται σε μια... βρώμικη και σέξι Αθήνα αναζητώντας κάτι για να αναπληρώσει το κενό. Ή κάτι τέτοιο, αφού το φιλμ του Αντώνη Σαμουράκη διαπνέεται περισσότερο από μια διάθεση ενδοσκόπησης του ήρωά του, ο οποίος περιφέρεται σαν χαμένο κορμί αλλά διαθέτει και ένα κανονικό γυμνασμένο κορμί που τον κάνει να προσφέρεται και ως αντικείμενο του πόθου και φλερτάρει και μια κοπέλα που πουλάει καρπούζια στη λαϊκή και πηγαίνει και σε πονηρά clubs στο λιμάνι για ένα ποτό. Σε ρυθμούς απαγορευτικούς για ταινία μικρού μήκους, αισθητική που επιστρέφει στα 90s (ενώ κανείς δεν θα το ζητούσε ακόμη και να το ήθελε) και μια διάθεση να καταδειχτεί το σκοτάδι μιας πόλης που μπορεί να σε πνίξει από τη μοναξιά, οι δυο ζωές μοιάζουν πραγματικά πάρα πολλές για να μην αφαιρεθείς σε δικά σου προβλήματα ήδη από την πρώτη. Μ.Κ. Διαβάστε και δείτε περισσότερα για τις «Δύο Ζωές» εδώ.
Memento Mori του Ανδρέα Σαμαρά
Ενας άνδρας σηκώνει το τηλέφωνο. Μαθαίνει ότι ένας συνάδελφός του έχει πεθάνει. Ετοιμάζεται να πάει στην κηδεία. Δεν είναι καθόλου σίγουρος ποιος είναι ο άνθρωπος για τον οποίο θρηνεί και κάπως έτσι αφιερώνει το χρόνο του προκειμένου να ανακαλύψει την ταυτότητα του νεκρού. Και μαζί μια μικρή περιπέτεια που θα δώσει νόημα στη δική του άδεια ζωή. Σινεμά σκανδιναβικής ποπ αισθητικής και ευαισθησίας (κάπου εκεί στο σύμπαν του Ρόι Αντερσον) με εξαίρετο πρωταγωνιστή τη φιγούρα του Παναγιώτη Θανασούλη και λιτή εύστοχη κινηματογραφική ματιά, το οποίο όμως τραβάει σε μάκρος και σιωπή φτάνοντας αποδυναμωμένο στον μελαγχολικό κύκλο που κάνει με το φινάλε του. Μ.Κ. Διαβάστε και δείτε περισσότερα για το «Memento Mori»
Χάππυ Βαλεντάινς του Παντελή Χαπέσιη
Ανήμερα του Αγίου Βαλεντίνου, ένας νέος, κομψός άνδρας υποδέχεται σπίτι του το date του. Ολα πηγαίνουν κατ' ευχήν, εκτός από τους παράξενους ήχους στο κελάρι. Ή μήπως είναι κι αυτοί μέρος τής ψυχαγωγίας; Γρήγορο και χαριτωμένο ρομαντικό... θρίλερ, αλλά με προβλέψιμη έκβαση και κινηματογραφικό ύφος που δεν προσφέρει τίποτε νέο στο σινεμά του φανταστικού περασμένων δεκαετιών. Λ.Γ. Διαβάστε και δείτε περισσότερα για το «Χάππυ Βαλεντάινς»
Η Πτώση του Γιάννη Στεφανάκι
Ενας γυμνός άντρας πέφτει, ήρεμα, ειρηνικά, από τον ψηλότερο όροφο ενός πολυώροφου κτιρίου, δίνοντάς μας την ευκαιρία, στη διάρκεια τής πτώσης του, να κλέψουμε ματιές από τη ζωή των ανθρώπων των υπόλοιπων διαμερισμάτων. Ασπρόμαυρο animation, μεταξύ χαρτοκοπτικής και stop-motion, με έντονα εικαστικό και ευχάριστα ναΐφ χαρακτήρα. Μόνο που τελειώνει πριν καλά-καλά αρχίσει, πριν η «πτώση» μετουσιωθεί πραγματικά σε κάτι παραπάνω, αφήνοντάς μας με μια πρόγευση ενός πιάτου που δεν ήρθε ποτέ. Λ.Γ. Διαβάστε και δείτε περισσότερα για την «Πτώση»
Ιππόκαμπος του Θέμη Κατσιμίχα
Η παιδική αθωότητα, ο έρωτας της ωριμότητας, ο θάνατος. Τρεις σταθμοί στη ζωή ενός ζευγαριού εικονοποιούνται, ο καθένας με διαφορετική κινηματογραφική αισθητική. Εκτεινόμενο από το κάτι-σαν-Λιντς στο κάτι-σαν-Μάλικ, το φιλμ του Κατσιμίχα είναι φιλόδοξο αλλά προδίδεται από τις ίδιες τις προθέσεις του. Και παιχνίδια στο χρόνο και υπαρξιακές ανησυχίες και το σινεμά του φανταστικού και τρία σετ ηθοποιών σε δέκα λεπτά, χωρίς την αυστηρή δομή και, ίσως, την πείρα, που θα τα έκανε να συμπληρώσουν το ένα το άλλο, οδηγούν σ' ένα αποσπασματικό αφήγημα χωρίς την ουσία, ή τη δύναμη, που θα χρειαζόταν για να γίνει κατανοητό και να λειτουργήσει. Λ.Γ. Διαβάστε και δείτε περισσότερα για τον «Ιππόκαμπο»
La Soupe του Νίκου Σύννου
Δυο κότες τρώνε και κάνουν αυγά. Η μια αρρωσταίνει. Ο ιδιοκτήτης τους σφάζει την υγιή, για να φτιάξει σούπα για την ασθενή. Ενα ανέκδοτο-γνωμικό αποδεικνύεται πολύ λίγο για να στηρίξει σεναριακά μια (ακόμα και) μικρού μήκους ταινία, που κυλά για 11 λεπτά χωρίς ενδιαφέρον ουσίας. Κρίμα που δεν στηρίχτηκε σε κάτι πιο δυνατό, ένα φιλμ με εκπληκτικό γραφιστικό σχέδιο και καρέ-καρέ animation που, έστω και με τόσο επιγραμματική ιστορία, είναι χαρά για τα μάτια. Λ.Γ. Διαβάστε και δείτε περισσότερα για το «La Soupe»
Μαμά, Γύρισα του Δημήτρη Κατσιμίρη
Μια γυναίκα περπατάει βιαστικά για να προλάβει μια κηδεία που διαδραματίζεται στο βάθος. Η κάμερα την ακολουθεί νευρικά. Πλησιάζοντας στο πλήθος, μια ομάδα ανδρών τής ζητάει το λόγο για την παρουσία της εκεί, την χτυπούν και την αφήνουν αιμόφυρτη στο χώμα. Αυτή σηκώνεται, τους κοιτάει αγέρωχα. Είναι το σημείο που θα έπρεπε να ξεκινάει η ταινία του Δημήτρη Κατσιμίρη (πέρσι στη Δράμα με τα «Γενέθλια»), που με τη σιγουριά ενός σκηνοθέτη με θάρρος και άποψη θέτει το ζήτημα της διαφορετικότητας και της αποδοχής στο κέντρο ενός παράδοξου «ελληνικού» σκηνικού, όπως ένα νεκροταφείο. Ο ίδιος ωστόσο επιλέγει να τελειώσει την ταινία του εκεί, αφήνοντας το βλέμμα του θεατή πάνω στη δύναμη του σώματος και της αντοχής της πρωταγωνίστριάς του, τρανσέξουαλ Εύας Κουμαριανού, χάνοντας ωστόσο την ευκαιρία για ένα φιλμ που θα λειτουργούσε με πιο κινηματογραφικούς όρους και όχι με τους κώδικες ενός «περιστατικού» που, είναι αλήθεια, θα ακούσεις αρκετές φορές να έχει αναστατώσει την «τάξη και ασφάλεια» της αγίας ελληνικής επαρχίας. Μ.Κ. Διαβάστε και δείτε περισσότερα για το «Μαμά, Γύρισα».
View Master του Βασίλη Γουδέλη
Μια γυναίκα, φανερά κακοποιημένη βρίσκεται τρομαγμένη μέσα σε ένα αυτοκίνητο. Στο πίσω κάθισμα ένα παιδί. Από κάπου έχουν ξεφύγει, από κάπου πρέπει να γλιτώσουν. Σε αντίστιξη με το τρομαγμένο βλέμμα της μητέρας και το κινητό που χτυπάει υπενθυμίζοντας ότι ο εφιάλτης είναι ακόμη εδώ, το παιδί κρύβει τα μάτια του με ένα view master φέρνοντας όσο πιο κοντά στο βλέμμα του τις εικόνες μια ζωής πρότερης, ευτυχισμένης, φωτεινής, κινηματογραφικής. Ενα απλό στιγμιότυπο που αιωρείται στο χαμένο χρόνο ανάμεσα στην αθωότητα και τη βία αποτυπώνει εδώ ο Βασίλης Γουδέλης, ολοκληρώνοντας ωστόσο τη συναισθηματική διαδρομή την οποία ξεκινάει ρεαλιστικά με μια σειρά εντελώς ακατανόητων, γκροτέσκων και σχεδόν αστείων εικόνων γυμνών αντρών και γυναικών που μοιάζουν να έχουν έρθει από κάποια άλλη ταινία ή από κάποιο free association που δεν συναντάει ποτέ το θεατή. Μ.Κ. Διαβάστε εδώ και δείτε περισσότερα για το «View Master».
Μάνεκι Νέκο του Μανώλη Μαυρή
Ενα ζευγάρι ζει τη σχέση του σαν μέσα σε ένα όνειρο ή έναν εφιάλτη. Ή ένα θρίλερ αλά Ντέιβιντ Λιντς που φέρνει τον Μανώλη Μαυρή στην ικανή πλευρά μιας ατμόσφαιρας καλοφτιαγμένης και παραισθησιογόνας, αλλά και σε μια σύγχυση γύρω από το τι τελικά θέλει να είναι η ταινία του. Ενας γρίφος για το θεατή ή επιπλέον και ένας γρίφος για τους ήρωές του; Αν κάποιος από τους δύο δεν μπορεί να βρει τη λύση, το μόνο που μένει είναι ένας υπνωτιστικός ρυθμός, μικρές σκηνές όμορφου αινίγματος και ένας σκηνοθέτης που συνεχίζει να δοκιμάζει και να δοκιμάζεται περισσότερο πάνω στο στιλ και όχι απαραίτητα στην ουσία. Μ.Κ. Διαβάστε εδώ και δείτε περισσότερα για το «Μάνεκι Νέκο»
Διαβάστε ακόμη: