Οταν η Λιν Ράμσεϊ - τη συναντήσαμε στην Αθήνα το Σεπτέμβριο με αφορμή την πρώτη ελληνική προβολή του «Δεν Ησουν Ποτέ Εδώ» στις Νύχτες Πρεμιέρας - αρχίζει να μιλάει, δεν σταματάει. Μπορεί για λίγο να σκέφτεσαι τον εφιάλτη της απομαγνητοφώνησης - ειδικά όταν έχεις να αντιμετωπίσεις επιπλέον και τη βαριά σκοτσέζικη προφορά της - αλλά από την άλλη θες να συνεχίσεις να τη ρωτάς τα πάντα.
Για τις συνεργασίες της με την Σαμάνθα Μόρτον, την Τίλντα Σουίντον και τον Χοακίν Φίνιξ. Για το πώς έπεισε τον Τζόνι Γκρίνγουντ να της γράψει μουσική. Για τις μέρες στη Σαντορίνη όπου έγραψε το σενάριο. Και τις άλλες στις Κάννες που έφτασε με μισοτελειωμένη ταινία για να κερδίσει δύο βραβεία - εξ ημισείας το Βραβείο Σεναρίου με τους Γιώργο Λάνθιμο και Ευθύμη Φιλίππου για το «O Θάνατος του Ιερού Ελαφιού» και Ανδρικής Ερμηνείας για τον Φίνιξ. Για την ατυχή εμπειρία του «Jane Got a Gun» και το γουέστερν που μια μέρα θα κάνει. Για τα βραβεία που δεν πήρε ποτέ η «Τέλεια Ομορφιά» του Πάολο Σορεντίνο όταν η ίδια ήταν κριτής στο Φεστιβάλ Καννών. Για τη βία που γεννιέται υπόκωφα. Και την ανθρωπιά που πάντα βρίσκει τρόπο να τρυπώνει στα πράγματα.
Η Λιν Ράμσεϊ στα γυρίσματα του «Δεν Ησουν Ποτέ Εδώ»
Είναι αλήθεια ότι μοντάρατε ξανά την ταινία μετά την προβολή της στις Κάννες;
Δεν πρόκειται ακριβώς για νέο μοντάζ. Ποτέ δε σκόπευα να δείξω την ταινία μου στις Κάννες, πόσο μάλλον στο διαγωνιστικό τμήμα, αλλά ήταν πρόταση των Γάλλων χρηματοδοτών της ταινίας. Οταν έδειξαν ένα πρώτο δείγμα στον Τιερί (σ.σ. Φρεμό, καλλιτεχνικό διευθυντή του Φεστιβάλ των Καννών), αυτός ξετρελάθηκε και είπε πως θέλει οπωσδήποτε την ταινία στο 70ό Φεστιβάλ. Οταν μου είπαν οι παραγωγοί ότι πρέπει να βρεθούμε εκτάκτως στο Λονδίνο, τρομοκρατήθηκα γιατί νόμιζα πως κάτι δεν πάει καλά (γέλια) και όταν μου ανακοίνωσαν ότι οι Κάννες ενδιαφέρονται για την ταινία μου, πανικοβλήθηκα γιατί ήμασταν ακόμα στο post production, δε γνωρίζαμε ακόμα αν η ταινία θα είναι εγκαίρως έτοιμη, έπρεπε να κάνουμε ακόμα μερικά γυρίσματα με τον Χοακίν, που είχε το δικό του φορτωμένο πρόγραμμα, ήταν για μένα μια τρελή περίοδος, γυρισμάτων, μοντάζ, μιξαρίσματος, ακόμα δεν ξέρω πώς κατάφερα σε τόσο σύντομο διάστημα να προλάβω την προβολή στις Κάννες, η οποία έγινε την τελευταία μέρα του Διαγωνιστικού γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο. Αλλά τελικά όλα πήγαν καλά κι οι διανομείς ενθουσιάστηκαν (γέλια), αλλά αισθανόμουν ότι έπρεπε να επεξεργαστώ λίγο περισσότερο την ταινία, να τη ραφινάρω σε ορισμένα σημεία, ειδικά στον ηχητικό σχεδιασμό και στη μουσική.
Αναφέρατε τη μουσική, οπότε πείτε μου για την επιλογή του Τζόνι Γκρίνγουντ στη σύνθεση του σάουντρακ.
Είχα συνεργαστεί με τον Τζόνι και στο «Πρέπει να μιλήσουμε για τον Κέβιν», αλλά εκεί η μουσική του ήταν περισσότερο ηχητικά τοπία που προσέδιδαν περισσότερες στρώσεις ατμόσφαιρας, παρά score με την αυστηρή έννοια. Αυτή τη φορά ήθελα να υπάρχει μουσική, η οποία μάλιστα να έχει γραφτεί πριν την ταινία. Στην αρχή ο Τζόνι ήταν διστακτικός, γιατί είχε περιοδεία με τους Radiohead και την ταινία του Πολ Τόμας Αντερσον, την «Αόρατη Κλωστή». Υποθέτω πως τον ζόρισα αρκετά μέχρι να πει τελικά το ναι. Λόγω της πυρετώδους κι επεισοδιακής προετοιμασίας της ταινίας, του έστελνα τμηματικά αποσπάσματα και τελικά η μουσική έγινε χαρακτήρας της ταινίας, έδωσε νόημα και διαστάσεις σε όσα συμβαίνουν. Δεν υπήρχε μεγάλο budget, αλλά είμαι περήφανη για τη δουλειά που έκανε ο Τζόνι. Συνεισέφερε τα μέγιστα στη δημιουργία της ταινίας.
Οι τρεις τελευταίες ταινίες σας βασίζονται σε μυθιστορήματα. Τι σας ελκύει στις σεναριακές διασκευές;
Μπορεί οι τρεις τελευταίες ταινίες μου να βασίζονται σε βιβλία, αλλά πρόκειται για τρία τελείως διαφορετικά βιβλία και τρεις διαφορετικές ταινίες. Κάθε σεναριακή διασκευή είναι μια απόσταξη του βιβλίου, με βάση τα στοιχεία στα οποία δίνω εγώ έμφαση, σε αντίθεση με το πρωτότυπα σενάριο που είναι η δημιουργία ενός κόσμου από την αρχή. Είναι πολύ ενδιαφέρον που στις Κάννες φέτος βραβεύτηκα μαζί με τον Γιώργο Λάνθιμο για τα σενάρια των ταινιών μας και αναγνωρίστηκαν έτσι δύο διαφορετικές προσεγγίσεις στην αφήγηση μιας ιστορίας. Πολλοί πιστεύουν ότι μια ταινία που δεν έχει πολλούς διαλόγους, όπως το «Δεν ήσουν Ποτέ Εδώ, δεν απαιτεί πολλή προετοιμασία, η συγγραφή ενός σεναρίου όμως, ακόμα κι αν βασίζεται σε άλλο έργο θέλει προσπάθεια, γιατί πρέπει να καταγράψεις το κλίμα και την ατμόσφαιρα, να πλάσεις χαρακτήρες ακόμα κι αν είναι λιγομίλητοι, όπως ο Χοακίν. (γέλια) Ενας δεύτερος λόγος που χάρηκα που βραβεύτηκα μαζί με τον Γιώργο, το έργο του οποίου θαυμάζω απεριόριστα, είναι γιατί έγραψα το σενάριο του «Δεν ήσουν Ποτέ Εδώ» στην Σαντορίνη.
Αυτή θα ήταν η επόμενη ερώτηση μου. Διάβασα ότι γράψατε το σενάριο της ταινίας στη Σαντορίνη και ήθελα να σας ρωτήσω αν σας επηρέασε καθόλου το τοπίο στη συγγραφή.
Hταν κατά τη διάρκεια του χειμώνα κι έμενα στην Οία, οπότε δεν ήταν καθόλου τουριστικά. Είχα μια υπέροχη θέα στο ηφαίστειο κι έπαιζα σκάκι με τους ντόπιους.
Τώρα που το σκέφτομαι η ταινία σας μοιάζει με ηφαίστειο (γελάει). Είναι σαν το χρονικό μιας έκρηξης που περιμένουμε πότε θα συμβεί. Συμβάλλει σ΄ αυτό κι η βραδυφλεγής ερμηνεία του Χοακίν Φίνιξ.
Σίγουρα αισθανόμασταν έτσι στα γυρίσματα. Έκανε αφόρητη ζέστη στη Νέα Υόρκη εκείνο το καλοκαίρι, ο κόσμος λιποθυμούσε κι η ατμόσφαιρα ήταν ηλεκτρισμένη. Η ένταση των γυρισμάτων πέρασε τελικά στην ταινία.
Ο Χοακίν Φίνιξ ήταν η αρχική μου επιλογή κι έγραψα το σενάριο μ’ αυτόν στο μυαλό μου. Στη Σαντορίνη, όπου και έγραψα το σενάριο, τον είχα κάνει screen saver στο λαπτοπ πριν γράψω την πρώτη λέξη. (γέλια) Οι παραγωγοί και οι συνεργάτες μου μού πρότειναν κι άλλους ηθοποιούς, αλλά πάντα τον Χοακίν είχα στο μυαλό μου. Πίστευα και πιστεύω πως είναι ο μόνος που μπορούσε να δώσει στο ρόλο μια κρυφή ευαισθησία, να τον κάνει τρωτό κι ευάλωτο κάτω από το σκληρό προσωπείο. O Χοακίν προσέδωσε ανθρωπιά στην ταινία.
Ηταν εύκολος στη συνεργασία;
Μου είχαν πει ότι είναι κλειστός κι εσωστρεφής, αλλά αποδείχτηκε υπέροχος. Καταρχάς ερχόταν πολύ νωρίς στο γύρισμα κι αυτό με εξέπληξε (γέλια) και με έπιασε και λίγο απροετοίμαστη γιατί δεν ήξερα πώς θα περάσω τόσο χρόνο μαζί του. (γέλια) Τελικά, όμως, όχι μόνο ήταν συνεργάσιμος αλλά βοήθησε πολύ στην εξέλιξη της ταινίας και στην επιλογή των τοποθεσιών για τα γυρίσματα, συμμετείχε στα πάντα και πήραμε μαζί όλες τις αποφάσεις για τον χαρακτήρα του. Ηταν απρόβλεπτος και πολλές φορές πήγαινε τον χαρακτήρα σε μέρη που δεν μπορούσα να φανταστώ, αλλά ήμουν εκεί και τραβούσα κάθε πτυχή της ερμηνείας του. Ηταν συναρπαστικό γιατί στο τέλος είχα πολλές διαφορετικές σκηνές με τις οποίες μπορούσα να πειραματιστώ. Σε άλλες ήταν πιο αστείος, σε άλλες πιο τρομακτικός, μου έδωσε απεριόριστες δυνατότητες να οδηγήσω την ταινία όπου ήθελα. Δεν κάναμε πολλές πρόβες, απλώς μιλούσαμε για τον χαρακτήρα και βουτούσε μετά κατευθείαν μέσα του. Μου θύμισε πολύ τη Σαμάνθα Μόρτον (σ.σ. πρωταγωνίστρια στο «Morvern Callar») που έκανε ακριβώς το ίδιο. Πολλές φορές αμφισβητούσε τα πάντα και μου έκανε τη δουλειά δύσκολη, αλλά όταν τελείωσαν τα γυρίσματα άρχισε να μου λείπει. (γέλια) Χάρηκα πολύ για τη βράβευσή του στις Κάννες, γιατί δεν το περίμενα.
Αναφέρατε την Σαμάνθα Μόρτον, η οποία, κατά τη γνώμη μου, δίνει στο «Morvern Callar» όχι μόνο την καλύτερη ερμηνεία της καριέρας της, αλλά και μια από τις πιο αγαπημένες μου γυναικείες ερμηνείες. Μιλήστε μου λίγο για τη συνεργασία μαζί της, αλλά και για τη συνεργασία σας με την Τίλντα Σουίντον στο «Πρέπει να Μιλήσουμε για τον Κέβιν».
Η Τίλντα είναι ο πιο κουλ άνθρωπος που έχω γνωρίσει ποτέ! Κάποιες φορές συναντάς και συνεργάζεσαι με τους κατάλληλους ανθρώπους την κατάλληλη στιγμή και γίνονται όλα ιδανικά. Βέβαια στην αρχή είναι πολύ επιβλητική και κάπως τρομακτική, έχει κάτι σεξπιρικό επάνω της (γέλια) ή μάλλον κάτι εξωγήινο. Ήθελε να συνεργαστεί μαζί μου κι έχει τον τρόπο της να σε πείθει, αν και δε χρειαζόταν ιδιαίτερη πειθώ για να γίνει αυτό. Το ίδιο και με τη Σαμάνθα, δέκα λεπτά μαζί της ήταν αρκετά για να καταλάβω πως ήταν ιδανική για το ρόλο. Νομίζω πώς ήμουν τυχερή σε όλες τις επιλογές των ηθοποιών μου. Από τον Χοακίν μέχρι τον Έζρα Μίλερ, που γνώρισα όταν ήταν 15 ετών κι ήξερα από την αρχή πως αυτός είναι ο Κέβιν.
Είστε αυστηρή στα γυρίσματα; Επιτρέπετε τον αυτοσχεδιασμό;
Μου αρέσει πολύ να συζητώ με τον κάθε ηθοποιό ξεχωριστά για το ρόλο του, αλλά δεν κάνω εξαντλτικές πρόβες. Κάθε ένας είναι ξεχωριστή περίπτωση, αλλά επειδή είμαστε όλοι μαζί συνοδοιπόροι για τις ανάγκες της ίδιας ταινίας, προσπαθώ να τος κάνω να συμμετέχουν στα γυρίσματα όσο το συνατό περισσότερο. Έχω συνεργαστεί με επαγγελματίες και μη επαγγελματίες ηθοποιούς, αλλά συμπεριλαμβάνω τους πάντες στη δημιουργική διαδικασία. Με τον Χοακίν συζητήσαμε τα πάντα: από τις ουλές στο σώμα του μέχρι ποιές αλλαγές θα κάνουμε στον χαρακτήρα του βιβλίου, ποια στοιχεία του θα κρατήσουμε επειδή ταίριαζαν στο κλίμα της ταινίας και ποιά θα πετάξουμε.
Στα γυρίσματα με τον Χοακίν Φίνιξ και τη μικρή Εκατερίνα Σαμσόνοφ
Πιστεύετε πως υπάρχει κάτι που συνδέει τις τέσσερις μεγάλου μήκους ταινίες σας;
Νομίζω πως εσείς είστε πιο αρμόδιος να το κρίνετε αυτό. (γέλια) Πάντως είναι ενδιαφέρον, γιατί στο Φεστιβάλ του Σαν Σεμπαστιάν,όπου ήμουν πριν έρθω στην Αθήνα, μου είπαν ότι όλες μου οι ταινίες αφορούν τα τραύματα της παιδικής ηλικίας κι ομολογώ πως δεν το είχα σκεφτεί ποτέ έτσι. Θέλω κάθε ταινία μου να είναι διαφορετική, δε μου αρέσει να επαναλαμβάνομαι και προσπαθώ να προκαλώ τον εαυτό μου. Λατρεύω το κινηματογραφικό μέσο, αλλά η αδυναμία μου είναι να δημιουργώ ήχους. Τους θεωρώ σημαντικότερους από τις εικόνες και συνεργάζομαι πάντα με την ίδα ομάδα ηχοληπτών. Η δημιουργία μιας ταινίας για μένα είναι η δημιουργία ενός ηχητικού σύμπαντος, στο οποίο μπλέκονται οι ήχοι, η μουσική και οι σιωπές.
Αυτό που βρήκα πολύ ενδιαφέρον στην ταινία είναι το πως επαναπροσδιορίζει την ανδρική ταυτότητα. Γίνεται μεγάλη συζήτηση το τελευταίο διάστημα για τη θηλυκή ματιά στον κινηματογράφο που αλλάζει το πατριαρχικό μοντέλο. Πιστεύετε πως αυτό είναι ένα νέο είδος φεμινισμού;
Αυτά είναι δική σας δουλειά να τα αναλύσετε (γέλια), εγώ θα μιλήσω μόνο για την κινηματογραφική μου προσέγγιση στην ιστορία. Νομίζω πως σε ένα πρώτο επίπεδο ήθελα απλά να γυρίσω μια ταινία με διαφορετικές σκηνές δράσης από αυτές που έχω δει χιλιάδες φορές και οι οποίες παρουσιάζουν διαρκώς το ίδιο μοντέλο του κυρίαρχου αρσενικού. Επίσης, δεν ήθελα να απεικονίσω τη βία, αλλά να την υπονοήσω. Ζούμε στην εποχή του προφανούς κι όταν αφήνεις κάτι στη φαντασία, αυτό αποκτά μεγαλύτερη επιρροή κι επιδραστικότητα. Μου είπαν ότι η ταινία μου είναι πολύ τρομακτική, ακριβώς γιατί δεν απεικονίζει τον τρόμο. Ήταν μια πρόκληση για μένα, γιατί πολλοί σκηνοθέτες χορογραφούν τη βία, εγώ, ομως, ήθελα να την απεικονίσω υπαινικτικά. Δε νομίζω πως έκανα κάτι πρωτότυπο, ο βωβός κινηματογραφος τα είχε κάνει όλα αυτά πολύ πριν από εμένα. Αλλά με βοήθησε πολύ ο Χοακίν με την ερμηνεία του να δημιουργήσω αυτό το κλίμα.
Ζούμε στην εποχή του προφανούς κι όταν αφήνεις κάτι στη φαντασία, αυτό αποκτά μεγαλύτερη επιρροή κι επιδραστικότητα. Μου είπαν ότι η ταινία μου είναι πολύ τρομακτική, ακριβώς γιατί δεν απεικονίζει τον τρόμο. Ήταν μια πρόκληση για μένα, γιατί πολλοί σκηνοθέτες χορογραφούν τη βία, εγώ, ομως, ήθελα να την απεικονίσω υπαινικτικά. Δε νομίζω πως έκανα κάτι πρωτότυπο, ο βωβός κινηματογραφος τα είχε κάνει όλα αυτά πολύ πριν από εμένα.
Θα σκηνοθετούσατε μια μεγάλη χολιγουντιανή παραγωγή; Ή κάτι υπερηρωικό, όπως έκανε η Πάτι Τζένκινς με τη «Wonder Woman»;
H αλήθεια είναι ότι ενθουσιάστηκα με το σχεδιασμό των σκηνών δράσης. Ολη αυτή η προσπάθεια να βρούμε μαζί με τον Διευθυντή Φωτογραφίας όχι μόνο τις σωστές τοποθεσίες, αλλά και τις ιδανικές γωνίες λήψης ήταν πρωτόγνωρη για μένα, ειδικά σε σκηνές όπως στην επίθεση στο ξενοδοχείο, στην οποία χρησιμοποιήσαμε και πλάνα από κάμερες παρακολούθησης για να δημιουργήσουμε ένα κλίμα περισσότερου σασπένς. Δεν ξέρω κατά πόσο θα με ενδιέφερε να το κάνω σε πολύ μεγαλύτερη κλίμακα, αλλά ποιός ξέρει, αν παρουσιαστεί η κατάλληλη ευκαιρία, ίσως το κάνω.
Η προηγούμενη απόπειρά σας να γυρίσετε μια mainstream χολιγουντιανή παραγωγή, το «Jane Got A Gun» με την Νάταλι Πόρτμαν ναυάγησε άδοξα και τελικά η ταινία πέρασε στα χέρια άλλου σκηνοθέτη. Μιλήστε μας λίγο γι’ αυτό.
Είχα κάνει όλες τις προετοιμασίες για το σκηνοθετήσω, ήμουν μάλιστα πολύ ενθουσιασμένη για το πρότζεκτ, αλλά από πολύ νωρίς φάνηκε ότι οι παραγωγοί είχαν τελικά άλλη ταινία στο μυαλό τους κι αναγκάστηκα να αποχωρήσω. Ακόμα και το σενάριο πάνω στο οποίο δούλευα άλλαξαν. Κι αυτό είναι κάπως λυπηρό γιατί είχαν γίνει τα πρώτα δοκιμαστικά, είχα σχεδιάσει τα ρούχα, είχα γενικά μια ξεκάθαρη ιδέα πώς θα είναι η ταινία κι είχα ένα πολύ καλό συνεργείο για να την πραγματοποιήσω. Δεν είδα ποτέ την ταινία που τελικά γυρίστηκε, αλλά θα γυρίσω κάποια στιγμή το δικό μου γουέστερν!
Εχετε διατελέσει μέλος της κριτικής επιτροπής στις Κάννες και στη Βενετία. Ποιά είναι η διαφορά ανάμεσα στο να κρίνεις και να κρίνεσαι;
Φέτος που η ταινία μου προστέθηκε την τελευταία στιγμή στο διαγωνιστικό και μάλιστα την τελευταία μέρα, δεν ένιωσα αγωνία ή άγχος γιατί δεν πρόλαβα. (γέλια) Για όσες ταινίες προβάλλονται την τελευταία μέρα, το κακό είναι ότι συνήθως η κριτική επιτροπή συνήθως έχει ήδη αποφασίσει για τα μεγάλα βραβεία, από την άλλη όμως υπάρχει πάντα το ενδεχόμενο μιας μεγάλης έκπληξης. Η πρεμιέρα της ταινίας μου απείχε μόλις μια μέρα από την απονομή των βραβείων, οπότε δεν είχα χρόνο να συνειδητοποιήσω τι γίνεται. Ως μέλος της κριτικής επιτροπής τα πράγματα ήταν πολύ πιο χαλαρά, μου άρεσε πολύ που συμμετείχα, ειδικά στις Κάννες, τη χρονιά μάλιστα που πρόεδρος της επιτροπής ήταν ο Στίβεν Σπίλμπεργκ, ο οποίος είναι μεγάλος γνώστης του σινεμά.
Αρα σας αρέσει να μιλάτε και να ανταλλάσσετε απόψεις για τις ταινίες;
Το λατρεύω. Στις Κάννες εκείνη τη χρονιά προσπαθούσα να πείσω του πάντες να ψηφίσουν τη «Μεγάλη Ομορφιά» του Πάολο Σορεντίνο, αλλά τελικά δεν πήρε κανένα βραβείο. Πίστευα ότι έπρεπε να κερδίσει κάτι. Αν όχι η ταινία, τουλάχιστον ο Τόνι Σερβίλο. Αλλά μόνο εγώ κι η Νικόλ Κίντμαν, που ήταν κι αυτή στην επιτροπή, υποστηρίζαμε την ταινία. Το παλέψαμε πάντως κι έγινε ένας μεγάλος διάλογος, για τον οποίο δεν κάνει να σου πω περισσότερα. (γέλια) Προσπαθείς να είσαι δίκαιος όταν είσαι σε μια επιτροπή, αλλά τα πράγματα είναι πάντα κάπως περίεργα.
Η Λιν Ράμσεϊ στα γυρίσματα του «Δεν Ησουν Ποτέ Εδώ»
Είχατε φανταστεί όταν γυρίσατε το «Ratcatcher» την καριέρα που θα ακολουθούσε;
Είχα τελειώσει τη σχολή κι είχα γυρίσει μερικές μικρού μήκους ταινίες κι ήταν όλα περίεργα στο γύρισμα, γιατί κανείς στο συνεργείο μου δεν είχε κάνει ποτέ μια μεγάλου μήκους ταινία. Υπήρχε ένα ανάμεικτο κλίμα ενθουσιασμού, περιέργειας και φόβου. Θυμάμαι ότι έβρεχε συνεχώς κι ότι όλοι με κοιτούσαν κάπως παράξενα, επειδή ήμουν η σκηνοθέτης. Αλλά ήταν όλοι τους εξαιρετικοί, ειδικά τα παιδιά, τα οποία έχουν τον τρόπο να κάνουν διασκεδαστικές ακόμα και τις πιο δύσκολες και σκοτεινές σκηνες.
Αισθάνεστε ακόμα ρομαντικά για τις ταινίες;
Ναι, σίγουρα. Λατρεύω τον κινηματογράφο και μου αρέσουν οι δημιουργοί που πηγαίνουν τη φόρμα ένα βημα παραπέρα, όπως κάνει ο Γιώργος (σ.σ. Λάνθιμος) για παράδειγμα, με έναν τρόπο ολότελα διαφορετικό από το δικό μου, όσοι πειραματίζονται με την εικόνα και τον ήχο και δημιουργούν κάτι καινούργιο, όχι τόσο φανερά, αλλά υποσυνείδητα. Θέλω να σκηνοθετήσω πολλά πράγματα ακόμα.
Ανάμεσα στις ταινίες σας, ωστόσο, μεσολαβούν μεγάλα διαστήματα. Είναι αυτό κάτι που το χρειάζεστε ως μέρος της δημιουργικής διαδικασίας ή απλά έτυχε; Θα περιμένουμε άλλα πέντε χρόνια για την επόμενη ταινία σας;
Δεν θέλω να κάνω τόσο μεγάλα διαλείμματα. (γελάει) Αυτή την περίοδο είμαι πολύ χαρούμενη και θέλω να συνεχίσω να δουλεύω. Μετά τον «Κέβιν», προέκυψε η περιπέτεια με το «Jane Got A Gun» και στο μεσοδιάστημα γέννησα. Η αλήθεια είναι ότι δουλεύω πολύ γρήγορα στα γυρίσματα. Τα γυρίσματα του «Κέβιν» κράτησαν μόλις τριάντα μέρες και τώρα η ταινία με τον Χοακίν κύλησε πολύ γρήγορα. Είμαι τόσο έτοιμη για κάτι καινούργιο, αλλά περιμένω να μου έρθει το καταλληλο υλικό. Ίσως πρέπει να ταξιδέψω πάλι σε κάποιο ελληνικό νησί και να ξεκινήσω να γράφω το σενάριο. (γέλια) Ισως υπάρχει κάτι στα σκαριά με τον Κέισι Αφλεκ. Είναι φανταστικός και πολύ φίλος με τον Χοακίν. Εχω και μια ιδέα για να γυρίσω κάτι στην Ελλάδα. Είναι πολύ νωρίς βέβαια, αλλά μου αρέσει τόσο πολύ εδώ που θα ήθελα η επόμενη ταινία μου να έχει σκηνές από τα νησιά και την Ελλάδα.
Μόλις μου δώσατε τον κατάλληλο επίλογο γι’ αυτή τη συνέντευξη και τον πιθανό τίτλο της. Σας ευχαριστώ πολύ.
Εγώ ευχαριστώ. Ελπίζω να τα ξαναπούμε. Τώρα που τελείωσε η συνέντευξη θέλω να μου προτείνετε σε ποιά νησιά της Ελλάδας να πάω. (γέλια)