Η Σόγιερ Βαλεντίνι της Κλερ Φόι μόλις μετακόμισε από την Βοστόνη στην Πενσιλβάνια για να κάνει μια νέα αρχή. Τα πράγματα δεν είναι εύκολα, οι ρυθμοί είναι απαιτητικοί και οι αγαπημένοι της άνθρωποι βρίσκονται μακριά, γεγονός που κάνει ακόμα πιο έντονες τις καθημερινές δυσκολίες. Οταν όμως βρεθεί – ενάντια στη θέλησή της – κλεισμένη σε μία ψυχιατρική κλινική, η Σόγιερ θα αναγκαστεί να καταφύγει σε όσα τελευταία αποθέματα δυνάμεων διαθέτει για να αντιμετωπίσει μετωπικά τον χειρότερό της φόβο και να αποδείξει πέραν κάθε αμφιβολίας πως τίποτα από όσο την κυνηγούν δεν είναι προϊόν της φαντασίας.
Με άλλα λόγια, το «Unsane» του Στίβεν Σόντερμπεργκ είναι ουσιαστικά ένα genre φιλμ όπου ο ψυχολογικός τρόμος παντρεύεται με το pulp, μία αφήγηση όπου η «Φωλιά του Κούκου» συνορεύει με το «Shock Corridor» και μια ταινία που εμπνέεται όσον αφορά την ατμόσφαιρα από την «Αποστροφή» για να προσγειωθεί απρόσμενα αλλά με σαφήνεια στην εποχή του #MeToo, δίπλα σε όλες εκείνες τις μαρτυρίες που αμφισβητήθηκαν ακριβώς επειδή προέχονταν από γυναίκες.
Εξάλλου, στην ουσία του, το «Unsane» είναι μια ιστορία γυναικείας χειραφέτησης και ενδυνάμωσης, γεγονός που επιτρέπει στην αφήγηση να απομακρυνθεί από την συμβατική προσέγγιση ενός αναξιόπιστου αφηγητή και να αναχθεί σε κάτι περισσότερο κρίσιμο και επίκαιρο, χωρίς να χάνει όμως ποτέ την pulp, ακόμα και camp, επίστρωσή του.
Η Σόγιερ της Κλερ Φόι είναι ένας χαρακτήρας που όχι απλά χρειάζεται να αγωνιστεί για την επιβίωση της ακεραιότητάς του αλλά επιβάλλεται επιπλέον να πείσει τον περίγυρό του ότι υπάρχει όντως λόγος για αυτόν τον αγώνα, αντιμετωπίζοντας την αμφισβήτηση και σπάζοντας τις κοινωνικές οργανωτικές συμβάσεις. Πρέπει να αντιμετωπίσει την γραφειοκρατία, το ανδρικό βλέμμα, την φετιχοποίηση, την κάθε είδους αμφισβήτηση της ακεραιότητάς της. Πίσω από την υπερβολή της περιπέτειάς της, οι αναγωγές στην – συχνά εξίσου σκληρή – πραγματικότητα δεν προβάλλουν ιδιαίτερα υπερβολικές. Το «Unsane» είναι ξεκάθαρα προϊόν φαντασίας, ο τρόπος όμως με τον οποίο ακουμπά στην πραγματικότητα το κάνει αυτόματα πολύ πιο τρομακτικό.
Ο Σόντερμπεργκ γνωρίζει πότε να αυξήσει την ένταση, πότε να πλησιάσει ασφυκτικά κοντά την πρωταγωνίστριά του, πότε να χρησιμοποιήσει μπλε ή κόκκινα φίλτρα για να προσδώσει μια απόκοσμη, συναισθηματική απόδοση της οπτικής της Σόγιερ του και πώς να αξιοποιήσει υπέρ του την υφή της κινηματογράφησης που του προσφέρει το iPhone για να δημιουργήσει μια άγρια όψη, αρκούντως παραμορφωτική και τραχιά. Το «Unsane», κατά δικές του δηλώσεις, ήταν ένα απελευθερωτικό πείραμα και αυτό είναι όντως εμφανές σε όλη σχεδόν τη διάρκεια της ταινίας, της οποίας ο βαθμός ελευθερίας (και παρεμπιπτόντως και το budget) αγγίζει τα επίπεδα του «Σεξ, Ψέματα και Βιντεοταινίες» αλλά σε μία τελείως διαφορετική εποχή.
Σε αυτό το κλίμα, η Κλερ Φόι αποδεικνύεται μια μόνιμη πηγή ενέργειας, γεμάτη ορμή, πυγμή αλλά και τραύματα, με ματιά που συνεχώς επεξεργάζεται ό,τι συμβαίνει γύρω της και κινήσεις που αποκαλύπτουν τόσο τη δύναμη όσο και τις αδυναμίες της Σόγιερ της. Χωρίς εκείνη, το «Unsane» θα ήταν μια τελείως διαφορετική ταινία, ενδεχομένως εξίσου έντονη αλλά δύσκολα το ίδιο συναισθηματικά άμεση.
Το κακό βέβαια είναι ότι ο Σόντερμπεργκ βιάζεται να αφαιρέσει την αμφισημία από την αφήγηση οπότε αναγκαστικά, αυτό με το οποίο ξεμένει στην πορεία είναι μόνο οι υπερβολές του genre του. Ωστόσο, ως αντιστάθμισμα, ο Σόντερμπεργκ δε φοβάται να καταφύγει σε υπερβολές, να ανεβάσει την ένταση στο τέρμα, να χρησιμοποιήσει δημιουργικά τα κλισέ του είδους και να αγκαλιάσει όλη την pulp επίστρωση της ιστορίας δίχως ημίμετρα ή ενδοιασμούς. Το «Unsane» του σπάνια κατεβάζει το πόδι από το γκάζι, φροντίζοντας (ειδικά πλησιάζοντας στο φινάλε) να παίρνει επικίνδυνα τις στροφές και να φλερτάρει επίφοβα με όλες τις παγίδες του genre, δημιουργώντας τελικά μια άκρως διασκεδαστική εμπειρία που προσφέρει συνεχώς αιτίες για συνειρμούς με την επικαιρότητα.
Το να περιμένει λοιπόν κανείς τον λεπτό χειρισμό των θεματικών μέσα σε αυτό το πλαίσιο, μάλλον θα ήταν άτοπο. Ο Σόντερμπεργκ ουσιαστικά κραυγάζει όσα θέλει και θυσιάζει κάθε διακριτικότητα μέσω της ηθελημένης μεγέθυνσης των καταστάσεων, όμως οι προθέσεις του είναι εξαιρετικά καλοδεχούμενες, ειδικά όταν οι προβληματισμοί του αποδεικνύονται τόσο θεματικά σύγχρονοι και επιτακτικοί. Εξάλλου δεν μπορεί να περιμένει κανείς από έναν οδοστρωτήρα να ισοπεδώσει τα πάντα με λεπτότητα.
Περισσότερες κριτικές από την Berlinale 2018
- Berlinale 2018: To «Isle of Dogs» του Γουές Αντερσον είναι μια δήλωση αγάπης. Κι όχι μόνο υπέρ των σκύλων
- Berlinale 2018: Το «Black 47» χτίζει ένα βίαιο «γουέστερν» πάνω σε μια σκοτεινή σελίδα της ιρλανδικής ιστορίας
- Berlinale 2018: Μελόδραμα σε φθηνή έκδοση το «The Bookshop» της Ιζαμπέλ Κοσέτ
- Berlinale 2018: Ο Ρούπερτ Εβερετ συναντά νομοτελειακά τον Οσκαρ Γουάιλντ στον «Ευτυχισμένο Πρίγκιπα»
- Berlinale 2018: Οι «Κληρονόμοι» από την Παραγουάη είναι η έκπληξη που ελπίζαμε να δούμε
- Berlinale 2018: To «Central Airport THF» του Καρίμ Αϊνούζ, κοιτάζει με ψύχραιμη ματιά την προσφυγική κρίση
- Berlinale 2018: Ούτε «το μικρό μου πόνι στην Αγρια Δύση» δεν περιγράφει το ασυνάρτητο «Damsel»
- Berlinale 2018: O Κρίστιαν Πέτσολντ μιλά για τον πόλεμο, τον έρωτα και τον άνθρωπο στο «Transit»
- Berlinale 2018: Στο «Madeline’s Madeline», η Τζόζεφιν Ντέκερ φλερτάρει με την ανακάλυψη μιας νέας αφηγηματικής φόρμας
- Berlinale 2018: Το «Obscuro Barroco» της Ευαγγελίας Κρανιώτη είναι μια φιλμική εμπειρία
- Berlinale 2018: Η «Eva» του Μπενουά Ζακό είναι ένα νουάρ που δεν σκοτεινιάζει ποτέ
- Berlinale 2018: η «Προσευχή» του Σεντρίκ Καν δεν εισακούεται
- Berlinale 2018: Το «Figlia Mia» πλησιάζει, αλλά δεν φτάνει το ντεμπούτο τής Λάουρα Μπισπούρι
- Berlinale 2018: To «The Real Estate» είναι ένα κοινωνικό σχόλιο με την λεπτότητα οπλοπολυβόλου
- Berlinale 2018: To «Human, Space, Time and Human» δεν είναι μόνο η χειρότερη ταινία του Κιμ Κι-ντουκ, αλλά και μια πολύ κακή ταινία
- Berlinale 2018: Το «Season of the Devil» του Λαβ Ντίαζ είναι η κορύφωση της «Lav Lav Land»
- Berlinale 2018: To «Utøya 22. juli» είναι η ταινία που δίχασε το φεστιβάλ
- Berlinale 2018: «Don't Worry, He Won't Get Far on Foot», Γκας Βαν Σαντ, τετραπληγία και καλή καρδιά
- Berlinale 2018: «3 Μέρες στο Κιμπερόν» ή «Η Ρόμι Σνάιντερ Φωτογραφιζόταν Υπέροχα»
- Berlinale 2018: Στο «Pigs» ο σαρκασμός περισσεύει αλλά η ενέργεια δεν επαρκεί μέχρι το τέλος.
- Berlinale 2018: Τρεις ώρες μετά, η φιλοσοφία του τίποτα στο «Το Ονομα του Αδερφού μου είναι Ρόμπερτ και είναι Χαζός»