Φεστιβάλ / Βραβεία

66o Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης: Μέρα 9η με βροχή από ταινίες...

of 10

Βροχερό Σάββατο στη Θεσσαλονίκη με αίθουσες να γεμίζουν και τις συζητήσεις να μονοπωλούν οι ταινίες που ξεχώρισαν.

Flix Team
66o Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης: Μέρα 9η με βροχή από ταινίες...

Τελευταίο Σαββατοκύριακο για το 66ο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης με τον καιρό να εγκαταλείπει - αν και όχι οριστικά - το ηλιόλουστο κλίμα των προηγούμενων ημερών και την τελική ευθεία να αναδεικνύει και τα highlights του Φεστιβάλ αλλά και τους διεκδικητές των βραβείων που θα γίνουν γνωστά το μεσημέρι της Κυριακής.

Στο ειδικό τμήμα του Flix μπορείτε να βλέπετε συγκεντρωμένα όλα όσα συμβαίνουν καθημερινά μέσα και έξω από τις αίθουσες του Φεστιβάλ: πρόσωπα, events, ταινίες - με τον τρόπο του Flix.

masterclass

Ο σκηνοθέτης ως μαμή

Τo masterclass του Γιώργου Τσεμπερόπουλου ήταν αποκλειστικά αφιερωμένο στον τρόπο που δουλεύει με τους ηθοποιούς του. Πόσο τους «βρίσκει» γράφοντας το σενάριο, πόσο τους «συναντά» στις πρόβες, πόσο τους «απολαμβάνει» στο γύρισμα. Πόσο τυχερός ήταν με τους αληθινούς ανθρώπους στα «Μέγαρα», πόσο χρειάστηκε να προσπαθήσει για να βρει τον Αντώνη Θεοδωρακόπουλο στον «Ξαφνικό Ερωτα», πόσο είχε εκπλαγεί με τον πρωτοεμφανιζόμενο Κώστα Κόκλα στο «Αντε Γεια», πόσο χρειάστηκε να γίνει παιδί για να δέσει τους ηθοποιούς - παιδιά της «Πίσω Πόρτας», πόσο εμπιστεύτηκε το ταλέντο και τη διάθεση για σκληρή δουλειά του Χρήστου Μάστορα στο «Υπάρχω». Με μυστικά και μεθόδους που θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν φαινομενικά μόνο σε όσους θα ήθελαν να γίνουν σκηνοθέτες ή να ασχοληθούν με το σινεμά, το masterclass που συντόνισε η επικεφαλής του ελληνικού προγράμματος του Φεστιβάλ Ελένη Ανδρουτσοπούλου υπήρξε στην πραγματικότητα μια απολαυστική ανασκόπηση στο έργο του Γιώργου Τσεμπερόπουλου, ιδανικό κλείσιμο ενός αφιερώματος που τον βρήκε συγκινημένο να ευχαριστεί κοινό και φεστιβάλ.


Στο ειδικό τμήμα του Flix μπορείτε να βλέπετε συγκεντρωμένα όλα όσα συμβαίνουν καθημερινά μέσα και έξω από τις αίθουσες του Φεστιβάλ: πρόσωπα, events, ταινίες - με τον τρόπο του Flix.


Το Flix βλέπει ταινίες στο 66ο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης

Maysoon

Maysoon της Νάνσυς Μπινιαδάκη | Διεθνές Διαγωνιστικό

H Μαϊσούν ζει στο Βερολίνο με τον σύντροφό της, Τόμπι και τα δυο τους παιδιά. Η ζωή τους είναι ευτυχισμένη, μέχρι τη στιγμή που ο Τόμπι θα αποκαλύψει πως έχει ερωτική σχέση με την διευθύντρια της εταιρίας στην οποία εργάζεται. Ο κόσμος της Μαϊσούν θα καταρρεύσει, το παρελθόν της από την Αραβική Ανοιξη θα έρθει στο προσκήνιο, όπως και ο θάνατος του αδερφού της, η απειλή να πρέπει να επιστρέψει στους γονείς της με τους οποίους έχει κόψει κάθε επικοινωνία και ο κίνδυνος να χάσει τα παιδιά της.

Σε ένα σφιχτοδεμένο δράμα που δεν φοβάται να ανιχνεύσει και περιοχές επικίνδυνες κινηματογραφικά - είτε αυτές έχουν να κάνουν με το πολιτικό παρελθόν και παρόν μιας γυναίκας που διεκδικεί μέχρι τελικής πτώσης τα δικαιώματα που απολαμβάνει σε μια ελεύθερη χώρα, είτε με μια πραγματικά ενδιαφέρουσα, αν και ανεκμετάλλευτη βουτιά στο μεταφυσικό - η Νάνσυ Μπινιαδάκη υπογράφει τη δεύτερη ταινία της μετά την «Επιφάνεια των Πραγμάτων», μένοντας πιστή στην «ανάλυση» της γυναικείας ψυχοσύνθεσης όταν αυτή συγκρούεται με τον κοινωνικό περίγυρο. Στην αγωνιώδη διαδρομή της ηρωίδας της, δεν αποφεύγει και τις υπογραμμισμένα επεξηγηματικές σκηνές και υπερβολές στους ανταγωνιστές αλλά και κλισέ που συνοδεύουν πάντα τις ιστορίες μεταναστών, σχεδόν όλα όμως βρίσκουν την ισορροπία τους όταν συναντούν την γενναιόδωρη, ταυτόχρονα εσωστρεφή και εξωστρεφή, βαθιών αποχρώσεων και συναισθημάτων ερμηνεία της Σαμπρίνα Αμαλί - επιτυχία μοιρασμένη ανάμεσα στην ταλαντούχα ηθοποιό και τη σκηνοθέτη της.
Μανώλης Κρανάκης

Ζηλωτής

Ζηλωτής του Στέλιου Ρεπάνη | Διαγωνιστικο Τμήμα >>Film Forward

Ο Ιωσήφ μοιάζει να μην είναι ευχαριστημένος με τη ζωή του. Δεν είναι αφοσιωμένος στη σχέση του με τη Βίκη, δεν χαίρεται όταν ξυπνά το πρωί. Κυρίως δεν του αρέσει η δουλειά που του φόρτωσε ο πατέρας του, που ζει στην Ελβετία: να καθαρίσει και τακτοποιήσει το σπίτι στο χωριό, για να έρθει εκείνος με τη σύντροφό του να μείνει. Ο Ιωσήφ και η Βίκη θα πάνε στην καλοφτιαγμένη μονοκατοικία για να τη συμμαζέψουν. Αλλά δεν είναι μόνοι. Στο κτήμα «κατοικεί» ο περιπλανώμενος Αντώνης, ένας σύγχρονος αποχωριστής με τον οποίο ο Ιωσήφ θα καλλιεργήσει μια ιδιαίτερη σχέση, σαν ν' αποζητά αυτή την εισβολή ενός «ξένου» που προβλέπεται ότι θα του αλλάξει τη ζωή.

Στην πρώτη του μεγάλου μήκους ταινία ο Στέλιος Ρεπάνης παρουσιάζει ένα κοινωνικό, υπαρξιακό και μαζί λαϊκό θρίλερ, συντηρώντας το σασπένς ως το φινάλε: σ' αυτό βοηθούν τόσο το setting του κτήματος που έχει αγριέψει δημιουργώντας μυστηριώδεις κυψελίδες, όσο και η φωτογραφία του Παναγιώτη Σαλαπάτα και η θαυμάσια μουσική της Αναστασίας Γιαμούζη. Οπως συχνά συμβαίνει σε πρώτες απόπειρες (χωρίς, προφανώς, τεράστιο budget), οι σύντομες ερμηνείες δεν ανταποκρίνονται στις κεντρικές δεν λείπουν μικρά στερεότυπα. Ομως η ταινία κυλά με αμείωτο ενδιαφέρον, οι δυο πρωταγωνιστές, ο Γιάννης Παπαδόπουλος και ο Ανδρέας Κωνσταντίνου είναι απόλαυση στις κοινές σκηνές τους και ο Ρεπάνης μοιάζει ν' ανοίγει το δρόμο με το χλοοκοπτικό για μια πετυχημένη σκηνοθετική πορεία.
Λήδα Γαλανού

Η θάλασσα το χειμώνα

Η Θάλασσα το Χειμώνα του Νίκου Κορνήλιου | Φεστιβάλ Ελληνικού Κινηματογράφφου, Επίσημη Πρώτη

«Δεν με ενδιαφέρει η Ιστορία. Εχει λάθος κλίμακα.» Κάτι τέτοιο ξεστομίζει η 27χρονη Ναντίν, μία μεταπτυχιακή γεωλόγος και κόρη μεταναστών στον 60χρονο φύλακα Χρήστο, απόγονο αριστερών μεταλλωρύχων. Εκείνος επιχείρησε να της αφηγηθεί τη μεγάλη απεργία στο ορυχείο, εκείνη δεν αντέχει να κοιτά πίσω, το παρελθόν της είναι επώδυνο. Ομως κι ο Χρήστος έχει ένα τραύμα που μετρά 27 χρόνια: δεν μιλά με την Κατερίνα, την μοναδική γυναίκα αλιέα της περιοχής, τον νεανικό του έρωτα που πλήγωσε, πρόδωσε, εγκατέλειψε - κι ας ζουν τόσο κοντά. Εκείνη, δυνατή, αγέρωχη, αλλά πάντα θυμωμένη, έχει ξεμείνει να προσέχει τον υπερήλικο πατέρα της - τον ψαρά που βάδισε στα βήματα του, αλλά τώρα η άνοια τον έχει κάνει να χάσει τα δικά του. Τρεις διαφορετικοί άνθρωποι σ’ ένα βιομηχανικό ξερότοπο που κι ο ίδιος κοιτά με βάρος το παρελθόν: απέναντι η Μακρόνησος να ξεβράζει στην χειμωνιάτικη θάλασσα το δικό της ανοιχτό τραύμα.

Ο Νίκος Κορνήλιος («11 Συναντήσεις με τον Πατέρα Μου», «Μητριαρχία», «Canto Si Tú Cantas, Τραγουδώ Αν Τραγουδάς») σκηνοθετεί με τρυφερό, ποιητικό, στοιχειωμένο βλέμμα την μοναξιά, τη βουβή απόγνωση, τη ματαιότητα τριών ανθρώπων (και μιας χώρας) παγιδευμένων στα λάθη του παρελθόντος. Αριστοτεχνικά πλάνα, υγρή, σκοτεινή, υποβλητική ατμόσφαιρα, αργός αλλά μεστός κινηματογραφικός ρυθμός, μοντάζ που συνδέει με διακριτικές λεπτομέρειες τις παράλληλες ζωές των χαρακτήρων, καλοκουρδισμένες ερμηνείες (πόσο δυνατό το εκφραστικό πρόσωπο της Παρθενόπης Μπουζούρη, πόσο αισθαντική η μελαγχολία του Βαγγέλη Ρόκκου). Το σενάριο που ξεκινά με αυτή την ουσιαστική ιδέα της προσωπικής/συλλογικής πληγής, κάπως παγιδεύεται στο δρόμο προς την κάθαρση, αλλά ο Κορνήλιος έχει κατασκευάσει ένα τόσο γοητευτικό σύμπαν που δεν σε νοιάζει. Κοιτάς κι εσύ τη θάλασσα και νιώθεις, (συμ)πονάς, όσα παραμένουν άλυτα - απέναντι και μέσα σου.
Πόλυ Λυκούργου

milk teeth

Τα Πρώτα Δόντια (Milk Teeth) του Μιχάι Μινκάν | Διεθνές Διαγωνιστικό

Σε μια επαρχιακή πόλη της Ρουμανίας του 1989, λίγους μήνες πριν την πτώση του καθεστώτος Τσαουσέσκου, η 10χρονη Μαρία γίνεται η τελευταία μάρτυρας της μυστηριώδους εξαφάνισης της μεγαλύτερης αδερφής της, η οποία χάθηκε όταν διέκοψε για λίγο το παιχνίδι με τα παιδιά της γειτονιάς για να πετάξει σκουπίδια. Κι ενώ ο απαρηγόρητος πατέρας κλείνεται στον εαυτό του και η μητέρα, μαχητική, παλεύει μάταια να βρει άκρη με έναν γραφειοκράτη της αστυνομίας, το κορίτσι παρατηρεί βουβά την κατάρρευση που συντελείται γύρω του –στο τεθλιμμένο σπίτι, στην ανήσυχη γειτονιά, στην παραπαίουσα κοινωνία.

Ιστορία πρόωρης ενηλικίωσης τις παραμονές μιας καθοριστικής για το ρουμάνικο έθνος αλλαγής, η ταινία του δευτεροεμφανιζόμενου Μιχάι Μινκάν μπορεί να χρωστά πολλά στο Νέο Κύμα των Μουντζίου, Πούιου ή Πορουμπόιου, μεταξύ άλλων, απομακρύνεται, όμως, από τον αυστηρό ρεαλισμό εκείνης της σχολής προς ένα τερέν πιο ιμπρεσιονιστικό, έτσι όπως συντάσσει το βλέμμα της με την ομιχλώδη αντίληψη ενός προέφηβου κοριτσιού. Ωστόσο, οι «εντυπώσεις» από μόνες τους, μόνιμα κινούμενες ανάμεσα στο πραγματικό και στο φαντασιακό, δεν αρκούν να στοιχειοθετήσουν μια στιβαρή αφήγηση. Η ελλειπτικότητα γίνεται μανιέρα, παραλύει τους ρυθμούς και εμποδίζει την μέθεξη του θεατή, αφήνοντας και στον δικό του νου ένα ίχνος μονάχα, μια εντύπωση όλη κι όλη, εκείνη μιας ατμοσφαιρικής άσκησης ύφους.
Ρόμπυ Εκσιέλ

Μικρός Ανθρωποφάγος

Μικρός Ανθρωποφάγος του Γιάννη Φάγκρα | Φεστιβάλ Ελληνικού Κινηματογράφου, Επίσημη Πρώτη

Ο Πάνος και ο Τζίμης προσπαθούν να δουν πως θα μπορέσουν να βγάλουν μεροκάματο τώρα που η τουριστική περίοδος έχει τελειώσει. Ο Τζίμης έχει μια ιδέα να βρουν ένα ναυάγιο μεταναστών που φημολογείται ότι κρύβει ένα μικρό θησαυρό από χρήματα. Ο Πάνος διστάζει, αλλά τελικά πείθεται. Επιβάτες στο μικρό σκάφος μιας λιγομίλητης αλλά θαρραλέας καπετάνισσας θα φτάσουν μεσοπέλαγα κάπου ανάμεσα στους Φούρνους και την Ικαρία - εκεί όπου βρίσκεται και και συμβολικός «Μικρός Ανθρωποφάγος» του τίτλου - για να ανταγωνιστούν τις πιθανότητες να πιάσουν την καλή.

Στην τρίτη του μεγάλου μήκους ταινία μετά το «Πες στην Μορφίνη Aκόμα την Ψάχνω» και το «Forget me Not», ο Γιάννης Φάγκρας φτιάχνει ένα θαλάσσιο γουέστερν μικρών ανθρώπων που αναζητούν το μεγάλο όνειρο, με φόντο μια Ελλάδα χωρίς μέλλον, όχι μόνο για όσους πασχίζουν να φτάσουν εδώ ως καταφύγιο αλλά και για τους ίδιους τους κατοίκους της. Η μελαγχολία των ηρώων (με την Εκάβη Ντούμα της «Μορφίνης» να κουβαλά την αλμύρα, τη μοναξιά της θάλασσας και τα προσωπικά της σκοτάδια) αυτής της περιπέτειας είναι και η μηχανή που οδηγεί τον θεατή σε μια προδιαγεγραμμένη πορεία… τραγωδίας, η οποία όμως δεν επαληθεύει ούτε την υπαρξιακή της φύση, ούτε την κλειστοφοβικό της παράδοξο (ενόσω διαδραματίζεται εκεί έξω), προδομένη από έναν χαλαρό ρυθμό, σκηνές που μοιάζουν να επαναλαμβάνονται και μια αναστολή να σταθεί κατάματα στο τραύμα.
Μανώλης Κρανάκης

Γελοίοι Ερωτες

Γελοίοι Ερωτες του Δημήτρη Κατσιμίρη | Φεστιβάλ Ελληνικού Κινηματογράφφου, Επίσημη Πρώτη

7 ζευγάρια, 6 διαφορετικές ιστορίες - έρωτα, ζήλιας, μοναξιάς, πειραματισμού, αυτοκαταστροφής, βίας, απόγνωσης. Πόσο έτοιμος είναι κανείς για να ανοίξει τη σχέση του σε swinging περιπέτειες; Πόσο λάθος μπορεί να θυμάσαι εκείνον που θεώρησες τον έρωτα της ζωής σου; Τι επιπτώσεις έχει ένας χωρισμός και πόσο περισσότερο πληγώνει η επανασύνδεση όταν ο άπιστος παραμένει άπιστος; Πόσο διαταραγμένα, βίαια, εξουσιαστικά οι άντρες θεωρούν ότι έχουν «δικαίωμα» όταν «αγαπούν» τις γυναίκες; Πόσο νευρωτικά, εμμονικά, παράλογα κολλούν οι γυναίκες με το παρελθόν;

Ο Δημήτρης Κατσιμίρης στη δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία του μετά το «Με Αξιοπρέπεια» επιχειρεί να συνθέσει ένα σπονδυλωτό κωμικοτραγικό ύμνο στον παραλογισμό του έρωτα, που ακόμα και στις κωμικές στιγμές του, είναι επώδυνος και στυφός. Εξυπνες σεναριακές ιδέες που πλαισιώνουν τις 6 ιστορίες, αφτιασίδωτη αλλά άμεση, παρεμβατική κινηματογράφηση (λειτουργεί ουσιαστικά το ασπρόμαυρο - σαν καταγραφή μιας πικρής αλήθειας που τα χρώματα της καθημερινής ζωής μάς εμποδίζουν να δούμε), ανθρώπινη ματιά πίσω από την κάμερα. Αν κάτι προδίδει την ταινία και την χειροποίητη, low-budget υφή της δεν είναι η εικόνα της, ούτε το σενάριό της. Είναι μία ανισότητα στις ερμηνείες - δεν είναι απλό όταν δεν έχεις τη δυνατότητα πολλαπλών λήψεων να βγάλεις τέλεια, νατουραλιστικά, οργανικά μερικές πολύ απαιτητικές σκηνές. Κάποια έμειναν αμήχανα και βεβιασμένα, κάποια λειτούργησαν καλύτερα - όλα μαζί συνεχίζουν να μας υποδεικνύουν ένα σκηνοθέτη που μέσα από μικρές, φτηνές ιστορίες ξέρει να μάς δείχνει ακριβές, μεγάλες αξίες. Και της ζωής και της τέχνης του.
Πόλυ Λυκούργου

Απειρη Γη

Απειρη Γη του Βασίλη Μαζωμένου | Φεστιβάλ Ελληνικού Κινηματογράφου, Επίσημη Πρώτη

«Ζούμε εδώ πάνω στα βουνά ατέλειωτα χρόνια, σε έναν τόπο που δεν φαίνεται από κάτω, θέλει να ψάξεις να τον βρεις, σε μια όμορφη γη που σου μιλά κάθε πέτρα, χώμα και νερό. Εδω ζω κι εγώ στην Απειρη Γη.»
Την ιστορία της νέας ταινίας του Βασίλη Μαζωμένου την αφηγείται ο Λάζαρος. Αυτός που θα σκοτωθεί από ένα φίλο του πατέρα του κατά τη διάρκεια ενός κυνηγιού. Αυτός που θα γεννηθεί με το ίδιο όνομα για να φέρει ξανά τη χαρά στην κοινότητα, να ερωτευτεί την Χάιδω και να παντρευτεί, αλλά και να ξενιτευτεί. Αυτός που σήμερα επιστρέφει στον πατρικό τόπο για να ενώσει την ευθεία γραμμή ανάμεσα στις γενιές.

Το μισό «άπειρο» του τίτλου σε μια Γη που, από τη φύση (!) της διαθέτει κάτι άχρονο, δίνει ο Βασίλης Μαζωμένος υφαίνοντας μια ιστορία που με τη μορφή ενός μύθου (από αυτούς που θα πίστευες ότι υπάρχουν από την αρχή του κόσμου και μεταφέρονται από γενιά σε γενιά μέχρι το τέλος του) ολοκληρώνει στην πραγματικότητα ένα μιούζικαλ, αφού η αφήγηση ξεδιπλώνεται με τη βοήθεια ηπειρώτκων τραγουδιών σε ένα κύκλο ζωής που δεν τελειώνει ποτέ. Το άλλο μισό «άπειρο» συμπληρώνει ιδανικά και ο Στέλιος Πίσσας που φωτογραφίζει την ηπειρώτικη Γη «κλέβοντας» στην πραγματικότητα το φυσικό φως για να το επιστρέψει πολλαπλάσια αυστηρό και αποκαλυπτικό πίσω στις βινιέτες μιας ταινίας φαινομενικά διαφορετικής από το έργο του Βασίλη Μαζωμένου, σίγουρα εδώ πιο «διακριτικός» στους συμβολισμούς του, αλλά σταθερά πολιτικός, επι-κριτικός, σε μια κατασκευή που τα εξωτερικά της εξωτερικεύουν και την ουσία της.
Μανώλης Κρανάκης


Περισσότερες κριτικές από το 66ο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης:


Στο ειδικό τμήμα του Flix μπορείτε να βλέπετε συγκεντρωμένα όλα όσα συμβαίνουν καθημερινά μέσα και έξω από τις αίθουσες του Φεστιβάλ: πρόσωπα, events, ταινίες - με τον τρόπο του Flix.

tiff66