«Είμαι μια δυστυχισμένη γυναίκα 42 χρόνων και τ' όνομά μου είναι Ρόμι Σνάιντερ». Αυτό ακούγεται να λέει, με σπαρακτικό χαμόγελο, η Ρόμι Σνάιντερ στην ταινία κι αυτό τη συνοψίζει, μια κι ολόκληρο το φιλμ δεν προσφέρει βαθύτερη γνώση στην ψυχοσύνθεση της μελαγχολικής σταρ, πέρα από τα ήδη γνωστά.
Το 1981, η Ρόμι Σνάιντερ έμεινε για ένα διάστημα σ' ένα spa στο γαλλικό θέρετρο Κιμπερόν, για να κάνει αποτοξίνωση από το αλκοόλ, προκειμένου να διεκδικήσει με πλεονέκτημα την κηδεμονία του 14χρονου γιου της. Εκεί βρέθηκαν, για τρεις μέρες, τρεις επιπλέον άνθρωποι. Η Χίλντε, η παιδική φίλη της Σνάιντερ που πήγε για να τη συντροφεύσει στην προσπάθειά της. Και δυο απεσταλμένοι του Stern, ο φωτογράφος Ρόμπερτ Λέμπεκ, παλιός γνώριμος κι αγαπημένος της ηθοποιού κι ο δημοσιογράφος Μίχαελ Γιουργκς, έτοιμος να «ξεσκεπάσει» σκανδαλοθηρικά για το περιοδικό τη διαβόητη Ρόμι. Η διαμονή τους στο ξενοδοχείο κι οι εκρηκτικές ώρες που περνούν μαζί της, αποτέλεσαν το υλικό της τελευταίας συνέντευξης της Σνάιντερ που δημοσιεύτηκε ποτέ και το θέμα της ταινίας. Τον ίδιο χρόνο, λίγο αργότερα, ο γιος της Ρόμι Σνάιντερ σκοτώθηκε κι ένα χρόνο αργότερα πέθανε κι η ίδια, βάζοντας τελεία σε μια ζωή γεμάτη έρωτες, μεγαλείο και δυστυχία.
Μπορεί το φιλμ της Γερμανίδας Εμιλι Ατέφ να σκιαγραφεί το πορτρέτο μιας γυναίκας (και, δευτερευόντως, την παλαιότερης εποχής δημοσιογραφία), αλλά σίγουρα δεν είναι μια ταινία για τη γυναικεία ψυχοσύνθεση, γιατί δεν αναλύει καμία ψυχοσύνθεση στ' αλήθεια: μένει στην επιφάνεια, σε μια περιγραφική απόδοση πραγματικών στιγμών. Καθώς ο θεατής συμπληρώνει τα κενά με τις γενικές γνώσεις για τη Ρόμι Σνάιντερ, στην οθόνη ξετυλίγεται μια γυναίκα-κορίτσι, μια ηθοποιός γεμάτη αντιθέσεις, μια εύθραυστη και παντοδύναμη γυναίκα που διαλύεται κι ανασυντίθεται, με τον ναρκισσισμό και τη διαπροσωπική εξουσία μιας σταρ. Η Ρόμι της ταινίας μιλά, μεθά, καπνίζει ασταμάτητα, σαγηνεύει, επιβάλλεται και ζητά βοήθεια, αναπαράγοντας, ωστόσο, ένα μοντέλο ήδη γνωστό: αυτό της μαγνητικής διασημότητας που χρησιμοποιεί και χρησιμοποιείται από τους οικείους της.
Το βαρύ φορτίο της ενσάρκωσης της Ρόμι Σνάιντερ αναλαμβάνει η Μαρίε Μπάουμερ, πανέμορφη και διάσημη κυρίως στη γερμανική τηλεόραση ηθοποιός. Προς τιμήν της, καταφέρνει, όχι μόνο να μοιάζει εξαιρετικά στη Σνάιντερ, πράγμα δύσκολο δεδομένης της ξεχωριστής ομορφιάς της, αλλά να παγιδεύει τη μελαγχολία στο βλέμμα της, την πληθωρικότητά της, τη λυγερή σφραγίδα του κορμιού της, τη μοναχικότητα και την ακτινοβολία της. Κι αν δεν πηγαίνει σε μεγαλύτερο βάθος, είναι γιατί το σενάριο δεν της δίνει την ευκαιρία.
Οι «3 Μέρες στο Κιμπερόν» είναι μια ταινία ασπρόμαυρη, για την ακρίβεια σε ολόκληρη την γκάμα του γκρίζου, έτσι ώστε, αν μη τι άλλο, να ταιριάζει με τις πραγματικές φωτογραφίες αυτής της «εκδρομής» που, όντως, δημοσιεύτηκαν λίγο αργότερα στο Stern. Κι αυτή η επιλογή είναι κέρδος για την ατμόσφαιρα της ταινίας: τόσο συμβατική είναι η αφήγηση, τόσο μονοδιάστατοι οι γύρω ήρωες, τόσο στερεοτυπική, όσο και εξ ορισμού γοητευτική, η παρουσίαση της Ρόμι Σνάιντερ, που αν η ταινία ήταν και έγχρωμη, καθόλου δεν θα απείχε από μια απογευματινή βιογραφική τηλεταινία. Τώρα, από τη μια προκαλεί τον θεατή ν' αναζητήσει περισσότερα για το τέλος της Ρόμι Σνάιντερ και, από την άλλη, διατηρεί μια κομψότητα αντάξια της ηρωίδας της. Χωρίς ουσία, αλλά με στιλ.
Περισσότερες κριτικές από την Berlinale 2018
- Berlinale 2018: To «Isle of Dogs» του Γουές Αντερσον είναι μια δήλωση αγάπης. Κι όχι μόνο υπέρ των σκύλων
- Berlinale 2018: Το «Black 47» χτίζει ένα βίαιο «γουέστερν» πάνω σε μια σκοτεινή σελίδα της ιρλανδικής ιστορίας
- Berlinale 2018: Μελόδραμα σε φθηνή έκδοση το «The Bookshop» της Ιζαμπέλ Κοσέτ
- Berlinale 2018: Ο Ρούπερτ Εβερετ συναντά νομοτελειακά τον Οσκαρ Γουάιλντ στον «Ευτυχισμένο Πρίγκιπα»
- Berlinale 2018: Οι «Κληρονόμοι» από την Παραγουάη είναι η έκπληξη που ελπίζαμε να δούμε
- Berlinale 2018: To «Central Airport THF» του Καρίμ Αϊνούζ, κοιτάζει με ψύχραιμη ματιά την προσφυγική κρίση
- Berlinale 2018: Ούτε «το μικρό μου πόνι στην Αγρια Δύση» δεν περιγράφει το ασυνάρτητο «Damsel»
- Berlinale 2018: O Κρίστιαν Πέτσολντ μιλά για τον πόλεμο, τον έρωτα και τον άνθρωπο στο «Transit»
- Berlinale 2018: Στο «Madeline’s Madeline», η Τζόζεφιν Ντέκερ φλερτάρει με την ανακάλυψη μιας νέας αφηγηματικής φόρμας
- Berlinale 2018: Το «Obscuro Barroco» της Ευαγγελίας Κρανιώτη είναι μια φιλμική εμπειρία
- Berlinale 2018: Η «Eva» του Μπενουά Ζακό είναι ένα νουάρ που δεν σκοτεινιάζει ποτέ
- Berlinale 2018: η «Προσευχή» του Σεντρίκ Καν δεν εισακούεται
- Berlinale 2018: Το «Figlia Mia» πλησιάζει, αλλά δεν φτάνει το ντεμπούτο τής Λάουρα Μπισπούρι
- Berlinale 2018: To «The Real Estate» είναι ένα κοινωνικό σχόλιο με την λεπτότητα οπλοπολυβόλου
- Berlinale 2018: To «Human, Space, Time and Human» δεν είναι μόνο η χειρότερη ταινία του Κιμ Κι-ντουκ, αλλά και μια πολύ κακή ταινία
- Berlinale 2018: Το «Season of the Devil» του Λαβ Ντίαζ είναι η κορύφωση της «Lav Lav Land»
- Berlinale 2018: To «Utøya 22. juli» είναι η ταινία που δίχασε το φεστιβάλ
- Berlinale 2018: «Don't Worry, He Won't Get Far on Foot», Γκας Βαν Σαντ, τετραπληγία και καλή καρδιά