Μια από τις πιο ενδιαφέρουσες Γαλλίδες δημιουργούς, η 40χρονη Ζιστίν Τριέτ, επιστρέφει με την τρίτη της μεγάλου μήκους ταινία (έχουν προηγηθεί τα «Η Μάχη του Σολφερίνο» και «Βικτόρια» - και οι δύο ανέκδοτες στην Ελλάδα) με την ιστορία μιας ψυχαναλύτριας που αποφασίζει να παρατήσει τα πάντα για να ασχοληθεί με το γράψιμο και μπλέκει σε μια ερωτική ιστορία τρέλας και... σινεμά, με πρωταγωνίστρια τη μεγαλύτερη αυτή τη στιγμή σταρ του νέου γαλλικού σινεμά, τη Βιρζινί Εφιρά (θυμηθείτε την στο «Κολύμπα ή Αλλιώς Βυθίσου» ή στο «Μια Αγάπη Ανέφτικη») και συμπρωταγωνιστές την Αντέλ Εξαρχόπουλος, τον Γκασπάρ Ουλιέλ, τον Νιλς Σνάιντερ και τη Σάντρα Χούλερ του «Toni Erdmann».
Προσθέστε στις παραπάνω υποσχέσεις και το γεγονός πως το μεγαλύτερο κομμάτι της ταινίας εκτυλίσσεται στο Στρόμπολι, με φόντο το ηφαίστειο και το απέραντο της Μεσογείου και πως σε μια προσφιλή για τους Γάλλους (κυρίως) δοσολογία, το όλο εγχείρημα θα μπορούσε να περιγραφεί σαν μια μαύρη κωμωδία που συναντά ένα ερωτικό θρίλερ με ισχυρές δόσεις αφηγηματικής ελαφρότητας, ειδικά όταν πια τα όρια ανάμεσα στη ζωή, τη λογοτεχνία, το σινεμά και το μυαλό σου είναι δυσδιάκριτα.
Τώρα ξεχάστε τα όλα - εκτός ίσως από το Στρόμπολι, τη Μεσόγειο και την ταινία που σκέφτεσαι συνέχεια ότι θα μπορούσες να βλέπεις αντί αυτού που τελικά βλέπεις. Σαν μια ταινία του Φρανσουά Οζόν που δεν πέτυχε, το «Sibyl» θέλει θεωρητικά να φτιάξει το ακομπλεξάριστο πορτρέτο μιας γυναίκας που, παρά το γεγονός ότι η δουλειά της είναι να βοηθάει τις ζωές των άλλων, δεν έχει την παραμικρή ιδέα τι να κάνει με τη δική της.
Παντρεμένη με δύο παιδιά - το ένα από μια σχέση από το παρελθόν που την «καταδιώκει» ως φάντασμα, η Σιμπίλ αποφασίζει να παρατήσει τη δουλειά της ως ψυχαναλύτρια για να γράψει. Ενα πισωγύρισμα θα την κάνει να δεχτεί ως ασθενή την Μαργκό, μια εύθραυστη ηθοποιό που έχει μπλεχτεί σε ένα ερωτικό τρίγωνο με τον συμπρωταγωνιστή της, Ιγκόρ και τη σκηνοθέτη τους, Μίκα. Η Σιμπίλ θα καταλήξει καταλύτης στο γύρισμα στο Στρόμπολι, όπου θα συνοδεύσει την ασθενή της για να τη βοηθήσει στις «δύσκολες» σκηνές, αλλά θα γίνει και το τέταρτο πρόσωπο σε μια ταινία... τρόμου που διαδραματίζεται ταυτόχρονα με την ταινία που γυρίζεται.
Με την κωμωδία να κερδίζει σε πόντους το δράμα, η Ζιστίν Τριέτ σκηνοθετεί ανάλαφρα, με γούστο και προσήλωση στους ηθοποιούς της - ειδική μνεία στην Αντέλ Εξαρχόπουλος που μεγαλώνει ως μια πραγματικά σπουδαία ερμηνεύτρια δύσκολων ρόλων. Δεν γράφει όμως με το ίδιο στιλ, καθώς όσο η ταινία προχωράει και τα (ερωτικά) προβλήματα πυκνώνουν, η ταινία ακολουθεί την εύκολη και τόσο γνώριμη πλέον σε δεκάδες γαλλικές δραμεντί οδό της μπαλαφάρας και της ανίας - και τα δύο αυτά την ίδια ακριβώς στιγμή. Και σε όρια που κανείς θα απαιτούσε από μια γυναίκα σκηνοθέτη να τηρούνται με ευλάβεια, οι γυναικείοι χαρακτήρες της είναι μεν πολύπλοκοι, ζωντανοί, γεμάτη πάθη και επιθυμίες, αλλά είναι ταυτόχρονα και υστερικοί και τελικά ψεύτικοι - μιλώντας ειδικά για τον χαρακτήρα της Σάντρα Χούλερ που σε ένα δεύτερο διάβασμα μοιάζει να είναι και το alter ego της «δημιουργού» Τριέτ.
Στο κέντρο του «Σιμπίλ», η Βιρζινί Εφιρά είναι αναμφισβήτητα μια πρωταγωνίστρια που αναδύεται από ταινία σε ταινία ως αυτό που έλειπε από το γαλλικό σινεμά - μια κωμική και την ίδια στιγμή δραματική ηθοποιός που μπορεί να χειριστεί τα πάντα. Ή σχεδόν τα πάντα, αφού μερικές φορές είναι αδύνατον ακόμη και για έναν καλό ηθοποιό να σηκώσει στις πλάτες του ένα τόσο φορτωμένο, φλύαρο, γεμάτο κλισέ φιλμ από αυτά που δοξάζουν ακούραστα τη μεγάλη παράδοση του γαλλικού σινεμά αλλά έχουν πλέον αρχίσει να μοιάζουν σαν να έχουν βγει από έναν αλγόριθμο που διατηρεί το στιλ, το γούστο και τα βασικά συστατικά και αλλάζει μόνο τη θέση των ίδιων ηθοποιών και το φινάλε - μερικές φορές ή όχι κι αυτό.