Με δύο μόλις μεγάλου μήκους ταινίες, το «Κανείς δεν Μπορεί να μας Σώσει» και το «Ο Εκπτωτος», και το «Madre», μια μικρού μήκους δημιουργία που τον έφερε στις φετινές υποψηφιότητες των Οσκαρ και αποτελεί τη βάση της επόμενης μεγάλου μήκους ταινίας του, η οποία θα κάνει πρεμιέρα στο τμήμα των Οριζόντων του επερχόμενου φεστιβάλ της Βενετίας, ο Ροντρίγκο Σορογκόγιεν έχει βρεθεί στην εμπροσθοφυλακή του νέου κύματος των ισπανικών θρίλερ, το οποίο έχει κατακλύσει (μεταξύ άλλων) και τις ελληνικές αίθουσες.
«Ο Εκπτωτος», μάλιστα, εκτός από τα επτά βραβεία Γκόγια που κατέκτησε και τη θέση που πήρε ανάμεσα στις δέκα υποψήφιες ταινίες για το βραβείο Lux του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ήταν η ταινία που άνοιξε το φετινό 4ο Φεστιβάλ Ισπανόφωνου Κινηματογράφου Αθήνας – FeCHA 2019 και με αυτή την αφορμή το Flix συνάντησε των λαλίστατο και ενθουσιώδη σκηνοθέτη και μίλησε μαζί του για την άνθηση του σινεμά στη χώρα του, το κινηματογραφικό τοπίο που αλλάζει, τη σημασία των βραβείων και την (αναπόφευκτη;) πολιτική διαφθορά στην ευρωπαϊκή Μεσόγειο.
Εμπνεύστηκα την ταινία μου στο μεγαλύτερο μέρος της από ένα πραγματικό περιστατικό πολιτικής διαφθοράς στη χώρα μου πριν από 3-4 χρόνια, το οποίο εμφανίστηκε στις ειδήσεις και πήρε αμέσως μεγάλες διαστάσεις. Αυτό το περιστατικό το διάνθισα με διάφορες άλλες επινοημένες ή και πραγματικές καταστάσεις και περιφερειακούς χαρακτήρες, προκειμένου να γίνει η ταινία κινηματογραφικά και αφηγηματικά πιο ενδιαφέρουσα, αλλά και προκειμένου να μην υπάρχει άμεσα συσχέτιση με τα πραγματικά γεγονότα. Άλλαξα σίγουρα τα ονόματα, ένωσα κάποιες φορές δύο υπαρκτές προσωπικότητες σε έναν ήρωα της ταινίας, έκανα διάφορες σεναριακές αλχημείες προκειμένου να είναι η ταινία ένα προϊόν μυθοπλασίας εμπνευσμένο από πραγματικά και γνώριμα γεγονότα.
Θα ήταν πολύ θλιβερό να ομολογήσουμε πως υπάρχει ένα γονίδιο διαφθοράς στους μεσογειακούς λαούς, ωστόσο πιστεύω πως υπάρχει ένας κοινός τρόπος συμπεριφοράς στην πολιτική ζωή, στον δημόσιο λόγο και βίο και κυρίως στην αντιμετώπιση των πολιτικών κρίσεων. Είμαστε πιο ανεκτικοί στα φαινόμενα διαφθοράς γιατί έχουμε συνηθίσει σε αυτά σε όλες τις βαθμίδες διοίκησης, από τα χαμηλότερα μέχρι τα υψηλότερα κλιμάκια. Κι ίσως τελικά να έχουμε τους πολιτικούς που μας αξίζουν, αφού αυτοί αντικατοπτρίζουν το πολιτικό μας ήθος. Γι’αυτό και η ταινία μου κλείνει με μια ερώτηση που απευθύνεται ουσιαστικά προς το θεατή, ο οποίος καλείται να δώσει τη δική του απάντηση.
Δεν ήθελα να κάνω ένα συνηθισμένο πολιτικό θρίλερ. Επιδίωξα έναν ασθματικό και φρενήρη ρυθμό προκειμένου να συντονιστεί ο θεατής με την πορεία του κεντρικού ήρωα, να ζήσει ακριβώς την ίδια περιπέτεια, χωρίς να μπορεί ούτε αυτός να προλάβει να διπλοσκεφτεί, να ζυγίσει τις επιλογές του ή να υποκύψει στις αμφιβολίες του. Από την αρχή υπάρχει μια διαρκής ένταση που ωθεί στη δράση, χωρίς ερωτήματα και δεύτερες σκέψεις. Και φυσικά δεν ήθελα ο θεατής να βαρεθεί ούτε για ένα δευτερόλεπτο.
Αισθάνομαι πολύ τυχερός κι ευτυχισμένος που ο ισπανικός κινηματογράφος γνωρίζει τα τελευταία χρόνια τόσο μεγάλη εμπορική και καλλιτεχνική απήχηση διεθνώς. Βέβαια κατά καιρούς αυτό συμβαίνει με διάφορες εθνικές κινηματογραφίες όπως πχ με την έκρηξη του μεξικανικού σινεμά πρόσφατα. Αυτό είναι από μια άποψη λογικό. Από μια άλλη, είναι και θέμα τύχης. Οι δύο προηγούμενες ταινίες μου είχαν πολλούς θεατές σε πολλές χώρες και φυσικά χαίρομαι γι’ αυτό, αλλά δεν αισθάνομαι ότι ανήκω σε κανένα κύμα αναγέννησης του ισπανικού θρίλερ. Ούτε πιστεύω πως ανήκω σε κάποιο καλλιτεχνικό κίνημα.
Ως μεσογειακοί λαοί είμαστε πιο ανεκτικοί στα φαινόμενα διαφθοράς γιατί έχουμε συνηθίσει σε αυτά σε όλες τις βαθμίδες διοίκησης, από τα χαμηλότερα μέχρι τα υψηλότερα κλιμάκια. Κι ίσως τελικά να έχουμε τους πολιτικούς που μας αξίζουν, αφού αυτοί αντικατοπτρίζουν το πολιτικό μας ήθος.»
Είναι περίεργο να μιλάω για το Νέτφλιξ και για όλες αυτές τις νέες εναλλακτικές ψηφιακές πλατφόρμες που έχουν αλλάξει τον τρόπο που βλέπουμε πλέον ταινίες. Είναι μια πραγματικότητα κι έχει μεγάλη απήχηση, οπότε δεν έχει νόημα η εναντίωση σε αυτό. Όλη αυτή η αύξηση της παραγωγής είναι σίγουρα κάτι πολύ θετικό, γιατί αυξάνονται οι δουλειές για όλους σε όλες τις βαθμίδες και τους τομείς του οπτικοακουστικού θεάματος. Περισσότερος κόσμος, περισσότερη δουλειά, περισσότερη μυθοπλασία. Δεν πρέπει να ξεχνάμε όμως ότι άλλο βιομηχανία κι άλλο κινηματογράφος. Σίγουρα 100 ταινίες είναι πάντα καλύτερες από μία, αλλά όλοι εμείς οι σκηνοθέτες έχουμε την ηθική υποχρέωση να σώσουμε τον κινηματογράφο και τις αίθουσες από τον αφανισμό. Το Νέτφλιξ δεν είναι ο δαίμονας, είναι ένας επιχειρηματικός κολοσσός, όπως είναι και οι τα μεγάλα στούντιο στην Αμερική, καλές ταινίες θα συνεχίσουν να βγαίνουν, ακόμα κι αν είναι μία μέσα στις χίλιες.
Δεν υπάρχει κανένα μυστικό για την εμπορική επιτυχία μιας ταινίας ή, αν υπάρχει, δεν το ξέρω εγώ τουλάχιστον. Ούτε έχω ακόμα συνειδητοποιήσει τι σημαίνει η βράβευση του «Έκπτωτου» με επτά βραβεία Γκόγια, ενώ είναι μόλις η τρίτη ταινία μου. Είναι σίγουρα μεγάλη μου τιμή να με αναγνωρίζουν η Ακαδημία και η κινηματογραφική βιομηχανία της χώρας μου. Από την άλλη, όσο περισσότερο γνωρίζω από κοντά τη λογική που κρύβεται πίσω από τα βραβεία, καταλαβαίνω ότι δεν πρέπει να τους δίνει κανείς υπερβολική αξία. Τα επτά Γκόγια θα μπορούσαν να είναι περισσότερα ή λιγότερα χωρίς αυτό να αλλάζει κάτι. Η αλήθεια είναι πάντως πως το βρίσκω κάπως περίεργο που κέρδισε η ταινία μου τα Γκόγια καλύτερης σκηνοθεσίας, σεναρίου, μοντάζ, μουσικής κι έχασε αυτό της καλύτερης ταινίες. Είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει αυτό στην ιστορία των συγκεκριμένων βραβείων, αλλά νομίζω πως έγινε γιατί η ταινία που κέρδισε τελικά (το «Campeones») ήταν μια μεγάλη εμπορική επιτυχία με λαϊκή απήχηση και ήθελαν να μας ικανοποιήσουν και τους δύο.
Η υποψηφιότητα για το Οσκαρ ήταν φυσικά μια από τις πιο σημαντικές στιγμές της ζωής μου. Εχω και reaction video με τις αντιδράσεις μου κατά την ανακοίνωση των υποψηφιοτήτων, μισό λεπτό να σου το δείξω. (Βγάζει το κινητό του και δείχνει το video, όπου είναι μαζί με την οικογένεια και την παρέα του και πανηγυρίζουν όλοι μαζί με γνήσιο ισπανικό τρόπο.) Και φυσικά πήγα στην απονομή, δεν υπήρχε περίπτωση να το χάσω όλο αυτό. Δεν είχα ποτέ μεγάλα όνειρα, όταν ξεκίνησα να σπουδάζω σκηνοθεσία. Μόνο να κάνω ταινίες. Αν σκηνοθετώ σε όλη μου τη ζωή, θα είμαι ευτυχισμένος.