Η Εύα Νάθενα έχει ταξιδέψει με την «Φόνισσα» σε δεκάδες μέρη της Ελλάδας και του κόσμου: από την πρεμιέρα στη Θεσσαλονίκη, μέχρι την προβολή της στην γενέτειρά της την Κρήτη (εκεί, όπου το να γεννήσεις κοριτσάκι κρατούσε πάντα σφιχταγκαλιασμένο το ταμπού του). Από το Βερολίνο μέχρι το Λος Αντζελες, κι από τη Σκιάθο, όπου συνάντησε τον τόπο που αναφερόταν ο Παπαδιαμάντης, μέχρι την Κίνα (στη Σαγκάη κέρδισε το Βραβείο Σκηνοθεσίας), όπου ο αμείλικτος νόμος για μονότεκνες οικογένειες γέννησε πολλές «φόνισσες» και στο «πολιτισμένο» πρόσφατο παρελθόν της ανθρωπότητας.
Επίσης, η Νάθενα δεν επαναπαύτηκε στο ρεκόρ εισιτηρίων της ταινίας. Θα μπορούσε. Η αποστολή της είχε τελειώσει και είχε στεφθεί με τον απόλυτο θρίαμβο. Ομως, το διαβάζαμε σε εβδομαδιαία βάση, εκείνη ήταν παρούσα σε προβολές σε κάθε συνοικία, κάθε πολιτιστικό σύλλογο, κάθε σχολείο της Αθήνας. Σαν να υπήρχε η ανάγκη να πέσουν οι τίτλοι τέλους και να ανοίξει ο διάλογος - δημιουργού και θεατών. Μία ταινία εποχής, άλλωστε, δεν μιλάει ποτέ τόσο για την εποχή της, όσο για την εποχή μας. Και η Νάθενα ήθελε να μιλήσουμε - εντός κι εκτός οθόνης.
Η είδηση λοιπόν ότι η «Φόνισσα» θα προβληθεί αυτό το Σάββατο, 10 Αυγούστου, στο μικρό θέατρο της Αρχαίας Επιδαύρου δεν μάς ξάφνιασε τόσο. Οσο ξάφνιασε και συγκίνησε την ίδια την δημιουργό. Παρόλο που οι δουλειές της στο θέατρο την έχουν φέρει αρκετές φορές ως συνεργάτιδα μίας παράστασης στην Επίδαυρο, δεν είναι το ίδιο.
Η Επίδαυρος εδώ και πολλά χρόνια είναι το σπίτι της, το καταφύγιό της. Εκεί μελετούσε τον Παπαδιαμάντη, εκεί γεννήθηκε η ιδέα της ταινίας, εκεί τη συζήτησε με τους συνεργάτες της, εκεί την οργάνωσε στο μυαλό της, εκεί τη γέννησε.
Το Flix της ζήτησε να μάς εκμυστηρευτεί τη βαθιά της σύνδεση με τον τόπο, αλλά και να μάς αποκαλύψει τα επόμενα σχέδιά της.
Αυτή την προβολή δεν την επεδίωξα εγώ. Τη ζήτησε ο Δήμαρχος και συμφώνησαν συγκινητικά ομόφωνα οι αρχαιολόγοι. Κι αυτό το αισθάνθηκα σαν να «μπαίνει» ο Παπαδιαμάντης, μεταφυσικά πως, στο φυσικό του χώρο. Σε ό,τι πότισε αυτές τις πέτρες με γνώση και ουσία για να μπορούμε σήμερα να λύσουμε εμείς αινίγματα...»
Η «Φόνισσα» έχει διανύσει έναν πολύ μεγάλο κύκλο από την πρεμιέρα της, σχεδόν ένα χρόνο πριν. Εγινε box-office φαινόμενο, ταξίδεψε και συνεχίζει να ταξιδεύει σε διεθνή φεστιβάλ, σου έχει δώσει την ευκαιρία να συνομιλήσεις με θεατές σε όλες τις γωνιές της γης. Γιατί η επιλογή να προβληθεί στην Επίδαυρο είναι τόσο σημαντική για εσένα;
Ως τώρα, η ειδική προβολή που κάναμε στην Κρήτη, ήταν ίσως η πιο σημαντική για μένα. Χώρεσε σε μια αίθουσα όλη μου τη ζωή: τους συγγενείς του πατέρα και της μητέρας μου, τους συμμαθητές μου, τους συγχορωδούς μου, τους φίλους της νιότης μου.
Ομως την Επίδαυρο την έχω επιλέξει άπαξ - από πολύ μικρή- κι έχει την ίδια, αν όχι μεγαλύτερη, επιρροή επάνω μου από τον πραγματικό τόπο καταγωγής μου. Με έλκυε, με μάγευε, με συντόνιζε με κάτι το άλλο. Γιατί στην Επίδαυρο όλα μπορούν να βιωθούν μεταφυσικά, αν θέλεις. Κι εγώ έχω κάνει αυτό τον τόπο το σπίτι μου. Το να ξυπνώ το πρωί και να μπορώ να δω από το παράθυρο μου το μικρό θέατρο είναι ένα μεγάλο δώρο. Η σκέψη ότι σε αυτό το θέατρο, με αυτή τη σύνδεση που έχω μαζί του και με το όλο τοπίο που το εμπεριέχει, θα προβληθεί η «Φόνισσα», με ξεπερνά! Αισθάνομαι βαθιά συγκίνηση, αγωνία, πεταλούδες στο στομάχι.
Ομως, μέσα από την πολυετή πορεία σου στο θέατρο, έχεις δει δουλειές σου στην Επίδαυρο. Γιατί αυτή η προβολή είναι κάτι το διαφορετικό;
Ποτέ δεν μπορείς να «συνηθίσεις» αυτή την εμπειρία. Ναι, έχω δουλέψει και στα δυο θέατρα, αλλά ποτέ δεν το απομυθοποίησα. Ισως γιατί -πρώτα και πάνω από όλα- πάντα αισθανόμουν θαμώνας και θεατής, η σύνδεση μου με το θέατρο ήταν για χρόνια σημαντική και ουσιαστική και κρατιόταν σε μιαν απόσταση, από πρόθεση, από σεβασμό.
Με τη «Φόνισσα» όμως συμβαίνει και κάτι ακόμα, κι αυτό έχει να κάνει με την γραφή του Παπαδιαμάντη: μπορεί να μη φαίνεται με την πρώτη ανάγνωση, αλλά η ιστορία, οι ήρωες έχουν βαθιά ρίζα στους αρχαίους ελληνικούς μύθους. Και με αυτή την προβολή μοιάζει να ενώνονται οι κύκλοι. Πίσω από κάθε γυναικείο όνομα στη «Φόνισσα» υπήρχε ένας μύθος και έτσι έπλεξε τον ιστό της αφήγησης του, αυτός ο ευφυής -και ταυτόχρονα φιλάνθρωπα προφητικός- συγγραφέας. Μέσα από το δικό του πρίσμα - γιατί γνώριζε βαθειά τους συμβολισμούς και τη δομή της αρχαίας τραγωδίας - βλέπω κι εγώ πια αλλιώς όλο αυτό το φάσμα της γνώσης που μας συστήνει το αρχαίο Δράμα χιλιάδες χρόνια τώρα.
Πρέπει να σας πω ότι αυτή την προβολή δεν την επεδίωξα εγώ. Τη ζήτησε ο Δήμαρχος και συμφώνησαν συγκινητικά ομόφωνα οι αρχαιολόγοι. Κι αυτό το αισθάνθηκα σαν να «μπαίνει» ο Παπαδιαμάντης, μεταφυσικά πως, στο φυσικό του χώρο. Σε ό,τι πότισε αυτές τις πέτρες με γνώση και ουσία για να μπορούμε σήμερα να λύσουμε εμείς αινίγματα.
Δυστυχώς, αυτό που μου έμαθε αυτή ταινία. Δεν είναι ακριβώς χαρά, είναι ένα πείσμα όμως, που εμένα με τροφοδοτεί - με αίσθημα καθήκοντος. Και το κουβαλώ μαζί με την αποσκευή μου σε κάθε ταξίδι, με πρόθεση να μην πάψω να το λέω...»
Ποιο είναι η μεγαλύτερη χαρά, το μεγαλύτερο δώρο που σου έχει δώσει αυτή η ταινία; Τι σου έμαθε, τι θα κουβαλάς μαζί σου για πάντα;
Την επαφή μου με τον κόσμο. Τις συζητήσεις μετά από κάθε προβολή σε διαφορετικές γωνιές της Ελλάδας και του πλανήτη, απέναντι σε διαφορετικές ηλικίες, τάξεις, κουλτούρες. Την ευκαιρία να ειπωθούν δύσκολα θέματα που ακόμα δεν έχουμε λύσει ούτε κοινωνικά, ούτε προσωπικά.
Οτι οι γυναίκες που είμαστε από τη φύση μας μαχήτριες και αγωνιζόμαστε για όλες τις μειονότητες του κόσμου, δεν έχουμε φτάσει ακόμα στο να αποδοθεί δικαιοσύνη και στη δική μας μειονότητα - αυτή της γυναίκας. Μπορεί πληθυσμιακά να είμαστε περισσότερες, αλλά είμαστε μειονότητα - στα δικαιώματα, τις ευκαιρίες, ακόμα και στην ύπαρξή μας. Δείτε πόσο ανεπιθύμητη είναι ακόμα και σήμερα η γέννηση ενός κοριτσιού σε χώρες σύγχρονου πολιτισμού όπως η Κίνα, που ο νόμος για την μονότεκνη οικογένεια αφάνισε χιλιάδες κορίτσια - 40.000.000 γυναίκες «εκλείπουν» από τον πληθυσμιακό χάρτη της χώρας τις τελευταίες μόνο δεκαετίες!
Δυστυχώς, αυτό που μου έμαθε αυτή ταινία λοιπόν. Δεν είναι ακριβώς χαρά, είναι ένα πείσμα όμως, που εμένα με τροφοδοτεί - με αίσθημα καθήκοντος. Και αλήθεια λες, το κουβαλώ μαζί με την αποσκευή μου σε κάθε ταξίδι, με πρόθεση να μην πάψω να το λέω. Στη Σανγκάη το είπα δημόσια, όταν έπαιρνα το βραβείο μπροστά σε ανθρώπους που το αγνοούσαν (όπως κι εμείς στη χώρα μας αγνοούσαμε ότι καταργήθηκε ο νόμος της προίκας το 1983). Είδα όμως νεύματα του κοινού να συναινούν και αισθάνθηκα ότι το χειροκρότημα πάει στο μήνυμα αυτό.
Για αυτό χαίρομαι τόσο πολύ να συνοδεύω την ταινία στα φεστιβάλ του κόσμου: στο Αμστερνταμ τώρα τον Αύγουστο, στο Ρίο της Βραζιλίας τον Οκτώβρη, στο Κάιρο τον Νοέμβρη, στη Γεωργία τον Δεκέμβρη. Και στη Βυρηττό, στο μεγαλύτερο φεστιβάλ με γυναικεία υπογραφή.
Θα συνεχίσεις να σκηνοθετείς; Εχεις σκεφτεί την επόμενη σου ιδέα; Εχεις ενθουσιασμό για το επόμενο βήμα, ή σε αγχώνει το «βάρος» των προσδοκιών της αγοράς;
Εχω μεγάλο ενθουσιασμό και κανένα βάρος. Δεν ξέρω γιατί. Ισως γιατί το θέμα και η συνθήκη της επόμενης ταινίας με ξεπερνούν. Είναι ένα εγχείρημα στις φυλακές του Αυλώνα, όπου -με την αρωγή του Διευθυντή του σχολείου των φυλακών κ. Πέτρου Δαμιανού- έχω δημιουργήσει ένα εργαστήρι με μαθητές, εδώ και 4 χρόνια τώρα. Αυτό που κάνουμε καταγράφω για την επόμενη ταινία. Και ειλικρινά γίνεται αβίαστα - όπως και στην πρώτη μικρού μήκους που έκανα εκεί μαζί τους, την «Αντιγόνη».
Θα είναι μια πολιτική ταινία. Κι ένα είναι το σίγουρο: πιο πολύ από ό,τι την έχουν ανάγκη οι έγκλειστοι εκεί, την έχω ανάγκη εγώ. Και η ανάγκη αυτή - η δική τους και δική μου - να καταλάβουμε και, γιατί όχι, να επουλώσουμε διαγενεακά και άλλα τραύματα, είναι πέρα και πάνω από άγχος της συνέχειας. Μόνο η συνέπεια με οδηγεί εκεί.
Η «Φόνισσα» της Εύας Νάθενα θα προβληθεί στο μικρό θέατρο της Επιδαύρου, το Σάββατο 10 Αυγούστου στις 21.00 με ελεύθερη είσοδο