Λένε πως πριν πεθάνει, ο άνθρωπος ξαναβλέπει όλη τη ζωή του, αντίστροφα. Αυτή είναι μια ταινία που εκτυλίσσεται αντίστροφα.
Πράξη τρίτη, η εναρκτήρια. Ο κόσμος μας βρίσκεται στο χείλος της καταστροφής. Το internet παύει να υπάρχει, σε λίγο η τηλεόραση, το ηλεκτρικό, σε λίγο εκρήγνυνται τ' αστέρια. Μέσα σ' αυτόν το θάνατο και τον τρόμο, ο Μάρτι (Τσιγουετέλ Ετζιόφορ) μιλάει με αγνώστους και προσπαθεί να ξανασυνδεθεί με τη γυναίκα που αγαπάει, την πρώην σύζυγό του. Ολόγυρα, επαναλαμβανόμενα, εμφανίζεται μια αινιγματική διαφήμιση. Ενας άντρας, ο Τσαρλς (Τσακ) Κραντς, χαμογελαστός, κάθεται σ' ένα παγκάκι. Σ' ευχαριστούμε, Τσακ, για 39 υπέροχα χρόνια. Πράξη δεύτερη, η ενδιάμεση. Ο Τσακ παρασύρεται από μια ντράμερ που παίζει μουσική στο δρόμο και ξεδίνει μ' έναν μαγικό χορό. Πράξη πρώτη, η τελευταία. Ο Τσακ, μικρό παιδί και έφηβος, αρχίζει να συνειδητοποιεί την κυκλικότητα της ζωής.
Βασισμένος στην ομότιτλη νουβέλα του Στίβεν Κινγκ, που περιλαμβάνεται στη συλλογή If it Bleeds, ο Μάικ Φλάναγκαν, με σημαντική θητεία στα κινηματογραφικά και τηλεοπτικά θρίλερ, βουτά στο σύμπαν του συγγραφέα, διατηρώντας τα βασικά χαρακτηριστικά του. Μια αίσθηση αμερικανικής αθωότητας του '50, έναν συνδυασμό κοινωνικού δράματος, επιστημονικής φαντασίας και υπερφυσικού, πασπαλισμένου με κυνικό χιούμορ αλλά και μια, πάντα, τρυφερότητα για το ανθρώπινο είδος. Εκείνο, όμως, που στη λογοτεχνία, με το μπόλιασμα της φαντασίας, μπορεί να δημιουργήσει υπέροχους κόσμους και σημεία ταύτισης με τις πιο απίστευτες καταστάσεις, στον κινηματογράφο συγκεκριμενοποιείται, χωρίς περιθώρια ευελιξίας. Κι έτσι μια υπέροχη ιδέα μπορεί να βαρύνει και να φανεί μεγαλόστομη, απλώς επειδή αποτυπώνεται με εικόνες.
Αυτές οι εικόνες είναι όμορφες, έστω κι αποσπασματικά. Ο Τομ Χίντλεστον έχει το απαραίτητα γλυκό, clean cut ύφος για να ενσαρκώσει τον πανανθρώπινο Τσακ. Η σκηνή του χορού στη δεύτερη πράξη είναι μια που θέλεις να δεις ξανά και ξανά, γιατί μεταφέρει μόνο χαρά. Η ιδέα του συμπαντικού ημερολογίου του Καρλ Σέιγκαν εντυπώνεται στο μυαλό με εκατομμύρια προεκτάσεις. Ο στίχος του Γουολτ Γουίτμαν, I contain multitudes, από το ποίημά του Song of Myself, είναι το κλειδί όχι μόνο για να ξεκλειδώσει κανείς τη δομή της ταινίας, αλλά και για να εξασφαλίσει μια γερή δόση υπαρξιακής αισιοδοξίας. Οταν ακούγονται οι Wang Chung με το Dance Hall Days, το χαμόγελό μας φτάνει ως τ' αυτιά. Και τι χαρά που τη γιαγιά του Τσακ ενσαρκώνει η Μία Σάρα (ναι, του «Legend» και του «Ferris Bueller's Day Off») και τον παππού του ο Μαρκ Χάμιλ.
Ομως αυτά είναι μόνο δωράκια, μικρά ευρήματα, χαριτωμένες ή συγκινητικές αναφορές, που παρατίθενται αποσπασματικά, σε μια πολύπλοκη αφήγηση που, τελικά, μεταφέρει με στόμφο και υπερβολή, κάτι μαγικά απλό. Οτι η ζωή του καθενός μας, το μυαλό και η ψυχή μας, είναι το σύνολο όσων (πραγμάτων, τόπων, ανθρώπων, στιγμών), έχει βιώσει. Κανείς δεν είναι μόνος, κανείς δεν είναι... ένα νησί, γιατί όλοι, σε κάθε φάσμα του χρόνου, έχουμε συμβιώσει. Ωραία, απλή, αρχέγονη σκέψη που δεν χρειάζεται ένα μεγάλο, τεχνηέντως αινιγματικό κατασκεύασμα για να διατυπωθεί.