Η Ελένη, μια ελληνικής καταγωγής διακεκριμένη γιατρός ζει και δουλεύει στο Λονδίνο. Αναγκασμένη, για οικογενειακούς λόγους, να ξεριζωθεί, επιστρέφει στην Ελλάδα, στο σπίτι του πατέρα της, Κυριάκου, σε μια προσπάθεια αφ’ ενός να συμφιλιωθεί μαζί του και, αφ’ετέρου, να δοκιμάσει να προσφέρει στην κόρη της και στην ίδια μια πατρίδα. Μόνο που ο Κυριάκος ζει ήδη με τη Νίνα, μια γυναίκα από τη Σερβία και τη δική της κόρη. Πόσα τετραγωνικά μέτρα χρειάζονται για να χωρέσει η ανθρώπινη αξιοπρέπεια και σε πόσο μικρά μέρη φυλάγονται τα μεγάλα μυστικά;
Η Μαρία Ντούζα κάνει την πρώτη, ουσιαστικά, μεγάλου μήκους ταινία της μετά το 50λεπτο «Από ‘δω και Πέρα» του 1994. Η ποιότητα της παραγωγής είναι κάτι που εμφανώς την ενδιαφέρει: οι επιλογές στη σκηνογραφία και, κυρίως, στη φωτογραφία, στήνουν ένα φιλμ όμορφο, καλογυαλισμένο, φροντισμένο, σε μια κλασική luxe γραφή, που συχνά δημιουργεί ατμόσφαιρα θρίλερ.
Το ύφος αυτό επεκτείνεται και στο σενάριο: τόσο αισθητικά όσο και πολιτικά, η καρδιά της ιστορίας, η δράση και οι ίδιοι οι διάλογοι, παρά το επίκαιρο θέμα της μετανάστευσης και του ρατσισμού, μοιάζουν ν’ανήκουν σε μια παλιότερη δεκαετία, χρωματισμένα κατά στιγμές κι από μια συμπλεγματική συγκατάβαση για την ελληνική ιδιοσυγκρασία.
Πέρα από τον Ηλία Λογοθέτη, που πάντα επιβάλει το κύρος και τη φαντασία του στην οθόνη, οι δυο γυναίκες πρωταγωνίστριες, η Μυρτώ Αλικάκη και η Μιρζάνα Καράζοβιτς χαρίζουν στην ταινία τη ζωντάνια, την αίσθηση του κατεπείγοντος και το πάθος που τόσο έχει ανάγκη.
Χωρίς έντονα παραπτώματα – η αγάπη για το κλισέ δεν είναι τέτοιο – αλλά και χωρίς κινηματογραφική έμπνευση, το «Δέντρο και η Κούνια» λικνίζεται με τη βραδύτητα και το συμβατικό σκηνοθετικό ύφος που θα ακουμπούσε πιο γερά σ’ ένα αστικό τηλεοπτικό κοινό.
Διαβάστε ακόμα:
«Το Δέντρο και η Κούνια»: στο δρόμο προς το Μόντρεαλ η Μαρία Ντούζα μιλάει στο Flix