Τη βιομηχανοποίηση, καπιταλιστοποίηση, μεταμόρφωση της σύγχρονης Κίνας σχολιάζει η νέα ταινία του Λι Ρουιτζούν (στο Διαγωνιστικό της Berlinale, μετά το «Fly With the Crane» που έκανε ντεμπούτο στη Βενετία το 2012 και το «Walking Past the Future» που συμμετείχε στις Κάννες το 2017), αφήνοντας την πλευρά αυτή στην αφάνεια κι εστιάζοντας, αντίθετα, σε μια αγροτική ζωή που μοιάζει άχρονη αλλά είναι και διαχρονική και επίκαιρη.
Ο Μα και η Κάο πρέπει να είναι, ο καθένας για διαφορετικό λόγο, οι εύκολοι στόχοι του μικρού, βουτηγμένου στη λάσπη, χωριού τους στην επαρχιακή Κίνα. Εκείνος είναι αργός, όχι σπίρτο ευστροφίας, πιστός κυρίως στον γάιδαρό του που υπεραγαπά. Εκείνη πάσχει από έντονη ακράτεια, πράγμα που την καθιστά επαναλαμβανόμενη λεία για την κοροϊδία των γύρω. Κι όμως, ο Μα και η Κάο, που θα παντρευτούν από προξενιό των συγγενών τους που θέλουν να τους ξεφορτωθούν, θ’ ανακαλύψουν, σιγά-σιγά, την αγάπη, ο ένας για τον άλλον και οι δυο για τη Γη που τους τρέφει και τους προστατεύει, «ενάντια» στους ανθρώπους και τον πολιτισμό τους.
Δυο άνθρωποι που και η φύση και η κοινωνία τους έχουν θέσει στο «περιθώριο», μοιάζουν τόσο αρχέγονοι που αποκτούν κι οι ίδιοι τη μορφή της γης: το δέρμα τους ηλιοκαμένο, η στάση τους σαν άκαμπτα δέντρα, το χαμόγελό τους γεμάτο συστολή, σαν την ανατολή. Ως στοιχεία της φύσης αντιμετωπίζει τους ήρωές του ο Ρουιτζούν, τόσο δραματουργικά όσο και φωτογραφικά, προικίζοντάς τους αυτόματα με μια δύναμη ανθρώπινης ιστορίας.
Σκόπιμα ναΐφ, λιτή και λυρική η ταινία, αξιοποιεί δυο ανθεκτικούς, υπομονετικούς, «διαπεραστικούς» ηθοποιούς κι ένα ιδιαίτερο, μινιμαλιστικό σέτινγκ για να μιλήσει ιδεαλιστικά για μια ανάγκη επιστροφής σ’ έναν παραδοσιακό τρόπο ζωής, σε μια εγγύτητα με τη φύση και τα κρυφά χαρίσματα των ανθρώπων. Είναι, όμως, τόσο μονοδιάστατος αυτός ο ρομαντισμός και τόσο συμβολικά επιλεγμένοι οι κεντρικοί ήρωες, τα χαρακτηριστικά και η πορεία ζωής τους, που στις δύο και κάτι ώρες τής ταινίας, με το μήνυμά της να έχει γίνει παραπάνω από σαφές και το ρυθμό της τακτικό και αργό σαν τις δουλειές του σπιτιού ή του κτήματος, η απλοϊκότητα δυσκολεύεται να στηρίξει τη δύναμη τής «σιωπηλής διαμαρτυρίας» του δημιουργού της για τη χώρα του.