Μπρίστολ, Αγγλία. Στα τέλη του 18ου αιώνα, η πυγμαχία ήταν ακόμα ένα πρωτόγονο άθλημα, που παιζόταν στις λάσπες των φτωχογειτονιών ανάμεσα σε γεροδεμένους τυχοδιώκτες, για να στοιχηματίζουν τζογαδόροι και μεθύστακες. Κάτι τέτοιο ήταν κι ο παππούς του Τζεμ Μπέλτσερ: ένας βίαιος αγροίκος, που μπορεί να έκλεβε την κόρη του για να πληρώνει τα χρέη του, φρόντισε να μάθει όμως στον πιτσιρικά πώς μπορεί να χτίσει το μέλλον του με τα ματωμένα του χέρια. Στην αυγή του 19ου αιώνα, ο Μπέλτσερ πάλεψε στα ρινγκ μέχρι την κορυφή του πρωταθλητισμού, διέδωσε το άθλημα κι έφτασε μέχρι το παλάτι και τα σαλόνια της αριστοκρατίας. Η πτώση όμως δεν αργεί να ακολουθήσει...
Ο πατέρας του σεναριογράφου και πρωταγωνιστή Ματ Χούκινς ήταν κι ο ίδιος πυγμάχος. Ισως για αυτόν μία τέτοια ταινία να ήταν όνειρο ζωής. Καθόλου δεν φαίνεται. Ο τρόπος προσέγγισης του θρύλου είναι τόσο διεκπεραιωτικός, κλισέ και προβλέψιμος (η κλασική ιστορία από τη φτώχεια στη δόξα και από τα σαλόνια στην πτώση), που σχεδόν ξέρεις τι θα ακολουθήσει στην επόμενη σεκάνς. Δεν λείπει ακόμα και το γνωστό μοντάζ προπονήσεων, με τα μαθήματα σκληραγώγησης και ζωής (όχι μόνο πυγμαχίας) που ενηλικιώνουν τον Μπέλτσερ.
Οι χαρακτήρες είναι σχηματικοί, με διάφανες προθέσεις και αφελή κίνητρα. Παρόλη την ωμή, σκληρή βία (που πλέον το σημερινό κοινό έχει συνηθίσει ακόμα και στην μικρή του οθόνη, από σειρές όπως πχ το «Peaky Blinders»), η σκηνοθεσία του Γκρέιαμ δεν έχει κάτι καινούργιο να προτείνει.
Για αυτό και οι ηθοποιοί μένουν ξεκρέμαστοι. Ο Ράσελ Κρόου μουγκρίζει, μουρμουράει και γελάει σατανικά σε μια ξεπέτα ερμηνεία που μπορεί να την κάνει και στον ύπνο του, ενώ ο Ρέι Γουίνστον βασίζεται τεμπέλικα στο αθυρόστομο στόμα του ήρωα, λες και παίζει σε ταινία του Γκάι Ρίτσι.
Η αληθινή ιστορία του Τζεμ Μπέλτσερ είναι ιντριγκαδόρικη και ενδιαφέρουσα. Εδώ όμως βγαίνει νοκ άουτ από τα πρώτα της λεπτά στο κινηματογραφικό ρινγκ.