«Ημασταν το αουτσάιντερ στον ποδοσφαιρικό κόσμο. Αλλά όπως μας διδάσκει η ελληνική ιστορία, οι θεοί κάνουν πάντα τα δικά τους σχέδια», λέει ο Οττο Ρεχάγκελ καθώς στέκει με θαυμασμό στη μέση του Παναθηναϊκού Σταδίου. Αλλα σχέδια, πράγματι. Που έβγαλαν την ελληνική εθνική ομάδα ποδοσφαίρου από το απίθανο 150 προς 1 στην προοπτική νίκης της στο ευρωπαϊκό πρωτάθλημα του 2004 και την οδήγησαν σταδιακά σε έναν άνευ προηγουμένου θρίαμβο. Ομως δεν μπορεί να έδρασαν μόνοι τους οι θεοί. Κάτι έκανε και ο Οττο, προπονητής που είχε ήδη ανακηρυχθεί βασιλιάς στη γενέτειρά του Γερμανία πριν εκτοξευθεί στον θρόνο του ημίθεου σε μια χώρα ολότελα διαφορετικής κουλτούρας από τη δική του.
Στην αρχή, όχι πολλά, με αποτυχίες που επιβεβαίωναν την ανυπαρξία της ομάδας μας στον διεθνή αθλητικό χάρτη. Η δουλειά φάνηκε στη συνέχεια, χάρη και στη βοήθεια του γερμανοτραφή Γιάννη Τοπαλίδη, που πάλεψε να συμβιβάσει την τευτονική αυστηρότητα και την πειθαρχία με τη μεσογειακή χαλαρότητα και το χάος, παραφράζοντας με κάποια «εξυγίανση» στους παίκτες τις παρατηρήσεις του Ρεχάγκελ στις προπονήσεις. Η χημεία απεδείχθη ευεργετική. Η πρόθεση του Τοπαλίδη για μια μετάφραση προστατευτική έδεσε τέλεια με το πείσμα του Ρεχάγκελ για ένα παιχνίδι αμυντικό. Αντίο Γαλλία και Τσεχία. Γεια σας και στην Πορτογαλία, που τα έβαψε μαύρα μέσα στην ίδια της την euro-έδρα.
Το ντοκιμαντέρ του Ελληνοαμερικανού Κρίστοφερ Αντρέ Μαρκς είναι αναγκαστικά επιλεκτικό στην προσπάθειά του –αποστολή του, σωστότερα- να παραθέσει τους σταθμούς μέχρι την σημαντικότερη διεθνή νίκη στα ελληνικά ποδοσφαιρικά χρονικά. Και ο στρατάρχης τούτης της νίκης σκιαγραφείται στο φιλμ ως τέτοιος και μόνο, μετά από ένα πρώτο και μάλλον ισχνό βιογραφικό «σκανάρισμα» ολίγων λεπτών. Αρκούν, ωστόσο, λίγες κουβέντες του αμετανόητα ειλικρινούς Γερμανού προπονητή να υπογραμμίσουν τον παραπάνω ακριβώς θεματικό άξονα, αυτή τη σύγκρουση, δηλαδή, των διαμετρικά αντίθετων ταμπεραμέντων που κατέληξε σε μια ιστορικής σημασίας συνενοχή.
Εστω και μέσα από την απλή αντιπαραβολή των ομιλούντων κεφαλών με το αρχειακό υλικό, το μοντάζ των Γιάν Χέκμαν και Κρις Ιβερσεν υπηρετεί με ακρίβεια αυτό το διαρκές κοντράστο, ενώ η μουσική των Αντρές Σότο και Νταν Γουάινμπεργκ σταθμίζει σωστά τις διαθέσεις τις αφήγησης και κατορθώνει να πάλλει το σασπένς της κορύφωσης προς τον τελικό κι ας ξέρουμε την έκβαση. Και παρότι τούτη η άκρως επαγγελματική δουλειά δεν κρύβει καμία έκπληξη πέρα από εκείνη –του θριάμβου του underdog- που ήδη γνωρίζουμε, παρακολουθείται με τον ίδιο ενθουσιασμό που θα μας κυρίευε και σε έναν οποιονδήποτε live αγώνα της όποιας εθνικής μας σε διεθνές πρωτάθλημα.