Την Παρασκευή 23 Δεκεμβρίου, ξεκινούν οι μεταμεσονύκτιες προβολές της «Χαμένης Λεωφόρου του Ελληνικού Σινεμά» στο ΑΣΤΟΡ με την προβολή της ταινίας του Νίκου Νικολαΐδη «Πρωινή Περίπολος», η οποία ολοκληρώνει και την πρώτη θεματική του προγράμματος «αποκατάστασης» υποτιμημένων ελληνικών ταινιών του '60, '70 και '80 με γενικό τίτλο «Αόρατη Απειλή».
Στην αίθουσα για να την παρουσιάσει θα βρίσκεται ο Στέργιος Πάσχος του «Αφτερλωβ», ο οποίος γράφει για το Flix μια ιστορία για το πώς είδε πραγματικά την ταινία που ο Νίκος Νικολαΐδης γύρισε το 1987, σαν τη δική του μαρτυρία πάνω στο τέλος (ή την αρχή) του κόσμου. Μετά την προβολή θα ακολουθήσει Dj Set με τους Felizol & The Boy vs Nikos Pastras.
Διαβάστε ακόμη: Οι εμπνευστές της «Χαμένης Λεωφόρου του Ελληνικού Σινεμά» αποκαλύπτουν τις προθέσεις τους
Είδα πρώτη φορά την Πρωινή Περίπολο στα δεκάξι μου και δεν ήταν καθόλου αυτό που περίμενα να δω. Ούτε αυτό που νόμιζα πως ήταν ο Ελληνικός κινηματογράφος, ούτε αυτό που μέχρι τότε πίστευα πως ήταν ο κόσμος του Νικολαΐδη. Είχε ελάχιστο διάλογο, καθόλου χιούμορ και ήταν γεμάτη εξωτερικά και γενικά πλάνα. Επίσης, έλειπε η συντροφικότητα και η ζεστασιά που είχαν οι υπόλοιπες ταινίες του. Μιλούσε για διαλυμένες σχέσεις, σπασμένες επικοινωνίες κι έναν κόσμο σε πλήρη διάλυση χωρίς το παραμικρό φως. Καμία ελπίδα διαφυγής. Η μόνη σχέση που υπήρχε στην ταινία δεν ήταν παρά το φάντασμα μιας σχέσης. Μ’ έναν πολύ υπόγειο τρόπο όμως, η ταινία με είχε γοητεύσει. Παρότι το dvd που κυκλοφορούσε τότε είχε τρομακτικά κακό ήχο και εικόνα και η τηλεόραση που είχαμε σπίτι μας σίγουρα δεν ήταν το ιδανικό μέρος για να δει κανείς αυτή την ταινία.
Από εκείνη τη μέρα και μετά, όπου συζητούσα για το ελληνικό σινεμά, έλεγα πως η αγαπημένη μου ταινία απ’ τον Νικολαΐδη ήταν η πρωινή Περίπολος. Είχα κάποιες τύψεις όμως όποτε το έλεγα, κι αυτό γιατί ενώ είχα ξαναδεί όλες τις ταινίες του αρκετές φορές, αυτή όχι. Παρά τη γοητεία που μου είχε ασκήσει δεν ήθελα να την ξαναδω.
Το 2007 στο αφιέρωμα που έγινε για τον Νικολαΐδη στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης απόφάσισα, εν μέρει και για να ξορκίσω τις ενοχές, να ξαναδω την ταινία στην αίθουσα και σε αποκατεστημένη κόπια (την κόπια που θα παρακολουθήσουμε την Παρασκευή) και τότε ΕΙΔΑ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ την ταινία. Και έπαθα σοκ. Χωρίς να καταλάβω πώς, τελειώνοντας η ταινία έτρεχαν δάκρυα απ’ τα μάτια μου και βρισκόμουν σε μια τρομακτική εγρήγορση. Πέρασα όλο το βράδυ πίνοντας και μιλώντας ακατάπαυστα και το πρωί πήγα για ύπνο καταχαρούμενος. Πώς είχα τόση χαρά μετά από την προβολή μιας τόσο σκοτεινής ταινίας; Το κατάλαβα μερικές μέρες αργότερα και εδραιώθηκε μέσα μου κάτι που είχα αρχίσει να υποψιάζομαι από καιρό: Ένα έργο με τέτοια απαράμιλλη ομορφιά, τέτοια γεωμετρία και βάθος, δεν χρειάζεται κανένα αφηγηματικό σχήμα για να «δηλώσει» τη θέση του. Εκπέμπει φως και γίνεται το ίδιο η απάντηση στην κατάσταση που παρουσιάζει.
Η πραγμάτωση ενός τέτοιου αριστουργήματος, με τα ελάχιστα μέσα, στην Ελλάδα του ’80, είναι η απάντηση και η επαναστατική πράξη απέναντι σε όλες τις Πρωινές Περιπόλους που θα έρθουν να ζητήσουν τα στοιχεία μας καθώς εμείς περπατάμε σκυφτοί στο ψιλόβροχο αναζητώντας τη θάλασσα ή τη Βέρα ή τη Λάουρα ή το χαμένο μας είδωλο μέσα τους.
Πρωινή Περίπολος του Νίκου Νικολαΐδη (1987)/ Σε μια έρημη και κατεστραμμένη πόλη, μια γυναίκα βαδίζει ολομόναχη. Προσπαθεί να διασχίσει την απαγορευμένη ζώνη και να φτάσει στη θάλασσα. Παντού παραμονεύουν παγίδες και η Πρωινή Περίπολος την παρακολουθεί. Οι μηχανισμοί της πόλης λειτουργούν ανεξέλεγκτα. Ηλεκτρονικές φωνές καλούν τους ανύπαρκτους πολίτες να εγκαταλείψουν την πόλη. Ενας άντρας, από τους λίγους επιζώντες, που τώρα φρουρεί την πόλη, εμφανίζεται ξαφνικά κοντά της. Την βοηθάει να φτάσει εκεί απ’ όπου κανείς δεν γύρισε για να πει αν στ’ αλήθεια υπάρχει.... στη θάλασσα. Θα πλησιάσουν ο ένας τον άλλον, θα προσπαθήσουν να θυμηθούν το παρελθόν. Θα ξετυλίξουν μαζί το κουβάρι της μνήμης που μπλέχτηκε στη διάρκεια ενός ολέθρου.
Διαβάστε ακόμη: Νίκος Νικολαΐδης: Οκτώ στιγμές από μια διαδρομή...χωρίς τέλος