Η Μάρεν Αντε έκλεισε φέτος τα 40 της χρόνια. Τα τελευταία 15 δουλεύει στο σινεμά, σιγά-σιγά, κάνοντας τη δουλειά της αντιληπτή με γεωμετρική πρόοδο. Ως παραγωγός στήριξε το έπος του Μιγκέλ Γκόμες, «Arabian Nights». Ως σκηνοθέτης, με τις δυο μεγάλου μήκους ταινίες της, «The Forest for the Trees» (2003) και «Everyone Else» (2009), συγκέντρωσε γύρω της έναν ολοένα αυξανόμενο σε αριθμό κύκλο θαυμαστών. Λες και, εδώ και μιάμιση δεκαετία, ετοιμαζόταν, ήρεμα κι οργανωμένα, για τον κριτικό θρίαμβο που θα την αγκάλιαζε στο φετινό Φεστιβάλ Καννών. Γιατί η νέα της ταινία, το «Toni Erdmann», μπορεί να μην κέρδισε κανένα βραβείο, πράγμα που αποτέλεσε και το μεγαλύτερο σκάνδαλο της διοργάνωσης, έχει όμως ήδη κατακτήσει τον τίτλο της ευρωπαϊκής ταινίας της χρονιάς.
Διαβάστε σχετικά: Το μεγαλύτερο σκάνδαλο του 69ου Φεστιβάλ Καννών γράφτηκε με τα βραβεία του
Το «Toni Erdmann» είναι μια από αυτές τις ταινίες - κωμωδία στη σκοτεινή πλευρά της ζωής - που μπορούν να σου αλλάξουν τη ζωή αν τις αφήσεις. Είναι η ιστορία της Ινες (η αριστουργηματική Σάντρα Χίλερ στο ρόλο), που δουλεύει ως στέλεχος γερμανικής εταιρείας στη Ρουμανία, προσπαθώντας, όχι πολύ πετυχημένα, να κερδίσει το σεβασμό και την αναγνώριση των συναδέλφων της. Και του πατέρα της, του χωρατατζή Γουίνφριντ (ερμηνεύει ο Πέτερ Σιμόνισεκ), που, μη βρίσκοντας άλλον τρόπο να την προσεγγίσει, δημιουργεί την περσόνα του αξιολάτρευτου και ταυτόχρονα ενοχλητικού Τόνι Ερντμαν και τρυπώνει στη ζωή της, στις συναντήσεις της, τις εξόδους της. Ο Τόνι είναι ένας περίεργος τύπος με κακό κοστούμι, τραγική περούκα κι ακόμη χειρότερη οδοντοστοιχία. Ομως όσο πιο εκκεντρικός γίνεται, τόσο η κόρη του φαίνεται να ανταποκρίνεται.
Αμέσως μετά την απρόσμενα ενθουσιώδη υποδοχή του «Toni Erdmann» στο Φεστιβάλ Καννών, η Μάρεν Αντε μίλησε για το Flix για την ταινία της, τους ήρωές της και... τον ηρωισμό που χρειάζεται, κάθε μέρα, μια ζωή με χιούμορ. Διαβάστε παρακάτω όσα μας είπε.
Για τη θεαματική επιτυχία της ταινίας Τη Δευτέρα μίξαρα ακόμα την ταινία και το Σάββατο ήταν η πρεμιέρα στις Κάννες. Ολα μου φαίνονται ξαφνικά, πρωτόγνωρα και λίγο τρομακτικά, μ’ έναν ωραίο τρόπο. Ενιωσα ότι κάπου προσγειώθηκα, αλλά όχι ακριβώς ομαλά, περισσότερο σαν κάποιος να με πέταξε έξω από το αεροπλάνο.
Για τις αναφορές στο δικό της πατέρα Κι ο δικός μου πατέρας είναι λίγο τρελός καμιά φορά. Φυσικά μ’ ενέπνευσε, έχει πολύ καλό χιούμορ, πολύ ενδιαφέρον… ρεπερτόριο. Το χιούμορ του έκανε «παρέα» και σε μένα και σε όλη μου την οικογένεια καθώς μεγαλώναμε. Πάνε χρόνια, αλλά μία φορά πράγματι του έκανα δώρο μια μασέλα, σαν αυτή που φοράει ο Τόνι στην ταινία και τη χρησιμοποιούσε τόσο συχνά που χρειάστηκε να του ξαναπάρω άλλες δυο φορές, ήταν από φτηνό πλαστικό κι απ’ την πολλή χρήση έσπαγε. Αυτά τα μικροπράγματα όντως τα δανείστηκα από κείνον για την ταινία, αλλά δεν ήταν ποτέ ο Τόνι, ούτε κι εγώ η Ινες.
Το πατρόν Οταν ήμουν στην εφηβεία, ο μπαμπάς μου έκανε αυτό το αστείο. Σταματούσε ανθρώπους με το αυτοκίνητο στο δρόμο για οδηγίες. Είχε ένα πατρόν για φορέματα στο πορτ μπαγκάζ και τους έδειχνε και τους έλεγε, είμαστε εδώ, χρειαζόμαστε να πάμε εδώ, ξέρετε το δρόμο; Και τους έδειχνε το πατρόν. Τότε χιλιοντρεπόμουν, αλλά τώρα που έχω μεγαλώσει διασκεδάζω που το θυμάμαι.
Για το (γερμανικό) χιούμορ Δε νομίζω ότι υπάρχει κάποιο τυπικό, αντιπροσωπευτικό τέτοιο. Το χιούμορ συχνά για μένα προκύπτει από απόγνωση, από πόνο. Για τον Γουίνφριντ στην ταινία είναι το μόνο του όπλο, η μόνη πιθανότητα που έχει να επαναπροσδιορίσει τη σχέση του με την κόρη του. Αρχικά μου φάνηκε ενδιαφέρον να κάνω μια κωμωδία, αλλά γράφοντάς την ανακάλυψα ότι χρειάζεται πολύ περισσότερη προσοχή στα σοβαρά θέματα που βρίσκονται από κάτω. Στη διάρκεια των γυρισμάτων είπα στην παραγωγό μου, νομίζω θα είναι μια πολύ, πολύ λυπημένη ταινία, συγγνώμη, την πουλήσαμε σαν κωμωδία αλλά νομίζω όλοι θα κλαίνε! Οπότε μου ήρθε ως ευχάριστη έκπληξη την πρώτη φορά που είδα την ταινία στις Κάννες σε μια αίθουσα γεμάτη κοινό και συνειδητοποίησα ότι το κωμικό στοιχείο υπερτερεί, αντανακλά στον κόσμο. Τώρα όλοι λένε ότι είναι κωμωδία κι εγώ το νιώθω ως δράμα!
Για τη χρήση του "The Greatest Love of All" στην ταινία Σκέφτηκα ότι είναι καλό να έχω ένα τραγούδι που η Ινές θα μπορούσε να ήθελε να τραγουδά ως έφηβη. Τη βλέπεις και τη φαντάζεσαι στα 14. Επίσης μ’ αρέσουν οι στίχοι, ότι εκείνη τραγουδά με ειρωνεία, αλλά οι στίχοι έχουν αυτή την απίστευτη αθωότητα κι αυτό δημιουργεί μια πετυχημένη αντίθεση. Δε χρησιμοποιώ μουσική στις ταινίες μου και νομίζω ότι όταν έχεις μουσική, πρέπει να είναι κάτι με τη δύναμη μιας μεγάλης επιτυχίας.
Είναι παράξενο, οι γονείς μας πάντα αποτελούν ένα πρόβλημα, ακόμα κι όταν δεν κάνουν τίποτα, όταν είναι απλώς συμπαθητικοί. Οταν είναι οι γονείς σου δίπλα σου, νιώθεις αμήχανα, όπως όταν ήσουν παιδί. Είναι κάτι πολύ ιδιωτικό οι γονείς, λένε πολλά για σένα, από πού έρχεσαι, πολύ προσωπικά πράγματα, όμορφα αλλά, όπως λέμε: αμήχανα.
Φεμινιστική ταινία; Σίγουρα το «Toni Erdmann» δεν είναι μια ταινία για την απελευθέρωση μιας καριερίστας. Αν ρωτούσες την Ινές αν είναι φεμινίστρια δε θα σου έλεγε ναι, αρχικά, γιατί λειτουργεί σ’ ένα κατεξοχήν ανδροκρατούμενο περιβάλλον. Αυτό είναι και το θέμα, μπορείς ν’ αστειευτείς μ’ αυτό 5-6 φορές αλλά μετά γίνεται ενοχλητικό. Αρχίζεις και νιώθεις υπερβολική όταν αντιδράς στα σεξιστικά αστεία, οπότε δέχεσαι ότι τα σχόλια γίνονται «για πλάκα». Το πιο αστείο είναι ότι ο πατέρας της, που δεν ξέρει στ’ αλήθεια αν είναι ευχαριστημένη στη δουλειά και τη ζωή της, τη βοηθά μέσω της περσόνας του Τόνι να γίνει πιο δυνατή. Βέβαια, αν εκείνη ήταν γιος, πιθανόν ο πατέρας δε θα την ένιωθε τόσο ευαίσθητη, δε θα είχε καν χρειαστεί να της προσφέρει, με τον τρόπο του, βοήθεια.
Δείτε ακόμη: Ο παράξενος κύριος «Toni Erdmann», αυτοπροσώπως, βολτάρει στην Αθήνα
Για την κινηματογραφική τεχνική Δεν πιστεύω στην τεχνική, δεν είναι σημαντική για μένα, για το σινεμά που κάνω. Το λέω πάντα στην αρχή στους συνεργάτες μου, για να το ξεκαθαρίζω πριν ξεκινήσω μια ταινία, για να καταλάβουν όλοι ότι δεν είμαι χαζή, δεν είμαι ανίδεη, απλώς για μένα δεν είναι σημαντική η τεχνική. Δε θέλω σε μια ταινία να βλέπω την τεχνική. Το λέω νωρίς, για να το βγάζω από τη μέση.
Οι αμήχανες στιγμές Μου αρέσει πολύ η λέξη «αμηχανία», στα γερμανικά δεν την έχουμε, έχουμε μόνο τη λέξη «ντροπή» κι είναι κάπως διαφορετικό. Η μεγαλύτερη αμηχανία στην ταινία προκύπτει επειδή η ηρωίδα, η Ινες, φέρνει τον πατέρα της μέσα στον κόσμο της. Είναι παράξενο, οι γονείς μας πάντα αποτελούν ένα πρόβλημα, ακόμα κι όταν δεν κάνουν τίποτα, όταν είναι απλώς συμπαθητικοί. Οταν είναι οι γονείς σου δίπλα σου, νιώθεις αμήχανα, όπως όταν ήσουν παιδί. Είναι κάτι πολύ ιδιωτικό οι γονείς, λένε πολλά για σένα, από πού έρχεσαι, πολύ προσωπικά πράγματα, όμορφα αλλά, όπως λέμε: αμήχανα.
Περισσότερο «Toni Erdmann»: