Συνέντευξη

«Δεν χρειαζόμασταν το Ολοκαύτωμα. Πιο πολλές πληγές μας άφησαν οι γονείς μας.»

στα 10

Το Flix σε μία εκ βαθέων συνέντευξη με τους πρωταγωνιστές της Ισραηλινής δραματικής κομεντί «Γράψε Λάθος», Σλόμο Μπαρ-Αμπα και Λίορ Ασκενάζι.

«Δεν χρειαζόμασταν το Ολοκαύτωμα. Πιο πολλές πληγές μας άφησαν οι γονείς μας.»
Σλόμο Μπαρ-Αμπα και Λίορ Ασκενάζι στο photo call της ταινίας στο περσινό φεστιβάλ Καννών

Η ταινία ξεκινάει με credits που παραπέμπουν σε... Τζέιμς Μποντ. Συνεχίζεται ως κομεντί με αλά «500 Μέρες με την Σάμερ» γραφιστικά ευρύματα. Μουσική θρίλερ στοιχειώνει τα πλάνα. Τα χάνεις. Μέχρι που καταλαβαίνεις γιατί: η φόρμα σ' έχει αιφνιδιάσει αλλά στην ουσία όντως πρόκειται για θρίλερ! Ενα οικογενειακό θρίλερ – για όσα μας απειλούν, μας ευνουχίζουν, μας κρατούν δέσμιους στους γονείς μας. Σ' αυτούς που αρχικά μας έδωσαν ζωή, που μας έδωσαν φτερά. Για να μας τα κόβουν σε κάθε δυνατή ευκαιρία.

Δύο άντρες συγκρούονται για να μας διηγηθούν αυτή την ιστορία «τρόμου». Πατέρας και γιος (ο οποίος με τη σειρά του είναι πατέρας επίσης). Δύο ηθοποιοί σηκώνουν το βάρος να χτίσουν χαρακτήρες και να τους απογυμνώσουν σταδιακά – από την κωμωδία στο δράμα. Μ' ένα εξαιρετικό σενάριο (το οποίο βραβεύτηκε με το Χρυσό Φοίνικα στο περσινό φεστιβάλ Καννών) κι έναν ευρηματικό σκηνοθέτη, ο 62χρονος θεατρικός κωμικός Σλόμο Μπαρ-Αμπα και ο 43χρονος Λίορ Ασκενάζι («Walk on Water», «Late Marriage») δίνουν απολαυστικές και επώδυνα ειλικρινείς, υποδειγματικές ερμηνείες.

Το Flix τους συνάντησε στις Κάννες και είχε την ευκαιρία να συζητήσει τόσο για την ταινία, όσο και για την ενδιαφέρουσα θεματική της: είναι οι οικογένειες μας η αιτία όλων μας των προβλημάτων;

both

Είναι σχεδόν επαναστατικό να βλέπει κανείς ένα φιλμ που καταρρίπτει τον μύθο της οικογένειας. Μεγαλώνουμε πιστεύοντας ότι οι γονείς μας θέλουν να μας δουν να γινόμαστε καλύτεροι από αυτούς. Να μία ταινία που δείχνει τον υπόγειο ανταγωνισμό, τις τρικλοποδιές που βάζουν οι γονείς στα παιδιά τους...

Σλόμο Μπαρ-Αμπα: Το πρώτο πράγμα που σκέφτηκα διαβάζοντας το σενάριο ήταν «Θεέ μου πόσο ακόμα συσσωρευμένο θυμό έχω απέναντι στους γονείς μου» - οι οποίοι έχουν πεθάνει. Και παράλληλα, ένιωσα μεγάλη θλίψη που δεν κατάφερα να τους αντιμετωπίσω και να συμφιλιωθώ μαζί τους όσο ήταν ακόμα ζωντανοί. Η ταινία χτύπησε νεύρο. Ηταν επίσης συμπτωματικά πολύ κοντά μου ως θέμα, καθώς ο παππούς μου υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους αναλυτές του Ταλμούδ στην Πολωνία. Οταν τον ρώτησαν να περιγράψει τι είναι το Ταλμούδ σε μία πρόταση, είχε πει: «ότι δε θέλεις να σου κάνουν, μην το κάνεις στους άλλους». Πόσο ειρωνικό ότι συμβαίνει ακριβώς το ανάποδο με τις οικογένειες. Ο,τι μας έκαναν οι γονείς μας παιδιά, όλα όσα κουβαλάμε ως τραύματα, τα κάνουμε κι εμείς στα δικά μας. Επρεπε να παίξω σ' αυτή την ταινία. Ξέρετε, είμαι ηθοποιούς θεάτρου. Εχω παίξει σε μία ακόμα ταινία μέσα σε 25 χρόνια. Η επιλογή του σκηνοθέτη Τζόζεφ Σένταρ να παίξω τον πατέρα ήταν εντελώς κόντρα κάστινγκ. Στο Ισραήλ με γνωρίζουν ως έναν κωμικό, πολύ εκφραστικό ηθοποιό. Είναι ειρωνικό: μια ζωή έπαιζα βροντόφωνους χαρακτήρες στο θέατρο και η φωνή μου ακουγόταν μόνο στο Τελ Αβίβ. Τώρα έπαιξα κάτι βουβό και ακούστηκα μέχρι τις Κάννες (σ.σ. και λίγους μήνες μετά και σε όλο τον κόσμο – μέχρι το κόκκινο χαλί των Οσκαρ!)

Λίορ Ασκενάζι: Κι εγώ ένιωσα ότι ο Τζόζεφ με εμπιστεύθηκε σ' έναν αντίθετο ρόλο από ό,τι ήταν οι προηγούμενες δουλειές μου. Δεν θα με έλεγες ακαδημαϊκό τύπο, δε θα πήγαινε σε μένα το μυαλό σου για κάποιον που ερευνά το Ταλμούδ. Για αυτό και αρχικά ήταν έκπληξη για μένα το τηλέφωνο του Τζόζεφ. Μέχρι που κατάλαβα τη δεύτερη επιδερμίδα του ρόλου: το υπόγειο δράμα, την σύγκρουση, το δίλημμα του χαρακτήρα. Ναι, αυτό το αναγνώρισα αμέσως – όπως και όλοι όσοι πάμε στον ψυχολόγο μας (γελάει). Ηταν πάντως αρκετά απαιτητικός αυτός ο ρόλος για μένα. Βερμπαλιστικός, σχεδόν φλύαρος. Είχα συνηθίσει σε πιο σωματικές ερμηνείες. Ο ρόλος του πατέρα είναι σιωπηλός, κι εγώ ως γιος έπρεπε να είμαι το αντίθετο – να γεμίζω τις σιωπές.

lior

Πώς διαχειριστήκατε τις ανατροπές των χαρακτήρων σας, των συναισθημάτων, την κωμωδία που μετατρέπεται σε δράμα;

Σ.Μπ.: Η κωμωδία είναι πολύ σοβαρή υπόθεση. Σκαλίζει και τρυπώνει ύπουλα κάτω από την επιδερμίδα των πραγμάτων. Μπορεί να πει όσα μας πονάνε, γιατί μας κάνει να γελάμε μαζί τους. Οι περισσότεροι κωμικοί ηθοποιοί που γνωρίζω είναι πολύ θλιμμένοι άνθρωποι. Πολύ ευαίσθητοι στην κριτική. Η ανατροπή λοιπόν γίνεται μόνο στη φόρμα. Αν παρατηρήσετε την ταινία, από την αρχή δείχνει το πρόβλημα. Μιλάει για κάτι πολύ τραυματικό. Ολοι μας είμαστε ανασφαλείς. Αισθανόμαστε ότι δεν αξίζουμε. Διψάμε για αναγνώριση, για έπαινο. Ο χαρακτήρας μου νιώθει ηττημένος. Κι αυτό τον έχει κάνει δυστυχισμένο. Γελάμε αρχικά μαζί του, με την «μαγγουφιά» του. Αλλά εξ αρχής είναι ένας δραματικός χαρακτήρας. Μου άρεσε πάρα πολύ αυτή η ανατροπή στη φόρμα. Τη θεωρώ μεγάλη μαεστρία του σεναρίου και του σκηνοθέτη μας.

Λ.Α.: Ο δικός μου χαρακτήρας αλλάζει πολύ. Μιλήσαμε εκτεταμένα για αυτό με τον Τζόζεφ. Η οδηγία του για μένα ήταν ότι πρέπει να είμαι ένας «Κάρι Γκραντ». Στην αρχή της ταινίας έπρεπε κάνω τον γιο να συμπεριφέρεται γεμάτος αυτοπεποίθηση, ως ένας χαριτωμένος νάρκισσος, που ακόμα κι αν σε εκνευρίζει, τον χαζεύεις, δεν μπορείς να του θυμώσεις. Μετά δουλέψαμε πολύ για το «σκοτείνιασμά» του. Νιώθω ότι ο χαρακτήρας μου κάνει ένα ολόκληρο ταξίδι: ίσως είναι η πιο ουσιαστική κρίση μέσης ηλικίας, όταν πρέπει ξεκάθαρα πια να αποκαθηλώσει τον πατέρα του από το ανέγγιχτο βάθρο που βάζουμε τους γονείς μας. Αυτούς τους ρόλους πάντως αναζητά ένας ηθοποιός. Την ευκαιρία να παίξεις κάτι που σε πηγαίνει αυτό το ταξίδι.

Από τα credits της ταινίας, μέχρι την μουσική της που σε στιγμές παραπέμπει σε θρίλερ, ή τις γραφίστικες λεπτομέρειες της, όλα έχουν ξεχωριστό χαρακτήρα. Πώς ήταν η συνεργασία σας με τον Τζόζεφ Σένταρ; Πόσο καταλάβατε εξ αρχής το όραμά του;

Σ.Μπ.: Η μεγάλη τύχη του Τζόζεφ είναι ότι είναι πραγματικός καλλιτέχνης. Δεν το προσπαθεί, δεν το επιλέγει. Είναι. Η ταινία είναι το σύνολο όλων των καλλιτεχνικών της λεπτομερειών. Γιατί ο Τζόζεφ είχε οραματιστεί και την τελευταία λεπτομέρεια – ήξερε ακριβώς τι ήθελε να κάνει. Αυτό είναι κάτι που εκτιμώ ιδιαίτερα στις συνεργασίες μου. Εχει μία πολύ μεγάλη δύναμη και γοητεία ο άνθρωπος που γνωρίζει ακριβώς τι θέλει να κάνει. Η ελευθερία που σου αφήνει ένας σκηνοθέτης να αυτοσχεδιάσεις είναι γόνιμη, αλλά προσωπικά μ' αρέσει να βρίσκω τη θέση μου και να την υπηρετώ στο σύμπαν ενός καλλιτέχνη. Η προσωπικότητα του Τζόζεφ με έκανε να τον εμπιστευτώ απόλυτα και να δεχτώ να πάω μαζί του σ' ένα νέο, άγνωστο για μένα, ταξίδι.

Λ.Α.: Αυτό εννοούσα κι εγώ πριν. Οι πιο ουσιώδεις συνεργασίες είναι αυτές που σε βγάζουν από το οικείο σου περιβάλλον και σε ρίχνουν στο κενό. Ομως ο Τζόζεφ, φτάνει να τον γνωρίσει κανείς, έχει ένα πολύ δυνατό χέρι που σε καθοδηγεί. Και αρχικά μπορεί να παραξενεύεσαι από τις επιλογές του, αλλά πολύ γρήγορα αφήνεσαι εντελώς. Τον εμπιστεύεσαι απόλυτα.

dad

Τα βιβλία στην ταινία είναι σχεδόν ένας ακόμα χαρακτήρας – βρίσκονται παντού! Ξεχειλίζουν από τα σκηνικά, τα κάδρα. Πιστεύετε ότι έχει σημασία που αυτοί οι δύο χαρακτήρες είναι τόσο μορφωμένοι; Είναι ένα σχόλιο της ταινίας ότι όσο κι αν ο άνθρωπος εξελίσσεται, μορφώνεται, θέλει να πιστεύει ότι κάνει βήματα μπροστά, τα αρχέγονά του υπαρξιακά δράματα θα τον κατατρέχουν;

Λ.Α.: Πιστεύω πως ναι. Το σκεφτόμουν κι εγώ σε όλη τη διάρκεια των γυρισμάτων ότι το κλειδί ήταν να δείξω πόσο μορφωμένος μπορεί να είναι ένας άνθρωπος και πόσο να μην ξέρει τίποτα για τη ζωή και τον εαυτό του. Μου άρεσε πολύ αυτή η αντίφαση γιατί είναι τόσο αλήθεια αυτό. Οσο κι αν θεωρούμε ότι έχουμε κατακτήσει τη γνώση, δεν ξέρουμε απολύτως τίποτα. Κάθε μέρα η ζωή μας αποκαλύπτει και κάτι.

Σ.Μπ.: Για μένα αυτό είναι το κρυφό νόημα της ταινίας. Οτι η γνώση δεν είναι απαραίτητα ο δρόμος για την ευτυχία.

Στο τέλος της ταινίας, ο χαρακτήρας του γιου, προσπαθώντας να προστατεύσει το δικό του παιδί επαναλαμβάνει ακριβώς το μοτίβο σχέσεων που είχε με τον πατέρα. Είναι σχεδόν σπαραχτικό να το βλέπει κανείς. Υπάρχει ελπίδα να μάθουμε από τα λάθη μας;

Λ.Α.: Καμία. Ολοι είπαμε κάποια στιγμή στη ζωή μας ότι δε θα γίνουμε οι γονείς μας. Εκείνοι που δεν καταλάβαιναν τις ανησυχίες μας, τις σκέψεις μας, τις μουσικές μας, τα μαλλιά μας. Και τώρα έχουμε παιδιά και κάνουμε ακριβώς τα ίδια. Οχι δεν υπάρχει καμία ελπίδα.

Σ.Μπ.: Είναι πολύ θλιβερό πώς μεταφέρονται οι αδυναμίες και οι ανασφάλειές μας από γενιά σε γενιά, από πατέρα σε γιο. Μοιάζει ότι δεν μπορούμε να σπάσουμε τον φαύλο κύκλο. Πίστευα ότι θα ήμουν καταπληκτικός πατέρας – ήξερα τι δεν μου άρεσε στην συμπεριφορά του δικού μου, τα είχα όλα κανονίσει στο μυαλό μου. Εκανα ακριβώς τα ίδια φριχτά λάθη. Εχω δύο γιους, ευτυχώς δεν είναι ηθοποιοί (γελάει). Θα πω κάτι και θα ακουστεί υπερβολικά προβοκατόρικο, αλλά το εννοώ: οι Γερμανοί θα μπορούσαν να είχαν σταματήσει τα τρένα για το Αουσβιτς. Να είχαν απελευθερώσει τους προγόνους μας, να τους είχαν χαρίσει τις ζωές, λέγοντάς τους ένα μόνο πράγμα: μην ανησυχείτε, θα βρείτε τραύματα να κουβαλήσετε στη ζωή και ο πόλεμος θα συμβαίνει σπίτι σας. Ετσι είναι. Δεν χρειαζόμασταν το Ολοκαύτωμα. Πιο πολλές πληγές έχουμε από τους γονείς μας