Σε ηλικία 88 ετών, πέθανε στη Ρώμη ο Βιτόριο Ταβιάνι, έπειτα από μακρά περίοδο ασθένειας. Την είδηση ανακοίνωσε σήμερα η κόρη του, Τζοβάνα.
Γεννημένος τον Σεπτέμβριο του 1929 στο Σαν Μινιάτο, υπήρξε μαζί με τον δύο χρόνια νεότερο αδελφό του, Πάολο Ταβιάνι, από τις πιο σεβαστές φιγούρες του ιταλικού κινηματογράφου και του ευρωπαϊκού σινεμά εν γένει, σκηνοθετώντας πάνω από είκοσι ταινίες που απέσπασαν συνολικά κάθε πιθανό κινηματογραφικό βραβείο.
Αχώριστοι και ακούραστοι, οι δυο τους δεν σταμάτησαν να σκηνοθετούν, χτίζοντας μια μακρά καριέρα που κράτησε πάνω από πέντε δεκαετίες, ξεκινώντας από το μεγάλου μήκους ντεμπούτο τους με το «Un Uomo da Bruciare» του 1962, σε συν-σκηνοθεσία με τον Βαλεντίνο Ορσίνι. Η πρώτη αποκλειστικά σκηνοθετημένη από τους δύο τους ταινία ήταν το «Παράνομοι του Ερωτα» («I sovversivi») του 1967.
Διαβάστε ακόμη: Πέντε (τουλάχιστον) αριστουργήματα από τη φιλμογραφία των Πάολο και Βιτόριο Ταβιάνι
Ο Βιτόριο (αριστερά) και ο Πάολο (δεξιά) Ταβιάνι το 1983
Γιος ενός αντιφασίστα δικηγόρου, ο Βιτόριο αποφάσισε αρχικά να ακολουθήσει τα βήματα του πατέρα του σπουδάζοντας νομικά. Θα εγκαταλείψει ωστόσο τις σπουδές του το 1954, για να αφοσιωθεί αποκλειστικά στον κινηματογράφο, γυρνώντας αρχικά μια σειρά από ντοκιμαντέρ με έντονα πολιτικοκοινωνική θεματολογία, σκηνοθετημένα από κοινού με τον αδελφό του και τον Ορσίνι.
Η ταινία που τον έκανε να αφήσει τη νομική και να παρασυρθεί ολοκληρωτικά από τις σειρήνες του σινεμά ήταν το «Paisà» («Αυτοί Που Εμειναν Ζωντανοί», 1946) του συμπατριώτη του, Ρομπέρτο Ροσελίνι. Διόλου τυχαία, η επιρροή του νεορεαλισμού θα παρέμενε από τις πιο ισχυρές στο έργο των Ταβιάνι, σε ολόκληρη σχεδόν τη φιλμογραφία τους, η οποία έφερνε στο προσκήνιο τους αγώνες της εργατικής τάξης και την αδιάκοπη πάλη του ατόμου ενάντια σε κάθε λογής δυνάστες.
Σκηνή από τον «Πατέρα Αφέντη», που χάρισε στους αδελφούς Ταβιάνι τον Χρυσό Φοίνικα
Αν και θα ακολουθούσαν ως έναν βαθμό τις διδαχές του νεορεαλισμού, συχνά χρησιμοποιώντας ερασιτέχνες ηθοποιούς, φυσικό φωτισμό και εξωτερικά γυρίσματα, οι Ταβιάνι θα εμπλούτιζαν τις επιρροές τους μπολιάζοντάς τις με την προσωπική τους οπτική πάνω σε λιγότερο ή περισσότερο γνωστές σελίδες της ιταλική ιστορίας και με μια εξίσου ισχυρή επίδραση από το θέατρο, ενώ θα κατέφευγαν σταδιακά σε μια πιο μεταφορική γλώσσα και στη δύναμη της αλληγορίας.
Η διεθνής αναγνώριση θα ξεκινούσε για τους Ταβιάνι με το «Ο Σαν Μικέλε Είχε Εναν Κόκορα», που βραβεύτηκε στο Forum του Φεστιβάλ Βερολίνου του 1972, και από δω και στο εξής οι ταινίες τους θα φιλοξενούνται ανελλιπώς στα μεγαλύτερα διεθνή κινηματογραφικά φεστιβάλ. Ανάμεσα στις σημαντικότερες δημιουργίες τους, το «Αλονζανφαν» (1974), ο «Πατέρας Αφέντης» (Χρυσός Φοίνικας στο Φεστιβάλ Καννών το 1977, τον οποίο θα παραλάμβαναν μάλιστα από τα χέρια του ινδάλματός τους, Ρομπέρτο Ροσελίνι), «Η Νύχτα του Σαν Λορέντζο» (Μεγάλο Βραβείο της Επιτροπής στις Κάννες το 1982) και το «Χάος» (1984).
«Η Νύχτα του Σαν Λορέντζο»
«Χάος»
Η τελευταία παραμένει και μια από τις καλύτερες κινηματογραφικές μεταφορές από έργο του Πιραντέλο, ενώνοντας πέντε διηγήματά του σε ένα επικής διάρκειας και εξίσου σαρωτικής δύναμης φιλμ, με συναισθηματικό οδηγό το αριστουργηματικό σάουντρακ του Νικολά Πιοβάνι.
Το 2012 απέδειξαν ότι συνεχίζουν να παραμένουν δημιουργικοί και ανοιχτοί σε πειραματισμούς όσο ποτέ, κερδίζοντας τη Χρυσή Αρκτο με το «Ο Καίσαρας Πρέπει να Πεθάνει», ενώ το 2015 υπέγραψαν την προτελευταία τους ταινία με τον «Θαυμάσιο Βοκάκιο», μια απρόσμενα ανάλαφρη διασκευή στο «Δεκαήμερο» του Βοκάκιου.
To «Ουράνιο Τόξο» του 2017, η τελευταία τους ταινία ως δίδυμο, είναι προγραμματισμένη να κυκλοφορήσει στις ελληνικές αίθουσες το καλοκαίρι, από τη Weird Wave.
Ο Βιτόριο (αριστερά) και ο Πάολο (δεξιά) Ταβιάνι στα γυρίσματα του «Θαυμάσιου Βοκάκιου», το 2015
Το 2012, το Flix είχε μιλήσει με τους αδελφούς Ταβιάνι στο Βερολίνο, λίγο πριν κερδίσουν δικαιωματικά τη Χρυσή Αρκτο για το αριστουργηματικό «O Καίσαρας Πρέπει να Πεθάνει». Εκεί ο Βιτόριο Ταβιάνι ήταν λιγομίλητος - τουλάχιστον λιγότερο σε σχέση με τον Πάολο - αλλά ήταν αυτός που περιέγραψε την κοινή τους πορεία στο σινεμά.
«Εκτός από τις μέρες που είμαστε σε γύρισμα, συναντιόμαστε τα πρωινά και συζητάμε για όσα μας απασχολούν, τι διαβάσαμε στις εφημερίδες και τα επόμενα σχέδιά μας. Το απόγευμα δεν τηλεφωνιόμαστε ποτέ. Το καλοκαίρι κάνουμε χωριστές διακοπές, μοιραζόμαστε το εξοχικό μας στη Σικελία, ο ένας πηγαίνει με την οικογένεια του τον Ιούλιο και ο άλλος τον Αύγουστο. Χρειαζόμαστε να είμαστε χωριστά. Αλλά το σινεμά είναι πάντοτε μια υπέροχη περιπέτεια και δεν υπάρχει πιο ωραίος τρόπος από το να το μοιράζεσαι με κάποιον. Υπάρχουν πολλές ιστορίες που θέλουμε να πούμε και δεν μπορεί παρά να είναι ευτυχία να έχεις δίπλα σου έναν συνοδοιπόρο που εκτιμάς και σέβεσαι. Για εμάς το να κάνουμε ταινίες έχει νόημα όταν ανακαλύπτουμε κάτι που δεν έχουμε ξαναδεί στη μεγάλη οθόνη. Τι άλλο να προσθέσω; Το σινεμά ξεκίνησε με τους αδερφούς Λιμιέρ και μετά από εμάς υπήρξαν πολλά αδέρφια που μας μιμήθηκαν: οι αδελφοί Νταρντέν, οι αδελφοί Κοέν... Με κάποιο τρόπο γίναμε το παράδειγμα!»
O Πάολο (αριστερά) και ο Βιτόριο (δεξιά) Ταβιάνι στα γυρίσματα του «Ο Καίσαρας Πρέπει να Πεθάνει» το 2012