TV & STREAMING

«Το Ναυάγιο»: Ενα ταξίδι που ξεκινά καλά

of 10

Ανθρώπινο - γεωγραφικό - κοινωνικό ψηφιδωτό και σασπένς μαζί: πετυχημένη η συνταγή της νέας σειράς του Mega.

«Το Ναυάγιο»: Ενα ταξίδι που ξεκινά καλά

Να μην το πούμε συνταγή: βασισμένη στην πραγματική ιστορία του πολύνεκρου ναυαγίου τού Ηράκλειον στη Φαλκονέρα (το Φοίνιξ στην ιστορία τής σειράς), υπόσχεται σκηνές δράσης, βύθιση του πλοίου, γυρίσματα υποβρύχια, αγώνα επιβίωσης και... νερό που ανεβαίνει, με τρόπο και σε μέγεθος που δεν βλέπουμε συχνά στην ελληνική τηλέοραση. Ωστόσο, γι' αυτό, θα πρέπει να περιμένουμε λίγα επεισόδια.

Διαβάστε ακόμη:

Προς το παρόν, το «Ναυάγιο», σκηνοθετημένο από τον Γιάννη Χαριτίδη (γνωστό μας από τον υπέροχο «Καουμπόη» και το ντοκιμαντέρ «Φωνές από το Υπόγειο», σε σενάριο του Γιώργου Κόκουβα, βασισμένο στο μυθιστόρημα του Σπύρου Πετρουλάκη (του «Σασμού», επίσης), απλώνει τα δίχτυα του, εκθέτοντας ανθρώπινες ιστορίες που, προφανώς, θα συνδεθούν στο κατάστρωμα μιας τραγωδίας.

το ναυάγιο

Η σειρά ξεκινά με countdown: Βρισκόμαστε στο 1966, δεκαπέντε ημέρες πριν το μοιραίο. Στα Κύθηρα, στα Χανιά κι άλλα σημεία της Κρήτης, στην Αθήνα. Είναι αυτό που λένε, όταν ο άνθρωπος κάνει σχέδια, ο Θεός τ' ακούει και γελά. Από τη μια, στα Κύθηρα, ένα πολύ-πολύ-πολύ ερωτευμένο ζευγάρι, η Ειρήνη και ο Απόστολος, αρωματοποιοί, έχουν φτιάξει ένα νέο άρωμα (που παγιδεύει, όπως καταλαβαίνουμε, τις καλοκαιρινές στιγμές της ευτυχίας τους + βανίλια), που επιλέγεται να διαγωνιστεί στο Παρίσι. Πώς θα φτάσουν εκεί, με την αντάρα και τη φουσκωθαλασσιά και που η Ειρήνη, επιπλέον, φοβάται το νερό κι έχει εφιάλτες; Ο πατέρας της, γιατρός, ζητά πεσκέσι από τον απρόθυμο καπετάν Στελή να τους πάει στα Χανιά, απ' όπου θα πάρουν το Φοίνιξ, καμάρι της ελληνικής ναυτιλίας και το ταχύτερο πλοίο της εποχής, για Αθήνα και μετά Παρίσι. Από την άλλη, στα Χανιά, στο πατρικό της, φτάνει η Λίνα, για να δει την οικογένειά της - ο πατέρας της θα γίνει έξαλλος που η Λίνα θέλει να γίνει ηθοποιός, εκείνη όμως είναι αποφασισμένη και θα γυρίσει στην Αθήνα όπου την περιμένει μια οντισιόν για ταινία (παγίδα, όπως εμείς γνωρίζουμε, τραγική ειρωνία). Στα Χανιά έρχεται επίσης ο Μάκης, νεαρός φωτογράφος, που θα συνδράμει τον φίλο του να κλέψει το κορίτσι που αγαπά - είναι επισκέπτης, κι αυτός θα γυρίσει στην Αθήνα. Ο Πέτρος, γιος του παπά που κάνει και την τελετή, τσακώνεται στο καφενείο με τον τραμπούκο μαυροπουκαμισά Γιάννη, που κρατάει όπλο. Κάποιος θα σκοτωθεί, κάποιος θα χρειαστεί να φυγαδευτεί. Με το Φοίνιξ κι αυτός. Την ίδια ώρα, ο Πλοίαρχος του εμβληματικού καραβιού ετοιμάζεται για άδεια, ο αντικαταστάτης του δείχνει υπερβολικά σίγουρος για τον εαυτό του κι ο μηχανικός Μιχάλης ξέρει καλά ότι το σκαρί είναι σάπιο και χρειάζεται επισκευή επειγόντως. Αδικα η γυναίκα του, η χαριτωμένη Ελένη, μετά κι από τη συμβουλή μιας μάντισσας, προσπαθεί να τον αποτρέψει να ταξιδέψει.

το ναυάγιο

Αξιοπρεπέστατο το «Ναυάγιο» στην έναρξή του, με το διπλό επεισόδιο της Κυριακής. Αυτό που λέμε... εύρυθμο, παρότι οι ιστορίες είναι πολλές και το εξαιρετικά αποσπασματικό μοντάζ (μια γουλιά από τους μεν, μια μπουκιά από τους δε), δεν βοηθά ακόμα το συναίσθημα ή την ένταση. Σαρδόνιο, δε, πώς προκύπτει από τη δική μας Ιστορία να μοιάζει η τραγωδία της Φαλκονέρας επίκαιρη, τις μέρες που δεν μπορεί κανείς να εμπιστευτεί κανένα μέσο, καμία εγκατάσταση, για τη σωστή συντήρησή τους.

Κέντημα αισθητικής δεν το λες: ότι κανείς δεν μιλά καμία ντοπιολαλιά (εκτός από τον αξεπέραστο «Δούκα» καπετάν Στελή του Λεωνίδα Κακούρη, που έχει τα κρητικά στο τσεπάκι του), ότι τα πουκάμισα και τα φουστάνια είναι του κουτιού, χωρίς ζάρα, χωρίς ίχνος φθοράς, οι οδοντοστοιχίες όλες μετά από λεύκανση, οι περούκες αμήχανες και τα γένια τού κατά τα άλλα συμπαθέστατου παπά-Γρηγόρη του Γιώργου Σουξέ σίγουρα βγαλμένα από ράφι εποχιακών, σχεδόν με το λαστιχάκι τους από πίσω, δεν είναι ζήτημα μικρού μπάτζετ, αλλά κοινής πεποίθησης ότι η τηλεόραση δεν χρειάζεται προσεγμένη λεπτομέρεια και σεβασμό στην αληθοφάνεια γιατί έτσι έχει συνηθίσει το κοινό.

το ναυάγιο

Από την άλλη, η ιστορία φέρνει μαζί της βάρος κι ενδιαφέρον κι οι ανθρώπινες ιστορίες είναι έξυπνα επιλεγμένες. Αν το ζευγάρι Ειρήνης και Απόστολου μοιάζει προς το παρόν υπερβολικά με ζαχαρόπαστα, μας αρέσει η χημεία Αναστασίας Παντούση και Γιώργου Χρυσοστόμου κι ελπίζουμε στα καλύτερα (δηλαδή στα χειρότερα, που σίγουρα θα έρθουν). Οπως μας αρέσει να βλέπουμε τη Γιώτα Φέστα, αλλά και τη Μαρία Ζορμπά, όπου κι αν παίζουν. Αστερίσκος για τον Δημήτρη Καπουράνη (ως φωτογράφος Μάκης), που παίζει με φυσικότητα και λάμψη, έστω και με το λουκ Σαραβάκος που υιοθετεί στη σειρά. Κι είναι ωραίος ο συνδυασμός νέων προσώπων και γνωστών ηθοποιών με εκτόπισμα (πολλούς από τους οποίους περιμένουμε από το τρίτο-τέταρτο επεισόδιο και μετά, βλέπε Στάνκογλου, Σκιαδαρέσης), ειδικά όταν φωτίζεται μεστά, ανθρώπινα και δραματικά από τον Νικόλα Καρανικόλα και τον Θωμά Βαρβία.

Αρα, ναι, το «Ναυάγιο» θα συνεχίσουμε να το βλέπουμε, σίγουρα μέχρι το εν λόγω ναυάγιο και βλέπουμε αν ως τότε ο ανθρώπινος παράγοντας, οι ερωτικές ιστορίες και τα οικογενειακά δράματα θα μας έχουν αγκιστρώσει στο κύμα της σειράς.

Μικρό σινεφιλικό note Οταν η μια αδελφή προτείνει στην άλλη να πάνε να δουν τις «Θαλασσιές τις Χάντρες», δεν είναι δύσκολο να ελέγξει κάποιος ότι η ταινία του Δαλιανίδη βγήκε στις αίθουσες το 1967 - στα Χανιά, δε, πολύ αργότερα. Ομοίως και στους «Πανθέους», που ξεκινούν το 1939, καμία ηρωίδα δεν θα μπορούσε να δει το «Οσα Παίρνει ο Ανεμος», μια και στην Ελλάδα η ταινία βγήκε το '40, διακόπηκε από τον πόλεμο κι επέστρεψε το 1953. Φυσικά οι ελληνικές σειρές έχουν μικρό μπάτζετ συγκρινόμενες με πολλών άλλων χωρών, αλλά η ακρίβεια δεν κοστίζει.