Ο Λουκ Ράιτ, ένας δευτεροκλασάτος παλαιστής του κυκλώματος μεικτών πολεμικών τεχνών, ζει μια βαρετή ζωή αγώνων ρουτίνας μέχρι την ημέρα που θα «πουλήσει» έναν στημένο αγώνα. Προς παραδειγματισμό των υπολοίπων, η Ρώσικη Μαφία θα δολοφονήσει την οικογένειά του και θα τον «σβήσει» από τη μέχρι τώρα ζωή του, αφήνοντάς τον να περιπλανιέται στους δρόμους της Νέας Υόρκης, απόκληρος, στοιχειωμένος από τις ενοχές, ταλανισμένος από την επίγνωση ότι πάντα θα τον παρακολουθούν και με τη βεβαιότητα ότι όποιος τον ξαναπλησιάσει συναισθηματικά θα βρεθεί νεκρός. Όταν όμως θα συναντήσει μια δωδεκάχρονη Κινέζα, την Μέι, που καταδιώκεται από τους ίδιους ανθρώπους που σκότωσαν τη γυναίκα του, ο Λουκ θα αναλάβει δράση και θα εμπλακεί ενεργά σε έναν πόλεμο όπου παίζονται πολλά. Σιγά-σιγά, θα συνειδητοποιήσει ότι η Μέι δεν είναι ένα απλό κορίτσι, αλλά μια ορφανή μαθηματική διάνοια που έχει αναγκαστεί να δουλέψει για την Τριάδα ως «λογίστρια». Τελικά, θα ανακαλύψει ότι στο μυαλό της έχει καταγράψει έναν ανεκτίμητο αριθμητικό κώδικα, που η Τριάδα, η Ρώσικη Μαφία και κάποιοι διεφθαρμένοι αξιωματικοί της Αστυνομίας της Νέας Υόρκης θα σκότωναν για να τον αποκτήσουν. Όταν θα καταλάβει ότι είναι ο μοναδικός άνθρωπος που μπορεί να εμπιστευθεί η Μέι, ο Λουκ θα βουτήξει στον βίαιο υπόκοσμο της μεγαλούπολης προκειμένου να σώσει τη ζωή της μικρής... και ίσως να πάρει πίσω τη δική του.
Ο Λουκ Ράιτ, ένας δευτεροκλασάτος παλαιστής του κυκλώματος μεικτών πολεμικών τεχνών, ζει μια βαρετή ζωή αγώνων ρουτίνας μέχρι την ημέρα που θα «πουλήσει» έναν στημένο αγώνα. Προς παραδειγματισμό των υπολοίπων, η Ρώσικη Μαφία θα δολοφονήσει την οικογένειά του και θα τον «σβήσει» από τη μέχρι τώρα ζωή του, αφήνοντάς τον να περιπλανιέται στους δρόμους της Νέας Υόρκης, απόκληρος, στοιχειωμένος από τις ενοχές, ταλανισμένος από την επίγνωση ότι πάντα θα τον παρακολουθούν και με τη βεβαιότητα ότι όποιος τον ξαναπλησιάσει συναισθηματικά θα βρεθεί νεκρός. Όταν όμως θα συναντήσει μια δωδεκάχρονη Κινέζα, την Μέι, που καταδιώκεται από τους ίδιους ανθρώπους που σκότωσαν τη γυναίκα του, ο Λουκ θα αναλάβει δράση και θα εμπλακεί ενεργά σε έναν πόλεμο όπου παίζονται πολλά. Σιγά-σιγά, θα συνειδητοποιήσει ότι η Μέι δεν είναι ένα απλό κορίτσι, αλλά μια ορφανή μαθηματική διάνοια που έχει αναγκαστεί να δουλέψει για την Τριάδα ως «λογίστρια». Τελικά, θα ανακαλύψει ότι στο μυαλό της έχει καταγράψει έναν ανεκτίμητο αριθμητικό κώδικα, που η Τριάδα, η Ρώσικη Μαφία και κάποιοι διεφθαρμένοι αξιωματικοί της Αστυνομίας της Νέας Υόρκης θα σκότωναν για να τον αποκτήσουν. Όταν θα καταλάβει ότι είναι ο μοναδικός άνθρωπος που μπορεί να εμπιστευθεί η Μέι, ο Λουκ θα βουτήξει στον βίαιο υπόκοσμο της μεγαλούπολης προκειμένου να σώσει τη ζωή της μικρής... και ίσως να πάρει πίσω τη δική του.
Τι μπορείς να κάνεις αν είσαι ο Τζέισον Στέιθαμ αλλά θέλεις να αποδείξεις ότι υπάρχει και μια διαφορετική πλευρά στο ταλέντο σου, από αυτή του να ρίχνεις, υπέροχο, χορογραφημένο, θεαματικό ξύλο; Πως προσπαθείς να αλλάξεις τις προσδοκίες του κοινού σου (να σε βλέπουν στο μεγαλύτερο μέρος της ταινίας «τσαλακωμένο», ημίγυμνο, και ματωμένο) σε κάτι που να ανοίγει το δρόμο για μια καριέρα που να απαιτεί κάτι πιο περίπλοκο από πολεμικέ τέχνες και καλογυμνασμένο κορμί;
Οχι ο Τζέισον Στέιθαμ προφανώς δεν βαρέθηκε να είναι action star, αλλά ο «Προστάτης» είναι η απόπειρά του να δείξει ότι μπορεί να είναι και καλός ηθοποιός. Και είναι όσο τουλάχιστον οι ρόλοι του είναι αυτοί του λιγομίλητου γεμάτου ένοχα μυστικά βασανισμένου άντρα της περιπέτειας που κοιτάζει την κάμερα με ένα μείγμα μίσους, βαρεμάρας και ερωτισμού.
Εδω αναζητά τις ερμηνευτικές του αναφορές σε χαρακτήρες όπως αυτός του Ζαν Ρενό στο «Λεόν», ή σε μοναχικούς καουμπόι ή σαμουράι και δοκιμάζει να ανακαλύψει πως είναι να νοιάζεσαι για κάτι, όπως το μικρό κοριτσάκι με το μαθηματικό μυαλό που αποφασίζει να προστατεύσει. Δυστυχώς η ερμηνεία του είναι όπως και ο χαρακτήρας του τόσο «λιγομίλητη» που χρειάζεται να φανταστείς από μόνος τους λόγους που νοιάζεται τόσο για την μικρή αριθμομνήμονα Κινέζα, αφού τα σφιγμένα δόντια και τα μισόκλειστα μάτια παραμένουν αδιαπέραστα για κίνητρα και συναισθήματα σε όλη την ταινία.
Και δυστυχώς το σενάριο που πηγαινοέρχεται χωρίς να σε νοιάζει ανάμεσα σε Κινέζους και Ρώσους γκάνγκστερ, σε βρώμικους μπάτσους και ακόμη πιο βρώμικους δημάρχους, ελάχιστα κάνει για να χτίσει τον βασικό ήρωα σαν έναν αληθινά ενδιαφέροντα χαρακτήρα με παρελθόν και δαίμονες, αφού πηγαινοέρχεται ασταμάτητα από το ένα σημείο στο άλλο κάνοντας την άτυχη μικρή (επίσης σταθερά μουτρωμένη όπως ο Τζέισον) μπαλάκι.
Ο Μποάζ Γιακίν ένας σκηνοθέτης του «ανεξάρτητου σινεμά» που προφανώς επιλέχθηκε για να δώσει την ανθρώπινη διάσταση στην ιστορία και έναν ρεαλισμό σε κάτι που στα χέρια ενός άλλου θα ήταν μια ατελείωτη κλοτσοπατινάδα, μοιάζει δυστυχώς ανίκανος να αντλήσει κάτι ενδιαφέρον από ένα σχηματικό, μπερδεμένο και τελικά δίχως νόημα σενάριο.
Το αποτέλεσμα καταλήγει απογοητευτικό όχι μόνο σαν φιλμ χαρακτήρων (διότι είναι ανύπαρκτοι) ή μιας παραπάνω πολυπλοκότητας (που καταλήγει μπέρδεμα), αλλά και σαν περιπέτεια δράσης, αφού ούτε το ξύλο είναι όσο βρώμικο έχουμε συνηθίσει ούτε η αίσθηση της αγωνίας (ή έστω του ενδιαφέροντος) κατορθώνει ποτέ να αναπτυχθεί...