Ο Ανταμ είναι λέκτορας σε ένα πανεπιστήμιο, και πολύ κοντά στο τέλος της σχέσης του με τη Μαίρυ. Ενα βράδυ ο Ανταμ βλέπει έναν ηθοποιό σε μια ταινία που είναι ακριβώς ίδιος με εκείνον. Η επιθυμία να γνωρίσει τον κλώνο του τον κυριεύει, και πολύ σύντομα θα τον εντοπίσει και θα γνωρίσει εκείνον και την εγκυμονούσα σύζυγο του, Ελεν.

Αν η δεύτερη συνάντηση του Ντενι Βιλνέβ με τον Τζέικ Τζίλενχαλ (αν και το «Enemy» ήταν στην πραγματικότητα η πρώτη ταινία που γύρισαν μαζί) σας κάνει να περιμένετε ένα ακόμη «Prisoners», καλύτερα να επανεξετάσετε τις προσδοκίες σας.

Αυτό το σφιχτό, σκοτεινό, αλλόκοτο κινηματογραφικό ερωτηματικό δεν θα μπορούσε να βρίσκεται ποιο μακριά από την περιοχή της γραμμικής αφηγηματικότητας του «Prisoners». Από την πρώτη κι όλας σκηνές που διαδραματίζονται σε ένα πριβέ κλαμπ και περιλαμβάνει την πρώτη εμφάνιση μιας αράχνης η αίσθηση της ανησυχίας που δημιουργεί το φιλμ είναι εκεί και είναι έντονη.

Και στη συνέχεια με την υποβλητική μαεστρία ενός Κρόνεμπεργκ ή με την απόλυτη παράδοση στην παραδοξότητα ενος Λιντς, ο Βιλνέβ θα υφάνει γύρω από τους ήρωες και τον κόσμο τους έναν ιστό αξεδιάλυτων ερωτηματικών που θα τους περιβάλλει σαν κουκούλι και που θα τυλίξει γρήγορα κι εμάς.

Οι απαντήσεις είναι αναμφίβολα πολύ λιγότερες (ή και καμιά) από τις ερωτήσεις σε αυτό το ψυχο-σεξουαλικό δράμα που δεν χτίζει τόσο την αγωνία όσο μια υπόγεια ανησυχητική ένταση που σε κρατά δέσμιό της από την αρχή μέχρι το αληθινά WTF τέλος.

Κινηματογραφημένη με κάτι που θα μπορούσες να περιγράψαμε ως «φίλτρο αφρικανικής σκόνης» σε κίτρινη σέπια που κάνει το Τορόντο να μοιάζει με μια εφιαλτική μη-πόλη και με ένα score κι ένα ηχητικό design που θωρακίζουν την αποπροσανατολιστική αίσθηση του φιλμ, το «Enemy» είναι η καταγραφή ενός κινηματογραφικού εφιάλτη που σε καταπίνει.

«Το χάος είναι απλά τάξη που περιμένει να αποκρυπτογραφηθεί» είναι η φράση που η ταινία θέλει να κρατήσεις στην άκρη του μυαλού σου από την αρχή ως το τέλος, όμως η αποκρυπτογράφηση του δομημένου «χάους» σε αυτή την άσκηση του Βιλνέβ στο ανησυχητικό παράδοξο, μοιάζει πολύ πιο δύσκολη απ όσο θα περιμένατε.

Αν όχι αδύνατη, αφού ίσως η μοναδική «εξήγηση» που θα μπορούσε να δώσει κανείς σε αυτό που μόλις είδε δεν έχει να κάνει με την ουσία, τους χαρακτήρες, την όποια λογική του, μα με τον τρόπο που το φιλμ κατασκευάζεται σαν παγίδα, σαν την φωλιά μιας αράχνης που σε παρασύρει στο κέντρο της, σε παγιδεύει και τελικά σε καταβροχθίζει στον δικό της χρόνο.

Πολύ αργότερα, αφ ότου το φιλμ έχει ήδη τελειώσει κι εσύ έχεις επιστρέψει την ζωή σου.