Αν κάτι ξεχωρίζει στο σινεμά του Αλεξ Γκάρλαντ είναι ότι μοιάζει να είναι περισσότερο εικονολατρικό, προκαλώντας συνεχώς μέσα από τις έντονες και, σε στιγμές, ιδιόμορφες εικόνες του, ένα είδος δυνατού συναισθήματος στο κοινό που το παρακολουθεί. Κι αν η νέα του ταινία, «Men», δεν ήταν αποκλειστικά και μόνο αυτό, τότε θα μιλούσαμε για ένα πραγματικό αριστούργημα.
Το «Men» πρόκειται για μια ίσως από τις πιο προκλητικές του ταινίες μέχρι σήμερα, πλημμυρισμένη με εκθαμβωτικές εικόνες γεμάτες αλληγορία, με κάθε πλάνο της να κρύβει πίσω του το δικό του νόημα, προσφέροντας ένα διαφορετικό είδος μαγνητικής εικονολατρίας. Αλλά για μια ταινία που ξεκινά ως κάτι το πραγματικά ανατριχιαστικά απόκοσμο, με δόσεις «οικείας» πραγματικότητας την οποία ζούμε σήμερα, είναι αλήθεια ότι αρχίζει γρήγορα να δείχνει τις ρωγμές της όπου μέχρι το τέλος καταρρέει σαν ένας πύργος από τραπουλόχαρτα.
Η πλοκή της ταινίας είναι αρκετά απλή, για αρχή. Μετά από μία προσωπική τραγωδία, η Χάρπερ αποσύρεται στην πανέμορφη αγγλική εξοχή για να θεραπεύσει το τραύμα της. Ομως κάτι ή κάποιος από το δάσος εμφανίζεται και την παρενοχλεί. Αυτό που ξεκινάει σαν αδιόρατος φόβος εξελίσσεται σε καθολικό εφιάλτη, που φιλοξενεί τις πιο σκοτεινές της αναμνήσεις.
Αυτή μοιάζει να είναι εξάλλου και η άκρη του νήματος την οποία ο Γκάρλαντ προσπαθεί να ξετυλίξει μέσα από ένα περίτεχνο κουβάρι από ενδιαφέρουσες ιδέες και συμβολισμούς. Εξάλλου, όπως πως και στις δυο προηγούμενες του ταινίες, «Από Μηχανής» και «Αφανισμός», έτσι κι εδώ ο Γκάρλαντ μας συστήνει κάτι το φαινομενικά ειδυλλιακό, μέχρι ως ωσότου αρχίσει να το αποδομεί για να αποκαλύψει αυτό που πραγματικά κρύβεται πίσω του. Και μπορεί το «Men» να δανείζεται αρκετά στοιχεία από πιο πρόσφατες ταινίες τρόμου όπως το «Τρέξε!» και το «Μεσοκαλόκαιρο», αλλά ο Γκάρλαντ τα μετουσιώνει σε κάτι πραγματικά δικό του, συνεχίζοντας έτσι την αναζήτησή του δομικές αρχές της κοινωνίας μας. Κι εδώ έχουμε μια ταινία που θέλει να μιλήσει όχι μόνο για το προσωπικό τραύμα μιας γυναίκας, αλλά για εκείνο που κρύβεται πίσω από αυτό: ένα πιο βαθύ, πιο σκοτεινό τραύμα μια ολόκληρης κοινωνίας, ανοιχτή προαιώνια πληγή, τον μισογυνισμό.
Ισως υπεραπλουστεύοντας κάποιοι την ερμηνεία του τίτλου της ταινίας «Men», πιστέψουν πως ο Γκάρλαντ θέλει να δείξει εδώ πως όλοι οι άντρες είναι κυνηγοί, βίαιοι και γενικότερα δείχνουν μια εχθρική συμπεριφορά απέναντι στις γυναίκες. Μόνο που μέσα από τις εικόνες του ο Γκάρλαντ χρησιμοποίει αυτή την λογική για να προσπαθήσει να πει κάτι πολύ μεγαλύτερο. Καθώς το τραύμα της Χάρπερ αρχίζει να εκδηλώνεται γύρω της, παίρνοντας σάρκα και οστά με διάφορους ανατριχιαστικούς τρόπους, ο Γκάρλαντ ζωγραφίζει μια πολύπλοκη εικόνα με τους τρόπους όπου οι περισσότερες γυναίκες αναγκάζονται να βιώσουν έναν κόσμο που δημιουργήθηκε από άντρες και κυριαρχείται από το ανάρμοστο σε στιγμές βλέμμα τους (όλοι οι άντρες στο χωρίο έχουν το ίδιο πρόσωπο), τις αντιλήψεις τους για το άλλο φύλο που έχουν περαστεί από γενιές σε γενιές, αλλά και το πως όλα αυτά έχουν αποτυπωθεί στις ίδιες της γυναίκες δημιουργώντας αίσθημα ενοχής.
Ο κοινωνικός μικρόκοσμος που έχει φτιάξει ο Γκάρλαντ μέσα στην ταινία του έχει επίσης έναν ευδιάκριτο θεολογικό, και σε κάποιες στιγμές έντονο παγανιστικό, τόνο, όπως το έντονο κόκκινο της κόλασης στο διαμέρισμα της Χάρπερ, σύμβολο για τη δική της ζωντανή «κόλαση» την οποία περνάει η οποία γρήγορα αλλάζει σε ένα πράσινο γεμάτο από έντονα χρώματα και πανέμορφα τοπία αλλά και μια μηλιά – η οποία αντιπροσωπεύει προφανέστατα τον απαγορευμένο καρπό από την Βίβλο.
Καθώς η γραμμή ανάμεσα στην πραγματικότητα και της φαντασία γίνεται ολοένα κι πιο θολή, κάπως σαν ένας Λιντσικός εφιάλτης, το ίδιο αρχίζει να συμβαίνει και με την πλοκή της ταινίας, μέχρι που γίνεται πλέον ξεκάθαρο πως ο Γκάρλαντ ενδιαφέρεται περισσότερο να κάνει μια ταινία με την οποία θα προκαλέσει συζητήσεις για το «what the fuck της υπόθεσης», παρά να χτίσει μια δυνατή και ουσιαστική ιστορία. Οσο οι συμβολισμοί στις ταινίες του Λιντς παίζουν ενεργό ρόλο στην εξέλιξη της πλοκής, εδώ μοιάζουν σαν να την κρατάνε πίσω και να την τραβάνε στον σκοτεινό πυθμένα μιας αβύσσου του παραλόγου. Μέχρι το φινάλε, ένα - πώς να το περιγράψεις; - Καρπεντερικό body horror, το όποιο αλληγορικό υπόβαθρο έχει ήδη χαθεί.
Οι εξαιρετικές όμως ερμηνείες της Τζέσι Μπάκλεϊ, η οποία παίζει την Χάρπερ με μεγάλη εσωτερική δύναμη και αυτοπεποίθηση, και του Ρόρι Κινίαρ, ο οποίος αλλάζει με απίστευτη ευκολία τον έναν χαρακτήρα με τον άλλον προσφέροντας ένα masterclass ηθοποιίας, αλλά και η μαγευτική φωτογραφία του Ρομπ Χάρντι (με τον οποίο ο Γκάρλαντ είχε συνεργαστεί και στις προηγούμενές του ταινίες) κάνουν το «Men» μια από τις πανέμορφες αλλά και σίγουρα μια πιο διφορούμενές του ταινίες και σίγουρα κάτι που θα προκαλέσει έντονες συζητήσεις. Για κάποιους, αυτό από μόνο του, αποτελεί σίγουρα επιτυχία.