Η Ναταλί είναι μία 50χρονη καθηγήτρια Φιλοσοφίας σε Λύκειο του Παρισιού. Παντρεμένη 25 χρόνια με τον συνομήλικό της Χάινς, επίσης καθηγητή, μητέρα δύο μεγάλων πλέον παιδιών, κόρη μίας 70χρονης καταθλιπτικής, ολομόναχης, τρεις φορές χωρισμένης, πάλαι ποτέ ωραίας γυναίκας. Η Ναταλί είναι μία γυναίκα της σκέψης, του στοχασμού, του πνεύματος, για αυτό την αγαπούν οι μαθητές της - οι σύχρονοι και οι παλιότεροι. Σ' αυτό συμφωνούσαν πάντα με τον άντρα της, συμφοιτητές, συνωμότες, διαλογιστές. Περιουσία τους τα βιβλία τους, οι συζητήσεις τους, οι ιδεολογίες τους που άλλαξαν με τα χρόνια και την ωριμότητα της συνειδητοποίησης. Για αυτό κι όταν ο Χάινς της ανακοινώνει ότι την εγκαταλείπει για μία άλλη γυναίκα, η Ναταλί πέφτει από τα σύννεφα. Η πραγματική ζωή θα έπρεπε να είναι δεδομένη, σταθερή. Υπάρχουν τόσοι άλλοι προβληματισμοί στο κεφάλι τους, τώρα πρέπει να αλλάξουν και τα δεδομένα; Στα μισά της διαδρομής; Και τι επιφυλλάσσει «Το Μέλλον» όταν βρίσκεσαι στα μισά;
Η 35χρονη Μία Χάνσεν-Λοβ («Eden», «Tout est Pardonné», «Father of My Children») στην πέμπτη μεγάλου μήκους ταινία της, εγκαταλείπει το σύμπαν της νιότης και των προβλημάτων των συνομήλικών της για να αποτυπώσει το πνεύμα και τον ψυχισμό μίας πολύ μεγαλύτερης γυναίκας σε κρίση. Θα το κάνει βέβαια με το σήμα-κατατεθέν τρόπο της: χωρίς φορσέ δραματουργία, χωρίς αφηγηματικές κορώνες, χωρίς μελοδραματισμούς. Το σενάριό της θα δείχνει συνεχή εμπιστοσύνη στα μικρά, απέριττα, στα «τίποτα» της ζωή μας (τα οποία τελικά είναι η ζωή μας), η κάμερά της θα ακολουθεί την ηρωίδα της στην καθημερινότητά της, στις δράσεις ή την μελαγχολία της, με συνειδητή ελαφρότητα. Από επιλογή. Η ζωή δεν τελειώνει όταν χωρίζεις, όταν σε απολύουν, όταν όλα αλλάζουν, όταν τρομάξεις. Η ζωή τελειώνει όταν επιλέξεις να το δεις έτσι.
Η Ιζαμπέλ Ιπέρ βάζει πλάτες στην ηρωίδα της με τον τρόπο που ξέρει πολύ καλά να κάνει. Με ένα στιβαρό σωματοποιημένο δυναμισμό και συνάμα ένα πρόσωπο-καμβά εκφραστικότητας. Η Ναταλί περπατά με το κεφάλι ψηλά και την ψυχή στα πόδια. Ενα κοφτερό μυαλό που σκέφτεται αναλυτικά, φιλοσοφικά, «μεγάλα» ερωτήματα, αλλά και μία ζωή που δεν έχει λύσει τα μικρά της ύπαρξής της. Μία ασυμβίβαστη γυναίκα που συνεχίζει μπροστά κι ένα τρομαγμένο 50χρονο κορίτσι που κλαίει απελπισμένα στο λεωφορείο ή αγκαλιά με τη γάτα της μητέρας της - γνωρίζοντας πολύ καλά ότι υπάρχει ο φόβος να καταλήξει ακριβώς όπως εκείνη. Πικραμένη και μόνη.
Η Χάνσεν-Λοβ εμπλέκει στον ιστό της προσωπικής ιστορίας κι άλλες παραμέτρους - διακριτικά, αλλά με άποψη. Το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον δεν είναι μόνο οι ρυτίδες μας, οι άνθρωποι που χάσαμε από δίπλα μας, τα παιδιά μας που μεγαλώνουν. Είναι οι πολλαπλοί εαυτοί μας που αποχαιρετήσαμε όσο μεγαλώναμε εμείς. Μία γυναίκα που το Μάη του '68 ήταν στις επάλξεις, αλλά σήμερα κοιτά με θλίψη την ματαιότητα των διαδηλώσεων στα σχολεία, μία αναρχική κομμουνίστρια («για 3 χρόνια, γιατί όλοι οι πνευματικοί άνθρωποι ήταν τότε») που δεν πιστεύει πια σε επαναστάσεις, δε θεωρεί «ρομαντικό» τον εξτρεμισμό, μία νέα γυναίκα που τώρα... μεγάλωσε. Η θλίψη της Ναταλί είναι ότι δεν κολλάει πια με την παρέα των παλιών της μαθητών που ζουν σε κοινόβιο, οι ιδέες της ξεπεράστηκαν. Οι εκδότες της δε θα ξανατυπώσουν τα βιβλία της, οι νέοι άνθρωποι του μάρκετινγκ βρίσκουν τα κείμενά της μη-εμπορικά και τα κλασάτα της εξώφυλλα ντεμοντέ. Ο άξονάς της ως ερωμένη, επαγγελματίας, μητέρα, κόρη κλονίστηκε - δεν έχει αξία.
Μην περιμένετε εύκολες καθάρσεις, συμπεράσματα, μήνυμα. Η Χάνσεν-Λοβ δεν θα πάρει θέση. Θα συνεχίσει να φωτίζει την ηρωίδα της να ξυπνά και να κοιμάται στο ηλιόλουστο διαμέρισμά της, να μπαινοβγαίνει σε αίθουσες, να νανουρίζει το εγγόνι της, να διαβάζει βιβλία στα παριζιάνικα πάρκα, να πηγαίνει σινεμά. Ισως γιατί κανείς δεν ξέρει το μέλλον. Δεν είναι αποφασισμένο. Δεν είναι σκοτεινό. Δεν είναι λαμπερό. Απλά... είναι.