Η ζωή σε μια μικρή πόλη στα βάθη της Ανατολίας, στην ενδοχώρα της Τουρκίας, είναι σαν ένα αέναο ταξίδι στη μέση των στεπών: Η διαρκής αίσθηση ότι κάτι καινούριο και διαφορετικό θα συμβεί ξαφνικά, και θα εμφανιστεί "πίσω από τον κάθε λόφο", στην οποιαδήποτε γωνιά της πόλης αυτής, και ταυτόχρονα αν και τόσο εσωτερικό και ίδιο με τα υπόλοιπα, θα δώσει ζωντάνια, θα καθυστερήσει ή και θα αλλάξει τους μονότονους ρυθμούς της καθημερινότητας των κατοίκων.Ενας θάνατος, η αγωνία για την εξιχνίαση του εγκλήματος. Μια ομάδα ανδρών βρίσκεται επί ποδός, ώστε να ανακαλύψει το συντομότερο, ένα νεκρό πτώμα στις αχανείς στέπες της Ανατολής. Ο αστυνομικός, ο γιατρός, ο εισαγγελέας, ο δήμαρχος, και ο ύποπτος για το περιστατικό που βρίσκεται σε πολύ δύσκολη θέση.

O τίτλος παραπέμπει σε γουέστερν, αλλά το μόνο που κρατά το φιλμ του Τσεϊλάν από το είδος, δεν είναι άλλο από τους ανοιχτούς ορίζοντες μιας στέπας που θα μπορούσε να είναι μια αμερικάνικη έρημος, μια μακρινή ανατολή που μοιάζει με άγρια δύση.

Εδώ ο τόπος μοιάζει να διαμορφώνει τους ανθρώπους με τον ίδιο τρόπο που ο άνεμος, η βροχή, διαβρώνει, δίνει σχήμα στα βράχια, ο κόσμος μοιάζει να αλλάζει, οι νοοτροπίες να μεταβάλλονται με τον σχεδόν αδύνατον να τον αντιληφθείς ρυθμό, ενός δέντρου που μεγαλώνει.

Το φιλμ του Τσεϊλάν μοιάζει να είναι ένα ταξίδι τόσο στον τόπο όσο και στους ανθρώπους που τον κατοικούν μέσα από μια ιστορία που κινείται μεν με αυτοκίνητο, αλλά δείχνει να κάνει αργά, κύκλους γύρω από τον εαυτό της. Οχι όμως επιστρέφοντας στην εκκίνηση ξανά και ξανά, αλλά προσεγγίζοντας κινούμενη σαν σε μαίανδρο το κέντρο, το σημείο εκείνο που όλα έχουν προηγηθεί, αποκτούν νόημα, χτίζουν μια μεγαλύτερη εικόνα.

Οι άντρες στα αυτοκίνητα, ο γιατρός και ο εισαγγελέας, οι αστυνομικοί και οι δολοφόνοι, μπορεί να βρίσκονται σε διαφορετική θέση, αλλά μοιάζουν όλοι να κινούνται στις ίδιες ράγες, δεμένοι όχι απλά με έναν τόπο, αλλά σε μια ζωή που μοιραία βλέπει σαν σημαντικό μόνο ότι είναι πιο κοντά στο πεδίο της όρασής της.

Ετσι, η αναζήτηση ενός πτώματος, η εξιχνίαση ενός φόνου, μπορεί να είναι η αφορμή για κουβέντες τόσο βαθιές και φιλοσοφικές, όσο η ζωή και ο θάνατος, ο έρωτας και η μοίρα αλλά και τόσο αδιάφορες και μικρές, όπως η συχνουρία ή το γιαούρτι.

Το φιλμ του Τσεϊλάν δεν ξεχωρίζει ανάμεσα στα δύο, αυτή είναι η φύση της ζωής μοιάζει να λέει, ένα μείγμα από το τραγικό και ασήμαντο το τεράστιο και το αστείο. Μέχρι το τέλος η ομορφιά εναλλάσσεται με την σκληρότητα, η γοητευτική, εικαστική ποιότητα της φωτογραφίας με την τραχύτητα του σκοταδιού που κρύβει η ιστορία. Τα κίνητρα και οι λόγοι όμως δεν είναι αυτό που ενδιαφέρουν τον σκηνοθέτη, η εξιχνίαση ενός εγκλήματος αποτελεί μόνο την αφορμή στο φιλμ.

Αυτό που κάνει τη διαφορά δεν είναι η παρά η στιγμή καθαρότητας, συνειδητοποίησης, ξεκάθαρου focus, που το φιλμ προσφέρει στο τέλος. Μπορεί η ζωή να συνεχίζεται, αλλά τουλάχιστον για κάποιον από τους ανθρώπους που περάσαν μια νύχτα αναζητώντας ένα πτώμα θαμμένο στη μέση του πουθενά κάτι δείχνει έχει αλλάξει.

Μπορεί να μοιάζει μικρό, συνηθισμένο, ασήμαντο σαν ένας βράχος που κυλά μερικά εκατοστά στην μέση του πουθενά, και που κανείς να δεν το αντιλαμβάνεται. Ισως δεν βλέπεις τη διαφορά μα η πραγματικότητα είναι αυτή: το τοπίο έχει πια για πάντα αλλάξει...