Ενα έφηβο αγόρι, ο Πισίν Πατέλ, ταξιδεύει μέσω θαλάσσης από την Ινδία στον Καναδά, με την οικογένειά του. Ο πατέρας του, ιδιοκτήτης ζωολογικού κήπου, έχει μαζί του κι όλα τα ζώα που θα του εξασφαλίσουν μια νέα αρχή στο τέλος του ταξιδιού του: τους πιθήκους, τα πουλιά, τους ιπποπόταμους, το λιοντάρι, την καμηλοπάρδαλη που στο χωριό τους, στο Ποντίτσερι της Ινδίας, απορροφούσαν την καθημερινότητά τους. Το καράβι πέφτει σε μια θεομηνία και βουλιάζει κι ο Πι μένει σε μια σωσίβια λέμβο, στη μέση του ωκεανού, μαζί με μια καθόλου φιλική τίγρη. Θα παλέψει για να επιβιώσει και μαζί να λειάνει την απώλεια των αγαπημένων του ανθρώπων και της νεανικής του ανεμελιάς.
Το πρώτο πράγμα που ακούει κανείς για τη νέα ταινία του Ανγκ Λι και το πρώτο πράγμα που συνειδητοποιεί βλέποντάς την, είναι ότι έχει μια ομορφιά χωρίς προηγούμενο. Στο πρώτο, πιο μαγικό, πλούσιο, πολύχρωμο και παιχνιδιάρικο μέρος και στο δεύτερο, το πιο αφαιρετικό και εσωτερικό, η κάθε σκηνή, το κάθε πλάνο είναι τόσο μελετημένο και σοφά σχεδιασμένο ώστε μοιάζει ν’ αγγίζει τον Παράδεισο που ο νεαρός ήρωας προσπαθεί ν’ ανακαλύψει στον κόσμο. Δεν είναι μόνο τα λουλούδια, η φύση, η πόλη, τα σπίτια, τα απίστευτα ζώα κατασκευασμένα εξολοκλήρου ψηφιακά, το συγκλονιστικό ναυάγιο, η καταιγίδα στη θάλασσα που κόβουν την ανάσα. Είναι ότι σε κάθε κάδρο, τα πρόσωπα και τ’ αντικείμενα είναι τοποθετημένα έτσι ώστε να ζωντανεύουν, ν’ ανασαίνουν μαζί με τον θεατή.
Αλλά «Η Ζωή του Πι» δεν είναι μόνο εικόνα, παρότι κι αυτό θα έφτανε! Είναι ένα παραμύθι παλαιού τύπου, μια κλασική αλληγορία που πιστεύεις ότι έχει ρίζες στη λαϊκή παράδοση. Ενας μύθος για τον άνθρωπο που, αντιμετωπίζοντας τη σκληρότητα και τη φρίκη της πραγματικότητας, αναγκάζεται ν’ ανακαλύψει κάτι ανώτερο, τον Θεό, τους πολλούς Θεούς, τη Φύση, στο οποίο να πιστέψει και ν’ αποδώσει τις ευθύνες για την δυσβάσταχτη ζωή του.
Ως Ασιάτης, ο Ανγκ Λι αντιστέκεται σθεναρά στο μελόδραμα. Σε μια ταινία που επιτρέπει πολλή συγκίνηση και κλάμα, εκείνος μένει αποστασιοποιημένος παρατηρητής, καλύπτοντας τα συναισθήματά του με… μονόλογο και δράση. Παρότι η ιστορία είναι ευαίσθητη και απόλυτα υπαρξιακή, δεν παρασύρει σε καμιά κάθαρση και καμιά εκτόνωση, με αποτέλεσμα να φωλιάζει στην ψυχή του θεατή και να μένει εκεί, προβληματίζοντάς τον, για πολύ μετά το τέλος της.
Είναι βέβαια λίγο απογοητευτικό ότι μετά από μια φουσκοθαλασσιά αισθητικής και πνευματικής έμπνευσης, ο Ανγκ Λι επιλέγει να δώσει στο θεατή το φινάλε, το κλειδί που θα προσφέρει στην ιστορία του τη διπλάσια διάσταση, προφορικά, μέσα από δυο ατάκες του ενήλικα Πι – τέτοιος πλούτος άξιζε να κρατήσει ως το τέλος. Αλλά παρόλ’ αυτά, ο θαρραλέος δημιουργός που με κάθε ταινία του τολμά να κάνει κάτι νέο, οραματικό, αφηγήθηκε αυτή τη φορά ένα κινηματογραφικό παραμύθι για το άτομο μέσα στον τεράστιο, τρομακτικό, πραγματικό κόσμο, που θα μείνει αξέχαστο, όχι μόνο για τη φόρμα του, αλλά κυρίως για τις σκέψεις που φύτεψε μέσα σ’ αυτήν.