O Ιλιτς Ραμίζες Σάντσεζ υπήρξε για δυο δεκαετίες ένας από τους πιο διαβόητους καταζητούμενους του πλανήτη. Εγκληματίας για πολλούς, επαναστάτης για άλλους, μύθος για όλους, ο Κάρλος αποτέλεσε την κεντρική φυσιογνωμία της διεθνούς τρομοκρατίας τις δεκαετίες του ’70 και του ’80, από τον προ-Παλαιστινιακό ακτιβισμό μέχρι τον Ιαπωνικό Κόκκινο Στρατό. Υπήρξε ταυτόχρονα οπαδός της ακροαριστεράς και οπορτουνιστής μισθοφόρος των πανίσχυρων μυστικών υπηρεσιών της Μέσης Ανατολής. Σχημάτισε τη δική του οργάνωση, με βάση πίσω από το Σιδηρούν Παραπέτασμα και υπήρξε ιδιαίτερα ενεργός κατά τα τελευταία έτη του Ψυχρού Πολέμου. Η ταινία αφηγείται τη ζωή και τη δράση του από την αρχή της «καριέρας» του το 1974 μέχρι τη σύλληψή του το 1994.
Απόλυτα εντυπωσιακό ως παραγωγή, συναρπαστικό στην αναπαράσταση της εποχής, ικανό να προξενήσει jet lag από τις συνεχείς μετακινήσεις ανά τον πλανήτη, συντονισμένο στο ρυθμό της μουσικής και τον ήχο των όπλων, το «Carlos», παρά την γενναία διάρκειά του, κυλά δίχως ούτε ένα βαρετό λεπτό.
Ο Ασαγιάς όμως δεν ενδιαφέρεται να περιγράψει απλά τον Κάρλος με τον αέρα ενός θεαματικού τρομοκράτη, αλλά δοκιμάζει να κοιτάξει πίσω από την εικόνα του, να ρίξει μια ματιά στο «μηχανισμό» του. Μπορεί τα συμπεράσματα να μην προκαλούν στ' αλήθεια έκπληξη, περιγράφοντάς τον ως έναν νάρκισσο λάτρη των όπλων, των γυναικών και της, με κάθε τίμημα, δόξας, όμως η απεικόνιση της εποχής και των συνθηκών που μεταμόρφωσαν έναν τρομοκράτη σε κάτι σαν ποπ είδωλο, είναι πέρα για πέρα πετυχημένη.
Μπορεί η ματιά του απέναντι στον ήρωα να μην είναι ηθικά πεντακάθαρη και η αρχή του φιλμ να ξεκαθαρίζει ότι η ταινία βασίζεται σε γεγονότα αλλά αποτελεί προϊόν μυθοπλασίας, όμως αν δείτε το «Carlos» για να πάρετε μαθήματα ιστορίας, μάλλον έχετε χάσει το στοίχημα. Αν απ' την άλλη ζητάτε μαθήματα σινεμά...