Η Εβδομάδα των Παθών βρίσκεται προ των πυλών και οι ιστορικές υπερπαραγωγές που σχετίζονται άμεσα ή έμμεσα με το Θείο Δράμα και τις απαρχές της Χριστιανοσύνης θα έχουν για τις επόμενες μέρες την τιμητική τους στην τηλεόραση. Αν θέλετε, όμως, να ζήσετε την εμπειρία του πιο εντυπωσιακού και camp αντιπροσωπευτικού δείγματος του είδους, θα πρέπει να ανατρέξετε πίσω στο μακρινό 1932 και στο «The Sign Of The Cross» του πρώτου διδάξαντα κι αξεπέραστου Σεσίλ Μπ. ΝτεΜιλ, μια ταινία που ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων από τις θρησκευτικές οργανώσεις της εποχής, ήταν μία από τις βασικές αιτίες που οδήγησαν στον Κώδικα Χέιζ δύο χρόνια μετά την κυκλοφορία της και για πολλές δεκαετίες προβαλλόταν λογοκριμένη μέχρι την οριστική αποκατάστασή στην αρχική της μορφή στη δεκαετία του 1990.
Περισσότερες «Ταινίες της Κυριακής»
- «Cronos» του Γκιγιέρμο Ντελ Τόρο
- «Wings» του Γουίλιαμ Γουέλμαν
- «Nights and Weekends» των Γκρέτα Γκέργουιγκ και Τζο Σουάνμπεργκ
- «Απαγορευμένα Παιχνίδια» του Ρενέ Κλεμάν
- «Morvern Callar» της Λιν Ράμσεϊ
Η ταινία ξεκινά το 64 μ.Χ με τη μεγάλη πυρκαγιά στη Ρώμη και τον αυτοκράτορα Νέρωνα να παίζει αμέριμνος τη λύρα του και να απαγγέλει στίχους. Για να αποτινάξει την κατηγορία ότι αυτός προκάλεσε την πυρκαγιά από πάνω του, ο παρανοϊκός αυτοκράτορας ρίχνει την ευθύνη στους χριστιανούς κι αρχίζει έτσι αυτό που έμεινε γνωστό στην ιστορία ως ο πρώτος μεγάλος διωγμός των Χριστιανών στη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Οι θιασώτες της νέας θρησκείας που διαδίδεται συνεχώς κυρίως στη φτωχότερα κοινωνικά στρώματα αναγκάζονται πλέον να ζουν σε ένα καθεστώς τρομοκρατίας και συναντιούνται κρυφά, υιοθετώντας το σύμβολο του σταυρού ως μυστικό κώδικα επικοινωνίας μεταξύ τους.
Ο Τίτος έρχεται στην πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας για να μεταφέρει ένα μήνυμα του Απόστολου Παύλου στον πυρήνα των πιστών και συναντιέται συνομωτικά με τον ηλικωμένο Φάβιο και την ψυχοκόρη του Μέρσια στην αγορά της Ρώμης, γίνονται όμως αντιληπτοί, όταν χαράσσουν το σύμβολο στο χώμα από δύο καταδότες και συλλαμβάνονται. Θα σωθούν την τελευταία στιγμή από το λιντσάρισμα από τον έπαρχο της Ρώμης και πιο έμπιστο αξιωματικό του Νέρωνα Μάρκο, ο οποίος θα ερωτευτεί παράφορα τη σεμνή Μέρσια και θα προσπαθήσει μάταια να την προστατεύσει, αφού ο έρωτάς τους θα προκαλέσει την οργή του Νέρωνα και κυρίως μια έκρηξη εκδικητικής ζήλειας από τη σατανική αυτοκράτειρα Ποππαία, που με τη σειρά της ποθεί κολασμένα τον Μάρκο.
Βασισμένο στο ομότιτλο και πολύ δημοφιλές στις αρχές του προηγούμενου αιώνα θεατρικό έργο του Γουίλσον Μπαρνέτ, το οποίο ο Σεσίλ Μπ. ΝτεΜιλ είδε σε ηλικία δεκατεσσάρων ετών με τη μητέρα του και τον επηρέασε βαθύτατα, το «Sign Of The Cross» ήταν το τρίτο μέρος της βιβλικής τριλογίας του σκηνοθέτη μετά τις «Δέκα Εντολές» του 1923 (μια ταινία που θα ξαναγύριζε τρεις δεκαετίες αργότερα στην πολύ πιο γνωστή και κλασική πλέον εκδοχή με τον Τσάρλτον Χέστον) και τον «Βασιλιά των Βασιλέων» του 1927, κι έγινε όχι μόνο η μεγαλύτερη εμπορική επιτυχία του 1932, αλλά και η ταινία που επιστέγασε το μύθο του ΝτεΜιλ ως του κορυφαίου, αλλά και του πιο απολαυστικά διεστραμμένου σκηνοθέτη ιστορικών υπερπαραγωγών.
Πίσω από μία φαινομενικά απλοϊκή και μελοδραματική ιστορία πίστης στις πρώτες μέρες της χριστιανοσύνης, ο ΝτεΜιλ καταφέρνει με μια οργιαστική εικονοποιεία να αποτυπώσει το κλίμα της σήψης και της παρακμής στην πρωτεύουσα της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας με σκηνές που ακόμα και σήμερα εντυπωσιάζουν με την τόλμη τους και τα σεξουαλικά τους υπονοούμενα. Τα πρώτα πλάνα του τρυφηλού κι εκστασιασμένου με τις φλόγες Νέρωνα δίνουν το στίγμα για το πανηγύρι της ακολασίας που θα ακολουθήσει, αναδεικνύοντας, ταυτοχρονα, αντιστικτικά τη λιτότητα και τον ασκητικό τρόπο ζωής των πρώτων χριστιανών.
Ο ΝτεΜιλ παίζει διαρκώς με την ηδονοβλεψία του θεατή, αλλά και τα δικά του προσωπικά φετίχ, το πιο διαβόητο εκ των οποίων ήταν η εμμονή με τα κοντινά στα πέλματα των ποδιών, ειδικά στο πρώτο μέρος της ταινίας. Τα βασανιστήρια και οι θανατώσεις των χριστιανών έχουν ένα έντονο σαδιστικό υπόβαθρο, το οποίο απογειώνεται στο τελευταίο εικοσάλεπτο της ταινίας στη ρωμαϊκή αρένα, ένα από τα πιο καίρια σχόλια που έγιναν ποτέ στη μεγάλη οθόνη για την αχόρταγη και αδηφάγα κοινωνία του θεάματος. Μέσα σε ένα κλίμα παροξυσμού και οχλαγωγίας, γυμνές γυναίκες παραδίδονται δεμένες στη βορά κροκοδείλων, αμαζόνες, πυγμαίοι και μονομάχοι παλεύουν μέχρι θανάτου, ελέφαντες και λιοντάρια ποδοπατούν και κατατρώγουν χριστιανούς υπό της επευφημίες ενός αλαλάζοντος πλήθους που αποστρέφει το βλέμμα με την ίδια ικανοποίηση με την οποία δε χορταίνει να κοιτάζει.
Το σημάδι του σταυρού γίνεται μέσα σ’ αυτό το κλίμα το σύμβολο της ελπίδας για έναν διαφορετικό κι ενάρετο κόσμο κι ο ΝτεΜιλ το τοποθετεί σαρδόνια και στρατηγικά μέσα στην ταινία του, εκμεταλλευόμενος στο έπακρο τη σημειολογική του δύναμη, είναι, όμως, σαφές κι έκδηλο ότι περνάει πολύ καλύτερα σκηνοθετώντας τον εκφυλισμό και τα πάθη της εκμαυλισμένης ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, με κύριο εργαλείο του τη μυθική Κλοντέτ Κολμπέρ στο ρόλο της αυτοκράτειρας Ποππαίας, η οποία στον πρώτο της κόντρα ρόλο (αφού μέχρι τότε, αλλά και στη συνέχεια έπαιζε κυρίως ρόλους αθώας κι άβγαλτης ενζενί) κλέβει με χαρακτηριστική ευκολία την παράσταση κι επισκιάζει όχι μόνο με τα αραχνοϋφαντα κι αποκαλύπτικά της φορέματα, αλλά και το γεμάτο ακολασία βλέμμα της, την μονοδιάστατα ηθική Μέρσια της Ελίσα Λάντι.
Η σκηνή που η Ποππαία κάνει γυμνή μπάνιο σε γάλα γαϊδούρας (και οι θηλές της είναι ορατά εμφανείς για τον προσεκτικό θεατή), αλλά και η σκηνή του λεσβιακού χορού της εταίρας Ανκάρια, με τον οποίο ο Μάρκος προσπαθεί ανεπιτυχώς να προσυλητίσει την Μέρσια στο δικό του τρόπο ζωής, αλλά διακόπτεται από το τραγούδι των συλληφθέντων Χριστιανών, ήταν μερικές μόνο από όσες προκάλεσαν την οργή των συντηρητικών θεατών της εποχής και οδήγησαν μάλιστα στην ίδρυση του Catholic Legion of Decency για πιο ενάρετες ταινίες από τα χολιγουντιανά στούντιο και στη βαρύτατη λογοκρισία της ταινίας υπό τον Κώδικα Χέιζ μέχρι το 1993 που το ίδρυμα Σεσίλ Μπ. ΝτεΜιλ επανέφερε την ταινία στην αρχική της μορφή και δόξα.
Από τότε το «Σημαδι του Σταυρού» λάμπει και δείχνει το δρόμο για την πιο (όχι και τόσο) ένοχα απολαυστική ιστορική υπερπαραγωγή που αξίζει να ανακαλύψει κανείς αυτές τις άγιες μέρες.
Περισσότερες «Ταινίες της Κυριακής»
- «Cronos» του Γκιγιέρμο Ντελ Τόρο
- «Wings» του Γουίλιαμ Γουέλμαν
- «Nights and Weekends» των Γκρέτα Γκέργουιγκ και Τζο Σουάνμπεργκ
- «Απαγορευμένα Παιχνίδια» του Ρενέ Κλεμάν
- «Morvern Callar» της Λιν Ράμσεϊ