Συνέντευξη

«Πρέπει να είσαι τυφλός για να είσαι σήμερα οπτιμιστής.» Ο Λάζλο Νέμες κι ο Γκέζα Ρόριγκ μιλούν στο Flix για τον «Γιο του Σαούλ»

στα 10

Ο Λάζλο Νέμες είναι πρωτοεμφανιζόμενος σκηνοθέτης. Ο Γκέζα Ρόριγκ είναι ποιητής. Μαζί, δυο καλλιτέχνες από την Ουγγαρία, έκαναν την ταινία της δεκαετίας.

«Πρέπει να είσαι τυφλός για να είσαι σήμερα οπτιμιστής.» Ο Λάζλο Νέμες κι ο Γκέζα Ρόριγκ μιλούν στο Flix για τον «Γιο του Σαούλ»

Ο Λάζλο Νέμες κι ο Γκέζα Ρόριγκ, σκηνοθέτης και πρωταγωνιστής (αλλά όχι ηθοποιός) του «Ο Γιος του Σαούλ», είναι τα κεντρικά πρόσωπα της φετινής ταινίας - αποκάλυψης, μιας αλλιώτικης κατάδυσης στην κόλαση του Αουσβιτς, ενός φίλμ τόσο δυνατού, αφηγηματικά, τεχνικά, εικαστικά και φιλοσοφικά, που δεν είναι υπερβολή να το χαρακτηρίζουμε ταινία της δεκαετίας. Και μάς ήρθαν απρόσμενα, από το πουθενά. Η πρεμιέρα της ταινίας στο Φεστιβάλ Καννών οδήγησε στο Μεγάλο Βραβείο της Επιτροπής, στην αναγνώρισή της απ' ολόκληρο τον κόσμο, με ποικίλες αντιδράσεις και στην κατεύθυνσή της, ολοταχώς, προς το Οσκαρ Ξενόγλωσσης Ταινίας.

Διαβάστε εδώ τη γνώμη του Flix για τον «Γιο του Σαούλ» και περισσότερα στοιχεία για την ταινία

Ο Λάζλο Νέμες είναι πρωτοεμφανιζόμενος σκηνοθέτης - δούλεψε ως βοηθός δίπλα στον Μπέλ Ταρ στο σπονδυλωτό «Visions of Europe» και στον «Ανθρωπο από το Λονδίνο», μοίρασε από μικρός τη ζωή του ανάμεσα στην Ουγγαρία και τη Γαλλία, είναι 38 χρόνων και μοιάζει απολύτως σίγουρος για το τι θέλει να κάνει και πώς ακριβώς. Ο πρωταγωνιστής του, Γκέζα Ρόριγκ, Ούγγρος επίσης, δεν είναι ηθοποιός, παρότι, επιλεκτικά, έχει παίξει σε ακόμα δυο ταινίες. Στα 16 του αποβλήθηκε από το σχολείο λόγω «αντικομμουνιστική δραστηριότητας», ίδρυσε ένα πανκ συγκρότημα, σπούδασε Φιλολογία στην Πολωνία, σινεμά στην Ουγγαρία, μετοίκησε στην Ιερουσαλήμ. Σήμερα, στα 48 του, ζει στη Νέα Υόρκη, όπου μελέτησε Εβραϊκή Θεολογία κι όπου, σταθερά, εκδίδει τα ποιήματά του. Αυτοί οι δυο συν-δημιουργοί του «Ο Γιος του Σαούλ», μίλησαν στο Flix για το πώς κατάφεραν να κάνουν την ταινία που κανείς δεν περίμενε. Διαβάστε παρακάτω.

λάζλο νέμες 607

Λάζλο Νέμες - «Αν καταργήσεις τη δυνατότητα επιλογής στους σκηνοθέτες, καταλήγεις με μοντέρ»

Δεν δείχνεις τον τρόμο κατά πρόσωπο Τρέφω μεγάλο σεβασμό για τον Μπέλα Ταρ, έμαθα πολλά κοντά του, ήταν ένα σημαντικό βήμα στη διαδρομή μου. Αλλά εγώ Κιούμπρικ βλέπω πολύ, αυτό είναι το σινεμά που μ’ αρέσει, οι σκηνοθέτες που τους ενδιαφέρει ο χώρος, μια οργανική σχέση με τη διαδικασία του να γυρίσουν μια ταινία. Οι σκηνοθέτες που βυθίζονται κι οι ίδιο στην πραγματικότητα που πλάθουν – αυτό μ’ ενδιαφέρει πολύ. Ξεκινώντας την ταινία, γνωρίζαμε ακριβώς πώς θα την κάναμε – ίσως όχι τις λεπτομέρειες, αλλά σίγουρα τη στρατηγική. Οπότε ξέραμε ότι θα είναι πολύ, πολύ περιορισμένη η ταινία κι οπτική της. Γιατί ξέραμε ότι αν δείχναμε αυτόν τον τρόμο κατά πρόσωπο, θα καταλήγαμε με λιγότερα, θα μειώναμε τη δύναμη του τρόμου. Ενώ αν χρησιμοποιούσαμε το θεατή ως μέσο, αν βασιζόμαστε στη δική του φαντασία, θα καταλήγαμε με κάτι πιο δυνατό. Γιατί τα αποσπασματικά κομμάτια θα συνέθεταν κάτι πιο αόριστο, ενώ η εικόνα το κάνει συγκεκριμένο. Για ν’αφηγηθείς μια τέτοια ιστορία, οφείλεις ν’ ακολουθήσεις κάποια ριζοσπαστική αισθητική. Είναι σημαντικό το πότε και πόση πληροφορία δίνεις στον θεατή. Είναι ένα τρομερά δυνατό εργαλείο.

Οφείλεις να παίρνεις ρίσκα στο σινεμά. Εγώ αν δεν υπάρχει ρίσκο, αν δεν υπάρχει έντονο ενδιαφέρον, αρχίζω να βαριέμαι. Το ευρωπαϊκό σινεμά, ειδικά, δολοφονείται από την τηλεόραση και το ίντερνετ στην αισθητική του προσέγγιση, ο τρόπος αφήγησης και η εικόνα έχουν τυποποιηθεί. Αυτό που θεωρούμε ριζοσπαστικό θα έπρεπε να θεωρείται η νόρμα, να παίζεις με το μέσο, να μην κάνεις συνέχεια τα ίδια πράγματα. Η τηλεόραση δίνει και δείχνει πάρα πολλά, τα εξηγεί υπερβολικά, τα σκοτώνει στο τέλος. Ετσι δεν παίρνεις καμιά συναισθηματική ανταπόκριση από τους θεατές – αυτό συνδέεται και με την αποκαλούμενη ψηφιακή επανάσταση, που στην πραγματικότητα για μένα είναι οπισθοχώρηση, καταλήγουμε με τους ανθρώπους να βλέπουν ταινίες σε όλο και μικρότερες οθόνες. Το σινεμά είναι κάτι άλλο, είναι μαγικό, είναι μια μαγική σωματική εμπειρία κι αυτό το χρειαζόμαστε. Από την αρχή μας ήταν ξεκάθαρο ότι η ταινία δε θα γινόταν καθόλου, αν χρειαζόταν να γυριστεί ψηφιακά, ενώ εμείς θέλαμε να τη γυρίσουμε σε φιλμ 40mm κι έτσι κι έγινε. Το φιλμ προσφέρει περισσότερα στο κοινό κι αυτό δε σημαίνει ότι δε συμπαθώ την τεχνολογία: αν παρεις μια εικόνα που τραβήχτηκε ψηφιακά και την προβάλεις ψηφιακά και την ίδια εικόνα από φιλμ και την προβάλλεις σε φιλμ, ο καθένας θα καταλάβει τη διαφορά. Η εμπειρία είναι πολύ πιο βαθειά. Ηταν προφανής επιλογή. Και, στην τελική, ο σκηνοθέτης πρέπει να επιλέγει. Αν καταργήσεις τη δυνατότητα επιλογής στους σκηνοθέτες, καταλήγεις με μοντέρ.

Διαβάστε ακόμη: H Ουγγαρία ανοίγει το χορό του ξενόγλωσσου Οσκαρ για το 2016 με ένα φαβορί!

Δουλέψαμε πολύ στον σχεδιασμό ήχου. Η εικόνα σού δείχνει μόνο κομμάτια, αλλά ο ήχος σού θυμίζει διαρκώς ότι υπάρχει και κάτι άλλο που δε βλέπεις. Το ζήτημα ήταν πώς αυτό να μη γίνει στην υπερβολή, να το κρατήσουμε ελεγχόμενο, αλλά ταυτόχρονα θέλαμε τη συνολική εμπειρία για τον θεατή. Ηταν μια μακριά και κουραστική διαδικασία, ακούγονται οκτώ γλώσσες στην ταινία, όλοι οι άνθρωποι που μιλούν, διαταγές, ένα χάος. Υπάρχουν επίπεδα που είναι πολύ ενδιαφέροντα, στοχεύσαμε στο ρεαλισμό αλλά ταυτόχρονα αντιλαμβάνεις υποψίες από κάτι μεγαλύτερο. Αυτό το στοιχείο της «υποψίας» λειτουργεί και με τον κεντρικό ήρωα που ενσαρκώνει ο Γκέζα. Στον Σαούλ δε δώσαμε κανένα παρελθόν. Συζητήσαμε το σενάριο, αυτό που είδατε. Δε θέλαμε ο Σαούλ να έχει παρελθόν γιατί αυτοί οι άνθρωποι,οι αιχμάλωτοι στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, δεν είχαν ιστορία. Το παρελθόν τους ανήκε σε μια άλλη ζωή, που δεν ήταν πια δική τους.

Στο φινάλε. Το Ισραήλ αρνήθηκε να χρηματοδοτήσει το πρότζεκτ. Είπαν ότι ήταν κακό το σενάριο. Χα! Δεν ξέρω τι ακριβώς τους προβλημάτισε. Σίγουρα το φινάλε της ταινίας δεν πρόκειται για συγχώρεση. Εχει να κάνει με το πώς να συμφιλιωθείς με την τυφλότητα της Ευρώπης, εκείνη την εποχή ειδικά, αλλά και σήμερα. Εχει ακόμα να κάνει με το πώς οι άνθρωποι εύκολα διαχωρίζουν τους εαυτούς τους από τους άλλους. Περάσαμε μήνες συζητώντας για το φινάλε, ήταν η σκηνή για την οποία διαφωνήσαμε τόσο που αποφασίσαμε να την αφήσουμε όπως ήταν. Και νομίζω ότι είναι τέλεια (γελά).

λάζλο νέμες 607

Γκέζα Ρόριγκ - «Δε νιώθω ασφάλεια για το αύριο κι είμαστε όλοι στην ίδια βάρκα...»

Το μίσος είναι ιδεολογία. Για μένα η περίοδος του γυρίσματος της ταινίας ήταν η ευκολότερη, ήταν η κάθαρσή μου. Το δύσκολο ήταν η αναμονή μέχρι να ξεκινήσουμε το γύρισμα, γιατί υπήρχε τόση θλίψη και τόσος θυμός και άγχος που συγκεντρώνονταν μέσα μου για μήνες, που είπα στον Λάζλο, αν δεν αρχίσεις το γύρισμα θα πεθάνω. Οπότε όταν ξεκινήσαμε βρήκα ένα κανάλι να τα διοχετεύσω αυτά. Στο γύρισμα ένιωθα σαν έγκυος, σε μια άλλη σφαίρα σκέψης. Τους είπα, μη μου φέρνετε καφέ, μη μου μιλάτε, ήθελα να απομονωθώ. Το γύρισμα έχει πολύ κόσμο, είναι μια κοινωνική κατάσταση κι εγώ δεν μπορούσα να μπαινοβγαίνω σ' αυτόν το ρόλο. Είχα το δικό μου αυτοκίνητο, με κλειδαριά, έτρωγα μόνος. Το γύρισμα ήταν το εύκολο. Κι έπειτα μου φάνηκε σαν πεπρωμένο το να ενσαρκώσω εγώ το ρόλο. Για πολλούς λόγους, προσωπικούς, οικογενειακούς, διάφορους, είχα διαβάσει πολλά γι’ αυτό από την εφηβεία μου. Στα 14 και τα 16 και τότε αντιμετώπιζα όσα συνέβησαν ως τρομακτικά και συναρπαστικά. Μετά πήγα στο Πανεπιστήμιο στην Πολωνία και πέρασα πολλές μέρες στο ίδιο το στρατόπεδο. Μιλάω Πολωνικά, πήγα στην κοντινή πόλη, νοίκιαζα ένα δωμάτιο κι επισκεπτόμουν το στρατόπεδο κάθε μέρα κι έγραψα ένα βιβλίο γι’ αυτό, στα 20. Τότε ήταν που κατάλαβα ότι το μίσος είναι ιδεολογία. Γι' αυτό νιώθω ότι ήταν μοιραίο να υποδυθώ τον Σαούλ, γιατί τον γνώριζα. Και, ειλικρινά, επειδή δεν κάνω καριέρα στο σινεμά κι επειδή αυτή η ταινία είναι πολύ σημαντική για μένα, αν πίστευα ότι κάποιος άλλος θα μπορούσε να τον υποδυθεί καλύτερα, θα έκανα αμέσως πίσω.

Δείτε ακόμη: Μια μικρή γεύση από φρίκη. Δυο κλιπ από το «Ο Γιος του Σαούλ»

We Wept Without Tears. Νόμιζα ότι θα ήταν δύσκολο να προετοιμαστώ γιατί δεν ήξερα πώς να το κάνω, αλλά μετά βρήκα ένα βιβλίο που μου έλυσε το πρόβλημα. Είναι ένα βιβλίο 400 σελίδων που λέγεται «We Wept Without Tears» κι είναι μια συνέντευξη με 8 πρώην Ζόντερκομάντο, υπάρχουν μόνο 20 πια στον κόσμο, κι 8 αποφάσισαν να μιλήσουν μετά από δεκαετίες που δεν αποκάλυπταν ούτε στις οικογένειές τους τι έκαναν, από ντροπή και φόβο, γιατί στην ιεραρχία του στρατοπέδου έχεις τους επιζώντες, έχεις τα ζευγάρια, αλλά το πιο μισητό γκρουπ, που τους απεχθάνονταν και τους έφτυναν όλοι, ήταν οι Ζόντερκομάντο. Οπότε δε βιάζονταν να δώσουν συνεντεύξεις. Ομως καθώς μεγάλωναν κατάλαβαν τη σημασία του να επιτρέψουν στον κόσμο να μάθει. Υπήρχαν πολλοί μύθοι εκεί έξω. Αυτό το βιβλίο που είναι εκτός έκδοσης, δύσκολο να το βρεις, μου προσέφερε τα πάντα. Θυμάμαι κάθε λεπτομέρειεά του. Ονειρευόμουν μαζί του, ζούσα μαζί του. Μια φορά κάναμε έναν αυτοσχεδιασμό, δεν είχα πάρει ακόμα το ρόλο, δοκιμάζαμε και μου λένε, είσαι ένας Ζόντερκομάντο, περίγραψέ μας τη μέρα σου, τι κάνεις; Από τις 6 το πρωί ως τις 6 το απόγευμα, τι κάνεις; Μιλούσα για μιάμιση ώρα, γιατί είχα διαβάσει το βιβλίο κι ήξερα ακριβώς τι έκανα. Μιλούσα με μια εντελώς αποφορτισμένη, αυτόματη φωνή κι όταν τελείωσα τους κοίταξα κι όλοι έκλαιγαν. Το απόγευμα μου προσέφεραν το ρόλο.

γκέζα ρόριγκ 607

Ο Θεός δεν είναι αθώος. Κάθε θρησκευόμενος άνθρωπος, όποια κι αν είναι η θρησκεία του, οφείλει να καταπιαστεί μ’ αυτό το ζήτημα, με το πώς άνθρωποι στον κόσμο υποφέρουν άδικα και πώς το επιτρέπει αυτό ο Θεός. Γιατί δεν απάντησε στις προσευχές τους, γιατί όχι νωρίτερα; Ομως δεν ήταν ο Θεός που συγκέντρωσε τους Εβραίους και τους Τσιγγάνους, τους Ρώσσους αιχμαλώτους πολέμου και τους ομοφυλόφιλους και τους Γερμανούς ψυχασθενείς και τους Γερμανούς νάνους και τους έπνιξε, τους έσφαξε, τους έκαψε. Εμείς το κάναμε, οι άνθρωποι. Και δε μάθαμε τίποτα απ’ αυτό. Αν κάτι παρόμοιο συνέβαινε τώρα, ενάντια σ’ οποιαδήποτε μειονότητα ή έθνος, κανείς θα κουνούσε το δαχτυλάκι του. Γι’ αυτό και η ταινία μας δεν έχει happy end. Θέλαμε ν’ αφήσουμε ένα στοιχείο από κάτι θετικό, αλλά αυτή δεν είναι μια ταινία για το Καλό και το Κακό και δεν είναι μια ιστορία επιβίωσης. Γιατί κανείς δεν επιβιώνει. Ναι, ο Θεός δεν είναι αθώος. Ο Θεός μπορούσε και έπρεπε να σταματήσει την τρέλλα νωρίτερα. Ομως δε θα μπορούσα να σηκωθώ απ’ το κρεβάτι το πρωί, πόσω μάλλον να προσευχηθώ, αν δεν πίστευα απολύτως ότι ο Θεός βρισκόταν εκεί, με τα θύματα. Δεν είναι εύκολο, είναι ένας αγώνας, αλλά δε θα εγκαταλείψω την Πίστη μου γιατί δεν ξέρω τι άλλο έχω.

Καμιά ασφάλεια για το αύριο. Στην προσωπική ζωή μου είμαι πολύ ευτυχισμένος, πριν 5 μήνες απέκτησα δίδυμα, ένα αγόρι κι ένα κορίτσι, τελειώνω το βιβλίο που δούλευα 11 χρόνια. Στη ζωή μου είμαι ευλογημένος. Αλλά νομίζω ότι τώρα πια πρέπει να είσαι τυφλός για να είσαι οπτιμιστής, τα πράγματα είναι τόσο ανεξέλεγγτα σε τόσα επίπεδα, αυτές οι δυνάμεις στον κόσμο δε συμφωνούν ούτε στα στοιχειώδη, τα πράγματα συμβαίνουν με τόσο χαοτικό τρόπο, δε νιώθω καμιά ασφάλεια για το αύριο. Μακάρι να μπορούσα να σας πω το αντίθετο, αλλά είμαστε όλοι στην ίδια βάρκα.

Η ταινία «Ο Γιος του Σαούλ» προβάλλεται στις αίθουσες από την Πέμπτη, 12 Νοεμβρίου, από τη Film Trade. Διαβάστε και δείτε εδώ περισσότερα για την ταινία.