Ο 12χρονος (ή έτσι υπολογίζουν όλοι αφού ακόμη και οι γονείς του δεν γνωρίζουν την ηλικία του) Ζεν μεγαλώνει με την πολυμελή οικογένειά του στις πιο υποβαθμισμένες περιοχές της Βηρυτού. Είναι με κάποιο τρόπο ο άντρας του σπιτού, αφού δουλεύει, κλέβει φαγητό για λογαριασμό όλων και είναι αυτός που φροντίζει τα αδέρφια του. Περισσότερος δεμένος με τη συνομίληκη αδερφή του, θα φύγει από το σπίτι, όταν οι γονείς του θα την «πουλήσουν» σε έναν ενήλικα για να την παντρευτεί, ανταλλάσσοντας έτσι διαρκές ενοίκιο για το διαμέρισμα στο οποίο μένουν. Στη διαδρομή του μέσα στην πόλη θα συναντήσει την Ραχήλ, μια γυναίκα από την Αιθιοπία που δουλεύει καθαρίστρια σε ένα λούνα - παρκ και μεγαλώνει κρυφά το παιδί της. Με τα χαρτιά της να έχουν λήξει, η Ραχήλ προσπαθεί να βρει λύση, ενώ εμπιστεύεται στον Ζεν τη φροντίδα του μωρού της.
Αυτή είναι η αρχή της μεγάλης διαδρομής του Ζεν μέσα στους πολύβοους δρόμους, τα επικίνδυνα στενά, τις εκπλήξεις ενός κόσμου που μοιάζει να βρίσκεται σε ένα κοσμικό σταυροδρόμι ακριβώς στο κέντρο μιας σύγχρονης Καπερναούμ που δεν μοιάζει να διαφέρει και πολύ από την βιβλική αντίστοιχη στην οποία ο Ιησούς Χριστός έκανε τα δικά του θαύματα.
Η τρίτη της μεγάλου μήκους ταινία της Ναντίν Λαμπακί (μετά τα «Caramel» και το «Οταν Θέλουν οι Γυναίκες») ξεκίνησε τη δική της πορεία από το Φεστιβάλ Καννών - όπου κέρδισε το βραβείο της Επιτροπής - και φτάνει σήμερα στις υποψηφιότητες για το Οσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας μεταφέροντας, όπως δηλώνει στο Flix και η ίδια, την αλήθεια ενός αφανούς κόσμου.
Καπερναούμ σημαίνει χάος. Ο τίτλος ήταν εκεί σχεδόν πολύ πριν γραφτεί το τελικό σενάριο. Η Καπερναούμ ήταν μια βιβλική περιοχή, στην οποία έδρασε ο Ιησούς Χριστός και το χαρακτηριστικό της ήταν το χάος που επικρατούσε. Οταν έβαλα κάτω όλα τα βασικά στοιχεία της ταινίας, από τα δικαιώματα των ανήλικων παιδιών μέχρι την κατάσταση των προσφύγων και στη συνέχεια την τρέλα του να πρέπει να κουβαλάς μαζί σου ένα χαρτί που να αποδεικνύει την ύπαρξή σου, σκέφτηκα πως βρίσκομαι μπροστά σε ένα χάος. Και έτσι η ταινία πήρε τον τίτλο που εκφράζει ακριβώς την τρελή διαδρομή των μικρών ηρώων της.
Ηθελα να μετατρέψω την οργή μου σε κάτι θετικό. Την οργή μου για την αδικία απέναντι σε αυτά τα παιδιά που πληρώνουν το ακριβό τίμημα των αποτυχημένων κοινωνιών μας. Είναι ένα πρόβλημα που βλέπουμε σε όλες τις μεγάλες πόλες όπου υπάρχει οικονομική και προσφυγική κρίση. Τα παιδιά αυτά δεν ζήτησαν να βρίσκονται σε αυτόν τον κόσμο και επιπλέον τιμωρούνται με τον χειρότερο τρόπο. Τιμωρούνται για τα λάθη άλλων. Ηθελα να μάθω περισσότερα γι' αυτά, να τα ρωτήσω αν είναι ευτυχισμένα. Ηθελα να προσπαθήσω να μπω στον κόσμο τους και να καταλάβω λίγο περισσότερο πώς αισθάνονται.
Εμπνεύστηκα από πλήθος ανάλογων ιστοριών. Τα παιδιά αυτά είναι στην πραγματικότητα εγκαταλελειμμένα, παρόλο που έχουν γονείς. Βρίσκονται όλη την ημέρα στο δρόμο, έκθετα σε όλους τους κινδύνους. Κανείς δεν ξέρει τι γίνεται όταν στρίβουν τη γωνία και χάνονται από το βλέμμα μας. Από συνεντεύξεις που έκανα μαζί τους, το 99 τοις εκατό μου είπε ότι δεν θα ήθελα να βρίσκονται στον κόσμο. Από παιδί σε παιδί, αυτό γινόταν πιο δυνατό. Ηξερα πως η ταινία θα είχε για πρωταγωνιστή ένα παιδί που θα έλεγε: «Γιατί με φέρατε στη ζωή αν δεν μπορείτε να με φροντίσετε. Αν δεν έχετε σκοπό να με αγαπήσετε; Γιατί με φέρατε σε αυτόν τον κόσμο;»
Η λύση είναι σίγουρα οι νόμοι και η απόκτηση συνείδησης, η παιδεία και η επικράτηση μιας λογικής που σου λέει πως δεν μπορείς να κάνεις παιδιά όταν δεν έχεις τρόπο να τα μεγαλώσεις, αλλά η μεγάλη απάντηση σε όλα είναι η αγάπη.»
To κάστινγκ ήταν πολύ μακρά και δύσκολη διαδικασία. Είχα μια ομάδα από υπεύθυνους κάστινγκ που ξεχύθηκαν παντού στο Λίβανο για να μιλήσουμε με παιδιά από το δρόμο. Είδαμε σχεδόν κάθε παιδί στο Λίβανο. Ο Ζεν ήταν ένα από αυτά. Τον είδα στην κασέτα και έπαιζε με τους φίλους του στο δρόμο. Μου πήρε πραγματικά δύο λεπτά για να αποφασίσω ότι αυτός θα ήταν ο πρωταγωνιστής. Ηταν ακριβώς αυτό που είχα γράψει. Και είναι αστείο, γιατί είχα ζωγραφίσει το πρόσωπο ενός παιδιού που φωνάζει στους μεγάλους και όταν συνέκρινα τις δύο εικόνες, ήταν ακριβώς ο Ζεν.
Ο Ζεν είναι ένα μαγικό παιδί. Είναι πρόσφυγας από τη Συρία. Ηρθε στο Λίβανο για να γλιτώσει από τον πόλεμο στη Συρία και ζει τα τελευταία 8 χρόνια σε πολύ δύσκολες συνθήκες. Δεν πηγαίνει σχολείο, μεγαλώνει στους δρόμους. Εχει ήδη, στα οκτώ του χρόνια, εκτεθεί σε τόσα πολλά δυσάρεστα πράγματα - τόση βία, τόση φτώχεια, τόση κακοποίηση - που έχει τη σοφία των παιδιών που έχουν χάσει την παιδικότητά τους και έχουν γίνει με το ζόρι ενήλικες.
Το μόνο που ήθελα ήταν να δείξω την αλήθεια αυτών των παιδιών. Δεν θα μπορούσα ποτέ να τους δώσω ένα σενάριο για να το αποστηθίσουν. Ηθελα ό,τι λένε και ό,τι κάνουν να αναπνέουν την αλήθεια τους. Και έτσι ουσιαστικά τους ζήτησα να μοιραστούν μαζί μου τη ζωή τους, τις εμπειρίες τους, τον πόνο τους. Ηθελα να ακούω τις φωνές τους και να τους πιστεύω ότι λένε αλήθεια. Δεν ήθελα σε καμία περίπτωση να καθοδηγήσω εγώ την ιστορία.
Ξέρω ότι μπορεί να ακούγομαι αφελής, αλλά πιστεύω ότι με αυτήν την ταινία μπορεί να ανοίξει μια συζήτηση γύρω από τη μητρότητα, τα παιδιά που μεγαλώνουν μόνα στο Λίβανο, τους μετανάστες και ιδίως τις γυναίκες που προσπαθούν να κάνουν τα πάντα για να διαφυλάξουν την οικογένειά τους μέσα σε αντίξοες συνθήκες. Η λύση είναι σίγουρα οι νόμοι και η απόκτηση συνείδησης, η παιδεία και η επικράτηση μιας λογικής που σου λέει πως δεν μπορείς να κάνεις παιδιά όταν δεν έχεις τρόπο να τα μεγαλώσεις, αλλά η μεγάλη απάντηση σε όλα είναι η αγάπη. Οταν αγαπάς ένα παιδί, ξέρεις ότι αυτό θα έχει μια καλή ζωή, όσο δύσκολο κι αν είναι να επιβώσει σε έναν σκληρό κόσμο σαν αυτό που ζούμε.