Η Αντρεα Αρνολντ («Red Road», «Fishtank», «American Honey», «Cow»),επιστρέφει με νέα ταινία κι αυτό από μόνο του είναι γεγονός. Ακόμα κι αν το «Bird» δεν έφυγε με κάποιο βραβείο από το φετινό φεστιβάλ των Καννών, σύσσωμη η διεθνής κριτική ομολόγησε ότι ήταν μία από τις πιο πρωτότυπες, τολμηρές ταινίες του διαγωνιστικού τμήματος. Η Αρνολντ ανανέωσε την εμπιστοσύνη μας για το μοναδικό της, επιδραστικό βλέμμα στην πορεία του σύγχρονου ευρωπαϊκού σινεμά.
Αλλά και την ικανότητά της να επιλέγει στο καστ της ηθοποιούς ταλαντούχους, γοητευτικούς, φρέσκους, ακοπιάριστους. Στο «Bird», ο Γερμανός Φραντς Ρογκόφσκι («Περάσματα», «Στους Διαδρόμους», «Transit») αυτό το αισθησιακό αιλουροειδές αρπακτικό που κοιτά το φακό σαν λαβωμένο θήραμα, ερμηνεύει αυτό που υπονοεί κι ο τίτλος: έναν άνθρωπο πουλί. Εναν μυστηριώδη άντρα που ζει αποκλειστικά στη φαντασία μίας έφηβης κοπέλας, γίνεται ο φίλος που δεν έχει, ο φύλακας άγγελος της.
Κι ο Ιρλανδός Μπάρι Κιόγκαν («Saltburn», «Τα Πνεύματα του Ινισέριν», «Ο Θάνατος του Ιερού Ελαφιού») με το αθώο πρόσωπο και το διεστραμμένο βλέμμα, μάς βάζει στον μικρόκοσμο του british white trash, όπου έφηβοι γίνονται απότομα και γρήγορα γονείς και μεγαλώνουν μαζί με τα παιδιά τους σ’ έναν άνισο αγώνα.
Αμέσως μετά την πρώτη προβολή του «Bird» στις Κάννες, τους συναντήσαμε στην ταράτσα του Palais des Festivals για μία συνέντευξη τόσο άμεση, ειλικρινή και έξω από τα κουτάκια - όπως ακριβώς είναι και οι ίδιοι.
Διαβάστε την κριτική του Flix για το «Bird»
Η Αντρεα Αρνολντ είναι μία ιδιαίτερη σκηνοθέτης και μεγάλο κεφάλαιο στο σύγχρονο βρετανικό σινεμά. Πώς σας φάνηκε η συνεργασία μαζί της;
Φραντς Ρογκόφσκι: Ηταν μεγάλη κι ευχάριστη έκπληξη ότι η Αντρεα με σκέφτηκε, με είχε φιξαρισμένα στο μυαλό της για αυτό το ρόλο - ήταν υπέροχο ότι με είχε στο ραντάρ της. Με πήραν τηλέφωνο από την παραγωγή και μου είπαν ότι θα ήθελε ένα μίτινγκ μαζί μου. Συμφώνησα και ρώτησα πότε να το κανονίζαμε και η απάντηση ήταν σοκαριστική: «πετάει αυτή τη στιγμή για Ζυρίχη, έρχεται να σε συναντήσει». Τρεις ώρες αργότερα, τρώγαμε βραδινό και είχαμε έναν χειμαρρώδη διάλογο για τέχνη, φιλοσοφία, ποίηση, πολιτική και, φυσικά, σινεμά. Δεν μου έδωσε τίποτα να διαβάσω για την ταινία. Δεν υπήρχε σενάριο. Αλλά μου παρουσίασε τις σκέψεις, τις ιδέες της τόσο παραστατικά, τόσο γοητευτικά, τόσο καλλιτεχνικά - μου ήταν αδύνατον να αρνηθώ. Ξεκίνησε με μία εικόνα που είχε στο μυαλό της: «ένας γυμνός άντρας με μεγάλο πέος στέκεται στην ταράτσα ενός ουρανοξύστη - ανοίγει τα φτερά του και πετάει». Αυτό από μόνο του κέρδισε την προσοχή μου (γελάει). Τα υπόλοιπα όμως ήταν που μου ανατίναξαν το μυαλό Είναι κάτι ανάμεσα σε φύλακα άγγελο και αρσενική Μαίρη Πόπινς. Ενας μυστηριώδης, μοναχικός άνθρωπος, που ζει, ημιάγρια, στο δάσος…» Με ιντριγκάρισε αυτός ο ρόλος. Με τρόμαξε και με ιντριγκάρισε. Ανυπομονούσα να του δώσουμε σάρκα και οστά…
Μπάρι Κιόγκαν: Ηθελα πάντα να συνεργαστώ με την Αντρεα. Το έλεγα συνεχώς στις συνεντεύξεις μου και μάλλον με διάβασε (γελάει). Τη θεωρώ την καλύτερη Βρετανίδα σκηνοθέτη αυτής της γενιάς. Έχει έναν εντελώς διαφορετικό τρόπο να κάνει γύρισμα κι αυτό είναι πολύ προκλητικό για έναν ηθοποιό. Σε κάνει να αναθεωρείς και να αποδομεί όλες τις τεχνικές που έχεις μάθει, σε βάζει στο σετ αγνό και ευάλωτο και απαιτεί να τις βγάλεις κάτι αληθινό από τα σπλάχνα σου. Οι ταινίες της έχουν τέτοιο ρεαλισμό που είναι σχεδόν ντοκιμαντερίστικος. Δεν παίρνουμε σενάριο στα χέρια μας, δεν κάνουμε πρόβες, δεν αναλύουμε τον ρόλο. Μάς πετάει απροετοίμαστους στο πλατό κι αυτό το λατρεύω. Εχει μία ενέργεια η Αντρεα, έναν πολύ ντελικάτο τρόπο που σε πλησιάζει και σε εμπνέει να της τα δώσεις όλα. Δεν μαθαίνεται αυτό σε καμία σχολή. Θα δεχόμουν να παίξω ό,τι κι αν με έβαζε να κάνω. Αυτή ήταν η καλύτερη εμπειρία μου ως καλλιτέχνης, και το εννοώ. Τέτοιους σκηνοθέτες ψάχνω - όπως η Αντρεα, όπως ο Λάνθιμος.
Για να βρω τους ήρωες μου πάντα σκάβω μέσα μου. Είναι ο μόνος λόγος που είμαι ηθοποιός - το ότι ένας ρόλος με βοηθάει στο να καταλάβω, όχι τον ήρωα, αλλά εμένα. Αντλώ από τον δικό μου πόνο. Η τέχνη δεν γεννιέται από τη χαρά, αλλά από το τραύμα...» | Μπάρι Κιόγκαν
Πώς προετοιμαστήκατε για αυτή την ταινία - χωρίς σενάριο, χωρίς πρόβες. Η Αρνολοντ είναι διαβόητη για το πώς εμπιστεύεται τη «στιγμή» για να γεννήσει κάτι φρέσκο και μοναδικό...
Φραντς Ρογκόφσκι: Για μένα η προετοιμασία ήταν να συμβιβαστώ στο ότι... δε θα προετοιμαστώ. Θα κάνω βουτιά στην αβεβαιότητα. Πολύ δύσκολο για μένα αυτό που πάντα πάω στα γυρίσματα μελετημένος. Αλλά σκέφτηκα ότι αυτό ήταν το στοίχημα αυτή τη φορά. Η Αντρεα δεν μου έδωσε άλλες ταινίες να δω, ρόλους να μελετήσω, δεν είχα αναφορές. Μου έγραψε ένα playlist με 20 τραγούδια που επικοινωνούσαν το συναίσθημα, τη θερμοκρασία του ρόλου, τον αέρινο τόνο της ταινίας. Άκουγα τις μουσικές της για μήνες πριν το γύρισμα, έκλεινα τα μάτια κι έφτιαχνα τον δικό μου φανταστικό κόσμο. Ενιωθα ότι πρέπει να ψάξω μέσα μου και να ανακαλύψω εγώ τι φέρνω στο τραπέζι. Εγώ τι «ζώο» είμαι. Δεν είχα οτιδήποτε άλλο να πιαστώ - αλλά μάλλον αυτό ήταν και το νόημα. Μία σκηνοθέτης που εμπιστεύομαι και αγαπώ το σινεμά της δεν μου προσφέρει τίποτα να πιαστώ, δεν μου δίνει σενάριο. Οπότε με θέλει απροετοίμαστο. Θέλει με το άνοιγμα της κάμερας να συλλάβει κάτι πρωτογενές, ενστικτώδες, φρέσκο, ωμό, άγριο. Έπρεπε να την εμπιστευτώ, να αφεθώ, να εκτεθώ. Εκείνη είναι καλλιτέχνης, εγώ ένα ακόμα χρώμα στην παλέτα της. Ανακαλύπταμε λοιπόν τον «Bird» μέρα με την μέρα, μαζί.
Μπάρι Κιόγκαν: Για να βρω τους ήρωες μου πάντα σκάβω μέσα μου. Είναι ο μόνος λόγος που είμαι ηθοποιός - το ότι ένας ρόλος με βοηθάει στο να καταλάβω, όχι τον ήρωα, αλλά εμένα. Αντλώ από τον δικό μου πόνο - ΟΚ όχι μόνο τον πόνο, αλλά συνήθως η τέχνη δεν γεννιέται από τη χαρά, αλλά από το τραύμα. Όμως οι ήρωες μου δεν έχουν καμία σχέση με μένα. Μεγάλωσα σε ορφανοτροφείο, σε ανάδοχες οικογένειες, είμαι working class και δεν έχω τελειώσει κάποια ακριβή σχολή υποκριτικής. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι είμαι οι ήρωες των ταινιών που ερμηνεύω. Κάθε φορά που διαβάζω ότι «ο Μπάρι Κίγκαν παίζει τον εαυτό του», γελάω. Δεν έχω καμία σχέση με τον «Ολιβερ» του «Saltburn», ούτε με τον «Ντόμινικ» από «Τα Πνεύματα του Ινισέριν», ούτε φυσικά με τον «Μάρτιν» από τον «Θάνατο του Ιερού Ελαφιού» του Λάνθιμου. Οι ήρωες μου είναι πολύ διαφορετικοί κι έχουν επίπεδα. Αρχικά, εκνευρίζομαι όταν διαβάζω κάτι τέτοιο αλλά μετά χαμογελάω. Μάλλον είμαι πολύ καλός ηθοποιός και τους πείθω ότι αυτό που κάνω είναι εύκολο. Εδώ, ο ήρωας είναι ένας πολύ νέος πατέρας της εργατικής τάξης που ήδη έχει έφηβο παιδί. Η πρόκληση ήταν ότι δεν ήθελα να δείξω έναν χαρακτήρα μίζερο. Ηθελα να του δώσω μία γλυκύτητα, μία αθωότητα. Μας μεγαλώνουν πιστεύοντας ότι όταν γίνεσαι γονιός τα ξέρεις όλα. Όμως κι αυτός είναι ακόμα παιδί. Επιθυμεί, ονειρεύεται, κάνει λάθη όπως ένα παιδί. Κοιτάει το γιο του σαν συνομήλικο, σαν φίλο κι εκεί είναι φυσικά το λάθος. Αλλά δεν ήθελα να τον ερμηνεύσω τραγικά, όπως συνήθως τέτοιοι ήρωες αποτυπώνονται στις ταινίες. Ηθελα να δείξω έναν πατέρα που δεν είναι ακόμα άντρας.
Ενιωθα ότι πρέπει να ψάξω μέσα μου και να ανακαλύψω εγώ τι «ζώο» είμαι. Δεν είχα από που να πιαστώ - αλλά μάλλον αυτό ήταν και το νόημα. Μία σκηνοθέτης που εμπιστεύομαι και αγαπώ το σινεμά της δεν μου δίνει σενάριο. Θέλει με το άνοιγμα της κάμερας να συλλάβει κάτι πρωτογενές, ενστικτώδες, φρέσκο, ωμό, άγριο. Δεν τρόμαξα γιατί αισθάνομαι ότι όλοι είμαστε κομμάτι της φύσης, ημιάγρια πλάσματα. Και οι ηθοποιοί, τι παραπάνω είμαστε; Πίθηκοι που πιθηκίζουμε είμαστε. ...» | Φραντς Ρογκόφσκι
Φραντς, μίλησέ μας για τη σκηνή που μεταμορφώνεσαι, κυριολεκτικά, σε «Βird» / πουλί. Τι οδηγίες είχες για κάτι τέτοιο; Πόσο δύσκολο, πόσο μεγάλη πρόκληση ήταν να γυριστεί αυτή η σκηνή;
Φραντς Ρογκόφσκι: Η Αντρεα μού είχε πει ότι θέλει κάποια στιγμή να μεταμορφωθώ σε κάτι - δεν μου είχε πει σε τι. Οπότε δεν ήξερα ακριβώς τι θα πρέπει να κάνω όταν έρθει η ώρα της μεταμόρφωσης. Ομως σκέφτηκα ότι δεν έχει στα αλήθεια σημασία, όταν όλα είναι μία αλληγορία. Η μεταμόρφωση ήταν ένα τεράστιο γύρισμα - κάναμε πολλούς αυτοσχεδιασμούς και πειραματισμούς. Εγώ κατέφυγα στο παρελθόν μου ως χορευτής. Χόρευα και άκουγα το σώμα μου, αυτό μου έδινε εργαλεία, τη δική του αλφάβητο - την κίνηση ή την ακινησία, τα τεντώματα, τα άλματα. Πειραματιστήκαμε και με την τεχνολογία, χρησιμοποιήσαμε stop-motion τεχνικές, γυρίσαμε 3 φορές περισσότερο υλικό από αυτό που διασώθηκε στο μοντάζ. Αυτό που είδατε ήταν μόνο η κορυφή του παγόβουνου. Δεν τρόμαξα γιατί αισθάνομαι ότι όλοι είμαστε κομμάτι της φύσης, όλοι είμαστε παράδοξα πλάσματα. Και οι ηθοποιοί, τι παραπάνω είμαστε; Πίθηκοι που πιθηκίζουμε είμαστε κι εμείς - που προσπαθούμε να καταλάβουμε τις ζωές μας, κοιτώντας τες σε μεγάλες οθόνες.
Μπάρι, τελευταία οι σκηνοθέτες σε βάζουν να χορεύεις. Μετά το φινάλε του «Saltburn» που έγινε viral, έχεις κι εδώ μία σκηνή που χορεύεις και μία ακόμα που τραγουδάς. Είναι κάτι που σε χαρακτηρίζει; Το εμπνέεις, ή μήπως επιπλέον το ζητάς ο ίδιος για να εκφραστείς, να αποκαλύψεις τους χαρακτήρες σου με αυτή την κινησιολογία;
Μπάρι Κιόγκαν: Οχι όχι δεν το ζητάω. Είναι αλήθεια - τελευταία οι ταινίες μου με θέλουν να τραγουδάω ή να χορεύω. Και το γνωρίζω ότι η τελευταία σκηνή στο «Saltburn», με μένα να χορεύω γυμνός το «Murder on the Dancefloor» έχει γίνει viral. Το διασκεδάζω, αν και πρέπει να σας πω ότι αυτές ήταν σκηνές που με τρόμαξαν - δεν φημίζομαι ως άνθρωπος ότι τραγουδάω ή χορεύω. Από μικρός ήμουν μποξέρ, αυτό επιστράτευσα για να κουνήσω τα πόδια μου. Ομως θεωρώ ότι όταν είσαι αληθινός με τον ήρωά σου, η κάμερα το αποτυπώνει. Κανείς δε θέλει να βλέπει κάποιον να είναι τέλειος σε όλα - βαριέμαι με την τελειότητα. Δεν θέλω να δω έναν ηθοποιό να έχει την τέλεια φωνή ή να χορεύει σαν χορευτής. Ανέβα κι ας είσαι παράφωνος, κι ας είναι αμήχανος κι ας είσαι παρορμητικός και ατσούμπαλος - όλα αυτά προσφέρουν αλήθεια στον ήρωα σου.
Ο Λάνθιμος είναι πραγματικός avant-garde artist. Το όραμά του είναι τόσο μπροστά, αυτό που στήνει έχει τόσα πολλά επίπεδα. Θα ήθελα να ξαναδουλέψω μαζί του. Νιώθω ότι μαζί του προχωρώ κι εγώ ως ηθοποιός, ανεβαίνω πίστα. Σε εμπνέει να κάνεις τα πιο επικίνδυνα πράγματα στην κάμερα του. Να του τα χαρίσεις...» | Μπάρι Κιόγκαν
Σε πείραξε που κυκλοφορούσε το γυμνό σου βίντεο;
Μπάρι Κιόγκαν: Δεν έχω πρόβλημα με το γυμνό, το σώμα μου είναι ένα ακόμα εργαλείο. Αλλά και στην προσωπική μου ζωή, στο σπίτι μου, κυκλοφορώ γυμνός είμαι άνετος με το σώμα μου. Αυτό που με ενόχλησε είναι το viral μίας σκηνής - αυτό κυκλοφόρησε, σχεδόν σαν ένα μουσικό βίντεο, αποκομμένο από το περιβάλλον της ταινίας, από το πλαίσιο της ταινίας. Επειδή ήμουν γυμνός και χόρευα κι όλο αυτό ήταν μία ποπ εικόνα. Νομίζω ότι αυτή η υπερέκθεση αφαίρεσε από την ερμηνεία μου τελικά. Δεν είναι ότι δε θα ξαναέκανα γυμνό. Το ευρωπαϊκό σινεμά έχει χρησιμοποιήσει το γυμνό σε σκηνές που έχουν μείνει στην ιστορία της τέχνης. Δεν είναι αυτό το θέμα μου και εφόσον πάντα πείθομαι εγώ πρώτος ότι υπάρχει λόγος να είμαι γυμνός, θα το ξανακάνω. Άλλωστε το είπα κι από την αρχή: μου αρέσει να δοκιμάζω τα όρια μου, να τολμάω, να φοβάμαι κάτι αλλά να το κάνω. Κι ούτε μετανιώνω για την σκηνή, αυτή καθαυτή, του «Saltburn». Αποπνέει ελευθερία, έχει λόγο που υπάρχει, χαίρομαι με το αποτέλεσμα. Απλώς δεν σκέφτηκα το #challenge trend που ξεκίνησε στα σόσιαλ. Εκεί ξεκίνησε ο πονοκέφαλος…
Θα ξανασυνεργαζόσουν με τον Γιώργο Λάνθιμο; Εξι χρόνια έχουν περάσει από τον «Θάνατο του Ιερού Ελαφιού». Ηταν από τους πρώτους ρόλους της καριέρας σου, ο Λάνθιμος σε ξεχώρισε. Αν γύριζες το χρόνο πίσω θα φανταζόσουν ποτέ ότι θα είχες -κι εσύ κι αυτός- μία τόσο μεγάλη εξέλιξη;
Μπάρι Κιόγκαν: Πράγματι είναι τρελό τι έχει συμβεί αυτά τα 6 χρόνια! Ο Γιώργος είναι πραγματικός avant-garde artist. Το όραμά του είναι τόσο μπροστά, αυτό που στήνει έχει τόσα πολλά επίπεδα. Θα ήθελα να ξαναδουλέψω μαζί του. Νιώθω ότι μαζί του προχωρώ κι εγώ ως ηθοποιός, ανεβαίνω πίστα. Τον εκτιμώ όμως και για έναν ακόμα λόγο: είναι εξαιρετικά προστατευτικός. Δημιουργεί ένα δίχτυ ασφάλειας, χωρίς να το τονίζει, έτσι απλά, οπότε κι εσύ θέλεις να κάνεις τα πιο επικίνδυνα πράγματα στην κάμερα του. Να του τα χαρίσεις.
Επιλέγω ρόλους που με τρομάζουν. Που με κάνουν να αμφισβητώ ότι μπορώ να τους παίξω. Οσο πιο πολύ τρομάξω, τόσο θα μου είναι αδύνατον να αρνηθώ μια πρόταση. Δε θέλω να διαβάζω κάτι και να αισθάνομαι «α, ναι - αυτό το ξέρω, το 'χω». Ούτε θέλω να βομβαρδίζω τον κόσμο με συνεχόμενες δουλειές μου. Less is more. Για αυτό και σκοπεύω κάποια στιγμή να κάνω διάλειμμα, να μην κάνω τίποτα για δέκα χρόνια… » | Μπάρι Κιόγκαν
Εσείς, μεγαλώνοντας, είχατε κάποιον «Bird»; Χρειαζόσασταν έναν «φανταστικό φίλο», ως στήριγμα στην εφηβεία σας; Κάποιον ή κάτι; Εγώ, ας πούμε είχα τη διέξοδο του σινεμά…
Φραντς Ρογκόφσκι: Την ορειβασία, την επαφή με τα βουνά, τη φύση. Μεγάλωσα σε μία αντισυμβατική οικογένεια. Οι γονείς μου είναι μαζί από το σχολείο, όμως ο βιολογικός μου πατέρας ήταν φίλος τους στο πανεπιστήμιο. Για λίγους μήνες έζησαν οι τρεις τους ένα έντονο ménage à trois κι εγώ ήμουν το αποτέλεσμα. Έχω δύο μπαμπάδες λοιπόν - ο ένας είναι της καρδιάς, αυτός που μεγάλωσα μαζί του. Ο βιολογικός μου πατέρας έχει περισσότερο το ρόλο του νονού. Ομως εκείνος με μύησε στην ορειβασία. Είναι περισσότερο της περιπέτειας, αυτό μοιραζόταν μαζί μου - θα πηγαίναμε μαζί στα βουνά. Το καταφύγιο στη φύση, με έσωσε, ειδικά στα χρόνια της εφηβείας και τα 20+ μου, που ήταν αρκετά άγρια. Ίσως ο φανταστικός μου φίλος να ήταν ο φανταστικός μου πατέρας. Ακόμα συνεχίζω την ορειβασία. Πηγαίνουμε με τους φίλους μου. Είμαι εθισμένος - δύο με τρεις μήνες το χρόνο είμαι στα βουνά. Είναι η ψυχοθεραπεία μου. Μένουμε σε μικρές κατασκηνώσεις, μαγειρεύουμε, κάνουμε μπάνιο στα ποτάμια, τρώμε κάτω από τα αστέρια. Εκεί είμαι περισσότερο στο σπίτι μου.
Μπάρι Κιόγκαν: Κι εγώ είχα το σινεμά. Από μικρός κρυβόμουν στις αίθουσες. Ηθελα για 2 ώρες να δραπετεύω από τη ζωή μου. Επίσης πάντα αγαπούσα τα ζώα. Τα παρατηρούσα από μικρός πώς αντιδρούν, πώς επικοινωνούν, πώς προστατεύονται, πώς σχηματίζουν αγέλες, πώς αυτοθεραπεύονται αν χτυπήσουν ή αρρωστήσουν. Νομίζω ότι συνδύασα τα δύο με το επάγγελμα του ηθοποιού. Γιατί έχει κάνει το ανιμάλ η δουλειά μας. Απαιτεί να λειτουργείς με ένστικτο, να χρησιμοποιείς το σώμα σου, ίσως και περισσότερο από το μυαλό σου.
Είναι δύσκολο για έναν καλλιτέχνη σήμερα να βρίσκει αληθινά ενδιαφέροντα πρότζεκτς. Εχω απορρίψει όλα όσα διάβασα τους τελευταίους 12 μήνες. Πείτε με ελιτιστή, αλλά δε θέλω στερεότυπα πράγματα. Αυτή η στάση μου, μού έχει κοστίσει. Είμαι ο arthouse περιθωριακός τύπος που λέει συνέχεια «όχι» κι αυτό έχει κόστος - μία επαγγελματική μοναξιά. ...» | Φραντς Ρογκόφσκι
Είστε δύο νέοι ηθοποιοί που μάς εκπλήσσουν με κάθε νέα ταινία τους. Ολοι οι ρόλοι σας έχουν μια πρόκληση. Πώς επιλέγετε κάθε φορά το επόμενη δουλειά σας;
Μπάρι Κιόγκαν: Επιλέγω ρόλους που με τρομάζουν. Που με κάνουν να αμφισβητώ ότι μπορώ να τους παίξω. Που έχουν κάτι να μου πουν και με προκαλούν. Δε θέλω να διαβάζω κάτι και να αισθάνομαι «α, ναι - αυτό το ξέρω, το ’’χω». Μετά «Τα Πνεύματα του Ινισέριν» δουλεύω ακατάπαυστα γιατί μου έγιναν πολύ προκλητικές προτάσεις. Από την άλλη, εγώ δεν βλέπω αυτό που κάνω ως “δουλειά” - σιχαίνομαι τον όρο. Δεν θέλω να αντιμετωπίζω την τέχνη μου ως επάγγελμα, να είμαι στο «μαγγανοπήγαδο» τελειώνοντας την μία ταινία κι αρχίζοντας την άλλη. Χρειάζεται διαύγεια και συγκέντρωση κι αφοσίωση η τέχνη του ηθοποιού. Ούτε θέλω να βομβαρδίζω τον κόσμο με συνεχόμενες δουλειές μου. Less is more. Για αυτό και σκοπεύω κάποια στιγμή να κάνω διάλειμμα, να μην κάνω τίποτα για δέκα χρόνια…
Φραντς Ρογκόφσκι: Εγώ έχω συνήθως τρία κριτήρια όταν επιλέγω το επόμενο πρότζεκτ: τους συνεργάτες, την ποιότητα του πρότζεκτ, ή τα χρήματα. Πάντα ελπίζω οι επιλογές μου να μου προσφέρουν δύο από τα τρία. Είναι υπέροχο να κάνεις συναρπαστικές ταινίες με ταλαντούχους συνεργάτες, και δεν πειράζει αν δεν αμοίβεσαι όσο θα ήθελες. Οπως είναι ΟΚ να κάνεις κάτι ενδιαφέρον, με όχι τόσο συνεργάσιμους συναδέλφους, αν σε πληρώσουν πολύ καλά. Το χειρότερο είναι όταν κάνεις μια πολύ κακή ταινία με πολύ καλή αμοιβή - εκεί νιώθεις χάλια μετά. Αλλά πρέπει να φας. Πάντως είναι δύσκολο για έναν καλλιτέχνη σήμερα να βρίσκει αληθινά ενδιαφέροντα πρότζεκτς. Εχω απορρίψει όλα όσα διάβασα τους τελευταίους 12 μήνες. Ολα είναι επιταγές της αγοράς - όλοι κοιτούν τι θα πουλήσει. Εγώ αγαπώ το προσωπικό σινεμά, τους αυθεντικούς auteurs - εκείνους που γράψουν οι ίδιοι τις ιστορίες τους, που πλάθουν ένα δικό τους σύμπαν. Ονειρο μου είναι να συνεργάζομαι με καλλιτέχνες που δημιουργούν ανεξάρτητοι από στούντιο, πειραματίζονται ελεύθεροι, αναζητούν τη δική τους κινηματογραφική γλώσσα. Δεν παράγουν ταινίες στη φάμπρικα, δεν βλέπουν τις ταινίες ως προϊόντα. Υπάρχουν εξαιρετικοί δημιουργοί στην Αμερική που κάνουν κι εκείνοι πολύ ενδιαφέρουσες δουλειές. Δεν με έχει πλησιάσει κάποιος από αυτούς. Όσες προτάσεις είχα από το Χόλιγουντ, όχι, δεν με ενδιέφεραν. Είμαι Γερμανός και στον χολιγουντιανό σύμπαν αυτό μεταφράζεται σε ρόλους «κακού» ή, ακόμα και «ναζιστή». Τα περισσότερα σενάρια που μου έστειλαν είχαν να κάνουν με το Ολοκαύτωμα. Και για να πω ναι σε μία τέτοια ταινία, πρέπει να είναι ένα συγκλονιστικό πρότζεκτ. Πείτε με ελιτιστή, αλλά δε θέλω στερεότυπα πράγματα, ειδικά σε τόσο σοβαρά θέματα. Αυτή η στάση μου μπορεί να μου κοστίσει. Η ζωή μου έχει γίνει αρκετά μοναχική τελευταία. Είμαι ο arthouse περιθωριακός τύπος που λέει συνέχεια «όχι» κι αυτό έχει κόστος - μία επαγγελματική μοναξιά.
To «Bird» της Αντρεα Αρνολντ θα κυκλοφορήσει στις ελληνικές αίθουσες την Πέμπτη 28 Νοεμβρίου από το Cinobo