«Η Αόρατη Ζωή της Ευρυδίκης Γκουσμάο» («A Vida Invisível») του Καρίμ Αϊνούζ
Δυο κορίτσια, δυο αδελφές, η 18χρονη Ερίντιτσε κι η 20χρονη Γκίντα, κουβεντιάζουν στην ακρογιαλιά: πρέπει να βιαστούν να γυρίσουν σπίτι, πλησιάζει καταιγίδα και οι γονείς, ο αυστηρός φούρναρης μπαμπάς και η υποτακτική μαμά, τις περιμένουν. Διασχίζοντας το κοντινό δασάκι, η καθεμιά παίρνει άλλη κατεύθυνση και χάνονται: για να βρεθούν, πρέπει η μια ν' ακολουθεί τη φωνή της άλλης, καθώς την καλεί με τ' όνομά της. Αυτή η πανέμορφη, ποιητική εναρκτήρια σκηνή της ταινίας, προοικονομεί την ιστορία δυο αδελφών, δυο γυναικών, που απαιτούν η μία την ύπαρξη της άλλης, γιατί μόνο σε συσχετισμό μαζί της είναι υπαρκτή κι η ίδια. Στο Ρίο Ντε Τζανέιρο του 1950, εκεί όπου η παρουσία των γυναικών είναι μόνο διακοσμητική, ή κόμοδη. Ο Καρίμ Αϊνούζ, ένας άνισος δημιουργός, κάνει (και βραβεύεται στο Ενα Κάποιο Βλέμμα στο Φεστιβάλ Καννών), μια από τις καλύτερες ταινίες του, αφιερωμένη, με μελοδραματικό πάθος και πυκνή ομορφιά, στις γυναίκες που δεν ήταν, στ' αλήθεια, αόρατες, παρότι ο κόσμος επέμεινε να τις πείσει για το αντίθετο.
Η ψηφοφορία των αναγνωστών: Εσύ ψήφισες για την καλύτερη ταινία του 2020;
Power Points
Ο συνδυασμός της φωτογραφίας, της σκηνοθεσίας και της μουσικής, που συνθέτουν μια πόλη, τη φωτεινή και τη σκοτεινή πλευρά της, από τροπική υγρασία, βαθιά, κουρασμένα από τη ζωή χρώματα και αριστοτεχνικά παλαιωμένη ομορφιά. Οι δυο πρωταγωνίστριες, Κάρολ Ντουαρτε και Τζούλια Στόκλερ, ανακαλύψεις, ουσιαστικά, του Αϊνούζ, η καθεμιά με σύντομη καριέρα σε μικρού μήκους και τηλεόραση. Ο Γιώργος, ο Ελληνας ναυτικός που υπόσχεται στην Γκίντα τον παράδεισο μιας ελεύθερης ζωής στην Ελλάδα, αλλά την εγκαταλείπει στα κρύα του λουτρού - πατρίδα.
Θα μείνει κλασικό
Γιατί, στην καρδιά της δεκαετίας που επαναδιαπραγματεύεται τη θέση της γυναίκας στον κόσμο, η ταινία φτιάχνει ένα αδιαπραγμάτευτα φεμινιστικό προφίλ για τις ηρωίδες του, χωρίς, όμως, ούτε στιγμή να το κάνει θέμα, να εκβιάσει συναισθήματα, να θίξει παλιομοδίτικες νοοτροπίες: οι ιδέες της αναδύονται από τα κορμιά και τα βλέμματα των κοριτσιών, με μια πηγαία, αποστομωτική δύναμη.
Η σκηνή που δεν θα ξεχάσουμε
Στο ζαχαροπλαστείο: η Ερίντιτσε εκεί, σ' ένα διάλειμμα από τα ψώνια των γιορτών, με τον μπαμπά της, η Γκίντα εκεί, σ' ένα διάλειμμα για τουαλέτα του μικρού γιατί «δεν αφήνουν του λόγου της να καθίσουν», οι δυο αδελφές, ανάσα η μια της άλλης, διασταυρώνονται στον ίδιο, μυρωδάτο χώρο, χωρίς να το ξέρουν, χωρίς να το πουν.
Γράψαμε στο Flix
Απόλυτα απενοχοποιημένος, ο Αϊνούζ δημιουργεί ένα παθιασμένο μελόδραμα, όχι μόνο στο σενάριό του, με τη διάχυτη μελαγχολία και τις τραγικές ανατροπές, αλλά και, κυρίως, στη φορτισμένη εικόνα του, φωτισμένη μαγικά από την Ελέν Λουβάρ. Τα χρώματα πιο ζεστά κι από τους υγρούς καύσωνες του Ρίο Ντε Τζανέιρο, οι άντρες ντυμένοι ερμητικά, οι γυναίκες με τα ιδρωμένα κορμιά της δουλειάς και της κόπωσης γυμνά, όχι για έρωτα, αυτός ποτέ δεν έχει καλή έκβαση στην ταινία, αλλά επειδή τα ρούχα, οι ετικέτες, τα πρότυπα είναι αφόρητα στο δέρμα. Οι ρόμπες, τα κομπινεζόν, μια σωματικότητα πρακτική και γενναία, είναι το πρόσωπο αυτή της ταινίας, αφιερωμένης ολόψυχα στη δύναμη της γυναίκας, της αδελφής, κόρης, μητέρας, φίλης. Φεμινιστική ορμητικά, αλλά και queer μ' έναν τρόπο που δηλώνει ότι, συχνά, η κατ' επιλογήν οικογένεια είναι καλύτερο απάγκιο από αυτή του αίματος.
Διαβάστε ολόκληρη την κριτική εδώ
Και κάτι ακόμη
Η ταινία του Καρίμ Αϊνούζ βασίζεται στο ομότιτλο, πρώτο μυθιστόρημα της δημοσιογράφου Μάρτα Μπάταλα. Η Μπάταλα έκανε το γύρο όλων των εκδοτικών οίκων στη Βραζιλία και όλοι την απέρριψαν. Ετσι, το βιβλίο εκδόθηκε πρώτα στη Γερμανία, από τι εκδόσεις Suhrkamp, σημείωσε επιτυχία στις πωλήσεις και προκάλεσε το ενδιαφέρον των Βραζιλιάνων εκδοτών.
Το Top 10 του Flix για το 2020: