Industry

Οταν το ελληνικό σινεμά αποφάσισε ότι δεν είναι είδος υπό εξαφάνιση

of 10

Τα σωματεία που συνθέτουν το ελληνικό σινεμά του σήμερα διεκδικούν, χωρίς υπερβολή, την επιβίωσή του. Εξηγούμε τα πώς και τα γιατί.

Οταν το ελληνικό σινεμά αποφάσισε ότι δεν είναι είδος υπό εξαφάνιση
Κάπως έτσι θα έδειχνε μια ελληνική κινηματογραφική αίθουσα, αν ο κόσμος πήγαινε σινεμά

Μια συνέντευξη Τύπου τριών σωματείων, της Ενωσης Σκηνοθετών-Παραγωγών Ελληνικού Κινηματογράφου (ΕΣΠΕΚ), της Ενωσης Ελληνικού Ντοκιμαντέρ (ΕΕΝ) και του Συνδέσμου Ανεξάρτητων Παραγωγών Οπτικοακουστικών Εργων (ΣΑΠΟΕ) βοήθησε στο, τώρα που ο κόμπος έχει φτάσει στο χτένι, το ελληνικό σινεμά να δείξει ένα κοινό μέτωπο απέναντι στις νέες ρυθμίσεις που το κατατροπώνουν. Προηγήθηκε σειρά διαμαρτυριών από τα παραπάνω σωματεία, την Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου και το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου στο παρά πέντε της ψήφισης του νέου μνημονίου, μια συνάντηση της Εταιρείας Ελλήνων Σκηνοθετών με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Προκόπη Παυλόπουλο, αλλά και άλλες ενέργειες, σε συνεργασία με την ευρωπαϊκή κινηματογραφική κοινότητα που μοιάζει να κοιτάζει όσα συμβαίνουν στον ελληνικό πολιτισμό και να μην τα πιστεύει. Με λίγα λόγια, ανακεφαλαιώνουμε όσα συνέβησαν αυτές τις μέρες.

Διαβάστε αναλυτικά: Η ελληνική κινηματογραφική κοινότητα αντιδρά στην κατάργηση του ειδικού φόρου επί των εισιτηρίων που προορίζεται για την ελληνική κινηματογραφική παραγωγή

Τα τρία βασικά προβλήματα, που είναι ένα

Ο κινηματογράφος στην Ελλάδα ορίζεται, απο το 2010, από τον «νόμο Γερουλάνου», τον ν. 3905/2010, ο οποίος, προς έκπληξη κανενός, δεν έχει εφαρμοστεί, παρότι προβλέπει κι επιλύει πολλά από τα βασικά προβλήματα της ελληνικής κινηματογραφίας. Δεν είναι ο μόνος νόμος στην Ελλάδα που δεν έχει εφαρμοστεί, αλλά καιρός είναι να σταματήσουμε να θεωρούμε κάτι τέτοιο χαριτωμένα γραφικό ή ιδιοσυγκρασιακό και να συνειδητοποιούμε το μέγεθος της παραβατικότητάς του.

Προηγούμενοι αλλά και αυτός ο νόμος ορίζουν την υποχρέωση επένδυσης του 1,5% από τους τηλεοπτικούς σταθμούς στις ελληνικές ταινίες. Αυτό σημαίνει ότι όλα τα τηλεοπτικά κανάλια, κρατικά, ιδιωτικά, τηλεοπτικά, είναι υποχρεωμένα να επενδύουν το 1,5% των καθαρών εσόδων τους σε ελληνικές παραγωγές δικής τους επιλογής, απολαμβάνοντας και τα επακόλουθα προνόμια, ποσοστά από πωλήσεις στο εξωτερικό, πρώτη προβολή της ταινίας κτλ. Αυτή είναι συνήθης πρακτική και στο εξωτερικό για την ομαλή τροφοδότηση της οπτικοακουστικής αλυσίδας. Ωστόσο την επένδυση του 1,5% έχει εφαρμόσει κατά περιόδους η ΕΡΤ και τα καλωδιακά κανάλια Nova και OΤΕ TV και ποτέ τα ιδιωτικά κανάλια. Ποτέ, επίσης, δεν έχουν εφαρμοστεί οι κυρώσεις για τη μη επένδυση του 1,5% που ο νόμος προβλέπει.

Η παρούσα κυβέρνηση κατήργησε τον Ειδικό Φόρο του 12% επί των εισιτηρίων, ως «φόρο προς τρίτους», που δεν είναι. Αυτό το 12% καταβαλλόταν από τους θεατές, τους πολίτες, μαζί με το εισιτήριο του σινεμά και αποδιδόταν απ' ευθείας στο Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου για τη χρηματοδότηση ελληνικών παραγωγών. Καταργώντας τον Ειδικό Φόρο και μην παρέχοντας, ούτως ή άλλως, κονδύλι για παραγωγές, η κυβέρνηση παύει ουσιαστικά κάθε χρηματοδότηση προς τον κινηματογράφο, εκτός από ιδιωτικές πρωτοβουλίες που στην σημερινή Ελλάδα είναι σχεδόν ανύπαρκτες.

Στο πλαίσιο του τελευταίο μνημονίου, ο ΦΠΑ στα εισιτήρια του κινηματογράφου, ανέβηκε στο 23%, ενώ στα θέατρα παρέμεινε στο 6%. Αυτό ανέβασε την τιμή του εισιτηρίου απαγορευτικά σε μια ήδη αδύναμη αγορά, οπότε η κατάργηση του 12% ήρθε και ως εξισορρόπηση της τιμής του εισιτηρίου, αλλά μ' εντελώς λάθος στρατηγική.

Τα ζητούμενα είναι η απόδοση του 1,5% από τα τηλεοπτικά κανάλια, η επαναφορά του Ειδικού Φόρου του 12% και η μείωση του ΦΠΑ σε ό,τι λιγότερο του 23%. Ή, απλώς, η εφαρμογή του νόμου 3905/2010, με τις πιθανές βελτιώσεις που πλέον χρειάζεται.

Μια μέρα πριν τη συνέντευξη Τύπου, προηγήθηκε συνάντηση των τριών σωματείων με τον Αντιπρόεδρο της Κυβέρνησης, Γιάννη Δραγασάκη και τον Yπουργό Πολιτισμού Αριστείδη Μπαλτά. Σ' αυτήν, η Κυβέρνηση δεσμεύτηκε να στηρίξει έμπρακτα την εθνική κινηματογραφική παραγωγή, καθώς έγινε αποδεκτό το αίτημα για επαναφορά του Ειδικού Φόρου επί των εισιτηρίων των κινηματογραφικών αιθουσών (προηγούμενη δεσμευσή του ήταν το ισοδύναμο της αύξησης της επιχορήγησης του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου), το ΥΠΠΟ δήλωσε ότι θα προβεί σε όλες τις απαιτούμενες ενέργειες προκειμένου οι τηλεοπτικοί σταθμοί να εφαρμόσουν τις διατάξεις του νόμου 3905/2010 που προβλέπουν τη διάθεση του 1,5% και αναγγέλθηκε η έναρξη διαλόγου για την σύνταξη ενός ολοκληρωμένου σχεδίου με στόχο αφενός τη στήριξη και ανάπτυξη της ελληνικής κινηματογραφικής παραγωγής και αφετέρου την προσέλκυση αλλοδαπών παραγωγών. Για αυτό το τελευταίο πρέπει να είναι τουλάχιστον η δέκατη φορά που ακούμε τα ίδια ακριβώς πράγματα από κάθε προηγούμενο Υπουργό Πολιτισμού. - στο ενδιάμεσο χάνονται όλες οι ξένες παραγωγές που ενδεχομένως να ήθελαν να φιλοξενηθούν στην Ελλάδα.

Είναι, άρα, αυτή η συζήτηση πεπερασμένη; Κάθε άλλο: όπως γνωρίζουμε, μια κυβερνητική δέσμευση, με όσο καλές προθέσεις κι αν διατυπωθεί, μακράν απέχει από την εφαρμογή μέτρων και η ανάγκη είναι επείγουσα.

Απέναντί της, η κινηματογραφική κοινότητα έχει να επιδείξει μια σπάνια, για τα δεδομένα της, ομοψυχία:

Η Εταιρεία Ελλήνων Σκηνοθετών υποβάλλει επιστολή από την Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Σκηνοθετών προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, τον Πρωθυπουργό της Ελλάδος, τον Υπουργό Πολιτισμού και τους βουλευτές του Ελληνικού Κοινοβουλίου, την οποία συνυπογράφουν επιφανείς δημιουργοί από το εξωτερικό κι από την Ελλάδα, από τον Αλαν Πάρκερ ως την Ελένη Καραΐνδρου.

Διαβάστε εδώ αναλυτικά την επιστολή της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Σκηνοθετών.

Η Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου έχει την υποστήριξη της Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Κινηματογράφου, η Ενωση Ελληνικού Ντοκιμαντέρ την υποστήριξη του EDN, οι Ελληνες διευθυντές φωτογραφίας την υποστήριξη της Imago κι ο σύγχρονος ελληνικός κινηματογράφος την ακτιβιστική υποστήριξη του Κώστα Γαβρά που έστειλε σχετικό βιντεομήνυμα στη χθεσινή συνέντευξη Τύπου.

Κοινώς, ο κόσμος θεωρεί αυτονόητο αυτό που στην Ελλάδα ακόμα συζητιέται, κυρίως γιατί το Υπουργείο Πολιτισμού δεν είδε ποτέ, τις τελευταίες δεκαετίες, έναν άνθρωπο που να γνωρίζει τις ανάγκες του χώρου και να έχει το δυναμισμό να προσπαθήσει να τις καλύψει.

Η χθεσινή συνέντευξη Τύπου συγκέντρωσε σε μια αίθουσα τις δυναμικότερες, επιφανέστερες και, ταυτόχρονα, πιο δραστήριες κι ενεργές προσωπικότητες του ελληνικού σινεμά, εκείνου που προσπαθεί όχι απλώς να επιβιώσει, αλλά και ν' απλωθεί στον κόσμο. Κι αυτό δεν είναι κάτι συνηθισμένο, προέκυψε επειδή μια λύση είναι επιτακτική - όπως ακριβώς είχε συμβεί με την πολυσυζητημένη και όμως αποτελεσματική κίνηση των «Κινηματογραφιστών στην Ομίχλη», τα πρώτα χρόνια της κρίσης.

Είναι βέβαιο ότι στην ακραία οικονομική κατάσταση που βιώνει η Ελλάδα, το κοινό θα θεωρήσει τις προβλέψεις για τον κινηματογράφο πολυτέλεια. Μόνο που δεν είναι. Για δυο λόγους. Ο ένας είναι πως ο κινηματογραφικός «κόσμος» αποτελείται από μια αλυσίδα ανθρώπων που πρέπει να ζήσουν, ακόμα καλύτερα να δημιουργήσουν: από τους αιθουσάρχες, τους διανομείς, εμάς, τις εταιρείες post production, μέχρι και, κυρίως, τους σκηνοθέτες, τους παραγωγούς, τους σεναριογράφους, τους ηθοποιούς, τα συνεργεία, όλους εκείνους που επέλεξαν στη ζωή τους ν' ασχοληθούν με το σινεμά γιατί πίστεψαν ότι δεν είναι χόμπι, αλλά επάγγελμα. Ο άλλος είναι ότι, σε μια εποχή που ο υπόλοιπος κόσμος δεν έχει αφορμές να συναντά τον ελληνικό πολιτισμό (όχι μόνο τον αρχαίο, αλλά κυρίως τον σύγχρονο ελληνικό πολιτισμό που αν δεν τον πιστέψουμε δε θα τον έχουμε), οι ελληνικές ταινίες είναι εκείνες που, τόσο συχνά πια, ταξιδεύουν σε διεθνείς διοργανώσεις, συστήνουν το πρόσωπο της Ελλάδας και των δημιουργών τους και, γι' αυτό, αναγνωρίζονται και θαυμάζονται. Καταλάβαμε όλοι;

Διαβάστε ακόμη: