Η Άννα έχει αρχίσει να ζορίζεται. "Χαμογέλα." Η Άννα έχει σπίτι. "Αϋπνία." Η Άννα έχει δουλειά. "Εννιά-πέντε, θ' αργήσω." Η Άννα έχει φίλους. "Βαριέμαι." Την Άννα την αγαπάνε οι γονείς της. "Άνοιξε." Ή Άννα δεν κοιμάται. "Καυλώνω." Η Άννα φοβάται. "Μίλα μου. Μίλα μου."
Τα post-it αντίστροφης μέτρησης που βρίσκει κολλημένα στην πόρτα της, θα πυροδοτήσουν μια σειρά από γεγονότα και εξελίξεις ικανά να κλονίσουν την ψυχική της υγεία. Όταν ένας άντρας αρχίζει να την παρενοχλεί, η Άννα, χωρίς να ξέρει ποιος είναι αυτός, υποπτεύεται τους πάντες και οδηγείται σε μία καθοριστική σύγκρουση με όλο της το περιβάλλον. Η συνάντηση της με τον άντρα, αναπόφευκτη.
H υπόθεση της «Ευτυχίας», της πρώτης μεγάλου μήκους ταινίας του Χρήστου Πυθαρά - γνωστού μας και από τη σειρά σεμιναρίων του filmschool - μπορεί να μην προδίδει αυτόματα αυτό που υποστηρίζει ο δημιουργός της, πως πρόκειται για «μία κωμικοτραγική ματιά στη ζωη μιας νεαρής κοπέλας, μέσα από μια αλλοιωμένη αντίληψη της πραγματικότητας». Ακριβώς όπως ο τίτλος «Ευτυχία» δεν προδίδει όλα τα κρυμμένα μυστικά μιας ταινίας που ξεκινούν με πρωταρχική έμπνευση τον «Ενοικο» του Ρομάν Πολάνσκι.
Διαβάστε αναλυτικά: Οδηγός Επιβίωσης για το 22ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας - Νύχτες Πρεμιέρας
Το ταξίδι της «Ευτυχίας», ξεκίνησε ήδη από το 2013, όταν η ταινία κέρδισε το πρώτο βραβείο στο Πρώτο Κινηματογραφικό Φεστιβάλ Εναλλακτικής Χρηματοδότησης που διοργάνωσαν το Flix και το Groopio, σε συνεργασία με την Stefi & Lynx Productions και τον κινηματογράφο Δαναό. Μετά από τρεισήμισι χρόνια, «με την επιμονη των συνεργατών της», όπως επισημαίνει ο σκηνοθέτης της, η ταινία είναι έτοιμη να συναντήσει το κοινό.
Λίγο πριν την προβολή της, στις 30 Σεπτεμβρίου στις 20.00 στον κινηματογράφο Odeon Οπερα 1 στο πλαίσιο του 22ου Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας - Νύχτες Πρεμιέρας, ο Χρήστος Πυθαράς μιλάει στο Flix για τις επιρροές του, για τη δυσκολία του να κάνεις μια ταινία στην Ελλάδα, τα κινηματογραφικά ρεύματα του νέου ελληνικού σινεμά και απαντάει δύο φορές - με διαφορετικό τρόπο - στην ερώτηση «τι είναι η ευτυχία;».
Τι είναι η «Ευτυχία»;
Μια ταινία. Ευελπιστώ, μια ταινία που θα επικοινωνήσει με όσους την δουν.
Πόσο «κόντρα» είναι ο τίτλος «ευτυχία» σε μια ταινία που περιγράφεται περισσότερο ως «θρίλερ» και σε μια εποχή που η έννοια αντιμετωπίζεται ως είδος υπό εξαφάνιση;
Οι ταινίες έχουν την ανάγκη να κατατάσσονται σε κινηματογραφικά είδη. Το ψυχολογικό θρίλερ είναι ευκόλως αναγνωρίσμο σαν κατηγορία από τους θεατές, ώστε να έχουν μια κατεύθυνση για το τι ταινία πρόκειται να παρακολουθήσουν. Παρόλα αυτά, είναι λίγο άδικο απέναντι στο κοινό μα και προς την ταινία, να κατατάξουμε την «Ευτυχία» ως θρίλερ. Οπως λέει ο Οικονομίδης για το «Σπιρτόκουτο» και τον «Μαχαιροβγάλτη», η «Ευτυχία» μου μοιάζει πιο πολύ σαν μια ανθρώπινη κωμωδία. Πως το δράμα ενός ανθρώπου μπορεί να προκαλέσει τον γέλωτα σε κάποιον άλλο, εμπλεκόμενο ή μη με την κατάσταση του πρώτου, μα σίγουρα παρατηρητή της. Με γοητεύει πολύ αυτή η ιδέα. Και πως το χιούμορ αναδύεται μέσα από το στοιχείο του παράδοξου. Με αυτά κατά νου, σίγουρα ο τίτλος έρχεται σε αντίστιξη με την ιστορία της ηρωίδας που παρακολουθούμε. Τώρα, αν ο τίτλος έρχεται σε κόντρα με την εποχή μας; Ακούγεται πιασιάρικο το ναι, δε νομίζω όμως. Το tagline της ταινίας πάντως, είναι «Τα πράγματα ζορίζουν». Το σχόλιο του τίτλου, αν κάποιος θέλει να το εκλάβει σαν τέτοιο, κινείται σε ανθρωποκεντρικό επίπεδο. Η επιτυχία θα είναι να βρεις κάπου, κάπως, τον κινηματογραφικό τρόπο να το ανάγεις αυτό, σε ένα ευρύτερο πλαίσιο απεύθυνσης. Οπως η προτελευταία σκηνή του «Apocalypto» του Μελ Γκίμπσον ή το τελευταίο πλάνο από «Το Αγόρι Τρώει το Φαγητό του Πουλιού» ή και το τελευταίο πλάνο του «Μαχαιροβγάλτη», αν το θυμάμαι καλά.
Πόσο καιρό χρειάστηκε για να γίνει η ταινία και πόσο σημαντικό ήταν να δοθεί η απαραίτητη προσοχή σε κάθε τομέα στην προετοιμασία της;
Τρεισήμισι χρόνια κοντά, λίγο περισσότερο από την αρχή συγγραφής του σεναρίου μέχρι το DCP. Θα μπορούσα να ευλογήσω τα γένια μου και να πω ότι είναι η εμμονή στην λεπτομέρεια που οδήγησε σε αυτόν τον χρόνο, μα θα είναι ψέμα. Τρία χρόνια, για ανθρώπους που αγαπάνε τον κινηματογράφο και θέλουν να ασχολούνται έμπρακτα μαζί του, είναι πάρα πολύς χρόνος για να ολοκληρώσεις την ταινία σου. Εκτός αν έχεις γυρίσει το «Apocalypse Now!» ή το «Eyes Wide Shut». Δεν γυρίσαμε το «Apocalypse Now!». Ούτε το «Eyes Wide Shut».Οσον αφορά στην προετοιμασία, μιλώντας για τον κινηματογράφο, πιστεύω πλέον ότι είναι χίλιες φορές προτιμότερο να καθυστερήσεις τα γυρίσματα σου για δύο και τρεις και όσες εβδομάδες μπορεί να χρειάζονται, αντί να πας μία μέρα στο γύρισμα απροετοίμαστος. Το υλικό μία απροετοίμαστης μέρας κινηματογραφικού γυρίσματος μπορεί να είναι ανυπολόγιστης αξίας στο τελικό αποτέλεσμα της ταινίας.
Πόσο δύσκολο ήταν να γίνει μια πρώτη ταινία μεγάλου μήκους στην Ελλάδα του σήμερα;
Στην περίπτωση μας, αρκετά εύκολο και πολύ δύσκολο συνάμα. Εύκολο, γιατί όλα ξεκίνησαν και κύλησαν στην αρχή σε ένα παρεΐστικο κλίμα που αποσυμφόριζε από την όποια πίεση. Δύσκολο, γιατί όταν τα πράγματα ζορίζουν, σε οικονομικό και χρονικό επίπεδο και οι ανάγκες μιας ταινίας αυξάνουν και η ενέργεια και η διάθεση επηρεάζεται λόγω κούρασης, η παραγωγή είναι αυτή που θα κρατήσει το οικοδόμημα στέρεο. Και με παραγωγή, εννοώ έναν ή μία παραγωγό που είναι σε καλλλιτεχνική σύμπνοια με τον σκηνοθέτη και φροντίζει για την ταινία. Το ζητούμενο είναι, να γίνονται (οι) ταινίες. Να βρεθεί ο τρόπος.
Ποιες θα περιέγραφες ως επιρροές της ταινίας και δικές σου ως πρωτοεμφανιζόμενος σκηνοθέτης;
Αναφορά της ταινίας υπήρξε ξεκάθαρα το «The Tenant», «Ο Ενοικος» του Ρομάν Πολάνσκι. Το πόσο αριστοτεχνικά χειρίζεται την αφήγηση και χτίζει την κατάσταση του ήρωα. Περιέργως, η «Ευτυχία» μοιάζει πιο πολύ με τo «Repulsion». Σίγουρα μια σημαντική ταινία μα ασύγκριτη σε σχέση με τον «Ενοικο».Επειδή μου αρέσει πολύ να δουλεύω και να επικοινωνώ με τους συνεργάτες μου με αναφορές, την περίοδο της προετοιμασίας είδα πολλές ταινίες που αφορούν την γυναικεία κυρίως, ψυχοσύνθεση. Από το, για εμένα μέτριο, «Images» του Ρόμπερτ Ολτμαν, στο πολύ ιδιαίτερο «3 Women» του ίδιου, στο τελείως ιδιοσυγκρασιακό «Possession» του Αντρέι Ζουλάφσκι, στο τελικά όχι ακαταλαβίστικο «Inland Empire» του Ντέιβιντ Λιντς και στο απόλυτο αριστούργημα «A Woman Under The Influence» του Τζον Κασαβέτης. Επίσης, εντυπωσιάστηκα πολύ με το «Μια Μακρινή Απουσία» του Σταύρου Τσιώλη, όπως επίσης και με την «Ευρυδίκη Β.Α 2037» του Νίκου Νικολαίδη και το «Ιστορία 52» του Αλέξη Αλεξίου είναι μια από τις αγαπημένες μου ελληνικές ταινίες. Ολες αυτές τις ταινίες προσπάθησα να τις δω ως έμπνευση και να μην προσπαθήσω να τις αποδομήσω για να τις καταλάβω, ώστε να αντιγράψω στοιχεία τους.Ενδιαφέρον έχει, πως κατά την περίοδο που φτιάχνεις κάτι, μαθαίνεις ξαφνικά ότι σε παράλληλο χρόνο, κάποιος άλλος πραγματεύεται με τις ίδιες ιδέες και με συγγενικό ύφος, όπως εσύ. Έτσι ένιωσα όταν είδα πέρυσι το αυστριακό “Homesick” του Τζέικομπ Μ. Ερβα. Θυμάμαι επίσης, ότι τραγούδι αναφοράς κατά την διάρκεια της προετοιμασίας ήταν τo “Despair came knocking” (πόσο αστείο που το διαβάζω αυτό τώρα, για μερικούς πράγματι ήταν) του Ντάνιελ Τζόνστον. Βέβαια, όλα αυτά στο πλαίσιο που έχτιζα ακόμα την ταινία ως προς την δραματουργία του χαρακτήρα. Σε ύφος, με ενδιέφερε πιο πολύ η κατεύθυνση προς τις ταινίες του Αλεξ Φαν Βάρμερνταμ όπως το «Borgman» ή το χιούμορ του Ρόι Αντερσον που πηγάζει μέσα απο τον μικρόκοσμο της καθημερινότητας. Συγκεκριμένα, ο σκανδιναβικός κινηματογράφος σαν τρόπο στησίματος, της εικόνας και του ήχου.Γενικά, είμαι φρικιό με το σινεμά. Θα επισπεύσω χωρίς να παρλαπιπάρω αναλύοντας. Mε ενδιαφέρει να βλέπω σαν θεατής και σκηνοθέτης, αυτό που μου φαντάζει εμένα σαν νέος κινηματογράφος, ταινίες δηλαδή όπως το «Simon Killer» το «Post Tenebras Lux» το «After Lucia» το «Victoria» το «Oh, Boy» το «Borgman» το «Magical Girl» το «Wild Tales» το «Winter Sleep» και το «3 Μonkeys», το «The Τree of Life” το «La Vie Nouvelle» το «Wolf Creek,» το «9 Songs» το «Michael», το “Gummo” και το “Julien Donkey Boy” το “Hukkle”το “Norte: The end of history” το “Teddy Bear” το “The Master”. Ετερόκλητες ταινίες, μα εξαιρετικές.
Που θα τοποθετούσες την ταινία μέσα στα διάφορα ρεύματα του σύγχρονου ελληνικού σινεμά;
Αδυνατώ να αναγνωρίσω ρεύματα, πέραν του ότι ο Λάνθιμος και ο Οικονομίδης έχουν διαμορφώσει πολύ ευδιάκριτα την κινηματογραφική τους γλώσσα, την οποία αναγνωρίζεις νομίζω με συνέπεια από ταινία σε ταινία τους. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι μου αρέσει αναγκαστικά, το παρατηρώ. Μα δεν θεωρώ ότι αυτοί ή άλλοι σκηνοθέτες έχουν διαμορφώσει ρεύμα. Πάντως, σαν θεατής, θέλω να πω μπράβο στον Παπαδημητρόπουλο για αυτό που πέτυχε χέρι - χέρι με τον πρωταγωνιστή του, στον Ζώη για την απόφαση να πάρει το ρίσκο του, και στον Φουρτούνη με το εξαιρετικό του βλέμμα, για ένα από τα πιο όμορφα πράγματα που έχω δει με τον «Ικαρο». Η «Ευτυχία» δεν ξέρω που κινείται, πέραν των πραγμάτων που είπα πιο πάνω σε σχέση με τις αναφορές της.
Τι περιμένεις από την πρώτη προβολή της ταινίας στις Νύχτες Πρεμιέρας;
Δε περιμένω τίποτα. Απλά να παίξει. Να την δω και εγώ ανάμεσα σε κόσμο, στην κινηματογραφική της διάσταση.
Τι είναι η ευτυχία;
Γουφ. Να είσαι εντάξει, ισορροπημένος και ήρεμος με τον εαυτό σου, υποθέτω (τρέχα γύρευε). Αυτό διαμορφώνει την ποιότητα των σχέσεων σου και ορίζουν την ευτυχία κάποιου.
Η «Ευτυχία» του Χρήστου Πυθαρά θα προβληθεί στις 30 Σεπτεμβρίου στις 20.00 στον κινηματογράφο Odeon Οπερα 1 στο πλαίσιο του 22ου Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας - Νύχτες Πρεμιέρας.
Διαβάστε ακόμη
- Viva Νύχτες Πρεμιέρας!
- Νύχτες Πρεμιέρας 2016: Αυτές είναι οι 46 ταινίες μικρού μήκους που διαγωνίζονται για τα βραβεία του Φεστιβάλ
- Νύχτες Πρεμιέρας 2016: Η Ιζαμπέλ Ιπέρ κοιτά «Το Μέλλον» (κι εμείς κοιτάμε μόνο αυτήν)
- Νύχτες Πρεμιέρας 2016: Ο κύκλος της ζωής στην «Κόκκινη Χελώνα» του Μίκαελ Ντουντόκ ντε Βιτ
- «The Greasy Strangler»: Νέο τρέιλερ για την απόλυτα ένοχη απόλαυση που θα «βρωμίσει» τις φετινές Νύχτες Πρεμιέρας
- Νύχτες Πρεμιέρας 2016: Η Μάρεν Αντε κι ο «Τόνι Ερντμαν» θα είναι εκεί
- Η Αισθηματική Αγωγή του Νίκου Τριανταφυλλίδη: Οι Νύχτες Πρεμιέρας αφιερώνουν
- Νύχτες Πρεμιέρας 2016: Μύρισε ήδη sold-out!