Μπέρδεμα. Αυτό νιώθει ο Μπόντι, το θιβετιανό μαστίφ που πίσω στο 2016 συστήθηκε με το «Μπάντι, ο Ροκ Σταρ», την ακριβότερη ως τότε κινεζική παραγωγή κινουμένων σχεδίων που σαν άλλο single που δεν έκανε γκελ στο αυτί του κοινού έσκασε κυριολεκτικά πριν καταγραφεί ως μια από τις μεγαλύτερες εμπορικές αποτυχίες του είδους.

Στη δεύτερη περιπέτεια του, εδώ, δεν παραδίδει όμως τα όπλα, αφού οι αρετές εκείνης της πρώτης ταινίας παραμένουν ολοζώντανες, προδομένες κι αυτές από μια αδικαιολόγητη προσπάθεια να ικανοποιήσουν ταυτόχρονα αμερικάνικο και ασιατικό κοινό, αλλά και τον αχόρταγα ελεγχόμενο από τα κοινωνικά δίκτυα κόσμο των ανηλίκων.

Ετοιμος να ανοίξει τα φτερά του, ο Μπόντι και το συγκρότημα του, οι Τρου Μπλου, θα παρασυρθούν από την πρόταση ενός μεγιστάνα των δισκογραφικών ο οποίος θα τους υποσχεθεί περιοδείες, στούντιο, βίνεο κλπ και παγκόσμια επιτυχία, ενώ στην πραγματικότητα θα χρησιμοποιήσει τη μυστική δύναμη τους για να τα δικά του, σατανικά σχέδια. Ανάχωμα στην σταδιακή πτώση τους και στο τίμημα που θα πρέπει να πληρώσουν για την ψεύτικη φήμη θα είναι η οικογένεια του Μπόντι και οι φανατικοί θαυμαστές των Τρου Μπλου που από το Θιβέτ θα λάβει το σήμα κινδύνου και θα σπεύσουν για βοήθεια.

Χαριτωμένο τόσο ώστε να αγνοείς το υποτυπώδες animation, με σενάριο που θέλει (αλλά δεν μπορεί) να τα χωρέσει ολα αλλά καταφέρνει να έχει διαρκώς διαλόγους πασπαλισμένους από διάσημες φράσεις της ροκ ανθολογίας, με σοβαρή κριτική διάθεση απέναντι στο τι χαρίζεις για να κερδίσεις εφήμερη δόξα αλλά και ακόμη πιο μεγάλη ευαισθησία στα όνειρα που θέλεις πάση θυσία να βγουν αληθινά, το «Μπάντι, ο Ροκ Σταρ 2» είναι ένα σκέτο μπέρδεμα. 


Από τη μία είναι ένα animation που δεν αγγίζει παρά στο ελάχιστο τις παραγωγές που δίνουν νόημα στο είδος. Από την άλλη, είναι διαρκώς αξιολάτρευτο και διαθέτει ένα ρυθμικό φινάλε από αυτά που δεν βλέπεις και τόσο συχνά σε… παιδική ταινία. Κάπου στη μέση των πραγμάτων βρίσκεται ωστόσο και το όποιο νόημα. Για μικρούς και για μεγάλους.