Ο Τζέρεμι Σολνιέ ποτέ δεν έκρυψε την αγάπη του για το σκοτάδι της ανθρώπινης ψυχής, ούτε αρνήθηκε την ροπή του προς τις αφηγήσεις που συνορεύουν με το cult, επανερμηνεύοντάς το μέσα από το πρίσμα της μελαγχολίας και του κόστους της εκδίκησης. Αφενός, το σκηνοθετικό του ντεμπούτο «Τα Ερείπια είναι Πάντα Θλιμμένα» ήταν ταυτόχρονα μια ταινία τρόμου και μια ταινία επιβίωσης, εμποτίζοντας ένα παλιομοδίτικο revenge story με μια υπαρξιακή επίγευση αγωνίας, αφετέρου πίσω από την γραφική βία του «Green Room» υπήρχε πάντα η αίσθηση ότι κάθε σταγόνα αίματος στάζει με απόλυτη επίγνωση και της ρετρό αισθητικής της ταινίας, και της έμφυτης υπερβολής της αλλά και της ρεαλιστικής απόγνωσης που αναπόφευκτα κυριεύει τους ήρωες της αφήγησης.

Για αυτό και η «Νύχτα των Λύκων» (όπως πρόκειται να βρει κανείς την ταινία στον κατάλογο του ελληνικού Netflix) δεν αποτελεί έκπληξη ούτε ως προς την θεματική ούτε ως προς την αισθητική της. Η αναζήτηση ενός κάποιου είδους εκδίκησης, η απομόνωση και η μοναχική αναζήτηση, το κόστος που επιφέρει το σκότος στο ανθρώπινο σώμα και μυαλό αλλά και η βίαια έκρηξη όλων των προηγούμενων στοιχείων όχι απλά αποτελούν κομμάτια και της νέας δημιουργίας του Σολνιέ αλλά πλέον δείχνουν αναπόσπαστο κομμάτι της δημιουργικής του περσόνας, έτσι όπως τελικά συνδημιουργήθηκε ανά τα χρόνια με την καθοριστική βοήθεια του Μέικον Μπλερ στο σενάριο, πρωταγωνιστή του στο «Τα Ερείπια είναι Πάντα Θλιμμένα» και μόνιμο σεναριογράφο του (εδώ με την ιστορία να αποτελεί μεταφορά του ομώνυμου βιβλίου του Ουίλιαμ Γκιράλντι).

Hold the Dark 424

Στη «Νύχτα των Λύκων», μια γυναίκα που ισχυρίζεται ότι το παιδί της έπεσε θύμα επίθεσης μιας αγέλης λύκων (η Ράιλι Κιου επιβεβαιώνει το ταλέντο της με μία ουσιαστικά μικρή αλλά καθοριστικά κρίσιμη συμμετοχή) θα ζητήσει την βοήθεια ενός φυσιοδίφη και ειδικού στην συμπεριφορά των λύκων (ο γνώριμος από το «Westworld» Τζέφρι Ράιτ επιτέλους προβιβάζεται σε πρωταγωνιστή) προκειμένου να βρει ότι απέμεινε από τον γιο της πριν την επιστροφή του άντρα της (Αλεξάντερ Σκάρσγκαρντ) που πολεμά στο Ιρακ. Φυσικά, τα πράγματα δεν είναι ακριβώς φαίνονται, οι απρόσμενες αποκαλύψεις σοκάρουν και ο πόλεμος φύσης και ανθρώπου αποδεικνύεται ακόμα πιο βίαιος και σύνθετος από όσο θα περίμενε κανείς, όλα σε πλήρη αντιστοιχία με το σύμπαν του Τζέρεμι Σολνιέ, ο οποίος πλέον βρίσκει και επαρκές budget αλλά και φιλοδοξία για να γυρίσει την πιο πολυεπίπεδη μέχρι τώρα ταινία του.

Γιατί η «Νύχτα των Λύκων» δεν είναι απλά μια ιστορία εκδίκησης, ούτε μια αφήγηση επιβίωσης στο αφιλόξενο παγωμένο τοπίο. Ο Σολνιέ φροντίζει από την αρχή να παραμερίσει κάθε προσδοκία, δίνοντας στην ιστορία του μια απρόσμενη τροπή που αποκαλύπτει τις αληθινές προθέσεις της, πολύ πιο σκοτεινές, ενδοσκοπικές και έμφυτα τρομακτικές από όσο θα περίμενε κανείς. Η ταινία του δεν έχει στόχο να βρει τον ένοχο ούτε έχει να κάνει με τις κακουχίες που επιφέρει το αφιλόξενο τοπίο αλλά την απασχολεί σε πρώτο βαθμό το τι κυριαρχεί μέσα στο μυαλό των ηρώων του και πώς αυτό καθορίστηκε με τον καιρό από τις κοινωνικές συνθήκες, την αίσθηση δικαιοσύνης και κυρίως το σκοτάδι της ίδιας της αμερικανικής Ιστορίας (τα «Ιχνη του Ανέμου» εμφανίζουν θεματική συγγένεια με το φιλμ του Σολνιέ).

Hold the Dark 424

H «Νύχτα των Λύκων» δεν είναι απλά μια ιστορία εκδίκησης, ούτε μια αφήγηση επιβίωσης στο αφιλόξενο παγωμένο τοπίο. Ο Σολνιέ φροντίζει από την αρχή να παραμερίσει κάθε προσδοκία, δίνοντας στην ιστορία του μια απρόσμενη τροπή που αποκαλύπτει τις αληθινές προθέσεις της, πολύ πιο σκοτεινές, ενδοσκοπικές και έμφυτα τρομακτικές από όσο θα περίμενε κανείς.

Hold the Dark

Αυτό φυσικά δε σημαίνει ότι η «Νύχτα των Λύκων» δεν προσφέρει τη γνώριμη βία των προηγούμενων ταινιών του. Η εικονογραφία της μάλιστα κατά στιγμές παραπέμπει σε καθαρόαιμο σινεμά τρόμου, με όλη την γραφική του ένταση και την υποβλητική του ατμόσφαιρα. Oμως επιπλέον, ο Σολνιέ εμπνέεται από το ψύχος του τοπίου για να δημιουργήσει εξίσου παγωμένα πορτρέτα ανθρώπων που ούτε συγχωρούν, ούτε συγχωρούνται, σε απόλυτη αντιστοιχία με την σκληρή φυσική ισορροπία. Οι ήρωές του διανύουν τόσο σκοτεινές διαδρομές που το σοκ της βίας παραμερίζεται από το εσωτερικό τους ψυχικό φορτίο, έτοιμο να οδηγήσει ανά πάσα στιγμή σε μια νέα έκρηξη ή μια νέα βίαιη αναμέτρηση. Για αυτό και η σκηνή ενός μαζικού πυροβολισμού στην ταινία αποκτά ένταση όχι από το πλήθος των σφαιρών αλλά για την βαρύτητα της απόγνωσης που χαρακτηρίζει κάθε ήρωα, κάνοντας δύσκολο τον ηθικό διαχωρισμό κάθε πράξης.

Μόνο που ο Σολνιέ προδίδεται τελικά από τον ρυθμό της αφήγησής του, μετατρέποντας σταδιακά την ιστορία του σε μια εμπειρία που μουδιάζει τον θεατή αλλά με τον λάθος τρόπο. Από την αρχή της, η «Νύχτα των Λύκων» είναι μια ταινία που επενδύει στην ατμόσφαιρα, εξερευνώντας χωρίς να βιάζεται τις συνθήκες που οδήγησαν κάθε χαρακτήρα της σε κάθε κρίσιμο σημείο, μόνο που όταν έρχεται η κορύφωση της αφήγησης, δεν επιδεικνύεται ποτέ και ο απαιτούμενος δυναμισμός. Παρά την γραφική της βία, η ταινία διατηρεί επίμονα χαμηλούς τους τόνους, προσφέροντας τελικά μια ταινία υπέρμετρα ενδοσκοπική που στην πιο κρίσιμη στιγμή αποτυγχάνει να επικοινωνήσει με τον θεατή.

Hold

Κι αν επιμέρους στιγμές της εντυπωσιάζουν με την βουβή τους ένταση (όπως εκείνη η βραδινή συνάντηση της μητέρας της Κιου με τον χαρακτήρα του Ράιτ), στο τέλος η όλη προσέγγιση αδικεί την έμφυτη δυναμική του φιλμ, η οποία δεν καταφέρνει να αναδειχθεί πλήρως. Σε αυτό, ίσως να φταίει και η διαρκής σιωπή ορισμένων χαρακτήρων (ένα ακόμα στοιχείο του φλερτ της ταινίας με τα φιλμ τρόμου), η οποία δυσχεραίνει την πλήρη κατανόησή τους και προσφέρει περισσότερο έναν πλούσιο καμβά προβληματισμών χωρίς όμως να δίνει ουσιαστικές απαντήσεις.

Και δεν είναι ότι η ταινία δεν τολμά να κατευθυνθεί σε αληθινά ψυχολογικές βίαιες κατευθύνσεις ή να ξεφύγει από την πεπατημένη, ανατρέποντας τα κλισέ των genre στα οποία βασίζεται. Απλά δείχνει να χάνει τον προσανατολισμό της μέσα στο χιονισμένο της τοπίο, υπονοώντας αλλά χωρίς να αντιμετωπίζει πλήρως τους δαίμονές της. Και αυτό είναι σίγουρα αντίθετο σε ό,τι πρεσβεύουν οι ίδιοι της οι ήρωες.

[H ταινία προβάλλεται στο Netflix με ελληνικούς υπότιτλους]