Κάποτε παραπονιόμασταν πως οι μικρές καλλιτεχνικές ταινίες, αυτές που δεν έρχονται με δύναμη έχοντας από πίσω τους τον μηχανισμό ενός στούντιο δεν έφταναν στις αίθουσες. Σήμερα που φτάνουν, οι περισσότερες απ' αυτές περνούν απαρατήρητες, στοιβαγμένες σε εβδομάδες με πληθώρα νέων ταινιών και χωρίς ευκαιρία για μακροβιότητα στις αίθουσες. Επειδή, όμως, όπως και στη ζωή, αξίζει σε όλους μια δεύτερη ευκαιρία, βρείτε παρακάτω μερικές από τις ταινίες που θα άξιζε να ανακαλύψετε (και που ίσως να μην είχατε καν ιδέα πως παίζονταν σε έναν κινηματογράφο δίπλα σας)!
Neds: Ασυμβιβάστη Γενιά του Πίτερ Μούλαν
Δεν μπορείς παρά να θαυμάσεις τον τρόπο με τον οποίο ο Πίτερ Μούλαν εξελίσσεται ως σκηνοθέτης. Από τα «Ορφανά» μέχρι τις «Κόρες της Ντροπής» και τώρα στο «Neds» , η διεισδυτική, νοσταλγική και επώδυνα σκληρή ματιά του στην εφηβεία βαθαίνει από ταινία σε ταινία, ξεπερνά την παρατήρηση και ανάγεται σε ένα καίριο σχόλιο πάνω στη σημασία του να μεγαλώνεις μέσα σε ένα κόσμο στον οποίο επιβιώνουν μόνο οι δυνατοί. Μέσα από την ιστορία ενός εφήβου που πρέπει να αποτινάξει από πάνω τη την ταμπέλα του καλού παιδιού και να γίνει μέλος των Non Educational Delinquents, ο Μούλαν καταγράφει με ανατριχιαστικό τρόπο την Γλασκώβη της δεκαετίας του '70, κορυφώνει τον κοινωνικό ρεαλισμό του με ψήγματα μαγείας και κλείνει με ένα από τα πιο αξιομνημόνευτα φινάλε των τελευταίων χρόνων.
Cheri του Στίβεν Φρίαρς
Οχι ο Στίβεν Φρίαρς που υποκλίνεσαι, αλλά σίγουρα μια από τις πιο μελαγχολικές στιγμές του καθώς διατρέχει το συγγραφικό παραλήρημα της Κολέτ σκιαγραφώντας την προσωπικότητα μιας γυναίκας που αρνείται να μεγαλώσει παραδομένη στον πόθο για έναν πολύ νεαρότερο της άντρα. Στον πρωταγωνιστικό ρόλο η Μισέλ Φάιφερ παίζει με κάθε σπιθαμή του κορμιού της, καθρεφτίζοντας σε μια ερμηνεία χαμηλότονη, αισθησιακή και θλιμμένη την παρακμή, την φτηνή πολυτέλεια και το τέλος των αισθημάτων στην Ευρώπη των αρχών του αιώνα. Και μόνο γι' αυτήν, το «Cheri» θα άξιζε μια θέση εκεί που φυλάσσονται οι μικρές - μα τόσο πλούσιες - στιγμές ενός σινεμά που μέσα στην απλότητα προσφέρει παραπάνω από ένα μαθήματα ζωής.
Ανώνυμοι Ρομαντικοί (Les Emotifs Anonymes) του Ζαν Πιερ Αμερίς
Μια από τις πιο όμορφες εκπλήξεις του 2011, το «Ανώνυμοι Ρομαντικοί» είναι μια αντισυμβατική ρομαντική κομεντί, ειδωμένη από την άλλη πλευρά του καθρέφτη: λίγο σαν ο Γούντι Αλεν να είχε σκηνοθετήσει την «Αμελί»! Αλλά, απόλυτα κινηματογραφικά, αποδεικνύει ότι δε χρειάζεται κανείς να έχει έντονα ψυχολογικά συμπλέγματα για να φοβάται να δεσμευτεί σε μία σχέση, ή για να χάσει από βλακεία μια ευκαιρία ζωής. Οπως και δε χρειάζεται κανείς να είναι κυνικός απέναντι στο παραμύθι, ειδικά αν αυτό είναι ειπωμένο με τόσο πανέμορφο κινηματογραφικό τρόπο.
Sex, Drugs & Rock & Roll του Ματ Γουάιτκρος
Θα αρκούσε το γεγονός πως ο νεαρός Βρετανός σκηνοθέτης αφηγείται τη ζωή του Ιαν Ντιούρι σαν μια ιστορία επιβίωσης ενός ανθρώπου που γεννήθηκε με όλες τις πιθανότητες εναντίον του, καταφέρνοντας όχι μόνο να ικανοποιήσει όσους γνωρίζουν καλά τον Ντιούρι ως εμβληματική φιγούρα του πανκ στα τέλη της δεκαετίας του '70, αλλά και όσους συστήνονται για πρώτη φορά με έναν αξιολάτρευτα παράξενο καλλιτέχνη που υπήρξε τόσο ελπιδοφόρα μηδενιστής. Και λέμε θα αρκούσε, αν πριν από οτιδήποτε το «Sex, Drugs & Rock & Roll» δεν ήταν ακόμη μια επιβεβαίωση του αστείρευτου ταλέντου του Αντι Σέρκις, που στο ρόλο του Ντιούρι μεταμορφώνεται σε μια ωρολογιακή βόμβα που είναι διαρκώς έτοιμη να εκραγεί σε γραφικότητες, αχρείαστους μελοδραματισμούς και ροκ ηρωισμούς. Ευτυχώς, δεν το κάνει ποτέ αφήνοντας τον ήρωα του να ισορροπεί δεξιοτεχνικά πάνω στην λεπτή γραμμή που χωρίζει ένα τραυματισμένο παιδί από έναν θρύλο του rock 'n' roll.
Πανικούπολη (Panique au Village)των Στεφάν Ομπιέρ και Βενσάν Πατάρ
Φανταστείτε κάτι σαν τον «Γουάλας και Γκρόμιτ» αλλά γεννημένο από τη φαντασία ενός λιγάκι πιο χιουμορίστα Ντέιβιντ Λιντς και με ήρωες που αντί από στρογγυλεμένες πλαστελίνες, είναι φτιαγμένοι από το φτηνό πλαστικό παλιών παιχνιδιών, ή τις φιγούρες που στολίζουν τις τούρτες παιδικών γενεθλίων ξεχασμένων συνοικιακών ζαχαροπλαστείων. Αφαιρέστε από το σενάριο κάθε λογική και ειρμό και αντικαταστήστε τα με μια ιστορία που μοιάζει να βρίσκει το κοινό σημείο ανάμεσα σε παραλήρημα υπό την επήρεια παραισθησιογόνου τριπ και σε κρίση αυτόματης γραφής, κι έχετε ένα ιδιοφυές και μοναδικά sui generis μείγμα. Ο όρος «κινούμενα σχέδια από το Βέλγιο» τώρα δικαιώνεται!
Οταν Θέλω να Σφυρίξω, Σφυρίζω (Eu Cand Vreau sa Fluier, Fluier) του Φλορίν Σερμπάν
Δυο εβδομάδες πριν την αποφυλάκισή του, ένας νεαρός τρόφιμος αναμορφωτηρίου μαθαίνει ότι η μητέρα του επέστρεψε από την Ιταλία για να πάρει μαζί της, φεύγοντας, τον νεότερό της γιο. Νιώθοντας ότι η δική του ζωή έχει καταστραφεί εξ αιτίας της, είναι αποφασισμένος να μην αφήσει να συμβεί το ίδιο και στον μικρό του αδελφό. Ρουμάνικος νεορεαλισμός που τσακίζει κόκαλα, ερμηνείες που καθηλώνουν, ατμόσφαιρα που υποβάλλει σε ένα άξιο δείγμα μιας κινηματογραφίας που έχει αγκαζάρει το πιο ζωντανό σινεμά που γυρίζεται σήμερα.
Το Ταξίδι (The Trip) του Μάικλ Γουιντερμπότομ
Κάπου ανάμεσα στο ντοκιμαντέρ και το φιξιόν, ο Βρετανός multiσκηνοθέτης μπερδεύει τον αυτοσχεδιασμό με την σκηνοθεσία σερβίροντας έξι γεύματα ανάμεσα σε δύο σπουδαίους κωμικούς της χώρας του, τον Στιβ Κούγκαν και τον Ρομπ Μπράιτον καθώς αυτοί παίζουν κάτι από τους εαυτούς τους, κάτι από την ηδονή του να μιλάς όσο τρως, κάτι από ένα ατόφιο κινηματογραφικό «Ταξίδι» στην χώρα του ανεπιτήδευτου και καθαρά κωμικού. Οχι μόνο για ενημερωμένους (στην βρετανική κωμωδία και το φαγητό) θεατές.
Πως Τέλειωσε Αυτό το Καλοκαίρι (Kak ya Provyol Etim Letom) του Αλεξέι Ποπογκρέμπσκι
Δύο άντρες, μια ερημική ακτή στην άκρη της Ρωσίας, ένα υπαρξιακό δράμα που παίζει με τον άνθρωπο και το τοπίο, όσα συμβαίνουν και όσα δεν συμβαίνουν ανάμεσα στη μοναξιά τους και τον έξω κόσμο. Υπόγειο, μελαγχολικό, επώδυνα όμορφο και αβίαστα τραγικό, το δράμα του Ποπογκρέμπσκι βιώνεται μόνο με τις αισθήσεις και εκείνη την αγωνία που καμία ταινία δράσης δεν μπορεί να μεταφέρει αφού ο θόρυβος της εγκατάλειψης παραμένει πιο εκκωφαντικός από οποιαδήποτε τεχνητή έκρηξη.
Αγοροκόριτσο (Tomboy) της Σελίν Σιαμά
Η ιστορία ενός κοριτσιού που μοιάζει με αγόρι (εξ ου και το «Tomboy» του τίτλου) και προσπαθεί απεγνωσμένα να ενσωματωθεί ως τέτοιο στην μικρή κοινωνία μιας καλοκαιρινής παρέας θα μπορούσε να ήταν ή ένα βαρύ δράμα για την αναζήτηση της ταυτότητας ή μια ξεκαρδιστική κωμωδία βασισμένη πάνω σε παρεξηγήσεις. Ευτυχώς, η Γαλλίδα Σελίν Σιαμά ενδιαφέρεται περισσότερο για την ηρωίδα της, παραδίδοντας στην πραγματικότητα το μυστικό ημερολόγιο της. Βλέποντάς το, είναι σαν να ξεφυλλίζεις σελίδες που περιέχουν τα πιο βαθιά της μυστικά. Οχι όμως κρυφοκοιτάζοντας. Η Σιαμά δεν ενδιαφέρεται να παρουσιάσει το ταξίδι της Λορ στον κόσμο των αγοριών σαν κάτι αξιοπερίεργο ή σκανδαλώδες, δεν προσπαθεί να καθοδηγήσει την μικρή «περιπετειώδη» ηρωίδα της, ούτε να εξάψει την περιέργεια του θεατή. Χωρίς να προσποιείται ότι γνωρίζει τις απαντήσεις αυτού του «διαφυλετικού» προβλήματος, αφήνει την εξαιρετική ηθοποιό της να απαντά στις περισσότερες από αυτές με τον αυθορμητισμό και την αφοπλιστική αθωότητα ενός απλά λίγο μπερδεμένου...παιδιού, όπως είμαστε όλοι μας.
Στις Παρυφές (Periferic) του Μπογκντάν Τζόρτζε Απέτρι
Η Ματίλντα έχει 24 ώρες να αλλάξει τη ζωή της. Μία μέρα για να διορθώσει τα λάθη της. Μία ευκαιρία για να χαράξει, κυριολεκτικά, νέα πορεία. Καταδικασμένη σε πολυετή φυλάκιση παίρνει άδεια για να παραστεί στην κηδεία της μητέρας της. Εκείνη όμως έχει άλλα σχέδια. Ο άντρας μίας συγκρατούμενης θα την κρύψει στην νταλίκα του και θα την φυγαδεύσει στο εξωτερικό – έναντι αμοιβής φυσικά. Μόνο που για να γίνει αυτό, η Ματίλντα πρέπει να κάνει τρεις στάσεις και να τακτοποιήσει τις υποθέσεις της. Ο συμβολισμός για την νεότερη ιστορία της Ρουμανίας ειναι ξεκάθαρος στο ντεμπούτο του Ρουμάνου Τζόρτζε Απέτρι. Το «Στις Παρυφές» όμως δεν είναι μια κινηματογραφική μελέτη, όσο μια ατόφια κινηματογραφική εμπειρία. Ενα σινεμά που το ζεις με τις αισθήσεις - το εισπράττει το νευρικό σου σύστημα και αντιδρά, πολύ πριν έρθει το μυαλό για να βγάλει συμπεράσματα.
Τυραννόσαυρος (Tyrannosaur) του Πάντι Κονσιντάιν
Ισως το σκηνοθετικό ντεμπούτο της χρονιάς, το σκληρό και ταυτόχρονα ζεστό περίπου love story του Πάντι Κονσιντάιν είναι μια γροθιά στο στομάχι, ένα love story στα όρια του σπαραγμού, μια ιστορία για τις χαμένες ψυχές και τις κατεστραμμένες κοινωνίες, ένας ζωωλογικός κήπος που το θέαμα είναι οι άνθρωποι. Με δύο από τις καλύτερες ερμηνείες της χρονιάς (Πίτερ Μούλαν και Ολίβια Κόλμαν), ο Κόνσιντάιν δεν είναι μόνο ο νέος Κεν Λόουτς, είναι αυτό που χρειαζόταν το βρετανικό σινεμά για να νιώσει ότι πατάει σταθερά στα πόδια του και μπορεί να αντιμετωπίσει κατά μέτωπο το μέλλον.
Διαβάστε ακόμη: