Το 1985 ο Στίβεν Eϊβερι καταδικάστηκε για ένα έγκλημα που δεν διέπραξε ποτέ, παρά την καταφανή έλλειψη εις βάρος του στοιχείων. Το πρώτο επεισόδιο της σειράς ντοκιμαντέρ «Making a Murderer» παρουσιάζει μια τέτοια σειρά στοιχείων ικανά να αθωώσουν τον κατηγορούμενο για ξυλοδαρμό και απόπειρα βιασμού άντρα, που τραβάς τα μαλλιά σου και απορείς πώς είναι δυνατόν να βρέθηκε ένοχος.
Τα ακόλουθα 9 επεισόδια σου εξηγούν αναλυτικά το πώς: Το σύστημα θρέφει τον εαυτό του και το άτομο είναι απλώς μια περιστασιακή φιγούρα.
Ο Εϊβερι είχε καταδικαστεί για την απόπειρα βιασμού μιας γυναίκας σε μια παραλία τη στιγμή που μάρτυρες τον τοποθετούσαν σε εντελώς άλλο σημείο της περιοχής, την ώρα που ένας καταδικασμένος για σεξουαλικά εγκλήματα στο παρελθόν βρισκόταν στην περιοχή. Η τοπική αστυνομία έκανε τα στραβά μάτια σε κάθε φωνή περί αθωώτητας του Εϊβερι χάρη σε προσωπικά συναισθήματα αντιπάθειας όπου η μία μικρή, απειροελάχιστη πράξη μίσους προκαλεί μια χιονοστιβάδα που δεν γίνεται να σταματήσει. Το ένα λάθος φέρνει το άλλο, η μία συγκάλυψη την επόμενη, κι έτσι ξαφνικά μια προσωπική αντιπάθεια καταλήγει σε καταφανή κρατική παρέμβαση και παραβίαση του νόμου, και σε έναν άνθρωπο που χάνει 18 χρόνια από τη ζωή του πίσω από τα σίδερα της φυλακής.
Διαβάστε ακόμη: Αυτές ήταν οι 10 καλύτερες τηλεοπτικές σειρές του 2015 για το Flix
Το 2003 η πρόοδος της DNA τεχνολογίας απέδειξε βάσει ενός στοιχείου από το 1985, πως ο Εϊβερι ήταν πράγματι αθώος και αποφυλακίστηκε. Ολα αυτά τα εντελώς «Rectify»-συναντά-το-«Law & Order» πράγματα μπορεί να ακούγονται αρκετά για ένα δράμα, όμως στο «Making a Murderer» είναι μόνο η αρχή, γιατί το ζουμί εδώ ξεκινά. Ο Εϊβερι κατηγορείται το 2005 για ένα νέο έγκλημα, ενώ βρισκόταν εν μέσω δικαστικής διαμάχης με την πολιτεία του Μανιτόγουοκ, ζητώντας μια τεράστια αποζημίωση για την κακοδιαχείριση της υπόθεσής του.
H Λόρα Ρικιάρντι και Μόιρα Ντέμος, φοιτήτριες κινηματογράφου στο Columbia, ταξίδεψαν στο Γουισκόνσιν τότε, ώστε να μπορέσουν να παρακολουθήσουν από κοντά μια υπόθεση που φαινομενικά είχε μόλις τελειώσει αλλά στην πραγματικότητα μόλις ξεκινούσε. Ετσι, ένα ντοκιμαντέρ για έναν άντρα που αθωώθηκε 18 χρόνια μετά, εξελίχθηκε, συναρπαστικά, σε κάτι πολύ μεγαλύτερο. Οι Ρικιάρντι και Ντέμος έμειναν για καιρό στο Γουισκόνσιν, μιλώντας προσωπικά με όλα τα άτομα του κύκλου του Εϊβερι, την οικογένειά του (που κάνει οτιδήποτε έχει παρουσιαστεί ποτέ με χιούμορ στο «Fargo» να μοιάζει με δράμα του Μάικ Λι), τους δικηγόρους του, ακόμα και τον ίδιο μέσα από τηλεφωνικές συνομιλίες από τη φυλακή.
(Οι Ρικιάρντι και Ντέμος αποπειράθηκαν να βάλουν στην κάμερα και την αντίπαλη πλευρά, του κατήγορου Κρατζ, αλλά αγνοήθηκαν, επειδή τότε φυσικά οι αρχές είχαν άλλα στο κεφάλι τους και δε θα έδιναν σημασία σε δύο φοιτήτριες από τη Νέα Υόρκη. Τώρα που το ντοκιμαντέρ έχει ταρακουνήσει την υφήλιο με την προβολή του στο Netflix, θα εύχονται να μην ήταν τόσο βιαστικοί στις αποφάσεις τους.)
Διαβάστε και δείτε ακόμη: Best of TV 2015: Οι ερμηνείες της χρονιάς
Το «Making a Murderer» μοιάζει απλά αδιανόητο ως αποτύπωση της αλήθειας ήδη από το πρώτο επεισόδιο, αλλά όταν αρχίζουν οι σύγχρονες εξελίξεις των '00s, που πλέον οι Ρικιάρντι και Ντέμος καταγράφουν καθώς συμβαίνουν, αρνείσαι να πιστέψεις όλα όσα βλέπεις. Οι ανατροπές και οι εξοργιστικές εξελίξεις καθώς οδηγούμαστε στη δική έχουν οδηγήσει σε μια συλλογική εμπειρία θεάσης όπου σύσσωμο το κοινό της σειράς νιώθει έναν θυμό δίχως προηγούμενο για όσα βλέπει.
Στην εξήγηση αυτού του μεγάλου θυμού κρύβεται και η μεγάλη σημασία αυτής της ιστορίας σε σχέση, ας πούμε, με το εθιστικό αλλά εν τέλει σαφώς πιο κούφιο «The Jinx».
Το «Making a Murderer» μιλά για κάτι σημαντικό, κάτι που μας αφορά όλους, κάτι που θα έπρεπε να λειτουργεί μα που διαρκώς αποτυγχάνει. Για ένα σύστημα που θα όφειλε να μας προστατεύει αλλά είναι εκεί για να τραφεί από εμάς.
Το «Making a Murderer» μπορεί να μην είναι πετυχημένο στο να παρουσιάσει μια 100% αντικειμενική και από τις δύο πλευρές απεικόνιση της επακόλουθης δικαστικής διαμάχης, όμως έχει πετύχει κάτι πολύ σημαντικότερο. Καταγράφει το πορτρέτο των Εϊβερι ως τυπικών εκπροσώπων μιας φτωχής τάξης με χαμηλή μόρφωση που το σύστημα χρησιμοποιεί λίγο πολύ ως καύσιμο. Ανθρωποι που δεν έχουν στον ήλιο μοίρα και γίνονται πιόνια μιας σπασμένης λειτουργίας, όπου τα πάντα είναι φτιαγμένα με δικλείδες ασφαλείας και συντήρησης ενός προβληματικού συστήματος ελέγχου.
Διαβάστε και δείτε ακόμη: Τα μεγάλα (τηλεοπτικά) σοκ του 2015
Στην ακόλουθη δίκη, που παρουσιάζεται με εκπληκτική λεπτομέρεια από τις Ρικιάρντι και Ντέμος (οι φανατικοί του «Law & Order» και του «Good Wife» θα εκτιμήσουν αυτή τη σχεδόν φετιχιστική εξιστόρηση), το επιχείρημα δεν είναι ποτέ πως ο Στίβεν Εϊβερι είναι αθώος- το επιχείρημα είναι πως δεν είναι ποτέ δυνατόν όλο αυτό το προσποιητό τσίρκο να θεωρείται σοβαρή σύσταση κατηγορίας. Ελλιπή στοιχεία, αντικρουόμενες αφηγήσεις, μάρτυρες με προσωπική έχθρα και συμφέρον να θάβουν τον κατηγορούμενο ακόμα πιο βαθιά, μαγικά στοιχεία που εμφανίζονται ακριβώς την στιγμή που χρειάζονται, ομολογίες που αποσπάστηκαν με καταφανώς παράνομο τρόπο (το βίντεο της «ομολογίας» του Μπράντον είναι ό,τι πιο εξοργιστικό θυμάμαι να έχω δει φέτος στην τηλεόραση).
Θα πιστέψεις πως κάθε ακραία συνωμοσία θα μπορούσε να είναι και αληθινή, αρκεί οι άνθρωποι που εμπλέκονται να ήθελαν να καλύψουν το ένα μετά το άλλο τα λάθη τους, χωρίς να έχει σημασία ποιος θα την πληρώσει.
Εν τέλει ο θυμός προκύπτει όχι από συμπάθεια προς το πρόσωπο του -δις- κατηγορούμενου, ούτε από βεβαιότητα αθωότητας. (Αν μη τι άλλο, όπως λέει σε ένα σημείο ο αληθινός MVP της σειράς, ο φανταστικός συνήγορος υπεράσπισης Ντιν Στρανγκ, κάπου ελπίζεις ο Εϊβερι να ήταν ένοχος γιατί η ιδέα πως έχει περάσει τόσα χρόνια στη φυλακή όντας αθώος είναι κάτι αδιανόητα απάνθρωπο.) Ο θυμός προκύπτει επειδή μέσα από αυτή την πάρα πολύ αναλυτική καταγραφή διαδικασίας, του πώς το Α οδηγεί στο Β και πώς το Β στο Γ, παρατηρούμε άφωνοι το πώς ένα σύστημα φτιαγμένο για να υπερασπίζεται θεωρητικά το κάθε μέλος της κοινωνίας, και ειδικότερα ένα φτωχό και αμόρφωτο, με λιγότερα όπλα από τον πάσης φύσεως ισχυρό, εν τέλει λειτουργεί σε έναν λίγο ως πολύ αυτόματο πιλότο, ενισχύοντας την ίδια του την ύπαρξη. Δεν αρματώνει το άτομο, αρματώνεται το ίδιο απέναντι στο άτομο. Είναι σαν μια σεζόν «Fargo» που ονειρεύτηκε σε εφιάλτη ο Ντέιβιντ Σάιμον του «The Wire».
Διαβάστε και δείτε ακόμη: Η πιο ανατριχιαστική (τηλεοπτική) στιγμή του 2015
Η ουσία του ντοκιμαντέρ αυτού δεν είναι ποιος έκανε τι, ακριβώς επειδή και ο ίδιος ο στόχος της κατηγορούσας αρχής δεν φαίνεται ποτέ να είναι η αναζήτηση της αλήθειας, αλλά η κατάχρηση εξουσίας για το κλείσιμο προσωπικών λογαριασμών. Αυτό που κάνει το «Making a Murderer» τόσο απαραίτητη θέαση, και τόσο ταυτόχρονα εξοργιστική, είναι εν τέλει τα λόγια δυσβάσταχτης απογοήτευσης που σε ένα σημείο της σειράς ξεφυσά από μέσα του ο Ντιν Στρανγκ, σαν υπό το βάρος χίλιων κατεστραμμένων κόσμων: «Οι δυνάμεις που το προκάλεσαν αυτό. Νομίζω είναι απλά. Είναι απλά εκφράσεις καθημερινής ανθρώπινης αποτυχίας».
Το «Making a Murderer» στριμάρει τώρα στο Netflix.
Διαβάστε ακόμη:
Tags: netflix, making a murderer