«Είναι θλιβερό που η ταινία κρίνεται πριν ακόμη κυκλοφορήσει στις αίθουσες. Η επίσημη γραμμή και του διανομέα και των παραγωγών είναι ο κόσμος να δει πρώτα την ταινία.»
Αυτά δηλώνει ο Νικόλας Δημητρόπουλος στο Variety, ως απάντηση στις αντιδράσεις που προέκυψαν γύρω από την ταινία του «Καλάβρυτα 1943» από τοπικούς φορείς και απογόνους θυμάτων του Ολοκαυτώματος.
Διαβάστε αναλυτικά: Σάλος και μηνύσεις για την ταινία «Καλάβρυτα 1943»
Ο Δημήτρης Κατσαντώνης, σεναριογράφος της ταινίας περιγράφει τις απειλές για αγωγή από την πλευρά όσων πιστεύουν ότι η ταινία παραχαράσσει την ιστορία «ως πυροτεχνήματα που γρήγορα θα αποκαλύψουν το κενό τους περιέχομενο»
Η ταινία - στην οποία πρωταγωνιστεί ο Μαξ φον Σίντοφ στην τελευταία του κινηματογραφική εμφάνιση - αφηγείται την σφαγή περίπου 700 Ελλήνων από τους Ναζί στα Καλάβρυτα το 1943, ως αντίποινα για την εκτέλεση περίπου 80 στρατιωτών από την αντίσταση. Η ιστορική στιγμή που προκάλεσε τις αντιδράσεις είναι αυτή όπου ένας στρατιώτης των Ναζί, ξεκλειδώνει την πόρτα ενός σχολείου που καίγεται ελευθερώνοντας τις γυναίκες και τα παιδιά που ήταν παγιδευμένα μέσα.
Ο Κατσαντώνης συμπληρώνει με επιστολή του στο Variety, ότι η ταινία είναι ένα έργο μυθοπλασίας «εμπνευσμένο από πραγματικά γεγονότα» και ότι δεν υπήρξε ποτέ καμία υπόσχεση από την πλευρά των δημιουργών της ταινίας ότι η επίμαχη σκηνή δεν θα συμπεριληφθεί στην ταινία.
Νικόλας Δημητρόπουλος
Ο Νικόλας Δημητρόπουλος υπογραμμίζει: «Η μόνη υπόσχεση που έδωσα στον εαυτό μου ήταν να δείξω τις φρικαλεότητας που διέπραξαν οι Ναζί στα Καλάβρυτα και να υπενθυμίσω στους ανθρώπους ότι ο φασισμός αποτελείται από μίσος και κακό και πρέπει να ανακόπτεται». Για την επίμαχη σκηνή, αναφέρει ότι ένα έκθεμα για το Ολοκαύτωμα στα Καλάβρυτα στο μουσείο της Ουάσινγκτον αναφέρει 14 μάρτυρες που ανέφεραν ότι ένας Αυστριακός στρατιώτης άνοιξες την πόρτα του σχολείου για να ελευθερώσει τις γυναίκες και τα παιδιά που ήταν παγιδευμένα μέσα σε αυτό. «Ενα από τα βασικά πράγματα που επιθυμούσαμε ήταν να σεβαστούμε τους ανθρώπους στα Καλάβρυτα. Κρατήσαμε τη σκηνή για λόγους που δείχνουν ότι ακόμη και στις πιο σκοτεινές στιγμές, μπορεί να υπάρξει ανθρωπιά.»