Oσους χαρακτηρισμούς και εάν επινόησε, με παροιμιώδη μάλιστα μετριοφροσύνη, ο Τζέιμς Μπράουν για τον ίδιο του τον εαυτό - “Ο Μίστερ Δυναμίτης”, “Ο Νονός της Σόουλ”, “Ο Πρόεδρος του Υπέρ-Βαρέου Φανκ”, κ.ά., - ποτέ δεν κατόρθωσε να ξεπεράσει σε ευρηματικότητα αυτόν που σκαρφίστηκε για την αφεντιά του η ντοπιολαλιά μας στα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης - τον περιβόητο “καρεκλά”!
[σημ . Είναι μάλιστα τέτοια η διείσδυση του που ανάγκασε ακόμα και τον θεματοφύλακα της γλωσσικής κληρονομιάς μας Γεώργιο Δ. Μπαμπινιώτη να τον συμπεριλάβει στο λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας επεξηγώντας τον ως “αυτός που αγαπά φανατικά ή και χορεύει την ντίσκο μουσική”! Απεναντίας, το εξ ίσου … δόκιμο “γκιράπας” λάμπει διά της απουσίας του…]
Και, όπως συνέβη με αρκετές αντίστοιχες περιπτώσεις, του έμεινε για χρόνια η ρετσινιά... Ο διψασμένος αλλά άπειρος μουσικόφιλος εκείνης της εποχής δεν μπορούσε να δει πέρα από τους υπερυψωμένους κοθόρνους, τα εφαρμοστά ψηλοκάβαλα παντελόνια-καμπάνα, τους αεροπλανικούς γιακάδες, την “πολύ-καλή-για-να-είναι-αληθινή” μασέλα και το φλιταρισμένο μαλλί - πολύ περισσότερο δε να ακούσει τι υπήρχε κάτω από εκείνη την χορευτικά τροποποιημένη, επίμονη και σφιχτή πολυρυθμία. Διότι τότε ακριβώς που τα μουσικά πράγματα έπαιρναν, επιτέλους, μια κάποια φόρα στην στον άμοιρο τον τόπο μας ο... Τζέμης Μπράουν ολοκλήρωνε μία άκρως παραγωγική και λίαν εποικοδομητική εικοσαετία, κατά την διάρκεια της οποίας τράβηξε όλα εκείνα τα χαρτιά που τον ανέδειξαν κυρίαρχο του παιχνιδιού.
Κακά τα ψέματα... Ελάχιστοι στην ψωροκώσταινα είχαν πάρει μυρωδιά τότε τα δάκρυα που έπνιγαν κάθε άγριο ουρλιαχτό, ξελιγωμένο ψυχορράγημα ή επιληπτικό λόξυγκα που έβγαζε αυτό το, τριμμένο με γυαλόχαρτο, λαρύγγι - “Please, Please, Please”('56), “Try Me (I Need You)”('58), πόσο μάλλον δε τον ιδρώτα που άφηνε κάθε βράδυ στο σανίδι ο “πιο σκληρά εργαζόμενος άνθρωπος στις σόουμπιζνες” κάνοντας και το πλέον απίθανο χορευτικό ρεσάλτο - “I'll Go Crazy”('60), “Νight Train”('62). Την ίδια, πάνω-κάτω, τύχη είχε και η διερεύνηση ενός καινούριου ρυθμού - “Out Of Sight”('64), “Papa's Got A Brand New Bag” ('65), “Ι Got You (I Feel Good)”('65) - που επαναπροσδιόρισε τελικά με συνοπτικές διαδικασίες την σημειολογία της σόουλ.
Στα μέρη μας όμως γινόταν πλέον της κακομοίρας ΄ που καιρός, λοιπόν, για τις υπερκομματικές καντρίλιες του Τζέιμς Μπράουν που, αποτελώντας πλέον το αρχέτυπο του επιτυχημένου αφροαμερικανού, έπαιζε μπάλα τόσο με την, κατ' όνομα και μόνον, «δημοκρατική» κυβέρνηση του Λίντον Τζόνσον – “America Is My Home” ('68) - όσο και με τους αγανακτισμένους Μαύρους Πάνθηρες – “Say It Loud - I' m Black And I'm Proud”('68)... Καθώς και για την μετάλλαξη της σόουλ σε φανκ΄ ο ρυθμικός κώδικας “Funky Drummer” επινοήθηκε το '69 και καθόρισε την μορφή των πραγμάτων που θα ακολουθούσαν - “(Get Up, I Feel Like Being A) Sex Machine”('70), “Make It Funky” ('71), “Talking Loud And Saying Nothing”('72), “The Payback”('74), “Papa Don't Take No Mess” ('74).
Οι εξελίξεις όμως τον βρήκαν μάλλον απροετοίμαστο... Από τότε μέχρι που τα κακάρωσε λοιπόν ο Τζέιμς Μπράουν προσπάθησε επί ματαίω να προσαρμοστεί στις αλλαγές των καιρών ΄ όποτε του το επέτρεπαν φυσικά τα έμπα-έβγα στις φυλακές για φοροδιαφυγή, ναρκωτικά, οπλοφορία, βιαιοπραγίες, κ.λ.π. Ακόμα και τα καλύτερα είκοσι τέσσερα λεπτά του όλο αυτό το διάστημα, το μίνι - άλμπουμ “Unity” ('84) δηλαδή, χρεώνεται μάλλον στον πιονέρο του χιπ χοπ Afrika Bambaataa, παρά στον ίδιον. Μιλώντας εκ των υστέρων, αλλά και από άλλη σκοπιά φυσικά, ίσως θα ήταν καλύτερα να είχε αρκεστεί σε διάφορα επικοινωνιακά τρικ, όπως η εμφάνισή του στις ταινίες “Blues Brothers” ('80) και “Rocky IV”('85)καθώς και στο διαφημιστικό σποτ της … BMW ('02) ή ακόμα καλύτερα στη γενική, και τα μάλα κερδοφόρα, επιστράτευση του υλικού του από το βαρύ πυροβολικό της ραπ ταξιαρχίας που όχι μόνον τον επανέφεραν κάθε λίγο και λιγάκι στην επικαιρότητα, υπενθυμίζοντας με τον πλέον ευεργετικό τρόπο το λαμπρό του παρελθόν, αλλά και τον επέβαλλαν στη συνείδηση ενός νεαρότερου σε ηλικία ακροατηρίου. Συμπεριλαμβανομένου μάλιστα και του ημεδαπού, αποκαθιστώντας επιτέλους το κύρος αυτής της επαγγελματικής τάξης που βγάζει τίμια τα προς τα ζην κατασκευάζοντας, επισκευάζοντας και πουλώντας καρέκλες!Σε αυτό όμως έπαιξε έναν κάποιο ρόλο και η πρώτη των εμφανίσεών του επί ελληνικού εδάφους, που ήταν και μακράν η καλύτερη... Καθαρή Δευτέρα, 2 Μάρτη του '87, και ο, 54χρονος τότε μα πάντα, κύριος Τζέιμς Μπράουν επιχειρεί να κατεδαφίσει τον Ορφέα. Και μπορεί τα γερασμένα θεμέλια του θεάτρου να άντεξαν, το κοινό όμως βγήκε από μέσα συντετριμμένο. Κάποιοι από τύψεις, φυσικά … Μα κάποιοι άλλοι από το θαύμα που είχε γίνει μπροστά τους - είδαν το Θεό και, μα την αλήθεια, ήταν Μαύρος!
Οκτώ χρόνια αργότερα μου δόθηκε η ευκαιρία να τον πλησιάσω τόσο όσο ελάχιστοι θνητοί… Ήταν εκείνη η φορά που έπαιξε στα Αστέρια της Γλυφάδας τον Ιούνιο του ‘95 και εγώ - ως πληρωμένο πιστόλι της PolyGram, όπως ονομαζόταν τότε η σημερινή Universal - είχα, και με μεγάλη χαρά μάλιστα, επωμιστεί το καθήκον να κάνω την παραμονή του στη χώρα μας όσο το δυνατόν καλύτερη. Όπως πολύ εύκολα μπορεί να ψυλλιαστεί κανείς, τα κίνητρα μου ήταν κάτι παραπάνω από ποταπά καθώς λιγουρευόμουν δυο μερούλες απεριόριστου μπάτζετ με εκμαίευση άγνωστων περιστατικών από τη ζωή του εν μέσω τυρού και αχλαδιού! Έλα όμως που πίσω την είχε η ριμάδα η αχλάδα την ουρά...Τα πρώτα σύννεφα σκιάσαν τη λιακάδα με το που η πτήση του έφτασε με μεγάλη καθυστέρηση στο Ελληνικό ΄ οπότε πού όρεξη για χειραψίες ο κύριος Μπράουν - ακόμα και αν επρόκειτο για τον καριόλη της δισκογραφικής που τον εκπροσωπούσε στην Ελλάδα! Έφτυσε ένα
“Στα τσακίδια, ασπρούλη!”
που περισσότερο μάντεψα παρά κατάλαβα έτσι που γρύλλισε μέσα από τα δόντια και χώθηκε στη λιμουζίνα που θα τον μετέφερε στο ξενοδοχείο … Τα πράγματα έγιναν ακόμα πιο σκούρα στο Λίντρα Μάριοτ΄ έμεινα καθηλωμένος για ώρες στη ρεσεψιόν προσπαθώντας να πείσω μια κυρία που σήκωνε το τηλέφωνο του δωματίου του ότι δεν ήμουν δημοσιογράφος αλλά ο, τρόπον τινά, τοποτηρητής του σε αυτή τη γωνιά της γης! Κι όταν επιτέλους ο κος Μπράουν ακούστηκε από την άλλη άκρη της γραμμής παραλίγο να πάω πριν την ώρα μου ΄ όχι όμως για τους λόγους που μπορεί να φαντάζεστε:
“Πώς σας φάνηκε το νέο μου άλμπουμ κύριε … πώς είπαμε το όνομα σας;»
τον άκουσα να λέει ΄ τόσο αργά και τόσο καθαρά που ακόμα τον θυμάμαι τον μπαγάσα! Μα τι λέει, αναρωτήθηκα, γιατί πέρα από καμιά συλλογή με παλιότερο υλικό είχε καιρό να βγάλει κάτι καινούργιο. Και αν όχι; Αν, πράγματι, κάτι είχε έλθει στην εταιρεία και δεν το είχα πάρει χαμπάρι; Αν είχε παραπέσει; Ό,τι και να ‘χε συμβεί, ήταν πια αργά για δάκρυα … Οπότε ξεροκατάπια και έριξα τη ζαριά:
“Υπέροχο! Ότι καλύτερο έχετε κάνει εδώ και χρόνια, κε Μπράουν! “
Και μην βλέποντας την ώρα να κλείσω για να τρέξω πίσω στη Μεσογείων μπας και ανακαλύψω τι τρέχει, πρόσθεσα:
“Υποθέτω ότι θα είστε αρκετά κουρασμένος από το ταξίδι… Θέλετε να πάμε να φάμε κάπου το βράδυ και να τα πούμε με την ησυχία μας; ”
Eριξε ένα
“Όχι! Όχι απόψε! Καλύτερα αύριο το μεσημέρι, θα σε περιμένω … Εντάξει;”
και έκλεισε το τηλέφωνο πριν ακούσει την επιβεβαίωση.
Το επόμενο μεσημέρι επέστρεψα στο λόμπι πεπεισμένος ότι ή μου έκανε πλάκα ή τα είχε πλέον τελείως χαμένα μιας και δεν υπήρχε το παραμικρό ίχνος για επικείμενη κυκλοφορία του κου Μπράουν τουλάχιστον μέχρι τα επόμενα Χριστούγεννα. Αν λοιπόν το έφερνε αυτός στην κουβέντα, τότε βλέποντας και κάνοντας … Τελικά, δεν χρειάστηκε να σκαρφιστώ τίποτα γιατί πολύ απλά ο κος Μπράουν την είχε κάνει…
Αν μ’ έπιανε κανείς από τη μύτη εκείνη τη στιγμή, θα έσκαγα σαν τσιχλόφουσκα! Μην αντέχοντας πια λίγο κο Μπράουν ακόμα, αποφάσισα να αντιμετωπίσω την οργή του το βράδυ… Μετά από την εμφάνιση του λοιπόν τράβηξα προς τα καμαρίνια ολίγον τι δαγκωμένος, αφ’ ενός μεν γιατί τον είχα δει και σε καλύτερες μέρες αφ’ ετέρου δε για τη μεσημεριανή μου ασέβεια… Με παίρνει λοιπόν από το χέρι ο μακαρίτης ο Νίκος Σαχπασίδης που τον είχε φέρει και τον πλησιάζουμε:
“Κε Μπράουν, ο υπεύθυνος της PolyGram, …”
αρχίζει τις συστάσεις αλλά ο κος Μπράουν δε χρειάζεται να ακούσει περισσότερα - φρέσκος, ατσαλάκωτος και αστραφτερός από τις χοντρές σταγόνες ιδρώτα και τις ψιλές γυάλινες πούλιες έχει ήδη στραπατσάρει με το κατακόκκινο βλέμμα του το ένοχο δικό μου και λέει :
“Έχασα όλο μου το μεσημέρι περιμένοντας σε.. Που ήσουν;”
Και πριν, ευτυχώς, προλάβω να ξεστομίσω
“Μα, τι μου τσαμπουνάς ρε γεροξεκούτη …”
βάζει κάτι γέλια και μου σκάει μια στη πλάτη που κι αυτήν ακόμα την θυμάμαι!
Αντί επιλόγου: ο Μπράουν χρειάστηκε τρία ολόκληρα χρόνια για να κυκλοφορήσει το όποιο άλμπουμ εννοούσε …
To «Get on Up» του Τέιτ Τέιλορ βγαίνει στις ελληνικές αίθουσες στις 16 Οκτωβρίου από τη UIP
Διαβάστε περισσότερο «Flexibility» από τον Νίκο Πετρουλάκη
- Flixibility: Happiness Is A Warm Gun
- Flixibility: Ντέιβιντ Μπόουι - The Cracked Actor
- Flixibility: The Boys With The Thorne In Their Side
- «A Hard Day's Night»: It was fifty years ago today!
- Flixibility: Blaxwomagic
- Flixibility: Στον Τροπικό της Επάρατου
- Flixibility: Το καλοκαίρι θα 'ρθει και θα πει κι ένα τραγούδι (ή έξι)
- Flixibility: Ladies Sing the... Blues
- Flixibility: Το Rock and Roll Hall of Fame, οι Kiss και «Το Φάντασμα του Παραδείσου» του Μπράιαν Ντε Πάλμα
- I Scream For Jim!
- O Νίκος Πετρουλάκης δημοσιοποιεί την ανάμειξή του στην υπόθεση «Ασπίδα»
Tags: Flixibility, Get on Up