Είναι σίγουρο ότι με καμία άλλη ηθοποιό εκτός από την Τίλντα Σουίντον (άντε, ίσως, την Ιζαμπέλ Ιπέρ), η conceptual παράσταση μόδας / ντεφιλέ / τελετουργικό σινεφιλικής λατρείας του Ολιβιέ Σαγιάρ δεν θα είχε την επίδραση, την πειστικότητα, που όντως έχει το «Ενσαρκώνοντας τον Παζολίνι» (στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση, 11 - 16 Δεκεμβρίου 2023).
Διαβάστε ακόμη: Η φιλμογραφία του Πιερ Πάολο Παζολίνι με τα δικά του λόγια
Η ιδέα είναι από μόνη της συγκινητική. Ο Γάλλος ιστορικός μόδας και επιμελητής Ολιβιέ Σαγιάρ που στη μορφή, την ιδιοσυγκρασία και την οξυδέρκεια της Τίλντα Σουίντον έχει βρει εδώ και χρόνια τη μούσα του, παρουσιάζει σ' ένα λιτό χώρο, με θρησκευτικό σεβασμό, τα κοστούμια από τις ταινίες του Πιερ Πάολο Παζολίνι, του σπουδαίου αντισυμβατικού, ακτιβιστή, μεγαλειώδους σκηνοθέτη που για πάντα θα είναι συνυφασμένος με το θάνατό του - κι ο θάνατος παίζει καθοριστικό ρόλο στην παράσταση, ταυτισμένος με τη ζωή.
Σκεπασμένα με υφάσματα ή με χαρτί, τα ρούχα από τις ταινίες, πάνω από τριάντα, μεταφέρονται αργά, τελετουργικά, στο χώρο αυτού του ιδιότυπου ντεφιλέ κι ανοίγονται, αποκαλύπτονται, σαν εύθραυστα, πολύτιμα είδη υπό εξαφάνιση. Συναισθηματικά φορτισμένα χρώματα, αιθέρια λευκά, τα ρούχα που σχεδίαζε ο (βραβευμένος με δύο Οσκαρ, όμως για ταινίες του Τζεφιρέλι και του Φελίνι), Ντανίλο Ντονάτι και κατασκεύαζε το ατελιέ Φαράνι, εξίσου διάσημα με τους δημιουργούς τους, χειροποίητα, συνδυασμός της άρτε πόβερα και μιας μοναδικής μεγαλοπρέπειας, του δυτικού πολιτισμού, της ανατολίτικης παράδοσης, των βελούδων του Ελ Γκρέκο, της αρχαίας τραγωδίας και του αδιόρατου χιούμορ, μαζί με υπερβατικά καπελάκια και μια σειρά από τα καλούπια που τα δημιούργησαν, στήνονται στη σκηνή, μόνα τους με μια συναρπαστική αυτάρκεια, ή στο δάπεδο, ή στο τόσο εύπλαστο σώμα της Τίλντα Σουίντον, για ένα χαιρετισμό, μια καλλιτεχνική και υπαρξιακή αποτίμηση.
Από το «Κατα Ματθαίον Ευαγγέλιο», στον «Οιδίποδα», το «Δεκαήμερο», τους «Μύθους του Καντέρμπουρι», το «Χοιροστάσιο», στις «Χίλιες και Μία Νύχτες», στο «Μεγάλα Πουλιά, Μικρά Πουλάκια» (ή «Ορνια και Πουλάκια» όπως αποδίδεται στην παράσταση), στο «Σαλό». Είναι τα ρούχα από μόνα τους συναρπαστικά έργα τέχνης, που ξανασυναντούν το κοινό πέντε, έξι δεκαετίες αφότου γεννήθηκαν και μπήκαν σε χειμερία νάρκη, αλλά πόσο νόημα μπορεί να έχει και πόσο μπορεί να κρατήσει την προσοχή του θεατή αυτή η κοπιώδης τελετουργική διαδικασία επί 105 λεπτά;
Πολύ, όπως φαίνεται, χάρη σε μια από καρδιάς ιδέα και, κυρίως, στην προσωπικότητα της Τίλντα Σουίντον, την ερμηνευτική της τόλμη αλλά και το γούστο, τον ψυχισμό, τη φιγούρα και το πνεύμα της - γιατί σε μια τόσο αφαιρετική και πολυσήμαντη παράσταση, το ταλέντο στην υποκριτική είναι βελόνα χωρίς κλωστή.
Φέροντας πάνω της, κυριολεκτικά, τη μουσική, κινούμενη με μια αραχνοΰφαντη λεπτότητα, παίζοντας με τα ρούχα το παιδί, τον γονιό, τον επιστήμονα, τον ερευνητή, τον συλλέκτη αισθήσεων, κάθε φορά με μία μόνο ξαφνική, ακίνητη πόζα γεμάτη αγάπη για τους ανθρώπους που πρωτοφόρεσαν τα ρούχα, τους πρωταγωνιστές και τους κομπάρσους, αλλά και ιερόσυλο χιούμορ, δίνει νόημα και ζωντάνια σ' αυτή την αργόσυρτη πομπή υφασμάτων που βρίσκουν λόγο να ξαναγεννηθούν - και να ξαναπεθάνουν. Γιατί μόνο με την ολοκλήρωση της παράστασης νιώθεις συγκίνηση γι' αυτή τη σύντομη γνωριμία, πριν οι αναμνήσεις και οι μανδύες μιας συγκλονιστικής φιλμογραφίας κι ενός μοναδικού σκηνοθέτη, πέσουν ξανά να κοιμηθούν.